Ύμνος, η 25η Μαρτίου 1821, η Ελλάς προς τα τέκνα της

Από Βικιθήκη
Ὕμνος, ἡ 25η Μαρτίου 1821, ἡ Ἑλλὰς πρὸς τὰ τέκνα της
Συγγραφέας:
Λυρικά ποιήματα, Αναμνήσεις (1876)


Ἀντιβόησεν ἡ θεία
Ἡ κραυγὴ τοῦ Γερμανοῦ,
Κ’ ἐπετάχθη ἡ Ἐλευθερία
Ἀπ’ τς ἀγκάλαις τοῦ Θεοῦ,

Ὁλοφώτιστη! ὡπλισμένη
Μὲ ῥομφαία τρομακτικὴ,
Ἀπ’ τὸν Ῥήγα ἀκονισμένη
Εἰς τοῦ Πλάστου τὴν ὀργή.

Δίνει εὐθὺς ’ς τὰ παλληκάρια
Τέτοιο φίλημα θερμὸ,
Ποῦ τὰ κάνει σὰν λιοντάρια,
Νὰ χουμᾶνε ’ς τὸν ἐχθρό.

Ἁπλοφτέριασεν ἡ νίκη!
—Πάντα ἀχώριστη ἀπὸ σᾶς—
Πλουτισμένη μὲ τὴν φρίκη
Τῆς σφαγῆς καὶ τὴς φωτιᾶς!

Καὶ τοῦ τρομεροῦ Μαχμούτη
Οἱ ἀναρίθμητοι στρατοὶ
Ὅπλα τότε καὶ μπαρούτη,
Ῥίχνουν, φεύγοντας τὴν γῆ.

Τὸ σταυρὸ σᾶς σταίνει ἐμπρός σας,
Μὴν ψηφᾶτε τὸν ἐχθρὸ,
Ποῦ κι’ ἂν ᾖνε ἀνώτερός σας
Εἰσὲ πλούτη κι’ ἀριθμὸ,

Κυριευμένος ἀπ’ τὸν τρόμο
Τοῦ σπαθιοῦ σας, σὰν δειλὸς,
Φεύγει, στρέφωντας τὸν ὦμο,
Καὶ τὸν δέχεται ὁ γκρεμός! (β)

Ἡ ψυχὴ τοῦ Πατριάρχη
Ποῦ κρεμάσαν τὰ σκυλιὰ,
Τἅρματά σας, Πολεμάρχοι,
Εὐλογοῦσε ἀπὸ ψηλά.

Αὐτὴ ποῦ ’ς τὸ Λιανοκλάδι
Ἔπεσε σὰν ἀστραπὴ,
Κι’ ἄνοιξε τὸν μαῦρον ᾅδη
Εἰς τὸ τούρκικο τ’ ὀρδί! (γ)

Ἔτρεχε ’ς τὸν κίνδυνό σας
Νὰ σᾶς βγάλῃ νικητὰς
Καὶ νὰ δείξῃ ’ς τὸν ἐχθρό σας
Ποῦ ὁ Θεὸς εἶνε μὲ σᾶς....

Τώρα ἂς ἔμπῃ μὲς τὴ θήκη
Τὸ ἐχθροκτόνο σας σπαθὶ,
Καὶ δεχθῆτε ἀπὸ τὴν Νίκη
Τὸ τρισένδοξο κλαρί.

Τὸ στεφάνι, ὁποῦ σᾶς βάζει
Εἰς τὴν κόμη αὐτὴ ἡ θεά,
’Σ τὸ σπιθόβολο ταιριάζει
Μέτωπόν σας μοναχά!

’Σ τὴν ὁλάνοιχτη ἀγκαλιά μου,
Ποῦ δροσίζει ἡ ἐλευθεριὰ,
Τρέξτε σήμερα, παιδιά μου,
Ν’ ἀσπασθῆτε ἀδελφικά.

Ἔθνος, δόξα, ἐλευθερία,
Ὅλα ἐπρόσφερε εἰς ἐμᾶς
Αὐτὴ ἡ ’μέρα ἡ τρισαγία
Τῆς ἀσύγκριτης χαρᾶς.

Πλέον δὲν εἶν’ ἐνταφιασμένη,
Ἀναστηθηκεν ἡ Ἑλλάς.
Ζήτω ἡμέρα δοξασμένη,
Τῆς ἀσύγκριτης χαρᾶς.

Ζήτω, κι’ ὅσοι σᾶς μισοῦνε
Σκλάβοι πάντοτε νὰ ζοῦν,
Καὶ τὸ φῶς νὰ ἐπιθυμοῦνε
Καὶ ποτὲ νὰ μὴν τὸ ἰδοῦν.