Νόμος 3481/1955

Από Βικιθήκη
Νόμος 3481/1955
Περί κυρώσεως των Συμβάσεων της Γενεύης της 12ης Αυγούστης 1949


Άρθρον μόνον[Επεξεργασία]

-Κυρούνται και έχουσι πλήρη και νόμιμον ισχύν, ή από 12ης Αυγ. 1949 τελική πράξις της Διπλωματικής Διασκέψεως της Γενεύης του αυτού έτους, αι υπό της Διασκέψεως ταύτης υιοθετηθείσαι 11 αποφάσεις, ως και αι εξ αυτής προκύψασαι τέσσαρες, μετά των παραρτημάτων αυτών, Συμβάσεις, ήτοι:
α)η Σύμβασις της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία στρατευμάτων, της 12ης Αυγ. 1949,
β)η Σύμβασις της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων, της 12ης Αυγ. 1949,
γ)η Σύμβασις της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου της 12ης Αυγ. 1949 και
δ)η απερί προστασίας του αμάχου πληθυσμού εν καιρώ πολέμου, της 12ης Αυγ. 1949.
Η ισχύς δια την Ελλάδα των εν λόγω πράξεων, αίτινες υπεγράφησαν εν αγγλικώ και γαλλικώ πρωτοτύπω και ων τα κείμενα έπονται εν γαλλικώ πρωτοτύπω και εν μεταφράσει εις την Ελληνικήν, άρχεται, συμφώνως προς τα οικεία άρθρ. 58, 57, 138 και 153 των ανωτέρω Συμβάσεων, έξ μήνας μετά την υπό της Ελλάδος εν Βέρνη κατάθεσιν του οργάνου κυρώσεως.

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΕΥΗΣ (της 12ης Αυγ. 1949)[Επεξεργασία]

Περί προστασίας των θυμάτων πολέμου

ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΑΞΙΣ
της
Διπλωματικής Διασκέψεως της Γενεύης
1949
Τελική Πράξις
της
Διπλωματικής Διασκέψεως
Συγκληθείσης δια την αναθεώρησιν
της
Συμβάσεως της Γενεύης της 27 Ιουλ. 1929 δια την βελτίωσιν της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία στρατευμάτων.
της
Ι΄ Συμβάσεως της Χάγης της 18 Οκτ. 1907 περί εφαρμογής εις τον κατά θάλασσαν πόλεμον των αρχών της Συνθήκης Γενεύης της 6 Ιουλ. 1906.
της
Συναφθείσης την 27 Ιουλ. 1929 εν Γενεύη Συμβάσεως περί Μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων Πολέμου και δια την εκπόνησιν Συμβάσεως

περί Προστασίας του Αμάχου Πληθυσμού εν καιρώ Πολέμου.

Η συγκληθείσα υπό του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου Διάσκεψις δια την αναθεώρησιν της Συμβάσεως της Γενεύης της 27 Ιουλ. 1929, περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία στρατευμάτων,
της Ι΄ Συμβάσεως της 18 Οκτ. 1907, της Χάγης περί εφαρμογής εις τον κατά θάλασσαν πόλεμον των αρχών της Συνθήκης της Γενεύης της 6ης Ιουλ. 1906,
της συναφθείσης την 27 Ιουλ. 1929 εν Γενεύη Συμβάσεως, περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, και εκπόνησιν,
Συμβάσεως περί προστασίας του αμάχου πληθυσμού εν καιρώ πολέμου, συνεσκέφθη εν Γενεύη από της 21 Απριλίου μέχρι της 12 Αυγ. 1949, επί τη βάσει των τεσσάρων σχεδίων Συμβάσεων, των εγκριθέντων υπό της εν Στοκχόλμη συνελθούσης Διασκέψεως του Ερυθρού Σταυρού.
Η Διάσκεψις καθώρισε τα κείμενα των κάτωθι Συμβάσεων:
Ι.Σύμβασις της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία στρατευμάτων.
ΙΙ.Σύμβασις Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων.
ΙΙΙ.Σύμβασις Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου.
IV.Σύμβασις Γενεύης περί προστασίας αμάχου πληθυσμού εν καιρώ πολέμου.
Αι συμβάσεις αύται, ων το κείμενον διετυπώθη εις την Γαλλικήν και Αγγλικήν, επισυνάπτονται τη παρούση πράξει. Η επίσημος μετάφρασις των Συμβάσεων τούτων εις την Ισπανικήν θέλει διατυπωθή μερίμνη του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου.
Η Διάσκεψις υιοθέτησεν εξ άλλου ΙΙ αποφάσεις, αίτινες επίσης επισυνάπτονται τη παρούση πράξει.
Εφ’ ω οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπό των οικείων αυτών Κυβερνήσεων, υπέγραψαν την παρούσαν τελικήν Πράξιν.
Εγένετο εν Γενεύη τη 12 Αυγ. 1949 Γαλλιστί και Αγγλιστί, του πρωτοτύπου και των συνοδευόντων αυτό εγγράφων κατατεθησομένων εις τα Αρχεία της Ελβετικής Ομοσπονδίας.
(Έπονται υπογραφαί των αντιπροσώπων Αφγανιστάν, Αλβανίας, Αργεντινής, Αυστραλίας, Αυστρίας, Βελγίου, Σ.Σ.Δ. Λευκορωσσίας, Βιρμανίας, Βραζιλίας, Βουλγαρίας Καναδά, Χιλής, Κίνας, Κολομβίας, Κωσταρίκας, Κούβας, Δανίας, Αιγύπτου, Ισημερινού, Ισπανίας, Η.Π.Α., Αιθιοπίας, Φιλανδίας, Γαλλίας, Ελλάδος, Γουατεμάλας, Ουγγαρίας, Ινδιών, Ιράν, Ιρλανδίας, Ισραήλ, Ιταλίας, Λιβάνου, Λιχτενστάιν, Λουξεμβούργου, Μεξικό, Μονακό, Νικαράγουας, Νορβηγίας, Ν. Ζηλανδίας, Πακιστάν, Κάτω Χωρών, Περού, Πολωνίας, Πορτογαλλίας, Ρουμανίας, Μ. Βρεττανίας, Αγ. Έδρας, Σουηδίας, Ελβετίας, Συρίας, Τσεχοσλοβακίας, Ταϊλάνδης, Τουρκίας, Ουκρανίας, Ε.Σ.Σ.Δ., Ουραγουάης, Βενεζουέλας και Γιουγκοσλαβίας ).

Δήλωσις της Αντιπροσωπείας της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Λευκορωσσίας Γενομένη κατά την υπογραφήν της τελικής πράξεως της διπλωματικής διασκέψεως.[Επεξεργασία]

«Η Αντιπροσωπεία της Σοσιαλιστικής Σοβιετικής Δημοκρατίας της Λευκορωσσίας, μετά λύπης διαπιστοί ότι η υπό της Ενώσεως των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών παρουσιασθείσα απόφασις, ήτις κατεδίκασε την χρησιμοποίησιν των μέσων ομαδικής εξοντώσεως του πληθυσμού, απερρίφθη υπό της Διασκέψεως. Εν τούτοις η υιοθέτησις της αποφάσεως ταύτης, ήτις ανταποκρίνεται πλήρως προς τα συμφέροντα όλων των λαών του κόσμου, των αγαπώντων των ελευθερίαν, θα ηύξανε σημαντικώς τον ρόλον και την σημασίαν της Διασκέψεως ταύτης και θα συνετέλει εις την μάλλον αποτελεσματικήν προστασίαν των θυμάτων πολέμου εκ των πλέον καταστρεπτικών συνεπειών αυτού».

Δήλωσις της Αντιπροσωπείας της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας. Γενομένη κατά την υπογραφήν της τελικής πράξεως της διπλωματικής διασκέψεως.[Επεξεργασία]

«Η αντιπροσωπεία της Σοσιαλιστικής Σοβιετικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας, μετά λύπης διαπιστοί ότι η υπό της Ενώσεως των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών παρουσιασθείσα απόφασις, ήτις κατεδίκασε την χρησιμοποίησιν των μέσων ομαδικής εξοντώσεως του πληθυσμού, απερρίφθη υπό της Διασκέψεως. Εν τούτοις η υιοθέτησις της αποφάσεως ταύτης, ήτις ανταποκρίνεται πλήρως προς τα συμφέροντα όλων των λαών του κόσμου, των αγαπώντων την ελευθερίαν, θα ηύξανε σημαντικώς τον ρόλον και την σημασίαν της Διασκέψεως ταύτης και θα συνετέλει εις την μάλλον αποτελεσματικήν προστασίαν των θυμάτων του πολέμου εκ των πλέον καταστρεπτικών συνεπειών αυτού».

Δήλωσις της Αντιπροσωπείας της Ενώσεως των Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών. Κατά την υπογραφήν της τελικής πράξεως της διπλωματικής Διασκέψεως.[Επεξεργασία]

«Υπογράφουσα την τελικήν πράξιν της διπλωματικής Διασκέψεως, η αντιπροσωπεία της Ενώσεως των Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών ποιείται τας εξής επιφυλάξεις:

  1. Η Σοβιετική Αντιπροσωπεία μετά λύπης διαπιστοί ότι η υπ’ αυτής παρουσιασθείσα απόφασις, ήτις κατεδίκασε την χρησιμοποίησιν των μέσων ομαδικής εξοντώσεως του πληθυσμού, απερρίφθη υπό της Διασκέψεως. Εν τούτοις η υιοθέτησις της αποφάσεως ταύτης, ήτις ανταποκρίνεται πλήρως προς τα συμφέροντα όλων των λαών του κόσμου, των αγαπώντων την ελευθερίαν, θα ηύξανε σημαντικώς τον ρόλον και την σημασίαν της Διασκέψεως ταύτης και θα συνετέλει εις την μάλλον αποτελεσματικήν προστασίαν των θυμάτων του πολέμου εκ των πλέον καταστρεπτικών συνεπειών αυτού.
  2. Όσον αφορά την υπό της Διασκέψεως υιοθέτησιν αποφάσεως συνιστώσης την εξέτασιν του ζητήματος της δημιουργίας ενός διεθνούς οργανισμού, όστις να υποκαθιστά την Προστάτιδα δύναμιν, η Σοβιετική αντιπροσωπεία δηλοί ότι δεν διαβλέπει την ανάγκην εξετάσεως του ζητήματος τούτου και έτι ολιγώτερον ακόμη την δημιουργίαν ενός τοιούτου οργανισμού, καθ’ όσον το πρόβλημα των Προστατίδων Δυνάμεων έχει αρκούντως ρυθμισθεί υπό των κατά την παρούσαν Διάσκεψιν εκπονηθεισών Συμβάσεων».

Αποφάσεις της Διπλωματικής Διασκέψεως της Γενεύης[Επεξεργασία]

Απόφασις 1[Επεξεργασία]

Η Διάσκεψις συνιστά όπως εις περίπτωσιν διαφοράς τινος επί της ερμηνείας ή εφαρμογής των παρουσών Συμβάσεων, μη δυναμένης να λυθή δι’ άλλου τρόπου, τα ενδιαφερόμενα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη, προσπαθήσουν να συμφωνήσουν δια την υποβολήν της διαφοράς εις το Διεθνές Δικαστήριον.

Απόφασις 2[Επεξεργασία]

Επειδή εις περίπτωσιν εκρήξεως διεθνούς συρράξεως είναι ενδεχόμενον να παρουσιασθώσι περιπτώσεις μη υπάρξεως Προστάτιδος Δυνάμεως με την συνδρομήν και υπό τον έλεγχον της οποίας να δύνανται να εφαρμοσθώσιν αι Συμβάσεις, περί προστασίας των θυμάτων πολέμου.
Επειδή το άρθρ. 10 της Συμβάσεως της Γενεύης, περί βελτιώσεως της τύχης τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία στρατευμάτων της 12 Αυγ. 1949, το άρθρ. 10 της Συμβάσεως της Γενεύης δια την βελτίωσιν της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων της 12ης Αυγ. 1949, το άρθρ. 16 της Συμβάσεως της Γενεύης, περί μεταχειρίσεως αιχμαλώτων πολέμου της 12 Αυγ. 1949 και το άρθρ. 11 της Συμβάσεως της Γενεύης περί προστασίας αμάχου πληθυσμού εν καιρώ πολέμου της 12 Αυγ. 1949, προβλέπουσιν ότι τα συμβαλλόμενα Υψηλά Μέρη θα δύνανται εν δεδομένη στιγμή να συμφωνήσωσι όπως αναθέσουν εις οργανισμόν παρέχοντα πάσαν εγγύησιν αμεροληψίας και δραστηριότητος τα εκ των ως άνω Συμβάσεων εις τας Προστάτιδας Δυνάμεις απορρέοντα καθήκοντα.
Η Διάσκεψις συνιστά όπως τεθή όσον οιόν τε τάχιστα υπό μελέτην η σκοπιμότης της συστάσεως διεθνούς οργανισμού, έχοντος ως προορισμόν, εν περιπτώσει ελλείψεως Προστάτιδος Δυνάμεως, την εκπλήρωσιν των υπό των Προστατίδων Δυνάμεων εκτελουμένων καθηκόντων ως προς την εφαρμογήν των Συμβάσεων περί προστασίας θυμάτων πολέμου.

Απόφασις 3[Επεξεργασία]

Επειδή είναι δυσχερής η σύναψις συμφωνιών κατά την διάρκειαν των εχθροπραξιών.
Επειδή το άρθρ. 28 της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των αιχμαλώτων και ασθενών των εν εκστρατεία στρατευμάτων, της 12ης Αυγούστου 1949 προβλέπει ότι κατά την διάρκειαν των εχθροπραξιών τα εν συρράξει Μέρη θα συνεννοούνται επί του ζητήματος ενδεχομένης αντικαταστάσεως του κρατουμένου προσωπικού και θα καθορίζωσι τας σχετικάς διατυπώσεις,
Επειδή το άρθρ. 31 της ιδίας Συμβάσεως προβλέπει ότι άμα τη ενάρξει των εχθροπραξιών τα εν συρράξει Μέρη θα δύνανται να καθορίζωσι δι’ ειδικών συμφωνιών την αναλογίαν του κρατηθησομένου εν ενεργεία προσωπικού, επί του αριθμού των αιχμαλώτων,
Η Διάσκεψις παρακαλεί την Διεθνή Επιτροπήν του Ερυθρού Σταυρού να καταρτίση ένα τύπον συμφώνου, αφορώντα τα εις τα ως άνω άρθρα αναφυέντα ζητήματα και να υποβάλη τούτον εις την έγκρισιν των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών.

Απόφασις 4[Επεξεργασία]

Επειδή το άρθρ. 33 της Συμβάσεως της Γενεύης της 27 Ιουλ. 1929 περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία στρατευμάτων, το σχετικόν με τας ταυτότητας, ας δέον να φέρη το υγειονομικόν προσωπικόν, έτυχε περιωρισμένης εφαρμογής κατά την διάρκειαν του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου με σοβαράν εκ τούτου προκύψασαν ζημίαν δια πλείστα των μελών του προσωπικού τούτου,
Η Διάσκεψις εκφράζει την ευχήν όπως τα Κράτη και οι Εθνικοί Σύλλογοι του Ερυθρού Σταυρού, εν ειρήνη έτι, λαβώσι παν μέτρον ίνα το υγειονομικόν προσωπικόν εφοδιασθή δεόντως με τα υπό του άρθρ. 40 της νέας Συμβάσεως προβλεπόμενα ένσημα και ταυτότητας.

Απόφασις 5[Επεξεργασία]

Επειδή πλείσται καταχρήσεις διεπράχθησαν εις την χρήσιν του σήματος του Ερυθρού Σταυρού,
Η Διάσκεψις εκφράζει την ευχήν όπως τα Κράτη επιμελώνται επακριβώς ώστε τα υπό του άρθρ. 38 της Συμβάσεως της Γενεύης δια την βελτίωσιν της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία στρατευμάτων της 12 Αυγ. 1949 προβλεπόμενα σήματα του Ερυθρού Σταυρού και εμβλήματα προστασίας, χρησιμοποιώνται αποτελεσματικώς εντός των ορίων των Συμβάσεων της Γενεύης ίνα περιφρουρηθή το κύρος των και διατηρηθή η υψηλή αυτών έννοια.

Απόφασις 6[Επεξεργασία]

Επειδή το ζήτημα της τεχνικής μελέτης των μέσων επικοινωνίας μεταξύ των πλωτών νοσοκομείων αφ’ ενός και των πολεμικών πλοίων και στρατιωτικών αεροσκαφών εξ άλλου δεν κατέστη δυνατόν να εξετασθή υπό της παρούσης Διασκέψεως καθ’ όσον τούτο εξέφευγε των εις αυτήν τεθέντων ορίων,
Επειδή εν τούτοις το ζήτημα τούτο είναι υψίστης σημασίας δια την ασφάλειαν των πλωτών νοσοκομείων και την αποτελεσματικότητα της δράσεως των,
Η Διάσκεψις εκφράζει την ευχήν όπως εις το προσεχές μέλλον, τα Συμβαλλόμενα Υψηλά Μέρη αναθέσωσιν εις Επιτροπήν εμπειρογνωμόνων την μελέτην της τεχνικής εφαρμογής των συγχρόνων μέσων επικοινωνίας μεταξύ των πλωτών νοσοκομείων αφ’ ενός και των πολεμικών πλοίων και στρατιωτικών αεροσκαφών αφ’ ετέρου ως και την εκπόνησιν διεθνούς κώδικος κανονίζοντος επακριβώς την χρησιμοποίησιν των ως άνω μέσων. Τούτο ίνα εξασφαλισθή εις τα πλωτά νοσοκομεία το ανώτατον όριον προστασίας και αποτελεσματικότητος.

Απόφασις 7[Επεξεργασία]

Η Διάσκεψις, εν τη επιθυμία της όπως εξασφαλίση την όσον δυνατόν μεγαλυτέραν προστασίαν εις τα πλωτά νοσοκομεία εκφράζει την ελπίδα ότι άπαντα τα υπογράψαντα την Σύμβασιν της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων της 12 Αυγ. 1949, συμβαλλόμενα Υψηλά Μέρη, θα λάβωσι τα προσήκοντα μέτρα ίνα οσάκις τούτο είναι δυνατόν, τα ως άνω πλωτά νοσοκομεία εκπέμπουν κατά συχνά και κανονικά διαστήματα πάσαν πληροφορίαν σχετικώς με την θέσιν, κατεύθυνσιν και ταχύτητα αυτών.

Απόφασις 8[Επεξεργασία]

Η Διάσκεψις επιθυμεί να διαβεβαιώση ενώπιον απάντων των λαών:
Ότι των εργασιών αυτής εμπνευσθεισών αποκλειστικώς εκ φιλανθρωπικών προθέσεων, εκφράζει αυτή την θερμήν ευχήν όπως εις το μέλλον αι Κυβερνήσεις μη ευρεθώσι πλέον εις την ανάγκην να εφαρμόσωσι τας Συμβάσεις της Γενεύης δια την προστασίαν των θυμάτων πολέμου.
Και η ζωηροτέρα επιθυμία της είναι πράγματι όπως αι μεγάλαι και μικραί Δυνάμεις δύνανται να εξευρίσκωσι μίαν φιλικήν λύσιν εις τας διαφοράς των, δια της οδού της συνεργασίας και της διεθνούς συνεννοήσεως, ούτως ώστε η ειρήνη να βασιλεύση οριστικώς επί της γης.

Απόφασις 9[Επεξεργασία]

Επειδή το άρθρ. 71 της Συμβάσεως, περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου της 12 Αυγ. 1949 προβλέπει ότι οι αιχμάλωτοι πολέμου οι από καιρού στερούμενοι, ειδήσεων της οικογενείας των ή ευρισκόμενοι εν αδυναμία να λάβωσιν ή αποστείλωσι αυτή ειδήσεις δια της συνήθους οδού, ως επίσης οι χωρισμένοι εκ των οικείων των δια μεγάλων αποστάσεων, θα έχωσι την άδειαν να αποστέλλωσι τηλεγραφήματα, τα τέλη των οποίων θα φέρωνται εις χρέωσιν του λογαριασμού των παρά τη κατακρατούση Δυνάμει, ή θα καταβάλλωνται εκ των χρημάτων τα οποία ούτοι διαθέτουσι, μέτρον του οποίου θα επωφελούνται εξ ίσου οι αιχμάλωτοι πολέμου, εν περιπτώσει επειγούσης ανάγκης,
Επειδή δια την έκπτωσιν του ενίοτε λίαν υψηλού τιμήματος είναι ανάγκη να προβλεφθή σύστημα συγκεντρώσεως των μηνυμάτων ή σειράς βραχέων ομοιοτύπων μηνυμάτων, αφορώντων την υγείαν του αιχμαλώτου, της οικογενείας του, σχολικάς και οικονομικάς πληροφορίας κλπ., μηνύματα, τα οποία θα δύνανται να είναι συντεταγμένα και ηριθμημένα προς χρήσιν των αιχμαλώτων πολέμου, ευρισκομένων υπό τας εν τη πρώτη πραγράφω αναφερομένας συνθήκας.
Η Διάσκεψις καλεί την Διεθνή Επιτροπήν του Ερυθρού Σταυρού να καταρτίση σειράν ομοιοτύπων μηνυμάτων, ανταποκρινομένων εις τας αξιώσεις ταύτας και τας υποβάλη εις την κρίσιν των συμβαλλομένων Υψηλών Μερών.

Απόφασις 10[Επεξεργασία]

Η Διάσκεψις θεωρεί ότι οι όροι αναγνωρίσεως ενός μέρους εν συρράξει ως εμπολέμου υπό των εκτός της συρράξεως ευρισκομένων Δυνάμεων, διέπονται υπό του διεθνούς δημοσίου δικαίου και δεν τροποποιούνται υπό των Συμβάσεων Γενεύης.

Απόφασις 11[Επεξεργασία]

Επειδή αι Συμβάσεις της Γενεύης επιβάλλουν εις την Διεθνή Επιτροπήν του Ερυθρού Σταυρού την υποχρέωσιν όπως αύτη η έτοιμος ανά πάσαν στιγμήν και εις πάσαν περίστασιν να εκπληρώση τα υπό των Συμβάσεων ανατιθέμενα αυτή ανθρωπιστικά καθή-κοντα,
Η Διάσκεψις αναγνωρίζει την ανάγκην όπως εξασφαλισθή εις την Διεθνή Επιτροπήν του Ερυθρού Σταυρού μια τακτική οικονομική ενίσχυσις.

ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΕΥΗΣ - Περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και των ασθενών εις τας εν εκστρατεία ενόπλους δυνάμεις της 12 Αυγ. 1949[Επεξεργασία]

Οι υπογεγραμμένοι, πληρεξούσιοι των Κυβερνήσεων των αντιπροσωπευομένων εις την διπλωματικήν Συνδιάσκεψιν, ήτις συνήλθεν εν Γενεύη από 21ης Απριλίου μέχρι 12ης Αυγ. 1949, προς τον σκοπόν όπως αναθεωρήση την Σύμβασιν της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και των ασθενών εις τους εν εκστρατεία στρατούς της 27ης Ιουλ. 1929, συνεφώνησαν επί των κάτωθι:

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι - Γενικαί διατάξεις[Επεξεργασία]

Άρθρον 1. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν να σεβασθούν και να καταστήσουν σεβαστήν την παρούσαν Σύμβασιν εις πάσαν περίστασιν.
Άρθρον 2. Πλην των διατάξεων, αίτινες δέον να τεθούν εν ισχύϊ ήδη εν καιρώ ειρήνης, η παρούσα Σύμβασις εφαρμόζεται εις περίπτωσιν πολέμου κηρυχθέντος ή πάσης άλλης ενόπλου συρράξεως αναφυομένης μεταξύ δύο ή περισσοτέρων των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, έστω και αν η κατάστασις πολέμου δεν αναγνωρίζεται υπό τινος εξ αυτών.
Η Σύμβασις εφαρμόζεται επίσης εις πάσαν περίπτωσιν μερικής ή ολικής κατοχής των εδαφών ενός των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών και αν έτι η εν λόγω κατάληψις δεν αντιμετωπίση ένοπλον αντίστασιν.
Και εν περιπτώσει ακόμη καθ’ ην μία των εν συρράξει Δυνάμεων δεν συμμετέχει της παρούσης Συμβάσεως, αι εις ταύτην συμμετέχουσαι Δυνάμεις, θα εξακολουθήσουν δεσμευόμεναι υπ’ αυτής ως προς τας αμοιβαίας των σχέσεις και εν σχέσει προς την εν λόγων Δύναμιν εάν αύτη αποδεχθή και εφαρμόση τας διατάξεις αυτής.
Άρθρον 3. Εν περιπτώσει ενόπλου συρράξεως ήτις, δεν παρουσιάζει διεθνή χαρακτήρα και αναφύεται επί του εδάφους ενός των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, έκαστον των εν συρράξει Μερών υποχρεούται να τηρήση τουλάχιστον τας κάτωθι διατάξεις:
1. Τα πρόσωπα, άτινα δεν λαμβάνουν απ’ ευθείας μέρος εις τας εχθροπραξίας, συμπεριλαμβανομένων και των προσώπων των ανηκόντων εις τας ενόπλους δυνάμεις, άτινα κατέθεσαν τα όπλα, ως και τα πρόσωπα, άτινα ετέθησαν εκτός μάχης ένεκα ασθενείας, τραύματος, κρατήσεως ή δια πάσαν άλλην αιτίαν θα τύχουν, εν πάση περιπτώσει, ανθρωπιστικής μεταχειρίσεως, άνευ ουδεμιάς δυσμενούς διακρίσεως βασιζομένης επί της φυλής, του χρώματος, του θρησκεύματος ή της πίστεως της καταγωγής ή της περιουσίας ή παντός άλλου αναλόγου κριτηρίου.
Προς τον σκοπόν τούτον είναι και παραμένουν απηγορευμένα εν παντί τόπω και χρόνω προς τα ειρημένα πρόσωπα:
α)αι προσβολαί κατά της ζωής και σωματικής ακεραιότητος και δη ο φόνος υφ’ όλας του τας μορφάς, οι ακρωτηριασμοί, ή απάνθρωπος μεταχείρισις, αι βάσανοι και τα μαρτύρια,
β)η σύλληψις ομήρων,
γ)αι προσβολαί κατά της ανθρωπίνου αξιοπρεπείας και δη αι ταπεινωτικαί και εξευτελιστικαί μεταχειρίσεις,
δ)αι καταδίκαι αι απαγγελόμεναι και αι εκτελέσεις αι λαμβάνουσαι χώραν άνευ προηγουμένης αποφάσεως εκδεδομένης υπό κανονικώς συγκεκροτημένου δικαστηρίου περιβεβλημένου δι’ όλων των δικαστικών εγγυήσεων, αίτινες αναγνωρίζονται ως απαραίτητοι υφ’ όλων των πεπολιτισμένων λαών.
2. Οι τραυματίαι και οι ασθενείς θα περισυλλέγωνται και θα περιθάλπωνται.
Αμερόληπτος ανθρωπιστικός οργανισμός, ως η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, δύναται να προσφέρη τας υπηρεσίας του εις τα εν συρράξει Μέρη.
Τα εν συρράξει Μέρη θα προσπαθήσουν εξ άλλου να θέσουν εν ισχύι δι’ ειδικών συμφωνιών το σύνολον ή μέρος των άλλων διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως.
Η εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων ουδεμίαν θα έχη επίδρασιν επί της νομικής καταστάσεως των εν συρράξει Μερών.
Άρθρον 4. Αι ουδέτεραι Δυνάμεις θα εφαρμόσουν κατ’ αναλογίαν τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως εις τους τραυματίας και τους ασθενείς ως και εις τα μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού του ανήκοντος εις τας ενόπλους δυνά-μεις των εν συρράξει Μερών, άτινα θα γίνουν δεκτά ή θα κρατηθούν υπό περιορισμόν επί του εδάφους των, ως και εις τους συλλεγομένους νεκρούς.
Άρθρον 5. Ως προς τα προστατευόμενα πρόσωπα, άτινα πίπτουν εις χείρας του αντιπάλου Μέρους, η παρούσα Σύμβασις θα εφαρμόζηται μέχρι της στιγμής του οριστικού των επαναπατρισμού.
Άρθρον 6. Πλην των συμφωνιών των προβλεπομένων ρητώς υπό των άρθρ. 10, 15, 23, 28, 31, 36, 37 και 52, τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα δύνανται να συνάψουν ετέρας ειδικάς συμφωνίας επί παντός θέματος, όπερ θα έκρινον σκόπιμον να ρυθμίσουν ιδιαιτέρως. Ουδεμία ειδική συμφωνία δύναται να χειροτερεύση την θέσιν των τραυματιών και ασθενών ως και του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού, ως αύτη ρυθμίζεται υπό της παρούσης Συμβάσεως, ουδέ να περιορίση τα παρά ταύτης παραχωρούμενα εις εκείνους δικαιώματα.
Οι τραυματίαι και οι ασθενείς ως και τα μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού, δικαιούνται εις το ευεργέτημα των ως άνω συμφωνιών εν όσω τοις είναι εφαρμοστέα ή παρούσα Σύμβασις, πλην αντιθέτου όρου ρητώς περιλαμβανομένου εις τας προμνησθείσας συμφωνίας ή εις μεταγενεστέρας τοιαύτας, ή επίσης, πλην της περιπτώσεως καθ’ ην το εν ή το άλλο των εν συρράξει Μερών ήθελον λάβη υπέρ αυτών ευνοϊκώτερα μέτρα.
Άρθρον 7. Οι τραυματίαι και οι ασθενείς ως και τα μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού εν ουδεμία περιπτώσει δύνανται να παραιτηθούν εν όλω ή εν μέρει των δικαιωμάτων, άτινα τοις εξασφαλίζουν η παρούσα Σύμβασις και, εάν υπάρχει περίπτωσις, αι ειδικαί συμφωνίαι περί ων το προηγούμενον άρθρον.
Άρθρον 8. Η παρούσα Σύμβασις θα εφαρμόζηται τη συνδρομή και υπό τον έλεγχον των προστατιδών Δυνάμεων των επιφορτισμένων την υπεράσπισιν των συμφερόντων των εν συρράξει Μερών. Προς τον σκοπόν τούτο αι προστάτιδες Δυνάμεις θα δύνανται, πλην του διπλωματικού και προξενικού των προσωπικού να διορίζουν αντιπροσώπους εκ των ιδίων αυτών υπηκόων ή εκ των υπηκόων ετέρων ουδετέρων Δυνάμεων. Οι αντιπρόσωποι ούτοι πρέπει να τύχουν της εγκρίσεως της Δυνάμεως παρά τη οποία θα εκτελούν την αποστολήν των.
Τα εν συρράξει Μέρη θα ευκολύνουν, εν τω ευρυτέρω δυνατώ μέτρω, το έργον των αντιπροσώπων ή εκπροσώπων των προστατιδών Δυνάμεων.
Οι αντιπρόσωποι ή εκπρόσωποι των προστατιδών Δυνάμεων εν ουδεμία περιπτώσει συγχωρούνται να υπερβούν τα όρια της αποστολής των, ως αύτη καθορίζεται υπό της παρούσης Συμβάσεως. Ούτοι, ειδικώς, δέον να έχουν υπ’ όψιν τας επιτακτικάς ανάγκας της ασφαλείας του Κράτους παρ’ ω εκτελούν τα καθήκοντά των. Μόνον επιτακτικαί στρατιωτικαί ανάγκαι δύνανται να επιτρέψουν, όλως εξαιρετικώς και προσωρινώς, περιορισμόν της δράσεως των.
Άρθρον 9. Αι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως δεν αποτελούν κώλυμα εις την ανθρωπιστικήν δράσιν την οποίαν η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού ή και πας άλλος αμερόληπτος ανθρωπιστικός οργανισμός, θ’ ανελάμβανε δια την προστασίαν των τραυματιών και ασθενών ως και των μελών του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού και την προς αυτούς παροχήν βοηθημάτων της συγκαταθέσει των ενδιαφερομένων εν συρράξει Μερών.
Άρθρον 10. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα δύνανται ανά πάσαν στιγμήν να συνεννοηθούν ίνα εμπιστευθούν εις οργανισμόν παρουσιάζοντα όλας τας εγγυήσεις αμεροληψίας και ικανότητας τα καθήκοντα τα ανατιθέμενα δια της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις.
Εν η περιπτώσει τραυματίαι και ασθενείς ή μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού δεν απολαύουν ή παύσουν ν’ απολαύουν, δι’ οιανδήποτε αιτίαν της υποστηρίξεως προστάτιδος Δυνάμεως ή οργανισμού υποδειχθέντος συμφώνως προς τα εν τω πρώτω εδαφίω διαλαμβανόμενα, η κατακρατούσα Δύναμις δέον να ζητήση, είτε παρ’ ουδετέρου Κράτους, είτε παρά τοιούτου τινός οργανισμού ν’ αναλάβη τα καθήκοντα τ’ ανατιθέμενα δια της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις τας υποδεικνυομένας υπό των εν συρράξει Μερών.
Εάν δεν δύναται και ούτω να εξασφαλισθή προστασία, η κατακρατούσα Δύναμις οφείλει να ζητήση από ανθρωπιστικήν οργάνωσιν ως η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, ν’ αναλάβη τ’ ανθρωπιστικά καθήκοντα τα ανατιθέμενα δια της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις ή δέον ν’ αποδεχθή, υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του παρόντος άρθρου, την προσφοράν υπηρεσιών την προερχομένην από τοιούτον οργανισμόν.
Πάσα ουδετέρα Δύναμις ή πας οργανισμός κληθείς παρά της ενδιαφερομένης Δυνάμεως ή προσφερόμενος προς τον προμνησθέντα σκοπόν, οφείλει κατά την δράσίν του να έχη συνείδησιν των ευθυνών του έναντι του εν συρράξει Μέρους εκ του οποίου εξαρτώνται τα υπό της παρούσης Συμβάσεως προστατευόμενα πρόσωπα και να παρέχη επαρκείς εγγυήσεις ικανότητος δια την ανάληψιν των περί ων πρόκειται καθηκόντων και την αμερόληπτον εκτέλεσίν των.
Ουδεμία επιτρέπεται παρέκκλισις από των προηγουμένων διατάξεων δι’ ειδικής συμφωνίας μεταξύ Δυνάμεων ων η μία θα ευρίσκετο, έστω και προσωρινώς έναντι της άλλης Δυνάμεως ή των συμμάχων αυτής, περιωρισμένη όσον αφορά την προς διαπραγμάτευσιν ικανότητά της, συνεπεία στρατιωτικών γεγονότων και δη εν περιπτώσει κατοχής ολοκλήρου ή σημαντικού τμήματος του εδάφους αυτής.
Οσάκις γίνεται εις την παρούσαν Σύμβασιν μνεία περί προστάτιδος Δυνάμεως, η μνεία αύτη υποδηλοί και τους οργανισμούς, οίτινες αντικαθιστώσιν αυτήν εν τη εννοία του παρόντος άρθρου.
Άρθρον 11. Εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην εθεώρουν τούτο χρήσιμον από απόψεως των συμφερόντων των προστατευομένων προσώπων και δη εις περίπτωσιν διαφωνίας μεταξύ των εν συρράξει Μερών επί της εφαρμογής ή της ερμηνείας των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως, αι προστάτιδες Δυνάμεις θέλουν προσφέρη τας καλάς αυτών υπηρεσίας δια την διευθέτησιν της διαφοράς.
Προς τον σκοπόν τούτον εκάστη των προστατιδών Δυνάμεων δύναται, τη προσκλήσει ενός των Μερών ή αυθορμήτως να προτείνη εις τα εν συρράξει Μέρη συνάντησιν των αντιπροσώπων των, και δη των αρχών των επιφορτισμένων την τύχην των τραυματιών και ασθενών ως του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού, ενδεχομένως επί ουδετέρου εδάφους καταλλήλως εκλεγησομένου. Τα εν συρράξει Μέρη υποχρεούνται να δώσουν συνέχειαν εις τας ούτω υποβληθησομένας αυταίς προτάσεις. Αι προστάτιδες Δυνάμεις δύνανται, εάν συντρέχει προς τούτο περίπτωσις, να προτείνουν εις την έγκρισιν των εν συρράξει Μερών προσωπικότητα ανήκουσαν εις ουδετέραν Δυ- ναμιν ή προσωπικότητα υποδειχθησομένην υπό της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού ήτις να κληθή όπως μετάσχη εις την συνάντησιν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙ - Περί τραυματιών και ασθενών[Επεξεργασία]

Άρθρον 12. Τα Μέλη των ενόπλων δυνάμεων και τα εις το επόμενον άρθρον αναφερόμενα αλλά πρόσωπα όταν είναι τραυματίαι ή ασθενείς δέον να είναι σεβαστά και να προστατεύονται εις πάσαν περίπτωσιν.
Θα τύχουν ανθρωπιστικής μεταχειρίσεως και περιθάλψεως υπό του εν συρράξει Μέρους εις την εξουσίαν του οποίου θα ευρίσκωνται, άνευ ουδεμίας διακρίσεως δυσμενούς χαρακτήρος βασιζομένης εις το φύλον, την φυλήν, την εθνικότητα, την θρησκείαν, τας πολιτικάς πεποιθήσεις ή έτερον ανάλογον κριτήριον. Απαγορεύεται αυστηρώς πάσα προσβολή εις την ζωήν ή το πρόσωπόν των, και πλην άλλων ή εξόντωσις των βαρέως πασχόντων, ο φόνος, ή βάσανος, η ενέργεια επ’ αυτών βιολογικών πειραμάτων, η εσκεμμένη εγκατάλειψίς των άνευ ιατρικής περιθάλψεως ή άνευ περιποιήσεως, η επί σκοπώ έκθεσίς των εις κίνδυνον μεταδόσεως ασθενείας ή μολύνσεως επί τούτο δημιουργηθείσης.
Μόνον λόγω επειγούσης ανάγκης επιτρέπεται η μεταβολή της προτεραιότητος εις την σειράν παροχής περιθάλψεως.
Αι γυναίκες θα τυγχάνουν της οφειλομένης εις το φύλον των ειδικής προσοχής.
Το εν συρράξει Μέρος το υποχρεούμενον να εγκαταλείψη τραυματίας ή ασθενείς εις τον εχθρόν θ’ αφήση πλησίον των, εφ’ όσον αι στρατιωτικαί ανάγκαι το επιτρέπουν, μέρος του υγειονομικού προσωπικού και υλικού του ώστε να συμβάλη εις την περίθαλψίν των.
Άρθρον 13. Η παρούσα Σύμβασις θα εφαρμόζηται εις τους τραυματίας και ασθενείς τους ανήκοντας εις τας κάτωθι κατηγορίας:
1.Τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων ενός των εν συρράξει Μερών, ως επίσης και τα μέλη της εθνοφυλακής, και των εθελοντικών σωμάτων των αποτελούντων τμήμα των ενόπλων αυτού δυνάμεων.
2.Τα μέλη των άλλων εθνοφρουρών και τα μέλη των άλλων εθελοντικών σωμάτων συμπεριλαμβανομένων και των ομάδων οργανωμένης αντιστάσεως ανηκόντων εις έν των εν συρράξει Μερών και δρώντων εκτός ή εντός του ιδίου αυτού εδάφους, έστω και αν το έδαφος τούτο ευρίσκεται υπό κατοχήν, εφ’ όσον αι εθνοφρουραί αύται, ή τα εθελοντικά σώματα περιλαμβανομένων των ομάδων ωργανωμένης αντιστάσεως, πληρούν τους κάτωθι όρους:
α)έχουν επί κεφαλής των πρόσωπων υπεύθυνον δια τας πράξεις των υφισταμένων του,
β)έχουν διακριτικόν σήμα μόνιμον και δυνάμενον ν’ αναγνωρισθή εξ’ αποστάσεως,
γ)οπλοφορούν αναφανδόν,
δ)συμμορφούνται κατά τας επιχειρήσεις των με τους Νόμους και τα έθιμα του πολέμου.
3.Τα μέλη τακτικών ενόπλων δυνάμεων εξαρτωμένων από Κυβέρνησιν ή αρχήν μη αναγνωριζομένην υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως.
4.Τα πρόσωπα τ’ ακολουθούντα τας ενόπλους δυνάμεις χωρίς ν’ αποτελούν απ’ ευθείας μέρος αυτών, οίον πολιτικά μέλη πληρωμάτων στρατιωτικών αεροπλάνων, πολεμικοί ανταποκριταί, προμηθευταί, μέλη μονάδων εργασίας ή ψαχαγωγίας του στρατού, υπό τον όρον να έχουν λάβη την άδειαν των στρατιωτικών δυνάμεων ας συνοδεύουν.
5.Τα μέλη των πληρωμάτων του εμπορικού ναυτικού, περιλαμβανομένων των πλοιάρχων, πιλότων και μαθητευομένων και τα πληρώματα της πολιτικής αεροπορίας των εν συρράξει Μερών, εφ’ όσον δεν απολαμβάνουν ευνοϊκωτέρας μεταχειρίσεως δυνάμει άλλων διατάξεων του Διεθνούς Δικαίου.
6.Ο πληθυσμός μη κατεχομένου εδάφους, όστις επί τη προσεγγίσει του εχθρού λαμβάνει αυθορμήτως τα όπλα ίνα πολεμήση κατά των στρατευμάτων εισβολής χωρίς να έχη τον καιρόν να συγκροτηθή εις τακτικάς ενόπλους δυνάμεις, εφ’ όσον οπλοφορεί αναφανδόν και σέβεται τους Νόμους και τα έθιμα του πολέμου.
Άρθρον 14. Λαμβανομένων υπ’ όψιν των διατάξεων του άρθρ. 12, οι τραυματίαι και ασθενείς ενός των εμπολέμων οίτινες πίπτουν εις χείρας του εχθρού θα είναι αιχμάλωτοι πολέμου και εφαρμόζονται εις αυτούς οι κανόνες του διεθνούς δικαίου οι διέποντες τους αιχμαλώτους πολέμου.
Άρθρον 15. Ανά πάντα χρόνον και δη μετά συμπλοκήν, τα εν συρράξει Μέρη θα λαμβάνουν άνευ χρονοτριβής όλα τα δυνατά μέτρα προς αναζήτησιν και περισυλλογήν των τραυματιών και ασθενών προς προστασίαν των κατά της λεηλασίας και της κακομεταχειρίσεως και προς εξασφάλισιν της αναγκαίας περιθάλψεως, ως και δια την ανεύρεσιν των νεκρών και παρεμπόδισιν της σκυλλεύσεώς των.
Οσάκις το επιτρέπουν αι περιστάσεις θα συνάπτεται εκεχειρία, διακοπή του πυρός ή τοπική συμφωνία ίνα καταστή δυνατή η περισυλλογή, ανταλλαγή και μεταφορά των παραμεινάντων επί του πεδίου της μάχης τραυματιών.
Ωσαύτως, τοπικαί συμφωνίαι δύνανται να συναφθούν μεταξύ των εν συρράξει Μερών δια την μεταφοράν ή ανταλλαγήν τραυματιών και ασθενών πολιορκουμένης ή περικυκλωμένης ζώνης και δια την διάβασιν υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού, ως και υγειονομικού υλικού προς την ζώνην ταύτην.
Άρθρον 16. Τα εν συρράξει Μέρη οφείλουν να καταχωρήσουν, όσον ένεστι τάχειον όλα τα στοιχεία δια των οποίων θα δύνανται ν’ αναγνωρισθούν οι τραυματίαι, ασθενείς και νεκροί του αντιπάλου Μέρους, οίτινες έπεσαν εις χείρας του. Αι ως άνω πληροφορίαι δέον, ει δυνατόν, να περιλάβουν:
α)Ένδειξιν περί της Δυνάμεως εξ ης εξαρτώνται.
β)Μονάδα υπηρεσίας ή αριθμόν μητρώου.
γ)Επίθετον.
δ)Όνομα ή ονόματα.
ε)Ημερομηνίαν γεννήσεως.
ζ)Οιανδήποτε άλλην πληροφορίαν αναγραφομένην επί του δελτίου ή της πινακίδος ταυτότητος.
η)Ημερομηνίαν και τόπον συλλήψεως ή θανάτου.
θ)Πληροφορίας αφορώσας τα τραύματα, την ασθένειαν ή τα αίτια του θανάτου.
Αι ως άνω πληροφορίαι δέον να διαβιβάζωνται όσον τάχιστα προς το γραφείον πληροφοριών περί ου το άρθρ. 122 της Συμβάσεως της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, της 12 Αυγ. 1949 όπερ θα τας κοινοποιεί προς την Δύναμιν εξ ης εξαρτώνται τα πρόσωπα ταύτα, μέσω της προστάτιδος Δυνάμεως και του κεντρικού πρακτορείου των αιχμαλώτων πολέμου.
Τα εν συρράξει Μέρη θα καταρτίζουν και κοινοποιούν αλλήλοις δια της εν τω προηγουμένω εδαφίω αναφερομένης οδού, τας ληξιαρχικάς πράξεις θανάτου ή τους καταλόγους θανάτων δεόντως κεκυρωμένους. Θα συλλέγουν και θα διαβιβάζουν επίσης, μέσω του αυτού γραφείου, το ήμισυ των διπλών πινακίδων ταυτότητος, τας διαθήκας ή άλλα έγγραφα παρουσιάζονται ενδιαφέρον δια τας οικογενείας των αποβιωσάντων, τα χρηματικά των ποσά και εν γένει, πάντα τα αντικείμενα τα έχοντα πραγματικήν ή αισθηματικήν αξίαν, τα ευρεθέντα επί των νεκρών. Τα αντικείμενα ταύτα ως και εκείνα ων δεν εξηκριβώθη ο ιδιοκτήτης, θ’ αποστέλλωνται δι’ εσφραγισμένων δεμάτων συνοδευομένων υπό δηλώσεως παρεχούσης όλας τας αναγκαίας λεπτομερείας δια την ανακάλυψιν του αποθανόντος ιδιοκτήτου, ως και πλήρη απογραφήν του περιεχομένου του δέματος.
Άρθρον 17. Τα εν συρράξει Μέρη θα μεριμνήσουν όπως ο ενταφιασμός ή η αποτέφρωσις των νεκρών, γινομένη ατομικώς οσάκις αι περιστάσεις το επιτρέπουν, έπεται προσεκτικής εξετάσεως, ει δυνατόν δε ιατρικής, των λειψάνων, ώστε να πιστοποιηθή ο θάνατος, να εξακριβωθή η ταυτότης του νεκρού και να καταστή δυνατή σχετική ανακοίνωσις. Το ήμισυ της διπλής πινακίδος ταυτότητος, ολόκληρος η πι-νακίς, εάν είναι μονή, θα παραμείνη επί του νεκρού.
Επιτρέπεται η αποτέφρωσις των σωμάτων μόνον λόγω επιτακτικών αναγκών υγιεινής ή δια λόγους απορρέοντας από την θρησκείαν του νεκρού. Εν περιπτώσει αποτεφρώσεως θα γίνη λεπτομερής περί τούτου μνεία επί της πράξεως θανάτου ή τον κεκυρωμένον κατάλογον θανάτων μετ’ ενδείξεων περί των προκαλεσάντων αυτήν αιτίων.
Τα εν συρράξει Μέρη θα μεριμνήσουν εξ άλλου ίνα οι νεκροί ενταφιάζωνται τιμητικώς, ει δυνατόν κατά τους τύπους της θρησκείας εις ην ανήκουν, ίνα οι τάφοι των παραμείνουν σεβαστοί, συγκεντρωμένοι ει δυνατόν κατά εθνικότητα των νεκρών, ίνα συντηρούνται καλώς και σημανθούν εις τρόπον ώστε να καθίσταται πάντοτε δυνατή η ανεύρεσίς των. Προς τούτο, και κατά την έναρξιν των εχθροπραξιών θα οργανώσουν επισήμως υπηρεσίαν τάφων ίνα επιτραπούν αι ενδεχόμεναι μετακομιδαί, εξασφαλισθή η αναγνώρισις της ταυτότητος των λειψάνων, οιαδήποτε και αν είναι η τοποθεσία των τάφων και η ενδεχομένη επαναφορά των εις την χώραν της καταγωγής των. Αι διατάξεις αυταί ισχύουν επίσης και δια τας σποδούς ας η Υπηρεσία τάφων θα φυλάσση μέχρις ου η χώρα καταγωγής γνωρίση τα οριστικά μέτρα, άτινα επιθυμεί να λάβη εν προκειμένω.
Ευθύς ως αι περιστάσεις το επιτρέψουν και το αργότερον κατά το τέλος των εχθροπραξιών, αι υπηρεσίαι αύται θ’ ανταλλάξουν μέσω του γραφείου πληροφοριών περί ου η δευτέρα παράγραφος του άρθρ. 16, καταλόγους αναφέ-ροντας την ακριβή τοποθεσίαν και τον καθορισμόν των ταφών, ως και πάσαν πληροφορίαν σχετικήν προς τους ενταφιασμένους νεκρούς.
Άρθρον 18. Η στρατιωτική αρχή δύναται να κάμη έκκλησιν προς τον εύσπλαχνον ζήλον των κατοίκων, ίνα συλλέξουν και νοσηλεύσουν εθελουσίως, υπό τον έλεγχόν της τραυματίας και ασθενείς παρέχουσα εις τα πρόσωπα, άτινα ήθελον ανταποκριθή εις την έκκλησιν προστασίαν και τας αναγκαίας διευκολύνσεις. Εν η περιπτώσει το αντίθετον Μέρος καταλάβη ή επανακαταλάβη την περιοχήν θέλει συνεχίση την παροχήν προστασίας και ευκολιών προς τα πρόσωπα ταύτα.
Η στρατιωτική αρχή οφείλει να επιτρέψη εις τους κατοίκους και τας οργανώσεις περιθάλψεως, ακόμη και εις περιοχάς όπου γίνεται εισβολή ή αίτινες ευρίσκονται υπό κατοχήν, να συλλέγουν και να νοσηλεύουν εθελουσίως τους τραυματίας και ασθενείς οιασδήποτε εθνικότητος. Ο άμαχος πληθυσμός υποχρεούται να σέβηται τους τραυματίας και ασθενείς και ιδίως, να μη βιαιοπραγή κατ’ αυτών.
Ουδείς πρέπει ποτέ να ενοχληθή ή να καταδικασθή, διότι περιέθαλψε τραυματίας ή ασθενείς.
Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν απαλλάσσουν την κατέχουσαν Δύναμιν των υποχρεώσεών της, επί τε του υγειονομικού και ηθικού πεδίου έναντι των τραυματιών και ασθενών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙΙ - Περί υγειονομικών σχηματισμών και εγκαταστάσεων[Επεξεργασία]

Άρθρον 19. Αι μόνιμοι υγειονομικαί εγκαταστάσεις και οι κινητοί σχηματισμοί της Υγειονομικής Υπηρεσίας εν ουδεμία περπτώσει δύνανται ν’ αποτελέσουν αντικείμενον επιθέσεως αλλ’ είναι εν παντί καιρώ σεβασταί και προστατεύονται υπό των εν συρράξει Μερών. Εάν περιέλθουν εις χείρας του αντιπάλου μέρους θα δύνανται να συνεχίσουν την λειτουργίαν των εφ’ όσον η αιχμαλωτίσασα Δύναμις δεν έχει, η ιδία εξασφαλίση την αναγκαίαν περίθαλψιν των εις τας εγκαταστάσεις και τους σχηματισμούς ευρισκομένων τραυματιών και ασθενών.
Αι αρμόδιαι αρχαί θα μεριμνήσουν ώστε αι προαναφερόμεναι υγειονομικαί εγκαταστάσεις και σχηματισμοί ώσιν κατά το δυνατόν ούτω τοποθετημένοι ώστε ενδεχόμεναι επιθέσεις κατά στρατιωτικών στόχων να μη θέσουν αυτούς εις κίνδυνον.
Άρθρον 20. Δεν επιτρέπεται η από της ξηράς επίθεσις κατά νοσοκομειακών σκαφών δικαιουμένων εις την προστασίαν της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων, της 12 Αυγ. 1949.
Άρθρον 21. Η προστασία η οφειλομένη εις τας μονίμους εγκαταστάσεις και εις τους κινητούς σχηματισμούς της Υγειονομικής Υπηρεσίας δεν δύναται να τερματισθή ειμή μόνον εάν ταύτα χρησιμοποιούνται εκτός της ανθρωπιστικής των αποστολής, εις πράξεις επιζημίους δια τον εχθρόν. Ουχ’ ήττον η προστασία θα τερματισθή μόνον κατόπιν προειδοποιήσεως οριζούσης, οσάκις τούτο ενδείκνυται, λογικήν προθεσμίαν ήτις θα έμενεν άνευ αποτελέσματος.
Άρθρον 22. Δεν θα θεωρούνται ως δυνάμενα να στερήσουν υγειονομικάς εγκαταστάσεις ή σχηματισμούς της προστασίας της εξασφαλιζομένης υπό του άρθρ. 19:
1.Το γεγονός ότι το προσωπικόν της εγκαταστάσεως ή του σχηματισμού είναι ωπλισμένον και ότι χρησιμοποιεί τα όπλα του δια την άμυνάν του ή εκείνην των τραυματιών και ασθενών του.
2.Το γεγονός ότι ελλείψει ενόπλων νοσοκόμων ή εγκατάστασις ή ο σχηματισμός φυλάσσονται υπό τμήματος επιφυλακής ή σκοπών ή συνοδείας.
3.Το γεγονός ότι εις τον σχηματισμόν ή την εγκατάστασιν ευρίσκονται φορητά όπλα και πυρομαχικά αφαιρεθέντα από τους τραυματίας και ασθενείς και μη έχοντα εισέτι παραδοθή εις την αρμοδίαν υπηρεσίαν.
4.Το γεγονός ότι κτηνιατρικόν προσωπικόν και υλικόν ευρίσκονται εις τον σχηματισμόν ή την εγκατάστασιν χωρίς ν’ αποτελούν οργανικόν μέρος αυτού.
5.Το γεγονός ότι η ανθρωπιστική δράσις των σχηματισμών και των υγειονομικών εγκαταστάσεων ή του προσωπικού των επεκτείνεται εις πολίτας τραυματίας ή ασθενείς.
Άρθρον 23. Εν καιρώ ήδη ειρήνης τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη και μετά την έναρξιν των εχθροπραξιών, τα εν συρράξει Μέρη θα δύνανται να δημιουργήσουν επί του ιδίου των εδάφους, αν δε παρουσιασθή ανάγκη και επί κατεχομένων εδαφών, ζώνας ή τόπους υγειονομικούς ωργανωμένους εις τρόπον ώστε να προστατεύουν από τας συνεπείας του πολέμου τους τραυματίας και τους ασθενείς ως και το προσωπικόν το επιφορτισμένον την οργάνωσιν και διοίκησιν των ζωνών και τόπων τούτων και την περίθαλψιν των εκεί συγκεντρωθησομένων προσώπων.
Από της αρχής της συρράξεως και κατά την διάρκειαν αυτής, τα ενδιαφερόμενα Μέρη δύνανται να συνάψουν μεταξύ των συμφωνίας δια την αναγνώρισιν των υγειονομικών ζωνών και τόπων τους οποίους έχουν δημιουργήση. Δύνανται προς τούτο να θέσουν εν ισχύϊ τας διατάξεις τας προβλεπομένας εις το σχέδιον συμφωνίας το προσηρτημένον εις την παρούσαν Σύμβασιν, επιφέροντα ενδεχομένως εις αυτό οίας ήθελον κρίνη αναγκαίας τροποποιήσεις.
Αι προστάτιδες Δυνάμεις και η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού καλούνται να προσφέρουν τας καλάς των υπηρεσίας, ίνα διευκολύνουν την δημιουργίαν και την αναγνώρισιν των υγειονομικών αυτών ζωνών και τόπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙV - Περί προσωπικού[Επεξεργασία]

Άρθρον 24. Το υγειονομικόν προσωπικόν το αποκλειστικώς απασχολούμενον εις την αναζήτησιν, παραλαβήν, μεταφοράν ή θεραπείαν των τραυματιών και ασθενών ή εις την πρόληψιν των ασθενειών, το προσωπικόν το αποκλειστικώς χρησιμοποιούμενον εις την διοίκησιν των υγειονομικών σχηματισμών και εγκαταστάσεων, ως και οι στρατιωτικοί ιερείς οι τοποθετημένοι παρά ταις ενόπλοις δυνάμεσιν, θα τυγχάνουν σεβασμού και προστασίας ανά πάσαν περίστασιν.
Άρθρον 25. Οι ειδικώς εκπαιδευθέντες ίνα χρησιμοποιηθούν ως νοσοκόμοι ή βοηθητικοί τραυμαυτιοφορείς προς αναζήτησιν, παραλαβήν, μεταφοράν ή θεραπείαν των τραυματιών και ασθενών στρατιωτικοί, θα τύχουν επίσης σεβασμού και προστασίας εάν ευρίσκωνται εν τη εκτελέσει των ως άνω καθηκόντων των κατά την στιγμήν της επαφής αυτών μετά του εχθρού ή της περιελεύσεώς των εις την εξουσίαν του.
Άρθρον 26. Προς το εν άρθρ. 24 αναφερόμενον προσωπικόν εξομοιούται το προσωπικόν των εθνικών Εταιρειών του Ερυθρού Σταυρού και εκείνο των άλλων εταιρειών εθελουσίας βοηθείας, των δεόντως ανεγνωρισμένων και εγκεκριμένων υπό των κυβερνήσεων των, το οποίον θέλει χρησιμοποιείται δια την εκτέλεσιν των αυτών υπηρεσιών ως και το προσωπικόν περί ου το ανωτέρω άρθρον, υπό την επιφύλαξιν ότι το προσωπικόν των εταιρειών τούτων θα υπόκειται εις τους στρατιωτικούς Νόμους και κανονισμούς.
Έκαστον των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών θα κοινοποιήση εις τα άλλα, είτε ήδη εν καιρώ ειρήνης είτε άμα τη ενάρξει ή κατά την διάρκειαν των εχθροπραξιών, πάντως όμως προ της ενεργού χρησιμοποιήσεώς των τα ονόματα των εταιρειών εις τας οποίας θα έχη επιτρέψη να συνδράμουν, υπό την ευθύνην αυτού, το έργον της επισήμου υγειονομικής υπηρεσίας του στρατού του.
Άρθρον 27. Ανεγνωρισμένη εταιρεία ουδετέρου Κράτους δεν θα δύναται να προσφέρη την βοήθειαν του προσωπικού και των υγειονομικών της σχηματισμών εις εν των εν συρράξει μερών ειμή μόνον κατόπιν συγκατεθέσεως της ιδίας αυτής Κυβερνήσεως και συγκαταθέσεως αυτού τούτου του εν συρράξει Μέρους. Το προσωπικόν τούτο και οι σχηματισμοί αυτοί θα τεθούν υπό τον έλεγχον του ως άνω εν συρράξει Μέρους.
Η ουδετέρα Κυβέρνησις θα κοινοποιήση την έγκρισιν ταύτην εις το αντίπαλον Κράτος εκείνου όπερ αποδέχεται την βοήθειαν. Το εν συρράξει μέρος όπερ αποδέχεται την βοήθειαν έχει υποχρέωσιν, προ πάσης χρησιμοποιήσεώς της, να προβή εις σχετικήν ανακοίνωσιν προς το αντίθετον Μέρος.
Εν ουδεμία περιπτώσει δύναται η βοήθεια αυτή να θεωρηθή ως ανάμιξις εις την σύρραξιν.
Τα μέλη του εις την πρώτην παράγραφον αναφερομένου προσωπικού πρέπει να εφοδιασθούν με τας ταυτότητας τας προβλεπομένας εις το άρθρ. 40, πριν απομακρυνθούν της ουδετέρας χώρας εις την οποίαν ανήκουν.
Άρθρον 28. Το εις τα άρθρ. 24 και 26 αναφερόμενον προσωπικόν δεν θα κατακρατηθή αν περιέλθη εις χείρας του αντιπάλου ειμή μόνον εν ω μέτρω ή υγειονομική κατάστασις, αι πνευματικαί ανάγκαι και ο αριθμός των αιχμαλώτων πολέμου επιβάλλουν τούτο.
Τα μέλη του προσωπικού, άτινα θα κατακρατηθούν ούτω δεν θα θεωρηθούν αιχμάλωτοι πολέμου. Εν τούτοις θα δικαιούνται τουλάχιστον εις την επ’ αυτών εφαρμογήν όλων των διατάξεων της Συμβάσεως της Γενεύης περί Αυγ. 1949. Θα εξακολουθούν να εκτελούν, εντός του πλαισίου των Νόμων και στρατιωτικών κανονισμών, της κατακρατούσης Δυνάμεως, υπό τας διαταγάς των αρμοδίων υπηρεσιών αυτής, και κατά την επαγγελματικήν των συνείδησιν τα ιατρικά ή πνευματικά των καθήκοντα επ’ ωφελεία των αιχμαλώτων πολέμου των ανηκόντων, κατά προτίμησιν, εις τας ενόπλους δυνάμεις (εις τας οποίας αι ίδιοι ανήκουν).
Επί πλέον θ’ απολαμβάνουν των εξής ευκολιών κατά την εκτέλεσιν της ιατρικής ή πνευματικής αποστολής των:
α)Θα έχουν το δικαίωμα να επισκέπτωνται περιοδικώς τους αιχμαλώτους πολέμου τους ευρισκομένους εις αποσπάσματα εργασίας ή εις νοσοκομεία κείμενα εντός του στρατοπέδου. Προς τον σκοπόν τούτον η κατακρατούσα τους αιχμαλώτους αρχή θα θέση εις την διάθεσίν των ανάλογα μεταφορικά μέσα.
β)Εις έκαστον στρατόπεδον, ο αρχαιότερος στρατιωτικός ιατρός ανωτέρου βαθμού θα ευθύνεται έναντι των στρατιωτικών αρχών του στρατοπέδου δι’ ότι αφορά την δράσιν του κρατουμένου υγειονομικού προσωπικού. Προς τούτο, τα εν συρράξει Μέρη θέλουν συνεννοηθή από της αρχής των εχθροπραξιών περί της αντιστοιχίας των βαθμών του υγειονομικού των προσωπικού, περιλαμβανομένου και εκείνου των εν άρθρ. 26 μνημονευομένων εταιρειών. Δι όλα τα ζητήματα τα σχετιζόμενα με την αποστολήν των, ο εν λόγω ιατρός και οι στρατιωτικοί ιερείς θα έχουν δικαίωμα αμέσου αναφοράς προς τας αρμοδίας στρατιωτικάς αρχάς του στρατοπέδου. Αύται θα τοις παρέχουν πάσαν αναγκαίαν ευκολίαν δια την περί τα ζητήματα ταύτα αλληλογραφίαν.
γ)Καίτοι υποκείμενον εις την εσωτερικήν πειθαρχίαν του στρατοπέδου εις το οποίον ευρίσκεται, το κατακρατούμενον προσωπικόν δεν δύναται να εξαναγκασθή εις εργασίαν ξένην προς την ιατρικήν ή θρησκευτικήν αποστολήν του.
Κατά την διάρκειαν των εχθροπραξιών τα εν συρράξει Μέρη θα συνεννοηθούν δια την ενδεχομένην αντικατάστασιν του κατακρατουμένου προσωπικού και θα καθορίσουν την σχετικήν διαδικασίαν.
Ουδεμία των ανωτέρω διατάξεων απαλλάσσει την κατακρατούσαν Δύναμιν των επιβαλλομένων αυτή, έναντι των αιχμαλώτων πολέμου υποχρεώσεων επί του υγειονομικού και πνευματικού πεδίου.
Άρθρον 29. Το αναφερόμενον εν άρθρ. 25 προσωπικόν, το περιελθόν εις χείρας του εχθρού θα θεωρήται αιχμάλωτον πολέμου, αλλά θα χρησιμοποιήται εις υγειονομικάς εργασίας, εφ’ όσον θα διεπιστούτο τοιαύτη ανάγκη.
Άρθρον 30. Τα μέλη του προσωπικού των οποίων η κράτησις δεν θα είναι απαραίτητος βάσει των διατάξεων του άρθρ. 28, θ’ αποδίδωνται εις το εν συρράξει Μέρος εις το οποίον ανήκουν, ευθύς ως υπάρξη ανοικτή οδός δια την επιστροφήν των και αι στρατιωτικαί ανάγκαι ήθελον το επιτρέψη.
Ταύτα, εν αναμονή της αναχωρήσεως των δεν θα θεωρούνται αιχμάλωτοι πολέμου. Εν τούτοις θα δικαιούνται, τουλάχιστον, εις την ενάντί των εφαρμογήν όλων των διατάξεων της Συμβάσεως της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου της 12 Αυγ. 1949. Θα εξακολουθούν εκτελούντα τα καθήκοντα των υπό τας διαταγάς του αντιπάλου Μέρους και θα χρησιμοποιούνται κατά προτίμησιν εις την περιποίησιν των τραυματιών και ασθενών του εμπολέμου Μέρους εις ο ανήκουν.
Κατά την αναχώρησίν των θα συναποκομίσουν τον ρουχισμόν, τα προσωπικά αντικείμενα, τας αξίας και τα εργαλεία, άτινα τοις ανήκουν προσωπικώς.
Άρθρον 31. Η επιλογή του προσωπικού ούτινος η απόδοσις εις το εν συρράξει μέρος προβλέπεται εις το άρθρο 30 θα γίνη ασχέτως πάσης διακρίσεως φυλετικής, θρησκευτικής ή αφορώσης πολιτικάς πεποιθήσεις, ακολουθουμένης κατά προτίμησιν της χρονολογικής σειράς της αιχμαλωσίας και λαμβανομένης υπ’ όψιν της καταστάσεως υγείας των ενδιαφερομένων.
Από της ενάρξεως των εχθροπραξιών τα εν συρράξει Μέρη δύνανται να καθορίσουν, δι’ ειδικών συμφωνιών, το ποσοστόν του κατακρατητέου προ-σωπικού εν συγκρίσει προς τον αριθμόν των αιχμα-λώτων ως και τα της κατανομής αυτού εις τα στρατόπεδα.
Άρθρον 32. Τα αναφερόμενα εις το άρθρ. 27 πρόσωπα, άτινα θα περιήρχοντο εις χείρας του αντιπάλου Μέρους, δεν δύνανται να κατακρατηθούν.
Πλην αντιθέτου συμφωνίας θα τοις επιτραπή να επιστρέψουν εις την χώραν των ή, αν τούτο δεν είναι δυνατόν, εις το έδαφος του εν συρράξει Μέρους εις την υπηρεσίαν του οποίου ευρίσκοντο, ευθύς ως υπάρξη οδός ανοικτή δια την επάνοδόν των και αι στρατιωτικαί συνθήκαι το επιτρέπουν.
Εν αναμονή της αναχωρήσεώς των τα πρόσωπα ταύτα εξακολουθούν να εκτελούν τα καθήκοντά των υπό τας διαταγάς του αντιπάλου Μέρους και θα χρησιμοποιούνται κατά προτίμησιν εις την περιποίησιν των τραυματιών και ασθενών του εν συρράξει Μέρους εις την υπηρεσίαν του οποίου ευρίσκοντο.
Κατά την αναχώρησίν των θα συναποκομίσουν τον ρουχισμόν, τα προσωπικά αντικείμενα, τας αξίας, τα εργαλεία και τα όπλα των και, ει δυνατόν, τα μεταφορικά μέσα τα οποία τους ανήκουν.
Τα εν συρράξει Μέρη θα εξασφαλίσουν εις το ως άνω προσωπικόν, εφ’ όσον ευρίσκεται εις χειράς των, την αυτήν διατροφήν, την αυτήν στέγασιν, τα αυτά επιδόματα και τον αυτόν μισθόν ως και εις το αντίστοιχον πρσωπικόν του στρατού. Η τροφή θα είναι, εν πάση περιπτώσει επαρκής εις ποσότητα, ποιότητα και ποικιλίαν ίνα εξασφαλίση εις τους ενδιαφερομένους κανονικάς συνθήκας υγείας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ V - Κτίρια και υλικόν[Επεξεργασία]

Άρθρον 33. Το υλικόν των κινητών υγειονομικών σχηματισμών των ενόπλων δυνάμεων, το οποίον περιέρχεται εις χείρας το αντιπάλου Μέρους, θα εξακολουθή να διατίθηται υπέρ των τραυματιών και ασθενών.
Τα κτίρια, το υλικόν και αι παρακαταθήκαι των μονίμων υγειονομικών εγκαταστάσεων των ενόπλων δυνάμεων θα υπόκεινται εις τους Νόμους του πολέμου, δεν θα δύναται όμως να χρησιμοποιηθή δι’ άλλον σκοπόν εφ’ όσον είναι αναγκαία εις τους τραυματίας και ασθενείς. Ουχ’ ήττον, οι διοικηταί των εν εκστρατεία στρατών θα δύνανται να χρησιμοποιήσουν ταύτα εν περιπτώσει επειγούσης στρατιωτικής ανάγκης υπό τον όρον ότι θα έχουν ληφθή προηγουμένως τ’ αναγκαία μέτρα δια την εξασφάλισιν της ευημερίας των ασθενών και τραυματιών, οίτινες νοσηλεύονται εν αυτοίς.
Το εις το παρόν άρθρον αναφερόμενον υλικόν και αι παρακαταθήκαι δεν επιτρέπεται να καταστραφούν εσκεμμένως.
Άρθρον 34. Η κινητή και ακίνητος περιουσία των εταιρειών βοηθείας υπέρ ων αναγνωρίζεται η εφαρμογή της Συμβάσεως θα θεωρηθούν ιδιωτικαί περιουσίαι.
Το δικαίωμα επιτάξεως όπερ αναγνωρίζεται εις τους εμπολέμους υπό των Νόμων και εθίμων του πολέμου θα ασκήται προκειμένου περί αυτών, μόνον εις περίπτωσιν επειγούσης ανάγκης και μόνον αφού εξασφαλισθή η τύχη των τραυματιών και ασθενών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VI - Υγειονομικαί μεταφοραί[Επεξεργασία]

Άρθρον 35. Τα μεταφορικά μέσα τα χρησιμοποιούμενα δια τους ασθενείς και τραυματίας ή το υγειονομικόν υλικόν θα είναι σεβαστά και θα έχουν το αυτό δικαίωμα προστασίας ως και οι κινητοί υγειονομικοί σχηματισμοί.
Οσάκις τα μεταφορικά ταύτα μέσα ή οχήματα πίπτουν εις χείρας του αντιπάλου μέρους, θα υπόκεινται εις τους Νόμους του πολέμου υπό τον όρον ότι το εν συρράξει Μέρος το οποίον θα τα έχη συλλάβη, θ’ αναλάβη εν πάση περιπτώσει τους ασθενείς και τραυματίας, οίτινες ευρίσκονται εντός αυτών.
Το πολιτικόν προσωπικόν και όλα τα εξ επιτάξεως προερχόμενα μεταφορικά μέσα θα υπόκεινται εις τους γενικούς κανόνας του διεθνούς δικαίου.
Άρθρον 36. Τα υγειονομικά αεροσκάφη, δηλαδή τα αεροσκάφη τα αποκλειστικώς χρησιμοποιούμενα δια την εκκένωσιν των τραυματιών και ασθενών, ως και δια την μεταφοράν του υγειονομικού προσωπικού και υλικού, δεν θα γίνουν αντικείμενον επιθέσεως αλλά θα είναι σεβαστά εις τους εμπολέμους κατά τας πτήσεις τας οποίας θα εκτελούν εις ύψη, εις ώρας και κατά διαδρομάς, αίτινες θέλουν ειδικώς συμφωνηθή μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων εμπολέμων.
Θα φέρουν, κατά τρόπον λίαν ορατόν, το προβλεπόμενον υπό του άρθρ. 38 διακριτικόν σήμα, πλησίον των εθνικών των χρωμάτων επί των κάτω, άνω και πλαγίων επιφανειών. Θα είναι εφωδιασμένα με οιονδήποτε άλλο μέσον σημάνσεως ή μέσον αναγνωρίσεως, όπερ ήθελε καθορισθή δια συμφω-νίας μεταξύ των εμπολέμων, είτε κατά την αρχήν, είτε διαρκουσών των εχθροπραξιών.
Πλην αντιθέτου συμφωνίας, θ’ απαγορεύεται η υπέρπτησις εδάφους εχθρικού ή κατεχομένου υπό του εχθρού.
Τα υγειονομικά αεροσκάφη θα οφείλουν να υπακούουν εις πάσαν κλήσιν προσγειώσεως. Εις περίπτωσιν τοιαύτης επιβεβλημένης προσγειώσεως, το αεροσκάφος μετά των επιβαινόντων αυτού θα δικαιούται να συνεχίση την πτήσιν του κατόπιν ενδεχομένου ελέγχου.
Εις περίπτωσιν τυχαίας προσγειώσεως επί εδάφους εχθρικού ή κατεχομένου υπό του εχθρού, οι τραυματίαι και ασθενείς, ως και το πλήρωμα του αεροσκάφους, θα είναι αιχμάλωτοι πολέμου. Το υγειονομικόν προσωπικόν θα τύχη μεταχειρίσεως συμφώνου προς τα διαλαμβανόμενα εις το άρθρ. 24 και επόμενα.
Τα υγειονομικά αεροσκάφη των εν συρράξει Μερών θα δύνανται, υπό επιφύλαξιν της δευτέρας παραγράφου, να υπερίπτανται του εδάφους των ουδετέρων Δυνάμεων και να προσγειούνται ή προσθαλασσούνται επ’ αυτού, είτε εις περίπτωσιν ανάγκης είτε προς στάθμευσιν. Οφείλουν να προειδοποιούν τας ουδετέρας Δυνάμεις περί της άνωθεν των εδαφών των διόδου, και να υπακούουν εις πάσαν διαταγήν προσγειώσεως ή προσθαλασσώσεως. Θα προστατεύονται έναντι επιθέσεως μόνον εφ’ όσον ίπτανται εις ύψη, ώρας και βάσει δρομολογίου ειδικώς συμπεφωνημένα μεταξύ των εν συρράξει Μερών και των ενδιαφερομένων ουδετέρων Δυνάμεων.
Ουχ ήττον, αι ουδέτεραι Δυνάμεις θα δύνανται να καθορίσουν όρους ή περιορισμούς ως προς την υπέρπτησιν των εδαφών των ή την προσγείωσιν των υγειονομικών αεροσκαφών. Οι ενδεχόμενοι αυτοί όροι περιορισμοί θα εφαρμόζονται εξ ίσου δι’ όλα τα εν συρράξει Μέρη.
Οι τραυματίαι ή ασθενείς, οίτινες θ’ απεβιβάζοντο, με την συγκατάθεσιν των τοπικών αρχών, επί ουδετέρου εδάφους από υγειονομικόν αεροσκάφος δέον, πλην αντιθέτου συμφωνίας του ουδετέρου Κράτους και των εν συρράξει Μερών να κρατούνται υπό του ουδετέρου Κράτους, οσάκις τούτο απαιτεί το διεθνές δίκαιον, ώστε να μη δυνηθούν ούτοι να λάβουν εκ νέου μέρος εις τας πολεμικάς επιχειρήσεις. Αι δαπάναι νοσηλείας και περιορισμού θα είναι εις βάρος της Δυνάμεως εκ της οποίας εξαρτώνται οι τραυματίαι και ασθενείς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VII - Διακριτικόν Σήμα[Επεξεργασία]

Άρθρον 38. Εις απότισιν φόρου τιμής προς την Ελβετίαν, το εραλδικόν σύμβολον του ερυθρού σταυρού επί λευκού βάθους, σχηματιζόμενον δι’ αντιστροφής των ομοσπονδιακών χρωμάτων, διατηρείται ως έμβλημα και διακριτικόν σήμα υγειονομικής υπηρεσίας των στρατών.
Ουχ ήττον, δια τας χώρας αίτινες χρησιμοποιούν ήδη ως διακριτικόν σήμα αντί του ερυθρού σταυρού την ερυθράν ημισέληνον ή τον ερυθρόν λέοντα και ήλιον επί βάθους λευκού, τα εμβλήματα ταύτα τυγχάνουν επίσης δεκτά υπό την έννοιαν της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 39. Το έμβλημα θα τίθεται, υπό τον έλεγχον της αρμοδίας στρατιωτικής αρχής, επί των σημαιών, των περιβραχιόνων ως και εφ’ όλου του ανήκοντος εις την υγειονομικήν υπηρεσίαν υλικού. Άρθρον 40. Το προσωπικόν περί ου πραγματεύονται το άρθρ. 24 ως και τα άρθρ. 26 και 27, θα φέρη εις τον αριστερόν βραχίονα περιβραχιόνιον, αντέχον εις την υγρασίαν, φέρον το διακριτικόν σήμα, όπερ θέλει παραδώση προ αυτό εσφραγισμένον ή στρατιωτική αρχή.
Το προσωπικόν τούτο, πλην της προβλεπομένης υπό του άρθρ. 16 πλακός ταυτότητος, θα φέρη επίσης ειδικόν δελτίον ταυτότητος, με το διακριτικόν σήμα. Το δελτίον τούτο πρέπει ν’ αντέχη εις την υγρασίαν και να είναι διαστάσεων επιτρεπουσών την ενθυλάκωσιν. Θα είναι συντεταγμένον εις την εθνικήν γλώσσαν, θ’ αναφέρη τουλάχιστον το ονοματεπώνυμον, την ημερομηνίαν γεννήσεως, τον βαθμόν και τον αριθμόν μητρώου του δικαιούχου. Η ταυτότης θα καθορίζη υπό ποίαν ιδιότητα έχει ο δικαιούχος δικαίωμα εις την προστασίαν της παρούσης Συμβάσεως. Θα φέρη την φωτογραφίαν του κατόχου, και, επί πλέον, είτε την υπογραφήν είτε τα δακτυλικά αποτυπώματα αυτού, είτε και αμφότερα. Θα φέρη την ανάγλυφον σφραγίδα της στρατιωτικής αρχής.
Τα δελτία ταυτότητος δέον να είναι ομοιόμορφα εις έκαστον στρατόν και, κατά το δυνατόν, του αυτού τύπου δια τους στρατούς όλων των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών. Τα εν συρράξει Μέρη δύνανται να λάβουν ως βάσιν το συναπτόμενον τη παρούση Συμβάσει υπόδειγμα. Θέλουν κοινοποιήση προς άλληλα, κατά την αρχήν των εχθροπραξιών τον τύπον τον οποίον χρησιμοποιούν. Έκαστον δελτίον ταυτότητος θέλει ει δυνατόν εκδοθή εις δύο τουλάχιστον αντίτυπα, ων το εν θα κρατηθή υπό της εκδοσάσης Δυνάμεως.
Εν ουδεμία περιπτώσει δύναται τ’ ανωτέρω μνημονευόμενον προσωπικόν να στερηθή ούτε του διακριτικού του σήματος, ούτε του δελτίου ταυτότητος ούτε του δικαιώματος να φέρη το περιβραχιόνιόν του. Εις περίπτωσιν απωλείας θα δικαιούται να λάβη διπλότυπον του δελτίου και νέα διακριτικά σήματα εις αντικατάστασιν των απωλεσθέντων.
Άρθρον 41. Το εν άρθρ. 25 αναφερόμενον προσωπικόν θα φέρη μόνον κατά την εκτέλεσιν υγειονομικών καθηκόντων, λευκόν περιβραχιόνιον φέρων εις το μέσον το διακριτικόν σήμα, αλλά μειωμένων διαστάσεων. Τούτο θα παραδίδηται αυτώ εσφραγισμένον υπό της στρατιωτικής αρχής.
Εις τα στρατιωτικά δελτία ταυτότητος τα οποία θα φέρη το εν λόγω προσωπικόν θα αναφέρηται η υγειονομική εκπαίδευσις, ην έλαβεν ο κάτοχος του δελτίου, ο χαρακτήρ προσωρινότητος των καθηκόντων του και το δικαίωμά του να φέρη το περιβραχιόνιον.
Άρθρον 42. Η διακριτική σημαία της Συμβάσεως δεν δύναται ν’ αναρτηθή ειμή μόνον επί των υγειονομικών σχηματισμών και εγκαταστάσεων των οποίων η Σύμβασις επιβάλλει τον σεβασμόν, και μόνον κατόπιν εγκρίσεως της στρατιωτικής αρχής.
Επί των κινητών σχηματισμών όπως και επί των μονίμων εγκαταστάσεων, η σημαία αύτη δύναται να συνοδεύηται υπό της εθνικής σημαίας του εν συρράξει Μέρους εκ του οποίου εξαρτάται ο σχηματισμός ή η εγκατάστασις.
Ουχ’ ήττον, οι πεσόντες εις χείρας του έχθρού υγειονομικοί σχηματισμοί θα υψώσουν μόνον την σημαίαν της Συμβάσεως.
Τα εν συρράξει Μέρη θα λάβουν, εφ’ όσον το επιτρέπουν αι στρατιωτικαί ανάγκαι, τα αναγκαία μέτρα ίνα καταστήσουν καθαρώς ορατά εις τας κατά ξηράν, αέρα και θάλασσαν εχθρικάς δυνάμεις τα διακριτικά σήματα τα επισημαίνοντα τους υγειονομικούς σχηματισμούς και τας σχετικάς εγκαταστάσεις, προς αποφυγήν του ενδεχομένου οιασδήποτε επιθετικής ενεργείας.
Άρθρον 43. Οι υγειονομικοί σχηματισμοί των ουδετέρων Κρατών, εις τους οποίους υπό τους εν άρθρ. 27 προβλεπομένους όρους θα επετρέπετο η παροχή υπηρεσιών εις εμπόλεμον τινά, οφείλουν ν’ αναρτούν ομού μετά της σημαίας της Συμβάσεως την εθνικήν σημαίαν του εμπολέμου τούτου, εφ’ όσον ούτος θα επεθύμη να κάμη χρήσιν του δικαιώματος όπερ τω παρέχει το άρθρ. 42.
Πλην αντιθέτου διαταγής της αρμοδίας στρατιωτικής αρχής, θα δύνανται, εν πάση περιπτώσει να υψώσουν την εθνικήν των σημαίαν, έστω και αν πέσουν εις χείρας του αντιπάλου μέρους.
Άρθρον 44. Το σήμα του Ερυθρού Σταυρού επί βάθους λευκού και αι λέξεις «ερυθρός σταυρός» ή «σταυρός της Γενεύης» δεν δύνανται να χρησιμοποιηθούν πλην των περιπτώσεων των αναφερομένων εις τας επομένας παραγράφου του παρόντος άρθρου, είτε εν καιρώ ειρήνης είτε εν καιρώ πολέμου, παρά μόνον δια την επισήμανσιν ή την προστασίαν των υγειονομικών σχηματισμών και εγκαταστάσεων, του προσωπικού και του υλικού του προστατευομένου υπό της παρούσης Συμβάσεως και των άλλων διεθνών Συμβάσεων, αίτινες ρυθμίζουν παρόμοια θέματα. Τα αυτά ισχύουν και δια τα εμβλήματα τα αναφερόμενα εις την δευτέραν παράγραφον του άρθρ. 38, δια τας χώρας, αίτινες χρησιμοποιούν ταύτα. Αι Εθνικαί ετειρείαι του Ερυθρού Σταυρού ως και αι εις το άρθρ. 26 αναφερόμεναι άλλαι εταιρείαι, θα έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν το διακριτικόν σήμα το οποίον παρέχει προς αυτάς την προστασίαν της Συμβάσεως, μόνον εντός του πλαισίου των διατάξεων της παρούσης παραγράφου.
Επί πλέον αι εθνικαί εταιρείαι του Ερυθρού Σταυρού, (Έρυθράς ημισελήνου, Ερυθρού Λέοντος και Ηλίου), θα δύνανται εν καιρώ ειρήνης, συμφώνως προς την εθνικήν νομοθεσίαν, να χρησιμοποιούν το όνομα και το έμβλημα του Ερυθρού Σταυρού κατά την άλλην δράσιν των την σύμφωνον προς τας αρχάς τας διατυπωθείσας υπό των διεθνών Συνελεύσεων του Ερυθρού Σταυρού. Όταν η δράσις αύτη συνεχίζεται εν καιρώ πολέμου, οι όροι της χρησιμοποιήσεως του εμβλήματος θα πρέπει να είναι τοιούτοι ώστε η χρησιμοποίησις αύτη να μη δύναται να θεωρηθή ως παρέχουσα την προστασίαν της Συμβάσεως. Το έμβλημα θα είναι σχετικώς μικρών διαστάσεων και δεν θα δύναται να τεθή επί περιβραχιονίου ή επί της στέγης οικοδομών.
Οι διεθνείς οργανισμοί του Ερυθρού Σταυρού και το δεόντως εξουσιοδοτημένον προσωπικόν των θα δύναται οποτεδήποτε να κάμη χρήσιν του σήματος του Ερυθρού Σταυρού επί βάθους λευκού.
Εξαιρετικώς, συμφώνως προς την εθνικήν νομοθεσίαν και κατόπιν ρητής εξουσιοδοτήσεως μιας των εθνικών Εταιρειών του Ερυθρού Σταυρού (Ερυθράς Ημισελήνου, Ερυθρού Λέοντος και Ηλίου) θα δύναται να γίνη χρήσις του εμβλήματος της Συμβάσεως εν καιρώ ειρήνης δια την επισήμανσιν οχημάτων χρησιμοποιουμένων ως νοσοκομειακών, και δια την επισήμανσιν σταθμών πρώτων βοηθειών αποκλειστικώς προοριζομένων δια την δωρεάν περίθαλψιν τραυματιών και ασθενών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VIII - Περί εφαρμογής της συμβάσεως[Επεξεργασία]

Άρθρον 45. Έκαστον των εν συρράξει Μερών θα επιμεληθή, δια των αρχηγών του στρατού του της εκτελέσεως των προηγουμένων άρθρων, ως και των απροβλέπτων περιπτώσεων, συμφώνως προς τας γενικάς αρχάς της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 46. Απαγορεύονται τ’ αντίποινα κατά των τραυματιών, ασθενών, του προσωπικού ή του υλικού του προστατευομένου υπό της Συμβάσεως.
Αρθρον 47. Τα υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν, έν έκαστον εν τη χώρα του, να διαδώσουν όσον το δυνατόν ευρύτερον, εν καιρώ ειρήνης και εν καιρώ πολέμου, το κείμενον της παρούσης Συμβάσεως, και ειδικώς να συμπεριλάβουν την μελέτην αυτής εις τα προγράμματα στρατιωτικής και, ει δυνατόν πολιτικής εκπαιδεύσεως εις τρόπον ώστε να είναι γνωσταί αι βασικαί αυτής αρχαί εις το σύνολον του πληθυσμού ειδικώς δε εις τας μαχίμους ενόπλους δυνάμεις, το υγειονομικόν προσωπικόν και τους στρατιωτικούς ιερείς.
Άρθρον 48. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα κοινοποιήσουν προς άλληλα, μέσω του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου και, διαρκουσών των εχθροπραξιών, μέσω των προστατίδων Δυνάμεων, τας επισήμους μεταφράσεις της παρούσης Συμβάσεως ως και τους Νόμους και κανονισμούς τους οποίους ήθελον θεσπίση προς εξασφάλισιν της εφαρμογής αυτής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ IX - Περί Διώξεως των Καταχρήσεων και Παραβάσεων[Επεξεργασία]

Άρθρον 49. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να λάβουν άπαντα τ’ αναγκαία νομοθετικά μέτρα δια τον καθορισμόν των κυρώσεων των επιβλητέων εις τα πρόσωπα, άτινα προέβησαν ή έδωσαν εις άλλους διαταγήν να προβούν εις οιανδήποτε σοβαράν παράβασιν της παρούσης Συμβάσεως ως αι παραβάσεις αύται καθορίζονται εις το επόμενον άρθρον.
Έκαστον Συμβαλλόμενον Μέρος θα έχη την υποχρέωσιν ν’ αναζητήση τα πρόσωπα τα κατηγορούμενα ότι προέβησαν ή έδωσαν εις άλλους διαταγήν να προβούν εις οιανδήποτε των σοβαρών τούτων παραβάσεων και οφείλει να παραπέμψη τα πρόσωπα ταύτα ενώπιον των Δικαστηρίων του, οιαδήποτε και αν είναι η εθνικότης των. Δύναται επίσης, εάν το προτιμά, και υπό τους προβλεπομένους υπό της ιδίας αυτού νομοθεσίας όρους, να παραδώση τα ειρημένα πρόσωπα προς εκδίκασιν εις έτερον Συμβαλλόμενον Μέρος, το οποίον ενδιαφέρεται δια την δίωξίν των, εφ’ όσον το Συμβαλλόμενον τούτο Μέρος έχει εναντίον των επαρκείς λόγους διώξεως.
Έκαστον συμβαλλόμενον Μέρος θα λάβη τα αναγκαία μέτρα δια την κατάπαυσιν ενεργειών αντικειμένων εις τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως, και πέραν των σοβαρών παραβάσεων, αίτινες καθορίζονται εις το επόμενον άρθρον.
Εις πάσαν περίστασιν οι μηνυόμενοι θ’ απολαμβάνουν εγγυήσεων δικονομικών και ελευθέρας υπερασπίσεως ουχί κατωτέρων των προβλεπομένων εις τα άρθρ. 105 και επόμενα της Συμβάσεως της Γενεύης περί μετεχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου της 12ης Αυγ. 1949.
Άρθρον 50. Αι εις το προηγούμενον άρθρον αναφερόμεναι σοβαραί παραβάσεις είναι εκείναι, αίτινες περιλαμβάνουν οιανδήποτε των κάτωθι πράξεων, εάν αύται διεπράχθησαν εναντίον προσώπων ή αντικειμένων τα οποία η Σύμβασις προστατεύει ο εκ προθέσεως φόνος, η βάσανος ή άλλη απάνθρωπος μεταχείρισις, περιλαμβανομένων και των βιολογικών πειραμάτων, η εκ προθέσεως πρόκλησις μεγάλης οδύνης ή σοβαρά προσβολή κατά της σωματικής ακεραιότητος ή της υγείας, ή καταστροφή και ιδιοποίησις κατά τρόπον παράνομον και εις ευρείαν κλίμακα, ή μη δικαιολογουμένη υπό στρατιωτικής ανάγκης.
Άρθρον 51. Ουδέν των Συμβαλλομένων Μερών δύναται ν’ απαλλάξη εαυτό, ουδέ να απαλλάξη έτερον Συμβαλλόμενον Μέρος των ευθυνών ας αυτό τούτο το ή άλλο Συμβαλλόμενον Μέρος υπέχουν λόγω των εις το προηγούμενον άρθρον προβλεπομένων παραβάσεων.
Άρθρον 52. Αιτήσει ενός των εν συρράξει Μερών, θα διεξαχθή ανάκρισις, ής ο τρόπος ενεργείας θα καθορισθή υπό των ενδιαφερομένων Μερών, επί πάσης καταγγελίας περί παραβάσεως της Συνθήκης.
Εάν δεν επέλθη συμφωνία επί της διαδικασίας της ανακρίσεως, τα Μέρη θα συνεννοηθούν δια την εκλογήν διαιτητού, όστις θ’ αποφασίση περί της ακολουθητέας διαδικασίας.
Άπαξ διαπιστωθή η παράβασις τα εν συρράξει Μέρη θα θέσουν τέρμα εις αυτήν και θα επιβάλουν όσον το δυνατόν ταχύτερον τας δεούσας κυρώσεις.
Άρθρον 53. Η χρήσις υπό ιδιωτών, εταιρειών ή εμπορικών καταστημάτων είτε δημοσίων είτε ιδιωτικών, εκτός των δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως δικαιουμένων εις τούτο, του εμβλήματος ή της επωνυμίας «ερυθρός σταυρός» ή «σταυρός της Γενεύης» ως και παντός σήματος ή επωνυμίας, ήτις αποτελεί απομίμησιν τούτων, απαγορεύεται οποτεδήποτε, οιοσδήποτε και αν είναι ο σκοπός της χρήσεως ταύτης και οιοσδήποτε και αν είναι ο χρόνος αφ’ ου τελείται.
Δεδομένου ότι προς τιμήν της Ελβετίας υιοθετήθησαν τα αντεστραμμένα ομοσπονδιακά χρώματα, και συνεπώς ενδέχεται να προκληθή σύγχισις μεταξύ του εθνοσήμου της Ελβετίας και του διακριτικού σήματος της Συμβάσεως, απαγορεύεται η χρήσης υπό ιδιωτών, εταιρειών ή εμπορικών καταστημάτων του εθνοσήμου της Ελβετικής Ομοσπονδίας ως και παντός σήματος αποτελούντος απομίμησιν αυτού, είτε ως βιομηχανικόν ή εμπορικόν σήμα είτε ως στοιχείον των τοιούτων σημάτων, είτε επί σκοπώ αντιθέτω προς την εμπορικήν εντιμότητα, είτε υπό συνθήκας δυναμένας να θίξουν το ελβετικόν εθνικόν αίσθημα.
Ουχ’ ήττον, τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη, άτινα δεν ήσαν Μέρη της Συμβάσεως της Γενεύης της 27 Ιουλ. 1929, δύνανται να παράσχουν εις όσους εχρησιμοποίησαν προγενεστέρως εμβλήματα, επω-νυμίας ή σήματα ως τ’ αναφερόμενα εις την πρώτην παράγραφον του παρόντος άρθρου, προθεσμίαν τριών, κατ’ ανώτατον όριον ετών από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης Συμβάσεως ίνα παύσουν την χρήσιν αυτών. Εννοείται ότι, κατά το διάστημα της ως άνω προθεσμίας, η περί ης ο λόγος χρήσις δεν δύναται να εμφανισθή, διαρκούντος πολέμου, ως αποβλέπουσα εις την παροχήν της προστασίας της Συμβάσεως.
Η καθοριζομένη εις την πρώτην παράγραφον του παρόντος άρθρου απαγόρευσις εφαρμόζεται επίσης, εξαιρουμένων των κεκτημένων δικαιωμάτων προγενεστέρας χρήσεως, εις τα εμβλήματα και τας επωνυμίας τας προβλεπομένας εις την δευτέραν παράγραφον του άρθρ. 38.
Άρθρον 54. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη των οποίων η νομοθεσία δεν είναι από τούδε επαρκής θα λάβουν τ’ αναγκαία μέτρα ίνα παρεμποδίσουν και διώξουν ανά πάσαν στιγμήν τας εις το άρθρ. 53 αναφερομένας καταχρήσεις.

Τελικαί Διατάξεις[Επεξεργασία]

Άρθρον 55. Η παρούσα Σύμβασις εγένετο εις την γαλλικήν και την αγγλικήν. Αμφότερα τα κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά.
Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θέλει μεριμνήση δια τας επισήμους μεταφράσεις της Συμβάσεως εις την ρωσσικήν και την ισπανικήν γλώσσαν.
Άρθρον 56. Η παρούσα Σύμβασις, ήτις θα φέρη την ημερομηνίαν της σήμερον, δύναται, μέχρι της 12 Φεβρ. 1950 να υπογραφή επ’ ονόματι των Δυνάμεων των αντιπροσωπευθεισών εις την Συνδιάσκεψιν, ήτις ήρξατο εν Γενεύη την 21 Απρ. 1949, ως και Δυνάμεων μη αντιπροσωπευθεισών εις την Συνδιά-σκεψιν ταύτην, αίτινες συμμετέχουν εις τας Συμβά-σεις της Γενεύης του 1864, 1906 και 1929 δια την βελτίωσιν της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία στρατών.
'Άρθρον 57. Η παρούσα Σύμβασις θα επικυρωθή όσον το δυνατόν συντομώτερον αι δε επικυρώσεις της θα κατατεθούν εν Βέρνη.
Δι’ εκάστην κατάθεσιν οργάνου επικυρώσεως θέλει συνταχθή πρωτόκολλον, ούτινος ακριβές αντίγραφον θέλει επιδοθή υπό του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου προς όλας τας Δυνάμεις επ’ ονόματι των οποίων θα έχη υπογραφή η Σύμβασις ή των οποίων θα έχη κοινοποιηθή η προσχώρησις.
Άρθρον 58. Η παρούσα Σύμβασις θα τεθή εν ισχύϊ έξ μήνας μετά την κατάθεσιν δύο τουλάχιστον οργάνων επικυρώσεως.
Κατόπιν, θα τεθή εν ισχύϊ δι’ έκαστον Υψηλόν Συμβαλλόμενον Μέρος έξ μήνας μετά την κατάθεσιν του οργάνου επικυρώσεως αυτού.
Άρθρον 59. Η παρούσα Σύμβασις αντικαθιστά, εις τας μεταξύ των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών σχέσεις, τας Συμβάσεις της 6 Ιουλ. 1864 και 27 Ιουλ. 1929.
Άρθρον 60. Η παρούσα Σύμβασις θα είναι, από της ημέρας της ισχύος της ανοικτή εις την προσχώρησιν πάσης Δυνάμεως επ’ ονόματι της οποίας δεν έχει υπογραφή.
Άρθρον 61. Αι προσχωρήσεις θα κοινοποιώνται εγγράφως εις το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον και θα καθίστανται ενεργοί έξ μήνας μετά την ημερομηνίαν καθ’ ην θα τω έχωσι περιέλθη.
Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα ανακοινώση τας προσχωρήσεις προς όλας τας Δυνάμεις επ’ ονόματι των οποίων έχει υπογραφή η Σύμβασις ή των οποίων έχει κοινοποιηθή η προσχώρησις.
Άρθρον 62. Αι εις τα άρθρ. 2 και 3 προβλεπόμεναι καταστάσεις θα προσδώσουν άμεσον ισχύν εις τας προ ή μετά την έναρξιν των εχθροπραξιών ή της κατοχής κατατεθείσας επικυρώσεις και κοινοποιηθείσας προσχωρήσεις των εν συρράξει Μερών. Η κοινοποίησις των ληφθησομένων επικυρώσεων ή προσχωρήσεων των εν συρράξει Μερών θα γίνηται υπό του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου δια της ταχυτέρας οδού.
Άρθρον 63. Έκαστον των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών έχει το δικαίωμα να καταγγείλη την παρούσαν σύμβασιν.
Η καταγγελία θα κοινοποιήται εγγράφως προς το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον, όπερ θ’ ανακοινώση την κοινοποίησιν προς τας Κυβερνήσεις όλων των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών.
Η καταγγελία θα καθίσταται ενεργός έν έτος μετά την κοινοποίησιν της προς το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον. Ουχ’ ήττον, καταγγελία κοινοποιηθείσα καθ’ ον χρόνον η καταγγέλουσα Δύναμις έχει εμπλακή εις σύρραξιν δεν καθίσταται ενεργός εφ’ όσον δεν θα έχη συναφθή ειρήνη και εν ουδεμιά περιπτώσει προ του τερματισμού του έργου απελευθερώσεως και επαναπατρισμού των προστατευομένων υπό της Συμβάσεως προσώπων.
Η καταγγελία θα ισχύη μόνον έναντι της καταγγελούσης Δυνάμεως. Αύτη ουδεμίαν θα έχη επίδρασιν επί των υποχρεώσεων ας τα εν συρράξει Μέρη θα παραμείνουν υπόχρεα να εκπληρώσουν δυνάμει των αρχών του Διεθνούς δικαίου ως αύται προκύπτουν εκ των παραδεδεγμένων μεταξύ πεπολιτισμένων εθνών εθίμων, των κανόνων ανθρωπισμού και των απαιτήσεων της δημοσίας συνειδήσεως.
Άρθρον 64. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα μεριμνήση δια την καταχώρησιν της παρούσης Συμβάσεως εις την Γραμματείαν των Ηνωμένων Εθνών. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα πληροφορήση επίσης την Γραμματείαν των Ηνωμένων Εθνών περί των επικυρώσεων προσχωρήσεων και καταγγελιών ας θα λάβη περί της παρούσης Συμβάσεως. Εφ’ ω οι υπογεγραμμένοι, έχοντες καταθέση εις έκαστος τα πληρεξούσιά του, υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν.
Εγένετο εν Γενεύη, την 12ην Αυγ. 1949, εις Γαλλικήν και Αγγλικήν γλώσσαν, του πρωτοτύπου μέλλοντος να κατατεθή εις τα Αρχεία της Ελβετικής Ομοσπονδίας. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα διαβιβάση ακριβές αντίγραφον της Συμβάσεως εις έκαστον των υπογραψάντων Κρατών ως και εις τα Κράτη, άτινα θα έχουν προσχωρήση εις την Συνθήκην.
(Έπονται υπογραφαί των αντιπροσώπων Αφγανιστάν, Αργεντικής, Αλβανίας, Αυστραλίας, Αυστρίας, Βελγίου, Λυεκορωσσίας, Βολιβίας, Βραζιλίας, Βουλγαρίας, Καναδά, Κεϋλάνης, Χιλής, Κίνας, Κολομβίας, Κούβας, Δανίας, Αιγύπτου, Ισημερινού, Ισπανίας, Η.Π.Α., Αιθιοπίας, Φιλανδίας, Γαλλίας, Ελλάδος, Γουατεμάλας, Ουγγαρίας, Ινδίας, Ιράν, Ιρλανδίας, Ισραήλ, Ιταλίας, Λιβάνου, Λιχτενστάϊν, Λουξεμβούργου, Μεξικό, Μονακό, Νικαράγουας, Νορβηγίας, Ν. Ζηλανδίας, Πακιστάν, Παραγουάης, Κάτω Χωρών, Περού, Φιλιππινών, Πολωνίας, Πορτογαλλίας, Ρουμανίας, Μ. Βρεττανίας, Αγ. Έδρας, Ελ Σαλβαδώρ, Σουηδίας, Ελβετίας, Συρίας, Τσεχοσλοβακίας, Τουρκίας, Ουκρανίας, Ε.Σ.Σ.Δ., Ουραγουάης, Βενεζουέλας, Γιουγκοσλαβίας).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι - Σχέδιον Συμφωνίας περί υγειονομικών ζωνών και περιοχών[Επεξεργασία]

Αρθρ.1. Αι υγειονομικαί ζώναι θα επιφυλαχθούν αυστηρώς δια τα πρόσωπα τ’ αναφερόμενα εις το άρθρ. 23 της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων της 12 Αυγ. 1949 ως και δια το προσωπικόν εις το οποίον θα έχη ανατεθή η οργάνωσις και διοίκησις των ζωνών και περιοχών αυτών και η περίθαλψις των εν αυταίς συγκεντρωθησομένων ατόμων.
Ουχ’ ήττον, πρόσωπα των οποίων η μόνιμος κατοικία ευρίσκεται εντός τοιούτων περιοχών θα έχουν το δικαίωμα να παραμείνουν εκεί.
Άρθρ.2. Ουδέν πρόσωπον εκ των ευρισκομένων υπό οιανδήποτε ιδιότητα εντός υγειονομικής ζώνης, δύναται να εκτελέση οιανδήποτε εργασίαν είτε εντός είτε εκτός της ζώνης, άμεσον σχέσιν έχουσαν με τας στρατιωτικάς επιχειρήσεις ή με την παραγωγήν πολεμικού υλικού.
Άρθρ.3. Η δημιουργούσα υγειονομικήν ζώνην Δύναμις θα λάβη όλα τα απαιτούμενα μέτρα προς απαγόρευσιν της εισόδου εις όλα τα πρόσωπα τα οποία δεν έχουν το δικαίωμα να μεταβούν ή να παραμείνουν εκεί.
Άρθρ.4. Αι υγειονομικαί ζώναι θα πληρούν τους κάτωθι όρους:
α)Θα περιλαμβάνουν μικρόν μόνον τμήμα του εδάφους το οποίον ελέγχει η δημιουργούσα την ζώνην Δύναμις.
β)Θα είναι αραιώς κατωκημέναι εν σχέσει προς τας δυνατότητας εγκαταστάσεως.
γ)Θα κείνται μακράν και θα στερούνται παντός στρατιωτικού στόχου και πάσης σημαντικής βιομηχανικής ή διοικητικής εγκαταστάσεως.
δ)Δεν θα τοποθετηθούν εις περιοχάς, αίτινες, κατά πάσαν πιθανότητα ενδέχεται να έχουν σημασίαν δια την διεξαγωγήν του πολέμου.
Άρθρ.5. Αι υγειονομικαί ζώναι υπόκεινται εις τας ακολούθους υποχρεώσεις:
α)Το δίκτυον συγκοινωνιών και τα μέσα μεταφοράς τα οποία ενδέχεται να περιλαμβάνουν δεν θα χρησιμοποιούνται δια την μεταφοράν στρατιωτικού προσωπικού και υλικού, έστω και εν απλή διαμετακομίσει.
β)Εν ουδεμία περιπτώσει θ’ υπερασπίζονται στρατιωτικώς.
Άρθρ.6. Αι υγειονομικαί ζώναι θα επισημαίνονται δι’ ερυθρών σταυρών (ερυθρών ημισελήνων, ερυθρών λεόντων και ηλίων) επί βάθους λευκού τοποθετημένων επί της περιφερείας και επί των κτιρίων.
Άρθρ.7. Ήδη εν καιρώ ειρήνης ή κατά την έναρξιν των εχθροπραξιών εκάστη Δύναμις θα κοινοποιήση προς άπαντα τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη κατάλογον των υγειονομικών ζωνών, αίτινες εδημιουργήθησαν επί των εδαφών τα οποία ελέγχει. Θα τα τηρήση επίσης ενήμερα της δημιουργίας πάσης νέας ζώνης διαρκούσης της συρράξεως.
Ευθύς ως το αντίπαλον Μέρος λάβη την ανωτέρω ανακοίνωσιν η ζώνη θα έχει κανονικώς συγκροτηθή.
Εάν, ουχ’ ήττον, το αντίπαλον Μέρος θεωρή ότι εις των υπό της παρούσης Συμφωνίας τιθεμένων όρων προφανώς δεν τηρείται, δύναται ν’ αρνηθή την αναγνώρισην της ζώνης κοινοποιούν επειγόντως την άρνησίν του προς το μέρος από το οποίον η ζώνη εξαρτάται, ή να εξαρτήση την αναγνώρισίν του από την εγκατάστασιν του ελέγχου περί ου προβλέπει το άρθρ. 8.
Άρθρ.8. Πάσα Κυβέρνησις έχουσα αναγνωρίση μιαν ή περισσοτέρας υγειονομικάς ζώνας συσταθείσας υπό του αντιπάλου Μέρους, δικαιούται να ζητήση όπως μια ή πλείονες ειδικαί επιτροπαί ελέγξουν κατά πόσον η ζώνη πληροί τας υποχρεώσεις και τους όρους της συνομολογηθέντας δια της παρούσης συμφωνίας.
Προς τούτο, τα μέλη των ειδικών επιτροπών θα έχουν, ανά πάσαν στιγμήν ελευθέραν είσοδον εις τας διαφόρους ζώνας και θα δύναται ακόμη και να διεμείνουν εκεί μονίμως. Θα παρασχεθή δε εις αυτά πάσα ευκολία δια την άσκησιν της ελεγκτικής των αποστολής.
Άρθρ.9. Εν η περιπτώσει αι επιτροπαί διαπιστώσουν γεγονότα τα οποία θα ταις εφαίνοντο αντίθετα προς τας διατάξεις της παρούσης συμφωνίας, θα ειδοποιήσουν παρ’ αυτά την Δύναμιν εκ της οποίας η ζώνη εξαρτάται και θα παράσχουν εις αυτήν διορίαν πέντε, το πολύ ημερών προς διόρθωσιν των κακώς εχόντων. Θα ειδοποιήσουν σχετικώς και την Δύναμιν, ήτις έχει αναγνωρίση την ζώνην.
Εάν άμα τη λήξει της διορίας η Κυβέρνησις εξ ης η ζώνη εξαρτάται δεν έχει δώση συνέχειαν εις την απευθυνθείσαν αυτή ειδοποίησιν, το αντίπαλον Μέρος δύναται να δηλώση ότι ως προς την ζώνην ταύτην δεν δεσμεύεται πλέον υπό της παρούσης συμφωνίας.
Άρθρ.10. Η ιδρύσασα μιαν ή πλείονας υγειονομικάς ζώνας και περιοχάς Δύναμις και τα αντίπαλα μέρη προς τα οποία η ύπαρξις των ζωνών αυτών έχει κοινοποιηθή, θα διορίσουν, ή θα ζητήσουν από τας προστάτιδας Δυνάμεις ή από άλλας ουδετέρας Δυνάμεις να διορίσουν εκείναι τα πρόσωπα τα οποία θα συμμετάσχουν των αναφερομένων εν άρθρ. 8 και 9 ειδικών επιτροπών.
Άρθρ.11. Αι υγειονομικαί ζώναι εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται να γίνουν στόχος επιθέσεως αλλά θα είναι πάντοτε αντικείμενον προστασίας και σεβασμού δια τα εν συρράξει Μέρη.
Άρθρ.12. Εις περίπτωσιν κατοχής εδάφους τινός αι εν αυτώ υγειονομικαί ζώναι θα εξακολουθήσουν να τυγχάνουν σεβασμού και να χρησιμοποιούνται ως τοιαύται.
Ουχ ήττον, ή κατέχουσα Δύναμις δύναται να μεταβάλη τον προορισμόν των αφού εξασφαλίση την τύχην των εν αυταίς περιθαλπομένων προσώπων.
Άρθρ.13. Η παρούσα συμφωνία έχει επίσης εφαρμογήν προκειμένου περί τοποθεσιών τας οποίας αι Δυνάμεις ήθελον χρησιμοποιήση προς τον ίδιον σκοπόν εις τον οποίον αποβλέπουν αι υγειονομικαί ζώναι.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ[Επεξεργασία]

(Υπόδειγμα Δελτίου Ταυτότητος δια τα μέλη του παρά τω στρατεύματι απεσπασμένου υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού).

ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΕΥΗΣ - Περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων της 12 Αυγ. 1949[Επεξεργασία]

Οι υπογεγραμμένοι πληρεξούσιοι των Κυβερνήσεων των αντιπροσωπευομένων εις την διπλωματικήν Συνδιάσκεψιν, ήτις συνήλθεν εν Γενεύη από 21ης Απριλίου μέχρι 12ης Αυγ. 1949 προς τον σκοπόν όπως αναθεωρήση την Δεκάτην Σύμβασιν της Χάγης της 18ης Οκτ. 1907 περί προσαρμογής εις τον κατά θάλασσαν πόλεμον των αρχών της Συμβάσεως της Γενεύης του 1906, συνεφώνησαν επί των κάτωθι:

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι - Γενικαί Διατάξεις[Επεξεργασία]

Άρθρ.1. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν να σεβασθούν και να καταστήσουν σεβαστήν την παρούσαν Σύμβασιν εις πάσαν περίστασιν.
Άρθρ.2. Πλην των διατάξεων, αίτινες δέον να τεθούν εν ισχύϊ ήδη εν καιρώ ειρήνης, η παρούσα Σύμβασις εφαρμόζεται εις περίπτωσιν πολέμου κηρυχθέντος ή πάσης άλλης ενόπλου συρράξεως αναφυομένης μεταξύ δύο ή περισσοτέρων των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών έστω και αν η κατάστασις πολέμου δεν αναγνωρίζεται υπό τινός εξ αυτών.
Η Σύμβασις εφαρμόζεται επίσης εις πάσαν περίπτωσιν μερικής ή ολικής κατοχής των εδαφών ενός των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών και αν έτι η εν λόγω κατάληψις δεν αντιμετωπίση ένοπλον αντίστασιν.
Και εν περιπτώσει ακόμη καθ’ ην μια των εν συρράξει Δυνάμεων δεν συμμετέχει της παρούσης Συμβάσεως, αι εις ταύτην συμμετέχουσαι Δυνάμεις θα εξακολουθήσουν δεσμευόμεναι υπ’ αυτής ως προς τας αμοιβαίας των σχέσεις και εν σχέσει προς την εν λόγω Δύναμιν εάν αύτη αποδεχθή και εφαρμόση τας διατάξεις αυτής.
Άρθρ.3. Εν περιπτώσει ενόπλου συρράξεως, ήτις δεν παρουσιάζει διεθνή χαρακτήρα και αναφύεται επί του εδάφους ενός των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, έκαστον των εν συρράξει Μερών υποχρεούται τουλάχιστον να εφαρμόση τας κάτωθι διατάξεις:
1.Τα πρόσωπα, άτινα δεν λαμβάνουν απ’ ευθείας μέρος εις τας εχθροπραξίας, συμπεριλαμβανομένων και των προσώπων των ανηκόντων εις τας ενόπλους δυνάμεις, άτινα κατέθεσαν τα όπλα, ως και τα πρόσωπα άτινα ετέθησαν εκτός μάχης ένεκα ασθενείας, τραύματος, κρατήσεως ή δια πάσαν άλλην αιτίαν θα τύχουν, εν πάση περιπτώσει ανθρωπιστικής μεταχειρίσεως, άνευ ουδεμιάς δυσμενούς χαρακτήρος διακρίσεως βασιζομένης επί της φυλής, του χρώματος, του θρησκεύματος ή της πίστεως, της καταγωγής ή της περιουσίας ή παντός άλλου αναλόγου κριτηρίου.
Προς τον σκοπόν τούτον, είναι και παραμένουν απηγορευμένα εν παντί τόπω και χρόνω ως προς τα ειρημένα πρόσωπα:
α)Αι προσβολαί κατά της ζωής και σωματικής ακαιρότητος και δη ο φόνος υφ’ όλας του τας μορφάς, οι ακρωτηριασμοί, η απάνθρωπος μεταχείρισις, αι βάσανοι και τα μαρτύρια. β)Η ανάληψις ομήρων.
γ)Αι προσβολαί κατά της ανθρωπίνου αξιοπρεπείας και δη αι ταπεινωτικαί και εξευτελιστικαί μεταχειρίσεις.
δ)Αι καταδίκαι αι απαγγελλόμεναι και αι εκτελέσεις αι λαμβάνουσαι χώραν άνευ προηγουμένης αποφάσεως εκδεδομένης υπό κανονικώς συγκεκροτημένου δικαστηρίου, περιβεβλημένου δι’ όλων των δικαστικών εγγυήσεων, αίτινες αναγνωρίζονται ως απαραίτητοι υφ’ όλων των πεπολιτισμένων λαών.
2.Οι τραυματίαι και οι ασθενείς θα περισυλλέγονται και θα περιθάλπονται.
Αμερόληπτος ανθρωπιστικός οργανισμός, ως η Διεθνής Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, δύναται να προσφέρη τας υπηρεσίας του εις τα εν συρράξει Μέρη.
Τα εν συρράξει Μέρη θα προσπαθήσουν εξ άλλου να θέσουν εν ισχύϊ δι’ ειδικών συμφωνιών το σύνολον ή μέρος των άλλων διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως.
Η εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων ουδεμίαν θα έχη επίδρασιν επί της νομικής καταστάσεως των εν συρράξει Μερών.
Άρθρ.4. Εις περίπτωσιν πολεμικών επιχειρήσεων μεταξύ των κατά ξηράν και κατά θάλασσαν δυνάμεων των εν συρράξει Μερών, αι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως εφαρμόζονται μόνον εις τας επί σκαφών ευρισκομένας δυνάμεις.
Αι αποβιβαζόμεναι δυνάμεις θα υπάγωνται αμέσως εις τας διατάξεις της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων, της 12ης Αυγ. 1949.
Άρθρ.5. Αι ουδέτεραι Δυνάμεις θα εφαρμόσουν κατ’ αναλογίαν τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως εις τους τραυματίας, ασθενείς και ναυαγούς και εις τα μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού του ανήκοντος εις τας ενόπλους δυνάμεις των εν συρράξει Μερών, άτινα θα γίνουν δεκτά ή θα κρατηθούν υπό περιορισμόν επί του εδάφους των, ως και εις τους συλλεγομένους νεκρούς.
Άρθρ.6. Πλην των συμφωνιών των προβλεπομένων υπό των άρθρ. 10, 18, 31, 38, 39, 40, 43 και 53 τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα δύνανται να συνάψουν ετέρας ειδικάς συμφωνίας επί παντός θέματος όπερ θα έκρινον σκόπιμον να ρυθμίσουν ιδιαιτέρως. Ουδεμία ειδική συμφωνία δύναται να χειροτερεύση την θέσιν των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών ως και του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού ως αυτή ρυθμίζεται υπό της παρούσης Συμβάσεως ουδέ να περιορίση τα παρά ταύτης παραχωρούμενα εις εκείνους δικαιώματα.
Οι τραυματίαι, ασθενείς και ναυαγοί ως και τα μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού δικαιούνται εις το ευεργέτημα των ως άνω συμφωνιών εν όσω τοις είναι εφαρμοστέα η παρούσα Σύμβασις πλην αντιθέτου όρου ρητώς περιλαμβανομένου εις τας προμνησθείσας συμφωνίας ή εις μεταγενεστέρας τοιαύτας, ή επίσης, πλην της περιπτώσεως καθ’ ην το έν ή το άλλο των εν συρράξει Μερών ήθελεν λάβη υπέρ αυτών ευνοϊκώτερα μέτρα.
Άρθρ.7. Οι τραυματίαι, ασθενείς και ναυαγοί ως και τα μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται να παραιτηθούν, εν όλω ή εν μέρει των δικαιωμάτων άτινα τοις εξασφαλίζουν η παρούσα Σύμβασις, και αν υπάρχη περίπτωσις, αι ειδικαί συμφωνίαι περί ων το προηγούμενον άρθρον.
Άρθρ.8. Η παρούσα Σύμβασις θα εφαρμόζηται τη συνδρομή και υπό τον έλεγχον των προστατίδων Δυνάμεων των επιφορτισμένων την υπεράσπισιν των συμφερόντων των εν συρράξει Μερών. Προς τον σκοπόν τούτον αι προστάτιδες Δυνάμεις θα δύνανται, πλην του διπλωματικού και προξενικού των προσωπικού, να διορίζουν αντιπροσώπους εκ των ιδίων αυτών υπηκόων ή εκ των υπηκόων ετέρων ουδετέρων Δυνάμεων. Οι αντιπρόσωποι ούτοι πρέπει να τύχουν της εγκρίσεως της Δυνάμεως παρά τη οποία θα εκτελούν την αποστολήν των.
Τα εν συρράξει Μέρη θα ευκολύνουν εν τω ευρυτέρω δυνατώ μέτρω, το έργον των αντιπροσώπων ή εκπροσώπων των προστατίδων Δυνάμεων.
Οι αντιπρόσωποι ή εκπρόσωποι των προστατίδων Δυνάμεων εν ουδεμιά περιπτώσει συγχωρούνται να υπερβούν τα όρια της αποστολής των, ως αύτη καθορίζεται υπό της παρούσης Συμβάσεως. Ούτοι, ειδικώς, δέον να έχουν υπ’ όψιν τας επιτακτικάς ανάγκας της ασφαλείας του Κράτους παρ’ ω εκτελούν τα καθήκοντά των. Μόνον επιτακτικαί στρατιωτικαί ανάγκαι δύνανται να επιτρέψουν, όλως εξαιρετικώς και προσωρινώς, περιορισμόν της δράσεως των.
Άρθρ.9. Αι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως δεν αποτελούν κώλυμα εις την ανθρωπιστικήν δράσιν την οποίαν η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού ή και πας άλλος αμερόληπτος ανθρωπιστικός οργανισμός, θ’ ανελάμβανε δια την προστασίαν των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών ως και των μελών του υγειονομικού και θρησκευτικού προσω-πικού και την προς αυτούς παροχήν βοηθημάτων τη συγκαταθέσει των ενδιαφερομένων εν συρράξει Μερών.
Άρθρ.10. Τα υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα δύνανται ανά πάσαν στιγμήν να συνεννοηθούν ίνα εμπιστευθούν εις οργανισμόν παρουσιάζοντα όλας τας εγγυήσεις αμεροληψίας και ικανότητος τα καθήκοντα τα ανατιθέμενα δια της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις.
Εν η περιπτώσει τραυματίαι, ασθενείς και ναυαγοί ή μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού δεν απολαύουν ή παύουν να απολαύουν, δι’ οιονδήποτε αιτίαν της υποστηρίξεως προστάτιδος Δυνάμεως ή οργανισμού υποδειχθέντος συμφώνως προς τα εν τω πρώτω εδαφίω διαλαμβα-νόμενα, η κατακρατούσα Δύναμις δέον να ζητήση, είτε παρ’ ουδετέρου Κράτους είτε παρά τοιούτου τινός οργανισμού, ν’ αναλάβη τα καθήκοντα τ’ ανατιθέμενα δια της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις τας υποδεικνυομένας υπό των εν συρράξει Μερών.
Εάν δεν δύναται και ούτω να εξασφαλισθή προστασία, η κατακρατούσα Δύναμις οφείλει να ζητήση από ανθρωπιστικήν οργάνωσιν ως η Διεθνής Επιτροπή το Ερυθρο Σταυρού, ν’ αναλάβη τ’ ανθρωπιστικά καθήκοντα τα ανατιθέμενα δια της παρούσης Συμβάσεως, εις τας προστάτιδας Δυνάμεις, ή δέον ν’ αποδεχθή, υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του παρόντος άρθρου, την προσφοράν υπηρεσιών της προερχομένην από τοιούτον οργανισμόν.
Πάσα ουδετέρα Δύναμις ή πας οργανισμός κληθείς παρά της ενδιαφερομένης Δυνάμεως ή προσφε-ρόμενος προς τον προμνησθέντα σκοπόν, οφείλει κατά την δράσιν του να έχη συνείδησιν των ευθυνών του έναντι του εν συρράξει Μέρους εκ του οποίου εξαρτώνται τα υπό της παρούσης Συμβάσεως προστατευόμενα πρόσωπα και να παρέχη επαρκείς εγγυήσεις ικανότητος δια την ανάληψιν των περί ων πρόκειται καθηκόντων και την αμερόληπτον εκτέλεσίν των.
Ουδεμία επιτρέπεται παρέκκλισις από των προηγουμένων διατάξεων δι’ ειδικής συμφωνίας μεταξύ Δυνάμεων ων η μια θα ευρίσκετο, έστω και προσωρινώς έναντι της άλλης Δυνάμεως ή των Συμμάχων αυτής, περιωρισμένη όσον αφορά την προς διαπραγμάτευσιν ικανότητά της, συνεπεία στρατιωτικών γεγονότων, και δη εν περιπτώσει κατοχής ολοκλήρου ή σημαντικού τμήματος του εδάφους αυτής.
Οσάκις γίνεται εις την παρούσαν Σύμβασιν μνεία περί προστάτιδος Δυνάμεως, η μνεία αύτη υποδηλοί και τους οργανισμούς οίτινες αντικαθιστώσιν αυτήν εν τη εννοία του παρόντος άρθρου.
Άρθρ.11. Εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην θα εθεώρουν τούτο χρήσιμον από απόψεως των συμφερόντων των προστατευομένων προσώπων, και δη εις περίπτωσιν διαφωνίας μεταξύ των εν συρράξει Μερών επί της εφαρμογής ή της ερμηνείας των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως, αι προστάτιδες Δυνάμεις θέλουν προσφέρει τας καλάς αυτών υπηρεσίας δια την διευθέτησιν της διαφοράς.
Προς τον σκοπόν τούτον, εκάστη των προστατίδων Δυνάμεων δύναται τη προσκλήσει ενός των Μερών ή αυθορμήτως, να προτείνη εις τα εν συρράξει Μέρη συνάντησιν των αντιπροσώπων των και δη των αρχών των επιφορτισμένων των τύχην των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών, ως του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού, ενδεχομένως επί ουδετέρου εδάφους καταλλήλως εκλεγησομένου. Τα εν συρράξει Μέρη υποχρεούνται να δώσουν συνέχειαν εις τας ούτω υποβληθησομένας αυταίς προτάσεις. Αι προστάτιδες Δυνάμεις δύνανται, εάν συντρέχη προς τούτο περίπτωσις, να προτείνουν εις την έγκρισιν των εν συρράξει Μερών προσωπικότητα ανήκουσαν εις ουδέτεραν Δύναμιν ή προσωπικότητα υποδειχθησομένην υπό της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, ήτις να κληθή όπως μετάσχη εις την συνάντησιν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙ - Περί τραυματιών, ασθενών και ναυαγών[Επεξεργασία]

Άρθρ.12. Τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων και τα εις το επόμενον άρθρον αναφερόμενα άλλα πρόσωπα, όταν είναι τραυματίαι, ασθενείς ή ναυαγοί, δέον να είναι σεβαστά και να προστατεύωνται εις πάσαν περίπτωσιν. Σημειωτέον ότι ο όρος «ναυάγιον» εφαρμόζεται εις παν ναυάγιον οιαιδήποτε και αν είναι αι συνθήκαι υφ’ ας έλαβε χώραν, περιλαμβανομένης της αναγκαστικής προσθαλασσώσεως και της εις την θάλασσαν πτώσεως.
Θα τύχουν ανθρωπιστικής μεταχειρίσεως και περιθάλψεως υπό του εν συρράξει Μέρους εις την εξουσίαν του οποίου θα ευρίσκωνται άνευ ουδεμιάς διακρίσεως δυσμενούς χαρακτήρος βασιζομένην εις το φύλον, την φυλήν, την εθνικότητα, την θρησκείαν, τας πολιτικάς πεποιθήσεις ή έτερον ανάλογον κριτήριον. Απαγορεύεται αυστηρώς πάσα προσβολή εις την ζωήν ή το πρόσωπον των και πλην άλλων η εξόντωσις των βαρέως πασχόντων, ο φόνος, η βάσανος, η ενέργεια επ’ αυτών βιολογικών πειραμάτων ή εσκεμμένη εγκατάλειψίς των άνευ ιατρικής περιθάλψεως ή ανευ περιποιήσεως η επί σκοπώ έκθεσις των εις κίνδυνον μεταδόσεως ασθενείας ή μολύνσεως, επί τούτο δημιουργηθείσης.
Μόνον λόγω επειγούσης ανάγκης επιτρέπεται η μεταβολή της προτεραιότητος εις την σειράν παροχής περιθάλψεως.
Αι γυναίκες θα τυγχάνουν της οφειλομένης εις το φύλον των ειδικής προσοχής.
Άρθρ.13. Η παρούσα Σύμβασις θα εφαρμόζηται εις τους ναυαγούς και τους εν θαλάσση τραυματίας και ασθενείς τους ανήκοντας εις τας κάτωθι κατηγορίας:
1.Τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων ενός των εν συρράξει Μερών, ως επίσης και τα μέλη της εθνοφυλακής και των εθελοντικών σωμάτων των αποτελούντων τμήμα των ενόπλων αυτού δυνάμεων.
2.Τα μέλη των άλλων εθνοφρουρών και τα μέλη των άλλων εθελοντικών σωμάτων, συμπεριλαμβανομένων και των ομάδων ωργανωμένης αντιστάσεως ανηκόντων εις εν τω εν συρράξει Μερών και δρώντων εκτός ή εντός του ιδίου αυτών εδάφους, έστω και αν το έδαφος τούτο ευρίσκεται υπό κατοχήν, εφ’ όσον αι εθνοφρουραί αύται, ή τα εθελοντικά σώματα περιλαμβανομένων των ομάδων οργανωμένης αντιστάσεως, πληρούν τους κάτωθι όρους:
α)Έχουν επί κεφαλής των πρόσωπον υπεύθυνον δια τας πράξεις των υφισταμένων του.
β)Έχουν διακριτικόν σήμα μόνιμον και δυνάμενον ν’ αναγνωρισθή εξ αποστάσεως.
γ)Οπλοφορούν αναφανδόν.
δ)Συμμορφούνται κατά τας επιχειρήσεις των με τους Νόμους και τα έθιμα του πολέμου.
3.Τα μέλη τακτικών ενόπλων δυνάμεων εξαρτωμένων από Κυβέρνησιν ή αρχήν μη αναγνωριζομένην υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως.
4.Τα πρόσωπα τ’ ακολουθούντα τας ενόπλους δυνάμεις χωρίς ν’ αποτελούν απ’ ευθείας μέρος αυτών, οίον πολιτικά μέλη πληρωμάτων στρατιωτικών αεροπλάνων, πολεμικοί ανταποκριταί, προμηθευταί, μέλη μονάδων εργασίας ή υπηρεσιών ψυχαγωγίας του στρατού, υπό τον όρον να έχουν λάβει την άδειαν των στρατιωτικών δυνάμεων ας συνοδεύουν.
5.Τα μέλη των πληρωμάτων του εμπορικού ναυτικού, περιλαμβανομένων των πλοιάρχων, πιλότων και μαθητευομένων και τα πληρώματα της πολιτικής αεροπορίας των εν συρράξει Μερών εφ’ όσον δεν απολαμβάνουν ευνοϊκωτέρας μεταχειρίσεως δυνάμει άλλων διατάξεων του Διεθνούς Δικαίου.
6.Ο πληθυσμός μη κατεχομένου εδάφους, όστις, επί τη προσεγγίσει του εχθρού λαμβάνει αυθορμήτως τα όπλα ίνα πολεμήση κατά των στρατευμάτων εισβολής χωρίς να έχη τον καιρόν να καταρτισθή εις τακτικάς ενόπλους δυνάμεις, εφ’ όσον οπλοφορεί αναφανδόν και σέβεται τους Νόμους και τα έθιμα του πολέμου.
Άρθρ.14. Παν πολεμικόν σκάφος ενός εμπολέμου Μέρους δύναται ν’ απαιτήση την παράδοσιν τραυματιών, ασθενών ή ναυαγών ευρισκομένων επί στρατιωτικών νοσοκομειακών πλοίων, επί νοσοκομειακών πλοίων ανηκόντων εις εταιρείας βοηθείας ή εις ιδιώτας, επί εμπορικών πλοίων, θαλαμηγών και εφολκίων οιασδήποτε εθνικότητος εφ’ όσον η κατάστασις υγείας των τραυματιών και ασθενών επιτρέπει την παράδοσιν των και εφ’ όσον το πολεμικόν σκάφος διαθέτει εγκαταστάσεις επιτρεπούσας την εξασφάλισιν επαρκούς περιθάλψεως.
Άρθρ.15. Εάν τραυματίαι, ασθενείς ή ναυαγοί περισυλλεγούν υπό ουδετέρου πολεμικού σκάφους ή υπό ουδετέρου στρατιωτικού αεροσκάφους, δέον να ληφθή μέριμνα, οσάκις τούτο απαιτεί το διεθνές δίκαιον, ώστε να μη δυνηθούν τα πρόσωπα ταύτα να συμμετάσχουν εκ νέου εις πολεμικάς επιχειρήσεις.
Άρθρ.16. Λαμβανομένων υπ’ όψιν των διατάξεων του άρθρ. 12, οι τραυματίαι ασθενείς και ναυαγοί ενός των εμπολέμων, περιελθόντες εις χείρας του αντιπάλου θα θεωρούνται αιχμάλωτοι πολέμου, οι δε κανόνες του διεθνούς δικαίου οι αφορώντες τους αιχμαλώτους πολέμου θα ισχύσουν ως προς αυτούς. Εις τον συλλαβόντα εναπόκειται ν’ αποφασίση, αναλόγως των περιστάσεων, εάν ενδείκνυται να κρατήση τούτους, να τους κατευθύνη προς τον λιμένα της χώρας του, προς ουδέτερον λιμένα ή ακόμη και προς λιμένα του αντιπάλου. Εις την τε-λευταίαν ταύτην περίπτωσιν οι ούτω αποδοθησόμενοι προς την χώραν των αιχμάλωτοι πολέμου δεν θα δύνανται να υπηρετήσουν κατά την διάρκειαν του πολέμου.
Άρθρ.17. Οι τραυματίαι ασθενείς και ναυαγοί οι αποβιβαζόμενοι τη συγκαταθέσει των τοπικών αρχών εις ουδέτερον λιμένα, οφείλουν, πλην αντιθέτου συμφωνίας μεταξύ της ουδετέρας Δυνάμεως και των εμπολέμων Δυνάμεων, να κρατηθούν υπό της ουδετέρας Δυνάμεως οσάκις τούτο επιτάσσει το διεθνές δίκαιον, εις τρόπον ώστε να μη δυνηθούν να λάβουν εκ νέου μέρος εις τας πολεμικάς επιχειρήσεις.
Αι δαπάναι νοσηλείας και περιορισμού θα βαρύνουν την Δύναμιν εις την οποίαν ανήκουν οι τραυματίαι, ασθενείς ή ναυαγοί.
Άρθρ.18. Μεθ’ εκάστην μάχην τα εν συρράξει Μέλη οφείλουν να λάβουν άνευ χρονοτριβής άπαντα τα δυνατά μέτρα δια την αναζήτησιν και περισυλλογήν των ναυαγών, τραυματιών και ασθενών, την προστασίαν των κατά της λεηλασίας και κακής μεταχειρίσεως και την εξασφάλισιν της αναγκαίας εις αυτούς περιθάλψεως, ως επίσης και δια την αναζήτησιν των νεκρών και παρεμπόδισιν της σκυλεύσεώς των.
Οσάκις αι περιστάσεις το επιτρέπουν τα εν συρράξει Μέρη θα συνάψουν τοπικάς συμφωνίας δια την από θαλάσσης εκκένωσιν τραυματιών και ασθενών πολιορκουμένης ή περικυκλωμένης ζώνης και δια την διάβασιν του δια την ζώνην ταύτην προοριζομένου υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού και υγειονομικού υλικού.
Άρθρ.19. Τα εν συρράξει Μέρη οφείλουν να καταχωρήσουν, όσον ένεστι τάχιον, όλα τα στοιχεία δια των οποίων θα δύνανται ν’ αναγνωρισθούν οι ναυαγοί, τραυματίαι, ασθενείς και νεκροί του αντιπάλου Μέρους, οίτινες έπεσαν εις χείρας του. Αι ως άνω πληροφορίαι δέον, ει δυνατόν, να περιλάβουν:
α)Ένδειξιν περί της Δυνάμεως εξ ης εξαρτώνται.
β)Μονάδα υπηρεσίας ή αριθμόν μητρώου.
γ)Επίθετον.
δ)Όνομα ή ονόματα.
ε)Ημερομηνίαν γεννήσεως.
ζ)Οιανδήποτε άλλην πληροφορίαν αναγραφομένην επί του δελτίου ή της πινακίδος ταυτότητος.
η)Ημερομηνίαν και τόπον συλλήψεως ή θανάτου.
θ)Πληροφορίας αφορώσας τα τραύματα, την ασθένειαν ή τα αίτια του θανάτου.
Αι ως άνω πληροφορίαι δέον να διαβιβάζωνται όσον τάχιστα προς το γραφείον πληροφοριών περί ου το άρθρ. 122 της Συμβάσεως της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, της 12ης Αυγ. 1949 όπερ θα τας κοινοποιεί προς την Δύναμιν εξ ης εξαρτώνται τα πρόσωπα ταύτα, μέσω της προστάτιδος Δυνάμεως και του κεντρικού Πρακτορείου των αιχμαλώτων πολέμου.
Τα εν συρράξει Μέρη θα καταρτίζουν και κοινοποιούν αλλήλοις δια της εν τω προηγουμένω εδαφίω αναφερομένης οδού, τας ληξιαρχικάς πράξεις θανάτου ή τους καταλόγους θανάτων δεόντως κεκυρωμένους. Θα συλλέγουν και θα διαβιβάζουν επίσης, μέσω του αυτού γραφείου, το ήμισυ των διπλών πινακίδων ταυτότητος ή αυτήν την πινακίδα εάν είναι μονή, τας διαθήκας ή άλλα έγγραφα παρουσιάζοντα ενδιαφέρον δια τας οικογενείας των αποβιωσάντων, τα χρηματικά των ποσά και εν γένει, πάντα τα αντικείμενα τα έχοντα πραγματικήν ή αισθηματικήν αξίαν, τα ευρεθέντα επί των νεκρών. Τα αντικείμενα ταύτα ως και εκείνα ων δεν εξηκριβώθη ο ιδιοκτήτης, θ’ αποστέλλωνται δι’ εσφραγισμένων δεμάτων συνοδευομένων υπό δηλώσεως παρεχούσης όλας τας αναγκαίας λεπτομερείας δια την ανακάλυψιν του αποθανόντος ιδιοκτήτου, ως και πλήρη απογραφήν του περιεχομένου του δέματος.
Άρθρ.20. Τα εν συρράξει Μέρη οφείλουν να μεριμνήσουν ώστε η εις την θάλασσαν ρίψις των νεκρών, γινομένη ατομικώς εφ’ όσον το επιτρέπουν αι περιστάσεις, έπεται προσεκτικής, ει δυνατόν δε ιατρικής εξετάσεως των λειψάνων, ώστε να πιστοποιηθή ο θάνατος, να εξεκριβωθή η ταυτότης του νεκρού και να καταστή δυνατή σχετική ανακοίνωσις. Εάν γίνεται χρήσις διπλής πλακός ταυτότητος το ήμισυ της πλακός ταύτης θα παραμείνη επί της σωρού.
Εάν οι νεκροί έχουν αποβιβασθή, τυγχάνουν επ’ αυτών εφαρμοστέαι αι διατάξεις της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεις της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων της 12ης Αυγ. 1949.
Άρθρ.21. Τα εν συρράξει Μέρη δύνανται να κάμουν έκκλησιν προς τον εύσπλαχνον ζήλον των πλοιάρχων των ουδετέρων εμπορικών πλοίων, θαλαμηγών ή άλλων σκαφών όπως παραλάβουν επί του σκάφους των και περιθάλψουν τους τραυματίας, ασθενείς και ναυαγούς και όπως περισυλλέξουν τους νεκρούς.
Τα παντός είδους σκάφη τα οποία ήθελον ανταποκριθή εις την έκκλησιν ταύτην ως και όσα αυθορμήτως ήθελον περισυλλέξει τραυματίας, ασθενείς ή ναυαγούς, θα χαίρουν ιδιαιτέρας προστασίας και διευκολύνσεων δια την εκτέλεσιν της ανθρωπιστικής των αποστολής.
Εν ουδεμιά περιπτώσει επιτρέπεται η σύλληψις των σκαφών τούτων διότι εκτελούν τοιαύτην μεταφοράν. Αλλά, πλην αντιθέτων προς αυτά υποσχέσεων, παραμένουν εκτεθειμένα εις σύλληψιν δια τας τυχόν υπ’ αυτών διαπραττομένας παραβάσεις ουδετερότητος.


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ III - Περί Νοσοκομειακών πλοίων[Επεξεργασία]

Άρθρ.22. Τα στρατιωτικά νοσοκομειακά πλοία, ήτοι τα πλοία τα κατασκευασθέντα ή διαρρυθμισθέντα υπό των Δυνάμεων ειδικώς και αποκλειστικώς προς παροχήν βοηθείας εις τους τραυματίας, ασθενείς και ναυαγούς, προς νοσηλείαν και μεταφοράν αυτών, εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενον επιθέσεως ή να συλληφθούν αλλά θα τυγχάνουν πάντοτε σεβασμού και προστασίας υπό τον όρον ότι τα ονόματα και χαρακτηριστικά των έχουν ανακοινωθή προς τα εν συρράξει Μέρη δέκα ημέρας προ της χρησιμοποιήσεως των .
Τα χαρακτηριστικά, άτινα δέον ν’ αναφέρωνται εις την κοινοποίησιν περιλαμβάνουν τον καταγεγραμμένον μικτόν εκτοπισμόν, το μήκος από της πρώρας εις την πρύμνην και τον αριθμόν των ιστών και καπνοδόχων αυτών.
Άρθρ.23. Αι επί της ακτής τοποθετημέναι εγκαταστάσεις αι δικαιούμεναι εις την προστασίαν της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων της 12ης Αυγ. 1949, δεν επιτρέπεται ούτε να γίνουν αντικείμενον επιθέσεως ούτε να βομβαρδίζωνται από θαλάσσης.
Άρθρ.24. Τα νοσοκομειακά πλοία τα χρησιμοποιούμενα υπό εθνικών εταιρειών του Ερυθρού Σταυρού, υπό εταιρειών βοηθείας επισήμως ανεγνωρισμένων ή υπό ιδιωτών θα χαίρουν της αυτής προστασίας ως και τα στρατιωτικά νοσοκομειακά πλοία και θα εξαιρούνται συλλήψεως εάν το Μέρος από το οποίον εξαρτώνται έχει αναθέσει εις αυτά επίσημον αποστολήν, εφ’ όσον ετηρήθησαν αι περί κοινοποιήσεως διατάξεις του άρθρ. 22.
Τα πλοία ταύτα οφείλουν να φέρουν έγγραφον της αρμοδίας αρχής δηλούν ότι υπεβλήθησαν εις τον έλεγχον αυτής κατά τον εξοπλισμόν και την άπαρσίν των.
Άρθρ.25. Τα νοσοκομειακά πλοία τα χρησιμοποιούμενα υπό εθνικών εταιριών του Ερυθρού Σταυρού, υπό εταιρειών επισήμως ανεγνωρισμένων ή υπό ιδιωτών ουδετέρων Κρατών θα χαίρουν της αυτής ως και τα στρατιωτικά νοσοκομειακά πλοία προστασίας και θα εξαιρούνται της συλλήψεως υπό τον όρον ότι έχουν τεθή υπό την διεύθυνσιν ενός των εν συρράξει Μερών, τη συγκαταθέσει της ιδίας αυτών Κυβερνήσεως και τη αδεία του Μέρους τούτου, και εφ’ όσον ετηρήθησαν αι περί κοινοποιήσεως διατάξεις του άρθρ.22.
Άρθρ.26. Η προβλεπομένη εις τα άρθρ. 22, 24 και 25 προστασία ισχύει δια τα νοσοκομειακά πλοία πάσης χωρητικότητος και δια τας ναυαγοσωστικάς των λέμβους οπουδήποτε και αν δρουν. Ουχ’ ήττον, ίνα εξασφαλισθή το ανώτατον δυνατόν όριον ανέσεως και ασφαλείας, τα εν συρράξει Μέρη θα προσπαθήσουν να χρησιμοποιούν δια την μεταφοράν τραυματιών ασθενών και ναυαγών επί μακρών απο-στάσεων και εις το ανοικτόν πέλαγος, νοσοκομειακά πλοία μικτού εκτοπίσματος πλέον των 2.000 τόννων.
Άρθρ.27. Υπό τους αυτούς όρους τους προβλεπομένους εις τα άρθρ. 22 και 24, τα σκάφη τα χρησιμοποιούμενα υπό του Κράτους ή Εταιρειών βοηθείας επισήμως ανεγνωρισμένων δια παρακτίους ναυαγοσωστικάς επιχειρήσεις θα τύχουν επίσης σεβασμού και προστασίας εν ω μέτρω επιτρέπουσι τούτο αι ανάγκαι των επιχειρήσεων.
Το αυτό θα ισχύση, κατά το δυνατόν, δια τας παρακτίους μονίμους εγκαταστάσεις τας αποκλειστικώς υπό των εν λόγω σκαφών χρησιμοποιουμένας δια τας ανθρωπιστικάς των αποστολάς.
Άρθρ.28. Εν περιπτώσει μάχης επί πολεμικού πλοίου, τα νοσηλευτήρια του θα τύχουν σεβασμού και θ’ αφεθούν, κατά το δυνατόν, έξω του αγώνος. Τα νοσηλευτήρια ταύτα και το υλικόν των θα υπόκεινται εις τους Νόμους του πολέμου αλλά δεν θα δύνανται να χρησιμοποιηθούν δι’ άλλους σκοπούς εφ’ όσον είναι αναγκαία εις τους τραυματίας και ασθενείς. Ουχ’ ήττον, ο κυβερνήτης εις την εξουσίαν του οποίου περιήλθον εξουσιοδοτείται να χρησιμοποιήση αυτά, εν περιπτώσει επειγούσης στρατιωτικής ανάγκης, αφού προηγουμένως εξασφαλίση την τύχην των εκεί νοσηλευομένων τραυματιών και ασθενών.
Άρθρ.29. Παν νοσοκομειακόν πλοίον ευρισκόμενον εντός λιμένος περιερχομένου εις χείρας του εχθρού δικαιούται ν’ αποπλεύση εκείθεν.
Άρθρ.30. Τα εν άρθρ. 22, 24, 25 και 27 αναφερόμενα πλοία και σκάφη θέλουσι παράσχη αρωγήν και περίθαλψιν εις τους τραυματίας και ασθενείς αδιακρίτως εθνικότητος.
Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν να μη χρησιμοποιήσουν τα πλοία και σκάφη ταύτα δι’ οιονδήποτε στρατιωτικόν σκοπόν.
Τα πλοία και σκάφη ταύτα κατ’ ουδένα τρόπον επιτρέπεται να παρεμποδίσουν τας κινήσεις των μαχομένων.
Κατά την διάρκειαν και μετά την μάχην θα ενεργούν υπό ιδίαν ευθύνην ως προς τους διατρανομένους υπ’ αυτών κινδύνους.
Άρθρ.31. Τα εν συρράξει Μέρη θα έχουν το δικαίωμα ελέγχου και νηοψίας επί των πλοίων και σκαφών περί ων τα άρθρ. 22, 24, 25 και 27. Θα δύνανται ν’ αρνηθούν την συνδρομήν των πλοίων και σκαφών τούτων, να διατάξουν ταύτα ν’ απομακρυνθούν, να επιβάλουν εις αυτά καθωρισμένην πορείαν, να ρυθμίσουν την χρήσιν του ασυρμάτου των και παντός άλλου μέσου επικοινωνίας των, ακόμη δε και να κατακρατήσουν αυτά επί επτά, κατ’ ανώτατον όριον, ημέρας από της στιγμής της πρώτης προς αυτά κλήσεως, εάν η κρισιμότης των περιστάσεων το απαιτεί.
Δύνανται να τοποθετήσουν προσωρινώς επί των εν λόγω πλοίων και σκαφών επίτροπον ούτινος αποκλειστικόν έργον θα είναι να εξασφαλίση την εκτέλεσιν των βάσει των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου παρεχομένων διαταγών.
Τα εν συρράξει Μέρη θα εγγράψουν, εφ’ όσον αποβαίνει δυνατόν, επί του ημερολογίου των νοσοκομειακών πλοίων, κι εις γλώσσαν καταληπτήν εις τον κυβερνήτην του νοσοκομειακού πλοίου, τας παρασχεθησομένας αυτώ διαταγάς.
Τα εν συρράξει Μέρη θα δύνανται, είτε μονομερώς είτε δυνάμει ειδικής συμφωνίας να τοποθετήσουν επί των νοσοκομειακών των πλοίων ουδετέρους παρατηρητάς, οίτινες να διαπιστούν την ακριβή τήρησιν των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.32. Τ’ αναφερόμενα εν άρθρ. 22, 24, 25 και 27 πλοία και σκάφη δεν εξομοιούνται προς πολεμικά πλοία όσον αφορά την παραμονήν των εντός ουδετέρων λιμένων.
Άρθρ.33. Τα εμπορικά πλοία τα μετατραπέντα εις νοσοκομειακά δεν δύνανται πλέον διαρκουσών των εχθροπραξιών να τύχουν άλλης χρησιμοποιήσεως.
Άρθρ.34. Η οφειλομένη εις τα νοσοκομειακά πλοία και τα νοσηλευτήρια των πολεμικών προστασία, παύει μόνον αν γίνη χρήσις αυτών προς διενέργειαν έξω των ανθρωπιστικών αυτών καθηκόντων πράξεων επιζημίων εις τον εχθρόν. Ουχ’ ήττον η προστασία θα λήξη μόνον κατόπιν προειδοποιήσεως οριζούσης, οσάκις καθίσταται τούτο εφικτόν, λογικήν προθεσμίαν και όταν η προθεσμία αύτη παρέλθη άπρακτος.
Ειδικώς τα νοσοκομειακά πλοία δεν θα δύνανται να κατέχουν ή να χρησιμοποιούν μυστικόν κώδικα δια τας δι’ ασυρμάτου εκπομπάς των ή δια τας δι’ οιουδήποτε άλλου μέσου επικοινωνίας των.
Άρθρ.35. Τα κάτωθι γεγονότα δεν θα θεωρούνται ως δυνάμενα να στερήσουν τα νοσοκομειακά πλοία και τα νοσηλευτήρια των πολεμικών, της οφειλομένης προς αυτά προστασίας.
1.Το γεγονός ότι το προσωπικόν των πλοίων τούτων και νοσηλευτηρίων είναι ωπλισμένον και χρησιμοποιεί τα όπλα του δια την άμυναν του ή εκείνην των τραυματιών και ασθενών του.
2.Η ύπαρξις επί του πλοίου συσκευών προοριζομένων αποκλειστικώς εις την εξασφάλισιν της ναυσιπλοΐας ή της επικοινωνίας.
3.Το γεγονός ότι επί των νοσοκομειακών πλοίων ή εις τα νοσηλευτήρια των πολεμικών ευρίσκονται φορητά όπλα και πυρομαχικά αφαιρεθέντα από τους τραυματίας, ασθενείς και ναυαγούς και μη έχοντα εισέτι παραδοθή εις την αρμοδίαν υπηρεσίαν.
4.Το γεγονός ότι η ανθρωπιστική δράσις των νοσοκομειακών πλοίων και νοσηλευτηρίων των πολεμικών πλοίων ή του προσωπικού των επεκτείνεται και εις πολίτας τραυματίας, ασθενείς ή ναυαγούς.
5.Το γεγονός ότι τα νοσοκομειακά πλοία μεταφέρουν υλικόν και προσωπικόν αποκλειστικώς προοριζόμενον δι’ υγειονομικούς σκοπούς πέραν των συνήθων αυτών αναγκών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ IV - Περί προσωπικού[Επεξεργασία]

Άρθρ.36. Το θρησκευτικόν, ιατρικόν και νοσοκομειακόν προσωπικόν των νοσοκομειακών πλοίων και το πλήρωμα αυτών θέλουσι τύχη σεβασμού και προστασίας. Δεν επιτρέπεται η σύλληψίς των καθ’ ον χρόνον τελούν εις την υπηρεσίαν των πλοίων τούτων, είτε υπάρχουν επί του πλοίου των τραυματίαι και ασθενείς είτε όχι.
Άρθρ.37. Το θρησκευτικόν, ιατρικόν και νοσοκομειακόν προσωπικόν το τελούν εις την ιατρικήν ή πνευματικήν υπηρεσίαν των εις τα άρθρ. 12 και 13 καθοριζομένων προσώπων, θα τυγχάνη σεβασμού και προστασίας οσάκις περιέρχεται εις χείρας του εχθρού. Θα δύναται να συνεχίση, την εκτέλεσιν των καθηκόντων του καθ’ ο διάστημα τούτο αποβαίνει αναγκαίον δια την περίθαλψιν των τραυματιών και ασθενών. Θα παλιννοστήται κατόπιν, ευθύς ως ο αρχιστράτηγος υπό την εξουσίαν του οποίου περιήλθε το προσωπικόν τούτο κρίνη τούτο δυνατόν.
Εάν ουχ’ ήττον απέβαινε αναγκαία η κράτησις μέρους του προσωπικού τούτου λόγω των υγειονομικών ή πνευματικών αναγκών των αιχμαλώτων πολέμου θέλουν ληφθή όλα τα μέτρα δια την όσον ένεστι ταχυτέραν αποβίβασίν του.
Μετά την αποβίβασιν του το κρατηθέν προσωπικόν θα υπόκειται εις τας διατάξεις της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων της 12 Αυγ. 1949.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ V - Περί Υγειονομικών Μεταφορών[Επεξεργασία]

Άρθρ.38. Τα προς τούτο ναυλούμενα πλοία θα έχουν το δικαίωμα να μεταφέρουν υλικόν αποκλειστικώς προοριζόμενον δια τους τραυματίας και ασθενείς των ενόπλων δυνάμεων ή δια την πρόληψιν των ασθενειών εφ’ όσον οι όροι του ταξειδίου των έχουν ανακοινωθή εις την αντίπαλον Δύναμιν και τύχη της εγκρίσεως της. Η αντίπαλος Δύναμις διατηρεί το δικαίωμα ν’ ασκήση επ’ αυτών νηοψίαν ουχί όμως να τα συλλάβη ή να κατάσχη το μεταφερόμενον υλικόν.
Κατόπιν συμφωνίας των εν συρράξει Μερών ουδέτεροι παρατηρηταί θα δύνανται να τοποθετηθούν επί των πλοίων τούτων προς έλεγχον του μεταφερομένου υλικού. Προς τον σκοπόν τούτον το εν λόγω υλικόν θα δεήση να είναι ευκόλως προσιτόν.
Άρθρ.39. Τα υγειονομικά αεροσκάφη, δηλαδή τα αεροσκάφη τα αποκλειστικώς χρησιμοποιούμενα δια την εκκένωσιν των τραυματιών και ασθενών, ως και δια την μεταφοράν, του υγειονομικού προσωπικού και υλικού, δεν θα γίνουν αντικείμενον επιθέσεως αλλά θα είναι σεβαστά εις τους εμπολέμους κατά τας πτήσεις τας οποίας θα εκτελούν εις ύψη, εις ώρας και κατά διαδρομάς, αίτινες θέλουν ειδικώς συμφωνηθή μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων εν συρράξει Μερών.
Θα φέρουν, κατά τρόπον λίαν ορατόν, το προβλεπόμενον υπό του άρθρ. 38 διακριτικόν σήμα, πλησίον των εθνικών των χρωμάτων επί των κάτω, άνω και πλαγίων επιφανειών. Θα είναι εφωδιασμένα με οιονδήποτε άλλον μέσον σημάνσεως ή μέσον αναγνωρίσεως, όπερ ήθελε καθορισθή, δια συμφω-νίας μεταξύ των εν συρράξει Μερών, είτε κατά την αρχήν, είτε διαρκουσών των εχθροπραξιών.
Πλην αντιθέτου συμφωνίας, θ’ απαγορεύεται η υπέρπτησις εδάφους εχθρικού ή κατεχομένου υπό του εχθρού.
Τα υγειονομικά αεροσκάφη θα οφείλουν να υπακούουν εις πάσαν κλήσιν προσγειώσεως. Εις περίπτωσιν τοιαύτης επιβεβλημένης προσγειώσεως το αεροσκάφος μετά των επιβαινόντων αυτού θα δικαιούται να συνεχίση την πτήσίν του κατόπιν ενδε-χομένου ελέγχου.
Εις περίπτωσιν τυχαίας προσγειώσεως ή προσθαλασσώσεως επί εδάφους εχθρικού ή κατεχομένου υπό του εχθρού, οι τραυματίαι ασθενείς και ναυαγοί ως και το πλήρωμα του αεροσκάφους, θα είναι αιχμάλωτοι πολέμου. Το υγειονομικόν προσωπικόν θα τύχη μεταχειρίσεως συμφώνου προς τα διαλαμβανόμενα εις τα άρθρ. 36 και 37.
Άρθρ.40. Τα υγειονομικά αεροσκάφη των εν συρράξει Μερών θα δύνανται, υπό επιφύλαξιν της δευτέρας παραγράφου, να υπερίπτανται του εδάφους των ουδετέρων Δυνάμεων και να προσγειούνται ή προσθαλασσούνται επ’ αυτού, είτε εις περίπτωσιν ανάγκης είτε προς στάθμευσιν. Οφείλουν να προειδοποιούν τας ουδετέρας Δυνάμεις περί της άνωθεν των εδαφών των διόδου, και να υπακούουν εις πάσαν διαταγήν προσγειώσεως ή προσθαλασσώσεως. Θα προστατεύονται έναντι επιθέσεως μόνον εφ’ όσον ίπτανται εις ύψη, ώρας και βάσει δρομολογίου ειδικώς συμπεφωνημένα μεταξύ των εν συρράξει Μερών, και των ενδιαφερομένων ουδετέρων Δυνάμεων.
Ουχ’ ήττον, αι ουδέτεραι Δυνάμεις θα δύνανται να καθορίσουν όρους ή περιορισμούς ως προς την υπέρπτησιν των εδαφών των ή την προσγείωσιν των υγειονομικών αεροσκαφών. Οι ενδεχόμενοι αυτοί όροι ή περιορισμοί θα εφαρμόζονται εξ ίσου δι’ όλα τα εν συρράξει Μέρη.
Οι τραυματίαι, ασθενείς ή ναυαγοί οίτινες θ’ αποβιβάζονται, με την συγκατάθεσιν των τοπικών αρχών, επί ουδετέρου εδάφους από υγειονομικόν αεροσκάφος δέον, πλην αντιθέτου συμφωνίας του ουδετέρου Κράτους και των εν συρράξει Μερών να κρατούνται υπό του ουδετέρου Κράτους οσάκις τούτο απαιτεί το διεθνές δίκαιον, ώστε να μη δυναθούν ούτοι να λάβουν εκ νέου μέρος εις τας πολεμικάς επιχειρήσεις. Αι δαπάναι νοσηλείας και περιορισμού θα είναι εις βάρος της Δυνάμεως εκ της οποία εξαρτώνται οι τραυματίαι ασθενείς ή ναυαγοί.
Άρθρ.41. Το έμβλημα του Ερυθρού Σταυρού επί βάθους λευκού θα τίθεται, υπό τον έλεγχον της αρμοδίας στρατιωτικής αρχής επί των σημαιών των περιβραχιονίων ως και εφ’ όλου του ανήκοντος εις την υγειονομικήν υπηρεσίαν υλικού.
Ουχ’ ήττον, δια τας χώρας αίτινες χρησιμοποιούν ήδη ως διακριτικόν σήμα, αντί του ερυθρού σταυρού την ερυθράν ημισέληνον ή τον ερυθρόν λέοντα και ήλιον, επί βάθους λευκού, τα εμβλήματα ταύτα τυγχάνουν επίσης δεκτά υπό την έννοιαν της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.42. Το προσωπικόν περί ου πραγματεύονται τα άρθρ. 36 και 37, θα φέρη εις τον αριστερόν βραχίονα περί βραχιόνιον, αντέχον εις την υγρασίαν, φέρον το διακριτικόν σήμα όπερ θέλει παραδώση προς αυτό εσφραγισμένον η στρατιωτική αρχή.
Το προσωπικόν τούτο, πλην της προβλεπομένης υπό του άρθρ. 19 πινακίδος ταυτότητος, θα φέρη επίσης ειδικόν δελτίον ταυτότητος με το διακριτικόν σήμα. Το δελτίον τούτο πρέπει ν’ αντέχη εις την υγρασίαν και να είναι διαστάσεων επιτρεπουσών την ενθυλάκωσιν. Θα είναι συντεταγμένον εις την εθνικήν γλώσσαν, θ’ αναφέρη τουλάχιστον το ονο-ματεπώνυμον, την ημερομηνίαν γεννήσεως, τον βαθμόν και τον αριθμόν μητρώου του δικαιούχου. Η ταυτότης θα καθορίζη υπό ποίαν ιδιότητα έχει ο δικαιούχος δικαίωμα εις την προστασίαν της παρούσης Συμβάσεως. Θα φέρη την φωτογραφίαν του κατόχου και επί πλέον, είτε την υπογραφήν είτε τα δακτυλικά αποτυπώματα αυτού, είτε και αμφότερα. Θα φέρη την ανάγλυφον σφραγίδα της στρατιωτικής αρχής.
Τα δελτία ταυτότητος δέον να είναι ομοιόμορφα εις έκαστον στρατόν, και κατά το δυνατόν του αυτού τύπου δια τους στρατούς όλων των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών. Τα εν συρράξει Μέρη δύνανται να λάβουν ως βάσιν το συναπτόμενον τη παρούση Συμβάσει υπόδειγμα. Θέλουν κοινοποιήση προς άλληλα, κατά την αρχήν των εχθροπραξιών τον τύπον τον οποίον χρησιμοποιούν. Έκαστον δελτίον ταυτότητος θέλει ει δυνατόν εκδοθή εις δύο τουλάχιστον αντίτυπα, ων το εν θα κρατηθή υπό της εκδοσάσης Δυνάμεως.
Εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται το ανωτέρω μνημονευόμενον προσωπικόν να στερηθή ούτε του διακριτικού του σήματος, ούτε του δελτίου ταυτότητος ούτε του δικαιώματος να φέρη το περιβραχιόνιόν του. Εις περίπτωσιν απωλείας θα δικαιούται να λάβη διπλότυπον του δελτίου και νέα διακριτικά σήματα εις αντικατάστασιν των απωλεσθέντων.
Άρθρ.43. Τα εις τα άρθρ. 22, 24, 25 και 27 αναφερόμενα πλοία και μικρά σκάφη θα διακρίνωνται ως εξής:
α)Όλαι αι εξωτερικαί των επιφάνειαι θα είναι λευκαί.
β)Εις ή πλείονες σταυροί βαθέως ερυθρού χρώματος και όσον το δυνατόν μεγαλύτεροι θα είναι σχεδιασμένοι εφ’ εκάστης πλευράς του σκάφους ως και επί των οριζοντίων επιφανειών των εις τρόπον ώστε να εξασφαλισθή η καλύτερα δυνατή ορατότης από αέρος και από θαλάσσης.
Όλα τα νοσοκομειακά πλοία θα επιτυγχάνουν την αναγνώρισίν των δια της υψώσεως της εθνικής των σημαίας και, επί πλέον, εάν ανήκουν εις ουδέτερον Κράτος, της σημαίας του εν συρράξει Μέρους εις την υπηρεσίαν του οποίου ετέθησαν. Λευκή σημαία με ερυθρόν σταυρόν οφείλει να κυματίζη όσον το δυνατόν υψηλώτερον επί του μεγάλου ιστού.
Αι ναυαγοσωστικαί λέμβοι των νοσοκομειακών πλοίων, αι παράκτιοι ναυαγοσωστικαί λέμβοι και όλα τα πλοιάρια τα χρησιμοποιούμενα υπό της Υγειονομικής Υπηρεσίας, θα είναι χρώματος λευκού μετά βαθυχρόου ερυθρού σταυρού σαφώς ορατού και γενικώς, τα ως άνω θεσπιζόμενα ως προς τα μέσα αναγνωρίσεως των νοσοκομειακών πλοίων θα έχωσι και ως προς ταύτα εφαρμογήν.
Τ’ ανωτέρω αναφερόμενα πλοία και σκάφη, προκειμένου να εξασφαλίσουν νύκτωρ ή εν καιρώ περιωρισμένης ορατότητος την προστασίαν της οποίας δικαιούνται, δέον με την συγκατάθεσιν του εν συρράξει μέρους εις την δύναμιν του οποίου ανήκουν, να λάβουν τ’ αναγκαία μέτρα ίνα καταστήσουν το χρώμα των και τα διακριτικά των σήματα επαρκώς εμφανή.
Τα δυνάμει του άρθρ. 31 προσωρινώς κατακρατούμενα υπό του εχθρού νοσοκομειακά πλοία οφείλουν να υποστείλουν την σημαίαν του εν συρράξει Μέρους εις την υπηρεσίαν του οποίου τελούν ή του οποίου εδέχθησαν την διεύθυνσιν.
Υπό την επιφύλαξιν προηγουμένης ανακοινώσεως προς όλα τα ενδιαφερόμενα εν συρράξει Μέρη δύναται να επιτραπή εις τας παρακτίους ναυαγοσω-στικάς λέμβους, εφ’ όσον συνεχίσουν την δράσιν των τη συγκαταθέσει της κατεχούσης Δυνάμεως από κατεχομένης βάσεως, να εξακολουθήσουν φέ-ρουσαι τα εθνικά των χρώματα ομού μετά της ση-μαίας του ερυθρού σταυρού.
Άπασαι αι διατάξεις του παρόντος άρθρου αι αφορώσαι το έμβλημα του ερυθρού σταυρού εφαρμόζονται επίσης και ως προς τα άλλα εμβλήματα τ’ αναφερόμενα εις το άρθρ. 41.
Τα εν συρράξει Μέρη οφείλουν, ανά πάσαν στιγμήν να καταβάλουν προσπαθείας ίνα συνάψουν συμφωνίας δια την χρησιμοποίησιν των μάλλον συγχρονισμένων εις διάθεσίν των μεθόδων προς διευκόλυνσιν της αναγνωρίσεως των εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένων πλοίων και σκαφών.
Άρθρ.44. Τα προβλεπόμενα εν άρθρ. 43 διακριτικά σημεία δύνανται να χρησιμοποιηθούν, εν καιρώ ειρήνης όπως και εν καιρώ πολέμου μόνον δια την σήμανσιν ή προστασίαν των εν αυτώ αναφερομένων σκαφών, υπό την επιφύλαξιν των περιπτώσεων, αίτινες θα προεβλέποντο ενδεχομένως υπό άλλης Συμβάσεως ή υπό συμφωνίας μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων εν συρράξει Μερών.
Άρθρ.45. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη των οποίων η νομοθεσία δεν θα ήτο από τούδε επαρκής, θέλουν λάβη τ’ αναγκαία μέτρα ίνα παρεμποδίσουν και τιμωρήσουν οποτεδήποτε πάσαν αυθαίρετον χρήσιν των προβλεπομένων εν άρθρ. 43 διακριτικών σημάτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VII - Περί εφαρμογής της συμβάσεως[Επεξεργασία]

Άρθρ.46. Έκαστον των εν συρράξει Μερών θα επιμεληθή, δια των αρχηγών του στρατού του της εκτελέσεως των προηγουμένων άρθρων, ως και των απροβλέπτων περιπτώσεων, συμφώνως προς τας γενικάς αρχάς της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.47. Απαγορεύονται τ’ αντίποινα κατά των τραυματιών, ασθενών, ναυαγών, του προσωπικού, των σκαφών ή του υλικού του προστατευομένου υπό της Συμβάσεως.
Άρθρ.48. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν, έν έκαστον εν τη χώρα του, να διαδώσουν όσον το δυνατόν ευρύτερον, εν καιρώ ειρήνης και εν καιρώ πολέμου το κείμενον της παρούσης Συμβάσεως, και ειδικώς να συμπεριλάβουν την μελέτην αυτής εις τα προγράμματα στρατιωτικής και ει, δυνατόν, πολιτικής εκπαιδεύσεως εις τρόπον ώστε να είναι γνωσταί αι βασικαί αυτής αρχαί εις το σύνολον του πληθυσμού, ειδικώς δε εις τας μαχίμους ενόπλους δυνάμεις, το υγειονομικόν προσωπικόν και τους στρατιωτικούς ιερείς.
Άρθρ.49'. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα κοινοποιήσουν προς άλληλα, μέσω του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου και, διαρκουσών των εχθροπραξιών, μέσω των προστατίδων Δυνάμεων, τας επισήμους μεταφράσεις της παρούσης Συμβάσεως ως και τους Νόμους και κανονισμούς τους οποίους ήθελεν θεσπίση προς εξασφάλισιν της εφαρμογής αυτής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VIII - Καταστολή των καταχρήσεων και παραβάσεων[Επεξεργασία]

Άρθρ.50. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται άπαντα να λάβουν τ’ αναγκαία νομοθετικά μέτρα δια τον καθορισμόν των κυρώσεων των επιβλητέων εις τα πρόσωπα, άτινα προέβησαν ή έδωσαν εις άλλους διαταγήν να προβούν εις οιανδήποτε σοβαράν παράβασιν της παρούσης Συμβάσεως ως αι παραβάσεις αύται καθορίζονται εις το επόμενον άρθρον.
Έκαστον Συμβαλλόμενον Μέρος θα έχη την υποχρέωσιν ν’ αναζητήση τα πρόσωπα τα κατηγορούμενα ότι προέβησαν ή έδωσαν εις άλλους διαταγήν να προβούν εις οιανδήποτε των σοβαρών τούτων παραβάσεων και οφείλει να παραπέμψη τα πρόσωπα ταύτα ενώπιον των Δικαστηρίων του, οιαδήποτε και αν είναι η εθνικότης των. Δύναται επίσης, εάν το προτιμά, και υπό τους προβλεπομένους υπό της ιδίας αυτού νομοθεσίας όρους, να παραδώση τα ειρημένα πρόσωπα προς εκδίκασιν εις έτερον Συμβαλλόμενον Μέρος, το οποίον ενδιαφέρεται δια την δίωξίν των, εφ’ όσον το Συμβαλλόμενον τούτο Μέρος έχει εναντίον των επαρκείς λόγους διώξεως.
Έκαστον Συμβαλλόμενον Μέρος θα λάβη τα αναγκαία μέτρα δια την κατάπαυσιν ενεργειών αντικειμένων εις τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως, και πέραν των σοβαρών παραβάσεων, αίτινες καθορίζονται εις το επόμενον άρθρον.
Εις πάσαν περίστασιν οι μηνυόμενοι θ’ απολαμβάνουν εγγυήσεων δικονομικών και ελευθέρας υπερασπίσεως ουχί κατωτέρων των προβλεπομένων εις τα άρθρ. 105 και επόμενα της Συμβάσεως της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου της 12ης Αυγ. 1949.
Άρθρ.51. Αι σοβαραί παραβάσεις περί των οποίων πραγματεύεται το προηγούμενον άρθρον είναι εκείναι αίτινες συνεπάγονται οιανδήποτε των ακολούθων πράξεων εφ’ όσον διαπράττονται εναντίον προσώπων ή πραγμάτων προστατευομένων υπό της παρούσης Συμβάσεως, εκ προθέσεως φό-νος, βάσανος ή άλλη απάνθρωπος μεταχείρισις περιλαμβανομένων των βιολογικών πειραμάτων, εκ προθέσεως πρόκλησις μεγάλης οδύνης ή σοβαρά προσβολή κατά της σωματικής ακεραιότητος ή υγείας, καταστροφή ή ιδιοποίησις αγαθών μη δικαι-ολογουμένη υπό στρατιωτικών αναγκών και λαμβάνουσα χώραν εις μεγάλην κλίμακα κατά τρόπον παράνομον και αυθαίρετον.
Άρθρ.52. Ουδέν των Συμβαλλομένων Μερών δύναται ν’ απαλλάξη εαυτό ουδέ να απαλλάξη έτερον Συμβαλλόμενον Μέρος των ευθυνών, ας αυτό τούτο ή άλλο Συμβαλλόμενον Μέρος υπέχουν λόγω των εις το προηγούμενον άρθρον προβλεπομένων παραβάσεων.
Άρθρ.53. Αιτήσει ενός των εν συρράξει Μερών, θα διεξαχθή ανάκρισις, ης ο τρόπος ενεργείας θα καθορισθή υπό των ενδιαφερομένων Μερών, επί πάσης καταγγελίας περί παραβάσεως της Συμβάσεως.
Εάν δεν επέλθη συμφωνία επί της διαδικασίας της ανακρίσεως, τα εν συρράξει Μέρη θα συνεννοηθούν δια την εκλογήν διαιτητού, όστις θ’ αποφασίση περί της ακολουθητέας διαδικασίας.
Άπαξ διαπιστωθή η παράβασις τα εν συρράξει Μέρη θα θέσουν τέρμα εις αυτήν και θα επιβάλουν όσον το δυνατόν ταχύτερον τας δεούσας κυρώσεις.

Τελικαί Διατάξεις[Επεξεργασία]

Άρθρ.54. Η παρούσα Σύμβασις εγένετο εις την γαλλικήν και την αγγλικήν. Αμφότερα τα κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά.
Το Ελβετικόν Ομποσπονδιακόν Συμβούλιον θέλει μεριμνήση δια τας επισήμους μεταφράσεις της Συμβάσεως εις την ρωσσικήν και την ισπανικήν γλώσσαν.
Άρθρ.55. Η παρούσα Σύμβασις, ήτις θα φέρη την ημερομηνίαν της σήμερον, δύναται μέχρι της 12ης Φεβρ. 1950 να υπογραφή εν ονόματι των Δυνάμεων των αντιπροσωπευθεισών εις την Συνδιάσκεψιν, ήτις συνήλθεν εν Γενεύη την 21ην Απρ. 1949 ως και των Δυνάμεων αίτινες δεν αντιπροσωπεύθησαν μεν εις την Συνδιάσκεψιν μετέχουν όμως εις την Δεκάτην Σύμβασιν της Χάγης της 18ης Οκτ. 1907 περί προσαρμογής εις τον κατά θάλασσαν πόλεμον των αρχών της Συμβάσεως της Γενεύης του 1906, ή τας Συμβάσεις της Γενεύης του 1864, του 1906 ή του 1929 περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία στρατευμάτων.
Άρθρ.56. Η παρούσα Σύμβασις θα επικυρωθή όσον το δυνατόν συντομώτερον αι δε επικυρώσεις της θα κατατεθούν εν Βέρνη.
Δι’ εκάστην κατάθεσιν οργάνου επικυρώσεως θέλει συνταχθή πρωτόκολλον ούτινος ακριβές αντίγραφον θέλει επιδοθή υπό του Ελβετικού Ομοσπονδικού Συμβουλίου προς όλας τας Δυνάμεις επ’ ονόματι των οποίων θα έχη υπογραφή η Σύμβασις ή των οποίων θα έχη κοινοποιηθή η προσχώρησις.
Άρθρ.57. Η παρούσα Σύμβασις θα τεθή εν ισχύϊ εξ μήνας μετά την κατάθεσιν δύο τουλάχιστον οργάνων επικυρώσεως.
Κατόπιν, θα τεθή εν ισχύϊ δι’ έκαστον Υψηλόν Συμβαλλόμενον Μέρος έξ μήνας μετά την κατάθεσιν του οργάνου επικυρώσεως αυτού.
Άρθρ.58. Η παρούσα Σύμβασις αντικαθιστά, εις τας μεταξύ των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών σχέσεις, την Δεκάτην Σύμβασιν της Χάγης της 18ης Οκτ. 1907 περί προσαρμογής εις τον κατά θάλασσαν πόλεμον των αρχών της συμβάσεως της Γενεύης του 1906.
Άρθρ.59. Η παρούσα Σύμβασις θα είναι, από της ημέρας της ισχύος της ανοικτή εις την προσχώρησιν πάσης Δυνάμεως επ’ ονόματι της οποίας δεν έχει υπογραφή.
Άρθρ.60. Αι προσχωρήσεις θα κοινοποιώνται εγγράφως εις το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον και θα καθίστανται ενεργοί έξ μήνας μετά την ημερομηνίαν καθ’ ην θα τω έχωσι περιέλθη.
Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα ανακοινώση τας προσχωρήσεις προς όλας τας Δυνάμεις επ’ ονόματι των οποίων έχει υπογραφή η Σύμβασις ή των οποίων έχει κοινοποιηθή η προσχώρησις.
Άρθρ.61. Αι εις τα άρθρ. 2 και 3 προβλεπόμεναι καταστάσεις θα προσδώσουν άμεσον ισχύν εις τας προ ή μετά την έναρξιν των εχθροπραξιών ή της κατοχής κατετεθείσας επικυρώσεις και κοινοποιηθείσας προσχωρήσεις των εν συρράξει Μερών. Η κοινοποίησις των ληφθησομένων επικυρώσεων ή προσχωρήσεων των εν συρράξει Μερών θα γίνηται υπό του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου δια της ταχυτέρας οδού.
Άρθρ.62. Έκαστον των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών έχει το δικαίωμα να καταγγείλη την παρούσαν Σύμβασιν.
Η καταγγελία θα κοινοποιήται εγγράφως προς το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον όπερ θ’ ανακοινώση την κοινοποίησιν προς τας Κυβερνήσεις όλων των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών.
Η καταγγελία θα καθίσταται ενεργός έν έτος μετά την κοινοποίησίν της προς το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον. Ουχ’ ήττον, καταγγελία κοινοποιηθείσα καθ’ ον χρόνον η καταγγέλουσα Δύναμις έχει εμπλακή εις σύρραξιν δεν καθίσταται ενεργός εφ’ όσον δεν θα έχη συναφθή ειρήνη, και εν ουδεμιά περιπτώσει προ του τερματισμού του έργου απελευθερώσεως και επαναπατρισμού των προστατευομένων υπό της Συμβάσεως προσώπων.
Η καταγγελία θα ισχύη μόνον έναντι της καταγγελούσης Δυνάμεως. Αύτη ουδεμίαν θα έχη επίδρασιν επί των υποχρεώσεων, ας τα εν συρράξει Μέρη θα παραμείνουν υπόχρεα να εκπληρώσουν δυνάμει των αρχών του Διεθνούς δικαίου ως αύται προκύπτουν εκ των παραδεδεγμένων μεταξύ των πεπολιτισμένων εθνών εθίμων, των κανόνων ανθρωπισμού και των απαιτήσεων της δημοσίας συνειδήσεως.
Άρθρ.63. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα μεριμνήση δια την καταχώρησιν της παρούσης Συμβάσεως εις την Γραμματείαν των Ηνωμένων Εθνών. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα πληροφορήση επίσης την Γραμματείαν των Ηνωμένων Εθνών περί των επικυρώσεων, προσχωρήσεων και καταγγελιών ας θα λάβη περί της παρούσης Συμβάσεως.
Εφ’ ω, οι υπογεγραμμένοι, έχοντες καταθέση εις εκάστος τα πληρεξούσιά του, υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν.
Εγένετο εν Γενεύη την 12ην Αυγ. 1949, εις την γαλλικήν και αγγλικήν γλώσσαν, του πρωτοτύπου μέλλοντος να κατατεθή εις τα Αρχεία της Ελβετικής Ομοσπονδίας. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα διαβιβάση ακριβές αντίγραφον της Συμβάσεως εις έκαστον των υπογραψάντων Κρατών ως και εις τα Κράτη, άτινα θα έχουν προσωρήση εις την Σύμβασιν.
(Έπονται υπογραφαί των αντιπροσώπων Αφγανιστάν, Αργεντινής, Αλβανίας, Αυστραλίας, Αυστρίας, Βελγίου, Λευκορωσσίας, Βολιβίας, Βραζιλίας, Βουλγαρίας, Καναδά, Κεϋλάνης, Χιλής, Κίνας, Κολομβίας, Κούβας, Δανίας, Αιγύπτου, Ισημερινού, Ισπανίας, Η.Π.Α., Αιθιοπίας, Φιλανδίας, Γαλλίας, Ελλάδος, Γουατεμάλας, Ουγγαρίας, Ινδίας, Ιράν, Ιρλανδίας, Ισραήλ, Ιταλίας, Λιβάνου, Λιχτενστάϊν, Λουξεμβούργου, Μεξικό, Μονακό, Νικαράγουας, Νορβηγίας, Ν.Ζηλανδίας, Πακιστάν, Παραγουάης, Κάτω Χωρών, Περού, Φιλιππίνων, Πολωνίας, Πορτογαλλίας, Ρουμανίας, Μ. Βρεττανίας, Αγ. Έδρας, Ελ Σαλβαδώρ, Σουηδίας, Ελβετίας, Συρίας, Τσεχοσλοβακίας, Τουρκίας, Ουκρανίας, Ε.Σ.Σ.Δ., Ουραγουάης, Βενεζουέλας, Γιουγκοσλαβίας).
(Ακολουθεί Παράρτημα με υπόδειγμα Δελτίου Ταυτότητος δια τα μέλη του παρά τω στρατεύματι απεσπασμένου υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού).


ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΓΕΝΕΥΗΣ - Περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου της 12ης Αυγ. 1949[Επεξεργασία]

Οι υπογεγραμμένοι, πληρεξούσιοι των Κυβερνήσεων των αντιπροσωπευθεισών εις την Διπλωματικήν Διάσκεψιν την συνελθούσαν εν Γενεύη από της 21ης Απριλίου μέχρι της 12ης Αυγ. 1949, προς κατάρτισιν συμβάσεως περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, συνεφώνησαν τα ακόλουθα:

ΜΕΡΟΣ Ι - Γενικαί Διατάξεις[Επεξεργασία]

Άρθρ.1. Τα Υψηλά συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν να σεβασθούν και να εξασφαλίσουν τον σεβασμόν της παρούσης συμβάσεως ανά πάσαν περίπτωσιν.
Άρθρ.2'. Εκτός των διατάξεων, αίτινες θα τεθούν εν ισχύϊ ήδη και εν καιρώ ειρήνης, η παρούσα σύμβασις θα εφαρμοσθή εις περίπτωσιν κεκηρυγμένου πολέμου, ή άλλης τινός ενόπλου συρράξεως, ήτις ήθελεν ανακύψη μεταξύ των δύο ή περισσοτέρων των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, και αν έτι η εμπόλεμος κατάστασις δεν αναγνωρίζεται υπό τινός εξ αυτών.
Η σύμβασις θα εφαρμοσθή επίσης εις πάσαν περίπτωσιν μερικής ή ολικής κατοχής τους εδάφους ενός των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, και αν έτι η εν λόγω κατάληψις δεν αντιμετωπίση ένοπλον αντίστασιν.
Και εις περίπτωσιν ακόμη καθ’ ην μια των εν συρράξει Δυνάμεων δεν συμμετέχη της παρούσης συμβάσεως, αι εις ταύτην μετέχουσαι δυνάμεις θα εξακολουθήσουν δεσμευόμεναι υπό ταύτης ως προς τας αμοιβαίας των σχέσεις. Θα δεσμεύωνται όμως επί πλέον υπό της Συμβάσεως και εν σχέσει με την εν λόγω Δύναμιν εάν αύτη αποδεχθή και εφαρμόση τας διατάξεις αυτής.
Άρθρ.3. Εις περίπτωσιν ενόπλου συρράξεως ουχί διεθνούς χαρακτήρος αλλά ανακυπτούσης εντός της εδαφικής περιοχής ενός των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, έκαστον Μέρος εις την σύρραξιν υποχρεούται να εφαρμόση τουλάχιστον τας ακολούθους διατάξεις:
1.Άτομα μη λαμβάνοντα ενεργόν μέρος εις τας εχθροπραξίας, συμπεριλαμβανομένων και των μελών των ενόπλων δυνάμεων των καταθεσάντων τα όπλα και των τεθέντων εκτός μάχης ένεκα νόσου τραυμά-των, κρατήσεως ή άλλης αιτίας θα τύχουν εν πάση περιπτώσει ανθρωπιστικής μεταχειρίσεως άνευ οιασδήποτε δυσμενούς διακρίσεως στηριζομένης εις την φυλήν, το χρώμα, την θρησκείαν ή πίστιν, το φύλον, την γέννησιν ή τον πλούτον ή εις οιοδήποτε ανάλογον κριτήριον.
Προς τον σκοπόν τούτον είναι και θα παραμείνουν απηγορευμέναι καθ’ οιονδήποτε χρόνον και τόπον ως προς τα ανωτέρω πρόσωπα.
α)Προσβολαί κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητος ιδίως ο φόνος υφ’ όλους αυτού τους τύπους, ο ακρωτηριασμός, η σκληρά μεταχείρισις και τα παντός είδους βασανιστήρια.
β)Η κατάληψις ομήρων.
γ)Αι προσβολαί κατά της ανθρωπίνου αξιοπρέπειας, και ειδικώς, η ταπεινωτική και εξευτελιστική μεταχείρισις.
δ)Αι απαγγελίαι καταδικών και αι εκτελέσεις αι γενόμεναι χωρίς να προηγηθή διεξαγωγή δίκης υπό κανονικώς συσταθέντος δικαστηρίου, παρέχοντος τας δικαστικάς εγγυήσεις τας αναγνωριζομένας ως απαραιτήτους υπό των πεπολιτισμένων λαών.
2.Οι τραυματίαι και ασθενείς θα συλλέγωνται και θα περιθάλπωνται.
Αμερόληπτός τις ανθρωπιστικός οργανισμός, ως η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού θα δύναται να προσφέρη τας υπηρεσίας τους εις τα μετέχοντα της συρράξεως Μέρη.
Τα εν συρράξει Μέρη θα προσπαθήσουν εξ άλλου να θέσουν εν ισχύϊ δι’ ειδικών συμφωνιών, όλας ή μέρος των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως.
Η εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων δεν θα επηρεάση την νομικήν θέσιν των εν συρράξει Μερών.
Άρθρ.4. Αιχμάλωτοι πολέμου τυγχάνουν υπό την έννοιαν της παρούσης Συμβάσεως τα πρόσωπα τα οποία, ανήκοντα εις μίαν των κάτωθι κατηγοριών έπεσαν εις χείρας του εχθρού:
1.Τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων ενός των εν συρράξει Μερών ως επίσης και τα μέλη της εθνοφυλακής και των εθελοντικών σωμάτων των αποτελούντων τμήμα των ενόπλων αυτού δυνάμεων.
2.Τα μέλη των άλλων εθνοφρουρών και τα μέλη των άλλων εθελοντικών σωμάτων, συμπεριλαμβανομένων και των ομάδων οργανωμένης αντιστάσεως ανηκόντων εις εν των εν συρράξει Μερών και δρώντων εκτός ή εντός του ιδίου αυτού εδάφους έστω και αν το έδαφος τούτο ευρίσκεται υπό κατοχήν, εφ’ όσον αι εθνοφρουραί αύται, ή τα εθελοντικά σώματα περιλαμβανομένων των ομάδων οργανωμένης αντιστάσεως, πληρούν τους κάτωθι όρους:
α)Έχουν επί κεφαλής των πρόσωπον υπεύθυνον δια τας πράξεις των υφισταμένων του.
β)Έχουν διακριτικόν σήμα μόνιμον και δυνάμενον ν’ αναγνωρισθή εξ αποστάσεως.
γ)Οπλοφορούν αναφανδόν.
δ)Συμμορφούνται κατά τας επιχειρήσεις των με τους Νόμους και τα έθιμα του πολέμου.
3.Τα μέλη τακτικών ενόπλων δυνάμεων εξαρτωμένων από Κυβέρνησιν ή αρχήν μη αναγνωριζομένην υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως.
4.Τα πρόσωπα τ’ ακολουθούντα τας ενόπλους δυνάμεις χωρίς ν’ αποτελούν απ’ ευθείας μέρος αυτών, οίον πολιτικά μέλη πληρωμάτων στρατιωτικών αεροπλάνων, πολεμικοί ανταποκριταί, προμηθευταί μέλη μονάδων εργασίας ή υπηρεσιών ψυχαγωγίας του στρατού, υπό τον όρον να έχουν λάβει την άδειαν των στρατιωτικών δυνάμεων ας συνοδεύουν.
5.Τα μέλη των πληρωμάτων του εμπορικού ναυτικού, περιλαμβανομένων των πλοιάρχων, πιλότων και μαθητευομένων, και τα πληρώματα της πολιτικής αεροπορίας των εν συρράξει Μερών, εφ’ όσον δεν απολαμβάνουν ευνοϊκωτέρας μεταχειρίσεως δυνάμει άλλων διατάξεων του Διεθνούς Δικαίου.
6.Ο πληθυσμός μη κατεχομένου εδάφους, όστις επί τη προσεγγίσει του εχθρού λαμβάνει αυθορμήτως τα όπλα ίνα πολεμήση κατά των στρατευμάτων εισβολής χωρίς να έχη τον καιρόν να καταρτισθή εις τακτικάς ενόπλους δυνάμεις, εφ’ όσον οπλοφορεί αναφανδόν και σέβεται τους Νόμους και τα έθιμα του πολέμου.
Β.Θα χαίρουν ωσαύτως της επιφυλασσομένης υπό της παρούσης συμβάσεως εις τους αιχμαλώτους πολέμου μεταχειρίσεως:
1.Τα πρόσωπα τα οποία ανήκουν ή ανήκον ποτέ εις τας ενόπλους δυνάμεις της καταληφθείσης χώρας, εάν, λόγω του γεγονότος αυτού η κατέχουσα Δύναμις, ακόμη και αν αρχικώς τα αφήκεν ελεύθερα καθ’ ον χρόνον αι εχθροπραξίαι εξηλίσσοντο εκτός του κατεχομένου εδάφους, κρίνη αναγκαίον να προβή εις τον περιορισμόν των, και δη κατόπιν αποτυχούσης αποπείρας των προσώπων τούτων όπως ανακαταταγούν εις τας ενόπλους δυνάμεις εις ας ανήκουν και αι οποίαι μάχονται ή όταν δεν συμ-μορφωθούν προς διαταγήν αφορώσαν τον περιορισμόν των.
2.Τα πρόσωπα τ’ ανήκοντα εις μίαν των απαριθμουμένων εν τω παρόντι άρθρω κατηγοριών τα οποία εγένοντο δεκτά υπό ουδετέρων ή μη εμπολέμων Δυνάμεων επί του εδάφους των και τα οποία αύται υποχρεούνται, κατά το διεθνές δίκαιον να θέσουν υπό περιορισμόν, υπό την επιφύλαξιν πάσης ευνοϊκωτέρας μεταχειρίσεως, ην αι Δυνάμεις αύται θα έκριναν καλόν να τους παράσχουν και εξαιρέσει των διατάξεων των άρθρ. 8, 10, 15, 30 παράγραφος πέμπτη, 58 έως 67 περιλαμβανομένου, 92, 126, υφισταμένων δε διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των εν συρράξει Μερών και της ενδιαφερομένης ουδετέρας ή μη εμπολέμου Δυνάμεως, υπό την επιφύλαξιν των αφορωσών την προστάτιδαν δύναμιν διατάξεων. Οσάκις υφίστανται τοιαύται, διπλωματικαί σχέσεις, τα εν συρράξει Μέρη εκ των οποίων εξαρτώνται τα πρόσωπα ταύτα, δικαιούνται ν’ ασκήσουν έναντι τούτων τα καθήκοντα τα οποία η παρούσα Σύμβασις αναθέτει εις τας προστάτιδας δυνάμεις ανεξαρτήτως των καθηκόντων, άτινα τα εν λόγω Μέρη ασκούν κανονικώς βάσει των εθίμων και των διπλωματικών και προξενικών συνθηκών.
Γ.Το παρόν άρθρον δεν θίγει το καθεστώς του ιατρικού και θρησκευτικού προσωπικού ως τούτο καθορίζεται υπό του άρθρ. 33 της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.5. Η παρούσα Σύμβασις θα εφαρμόζεται εις τα αναφερόμενα εις το άρθρ. 4 πρόσωπα, ευθύς ως περιέλθουν ταύτα εις την εξουσίαν του εχθρού και μέχρι της απελευθερώσεως και του οριστικού επαναπατρισμού των.
Εάν υπάρχη αμφιβολία κατά πόσον ανήκουν εις μίαν των εν άρθρ. 4 απαριθμουμένων κατηγοριών πρόσωπα ενεργήσαντα πολεμικήν τινα πράξιν και περιελθόντα εις χείρας του εχθρού, τα ειρημένα πρόσωπα θα τύχουν της προστασίας της παρούσης Συμβάσεως εν αναμονή του καθορισμού της θέσεώς των υπό αρμοδίου δικαστηρίου.
Άρθρ.6. Πλην των ειδικώς προβλεπομένων υπό των άρθρ. 10, 23, 28, 33, 60, 65, 66, 67, 72, 73, 75, 109, 110, 118, 119, 122 και 132 συμφωνιών, τα Υψηλά συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να συνάψουν και ετέρας ειδικάς συμφωνίας επί παντός θέματος το οποίον θα θεωρηθή σκόπιμον να ρυθμισθή ιδιαιτέρως. Ουδεμία ειδική συμφωνία δύναται να αποβή προς ζημίαν της θέσεως των αιχμαλώτων, ως αύτη καθορίζεται δια της παρούσης συμβάσεως ούτε να περιορίση τα δι’ αυτής παρεχόμενα εις τα πρόσωπα ταύτα δικαιώματα.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα εξακολουθήσουν ν’ απολαύουν των ευεργετημάτων των τοιούτων συμφωνιών, εφ’ όσον και η Σύμβασις θα είναι επ’ αυτών εφαρμοστέα, εκτός εάν περιληφθούν ρηταί περί του εναντίον διατάξεις εις τας προμνησθείσας συμφωνίας ή εις άλλας μεταγενεστέρας συναφθησομένας, ή εάν ελήφθησαν ευνοϊκώτερα δι’ αυτούς μέτρα υπό του ενός ή του ετέρου των εν συρράξει Μερών.
Άρθρ.7. Οι αιχμάλωτοι πολέμου εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται να παραιτηθούν εν μέρει ή εν όλω, των δικαιωμάτων των εξασφαλιζομένων αυτοίς υπό της παρούσης Συμβάσεως και υπό των ειδικών συμφωνιών των αναφερομένων εις το προηγούμενον άρθρον εάν συνήφθησαν τοιαύται.
Άρθρ.8. Η παρούσα Σύμβασις θα εφαρμοσθή τη συνεργασία και υπό τον έλεγχον των προστατίδων Δυνάμεων των επιφορτισμένων την περιφρούρησιν των συμφερόντων των μετεχόντων εις την σύρραξιν Μερών. Προς τον σκοπόν τούτον αι προστάτιδες Δυνάμεις δύνανται επί πλέον του διπλωματικού και προξενικού των προσωπικού, να διορίσουν αντιπροσώπους εκ των ιδίων των πολιτών ή των πολιτών ετέρων ουδετέρων Δυνάμεων. Οι ως άνω αντιπρόσωποι θα υπόκεινται εις την έγκρισιν της Δυνάμεως παρά τη οποία πρόκειται να ενασκήσουν τα καθήκοντά των.
Τα εν συρράξει Μέρη θα διευκολύνουν κατά τον ευρύτερον δυνατόν τρόπον την αποστολήν των αντιπροσώπων ή απεσταλμένων των Προστατίδων Δυνάμεων.
Οι αντιπρόσωποι ή απεσταλμένοι των Προστατίδων Δυνάμεων εν ουδεμιά περιπτώσει θα υπερβαίνουν τα όρια της αποστολής των ως ταύτα καθορίζονται δια της παρούσης Συμβάσεως.
Ειδικώς θα λαμβάνουν υπ’ όψιν τας επιτακτικάς ανάγκας της ασφαλείας του Κράτους εν τω οποίω ενασκούν τα καθήκοντά των.
Άρθρ.9. Αι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως δεν αντιτίθενται εις την ανθρωπιστικήν δράσιν ην η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού ή οιαδήποτε άλλη αμερόληπτος ανθρωπιστική οργάνωσις θ’ αναλάβουν τη συναινέσει των εις την σύρραξιν μετεχόντων Μερών δια την προστασίαν και βοήθειαν των αιχμαλώτων πολέμου.
Άρθρ.10. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται οποτεδήποτε να συμφωνήσουν ίνα αναθέσουν εις οργανισμόν παρέχοντα πάσαν εγγύησιν αμεροληψίας και ικανότητος, τα καθήκοντα, άτινα δια της παρούσης Συμβάσεως ανατίθενται εις τας Προστάτιδας Δυνάμεις.
Εάν αιχμάλωτοι πολέμου δεν απολαύουν ή παύουν δι’ οιονδήποτε λόγον ν’ απολαύουν της φροντίδος Προστάτιδος Δυνάμεως ή του οργανισμού περί ης προβλέπει η ανωτέρω πρώτη παράγραφος, η Κρατούσα Δύναμις οφείλει να ζητήση είτε από ουδέτερον κράτος είτε από ένα άλλον ανάλογον οργανισμόν να αναλάβουν τα καθήκοντα τα ανατεθέντα υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις τας ορισθείσας υπό των εν συρράξει Μερών.
Εάν δεν καταστή δυνατή η ως άνω εξασφάλισις της προστασίας η κατακρατούσα Δύναμις οφείλει να ζητήση από ανθρωπιστικήν τινά οργάνωσιν, ως είναι η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού ν’ αναλάβη τα ανθρωπιστικά καθήκοντα, άτινα η παρούσα σύμβασις αναθέτει εις τας Προστάτιδας Δυνάμεις ή οφείλει να αποδεχθή, υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τας προτάσεις υπηρεσίας, ας ήθελε λάβει παρά τοιαύτης οργανώσεως.
Πάσα ουδετέρα Δύναμις ή πάσα οργάνωσις καλουμένη υπό της ενδιαφερομένης Δυνάμεως ή προσφερομένη προς τον ανωτέρω αναφερόμενον σκοπόν οφείλει κατά την δράσιν της να έχη συναίσθησιν της ευθύνης της έναντι του εν συρράξει Μέρους εκ του οποίου εξαρτώνται τα δια της παρούσης Συμβάσεως προστατευόμενα πρόσωπα και οφείλει να παράσχη επαρκείς εγγυήσεις ότι είναι ικανή ν’ αναλάβη τα περί ου πρόκειται καθήκοντα και να εκτελέση αυτά αμερολήπτως.
Ουδεμία επιτρέπεται παρέκβασις από των ανωτέρω διατάξεων δι’ ειδικής συμφωνίας μεταξύ Δυνάμεων των οποίων η μία ευρίσκεται έστω και προσωρινώς απέναντι της άλλης, ή των συμμάχων της άλλης εις μειονεκτικήν από απόψεως ελευθερίας διαπραγματεύσεως θέσιν λόγω στρατιωτικών γεγονότων ως λόγου χάριν της κατοχής του όλου ή σημαντικού μέρους του εδάφους της.
Οσάκις γίνεται, εις την παρούσαν Σύμβασιν, μνεία περί Προστάτιδος Δυνάμεως, η μνεία αύτη αφορά ωσαύτως και τας οργανώσεις, αίτινες δύνανται να την υποκαταστήσουν υπό την έννοιαν του παρόντος άρθρου.
Άρθρ.11. Εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην ήθελον θεωρήση τούτο χρήσιμον εις τα συμφέροντα των προστατευομένων προσώπων, ιδίως δε εις περιπτώσεις διαφωνίας μεταξύ των εν συρράξει Μερών ως προς την εφαρμογήν ή την ερμηνείαν των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως, αι Προστάτιδες Δυνάμεις θα προσφέρουν τας καλάς των υπηρεσίας επί τω τέλει του διακανονισμού της διαφοράς.
Προς τον σκοπόν τούτον εκάστη των Προστατίδων δυνάμεων δύναται είτε τη προσκλήσει ενός Μέρους είτε εξ ιδίας πρωτοβουλίας να προτείνη εις τα μετέχοντα της συρράξεως Μέρη σύσκεψιν των αντιπροσώπων των και ιδίως των αρχών αίτινες έχουν την φροντίδα των αιχμαλώτων πολέμου, ενδεχομένως επί καταλλήλως εκλεγομένου ουδετέρου εδάφους. Τα εν συρράξει Μέρη υποχρεούνται να δώσουν συνέχειαν εις τας τοιαύτας προτάσεις. Αι προστάτιδες Δυνάμεις δύνανται, εάν παραστή ανάγκη, να υποβάλουν εις την έγκρισιν των εν συρράξει Μερών προσωπικότητα ανήκουσαν εις ουδετέραν Δύναμιν ή απεσταλμένην της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, ήτις θέλει κληθή να λάβη μέρος εις την τοιαύτην σύσκεψιν.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ - Γενική Προστασία των Αιχμαλώτων Πολέμου[Επεξεργασία]

Άρθρ.12. Οι αιχμάλωτοι πολέμου υπάγονται εις την εξουσίαν της εχθρικής Δυνάμεως και ουχί των ατόμων ή των στρατιωτικών μονάδων αι οποίαι τους ηχμαλώτησαν ανεξαρτήτως των ατομικών ευθυνών αι οποίαι θα ηδύναντο να προκύψουν, η κατακρατούσα Δύναμις είναι υπεύθυνος δια την μεταχείρισίν των.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου δεν δύνανται να παραδοθούν υπό της κατακρατούσης δυνάμεως ει μη μόνον εις Δύναμιν συνυπογράψασαν την Σύμβασιν και αφού η κατακρατούσα Δύναμις βεβαιωθή ότι η εν λόγω Δύναμις είναι διατεθειμένη και εις θέσιν να εφαρμόση την Σύμβασιν. Οσάκις παραδίδονται ούτω αιχμάλωτοι, η ευθύνη της εφαρμογής της Συμβάσεως θα βαρύνη την Δύναμιν, ήτις εδέχθη να τους φιλοξενήση, καθ’ ο χρονικόν διάστημα παραμείνουν εμπεπιστευμένοι εις αυτήν.
Ουχ’ ήττον εν η περιπτώσει η Δύναμις αυτή δεν αντεπεκρίνετο εις την υποχρέωσίν της να εκτελέση τας διατάξεις της Συμβάσεως επί σημαντικού τινος σημείου, η Δύναμις υπό της οποίας εγένετο η παράδοσις των αιχμαλώτων πολέμου οφείλει, κατόπιν σχετικής ανακοινώσεως της προστάτιδος Δυνάμεως να λάβη αποτελεσματικά μέτρα προς επανόρθωσιν της καταστάσεως ή να ζητήση την επιστροφήν των αιχμαλώτων πολέμου. Η αίτησις αύτη δέον να τύχη ικανοποιήσεως.
Άρθρ.13. Οι αιχμάλωτοι πολέμου οφείλουν να τυγχάνουν πάντοτε ανθρωπιστικής μεταχειρίσεως. Πάσα παράνομος πράξις ή παράλειψις εκ μέρους της κατακρατούσης Δυνάμεως επιφέρουσα τον θάνατον ή θέτουσα σοβαρώς εν κινδύνω την υγείαν αιχμαλώτου πολέμου τελούντος υπό την εξουσίαν της, απαγορεύεται, και θα θεωρείται ως σοβαρά παραβίασις της παρούσης Συμβάσεως. Ειδικώτερον ουδείς αιχμάλωτος πολέμου δύναται να υποβληθή εις σωματικόν ακρωτηριασμόν ή εις ιατρικόν ή επιστημονικόν πειραματισμόν οιασδήποτε φύσεως, όστις δεν θα εδικαιολογείτο εκ της ιατρικής περιθάλψεως του ενδιαφερομένου αιχμαλώτου και ο οποίος δεν θα ήτο προς το συμφέρον του.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου οφείλουν επίσης να προστατεύωνται πάντοτε και δη κατά πάσης πράξεως βίας ή εκφοβισμού ως και κατά των ύβρεων και της περιεργείας του κοινού.
Αντίποινα εναντίον αυτών απαγορεύονται.
Άρθρ.14. Οι αιχμάλωτοι πολέμου δικαιούνται ανά πάσαν περίπτωσιν εις σεβασμόν του ατόμου και της τιμής των.
Η μεταχείρισις των γυναικών δέον να γίνεται μετά πάσης της οφειλομένης εις το φύλον της στοργής, θα χαίρουν δε αύται, εν πάση περιπτώσει, τουλάχιστον εξ ίσου ευνοϊκής με τους άνδρας μεταχειρίσεως.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου διατηρούν πάσαν την αστικήν αυτών ικανότητα, οία ήτο κατά την στιγμήν της αιχμαλωτίσεώς των. Η κατακρατούσα Δύναμις δεν θα δύναται να περιορίση την εξάσκησιν αυτής ούτε επί του εδάφους της, ούτε εκτός αυτού ειμή καθ’ ο μέτρον απαιτεί τούτο η αιχμαλωσία.
Άρθρ.15. Η κατακρατούσα αιχμαλώτους πολέμου Δύναμις υποχρεούται να μεριμνά δια την δωρεάν διατροφήν των και να παρέχη δωρεάν εις αυτούς την ιατρικήν περίθαλψιν, ην απαιτεί η κατάστασις της υγείας των.
Άρθρ.16. Λαμβανομένων υπ’ όψιν των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως ως προς τον βαθμόν και ως προς το φύλον των αιχμαλώτων και υπό την αίρεσιν πάσης προνομιακής μεταχειρίσεως, ήτις θα παρείχετο εις τους αιχμαλώτους πολέμου λόγω της καταστάσεως της υγείας των, της ηλικίας των ή των επαγγελματικών των ικανοτήτων, οι αιχμάλωτοι δέον άπαντες να τυγχάνουν της αυτής μεταχειρίσεως από μέρους της κατακρατούσης Δυνάμεως άνευ ουδεμιάς δυσμενούς χαρακτήρος διακρίσεως, φυ-λής, εθνικότητος, θρησκεύματος, πολιτικών φρονη-μάτων ή άλλης, βασιζομένης επί αναλόγων κριτηρίων.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ - Αιχμαλωσία[Επεξεργασία]

ΤΜΗΜΑ Ι - Έναρξις της αιχμαλωσίας[Επεξεργασία]

Άρθρ.17. Ο αιχμάλωτος πολέμου δεν θα υποχρεούται να δηλώση, ανακρινόμενος σχετικώς, ειμή το ονοματεπώνυμόν του, τον βαθμόν του, την ημερομηνίαν της γεννήσεώς του και τον αριθμόν μητρώου του, ή ελλείψει τούτου, ανάλογον ένδειξιν.
Εν η περιπτώσει ήθελεν ούτος εκουσίως παραβή τον κανόνα τούτον θα διεκινδύνευε να εκτεθή εις περιορισμόν των πλεονεκτημάτων των παρεχομένων εις αιχμαλώτους του βαθμού του ή της θέσεώς του.
Έκαστον των εν συρράξει μερών οφείλει να χορηγή εις παν πρόσωπον της δικαιοδοσίας του υποκείμενον ενδεχομένως εις πολεμικήν αιχμαλωσίαν, δελτίον ταυτότητος εν ω θ’ αναγράφωνται,το ονοματεπώνυμόν του, ο βαθμός του, ο αριθμός μητρώου ή άλλη ανάλογος ένδειξις, και η ημερομηνία γεννήσεώς του. Η ταυτότης αύτη θα δύναται επί πλέον να φέρη την υπογραφήν ή τα δακτυλικά αποτυπώματά του ή και αμφότερα ως και πάσαν άλλην ένδειξιν ην τα εν συρράξει Μέρη δυνατόν να επιθυμούν να προσθέσουν όσον αφορά τα εις τας ενόπλους των δυνάμεις ανήκοντα πρόσωπα. Αι διαστάσεις της θα είναι ει δυνατόν 6,5Χ10 εκμ. και το δελτίον θα εκδίδεται εις διπλούν. Ο αιχμάλωτος πολέμου οφείλει να παρουσιάζη την ταυτότητά του ταύτην εις πάσαν ζήτησιν, αλλ’ εν ουδεμιά περιπτώσει θα δύναται αύτη να τω αφαιρεθή.
Ουδεμία σωματική ή ηθική βάσανος ουδέ βία θα δύναται να ασκηθή επί των αιχμαλώτων πολέμου δια την απ’ αυτών απόσπασιν πληροφοριών οιασδήποτε φύσεως. Οι αιχμάλωτοι, οίτινες θα αρνηθούν να απαντήσουν δεν επιτρέπεται ούτε να απειληθούν, ούτε να υβρισθούν, ούτε να εκτεθούν εις ενοχλήσεις ή μειονεκτήματα οιασδήποτε φύσεως.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου, οίτινες ευρίσκονται εις αδυναμίαν λόγω σωματικής ή διανοητικής καταστάσεως να δώσουν τα στοιχεία της ταυτότητός των θα παραδίδωνται εις την υγειονομικήν Υπηρεσίαν. Η ταυτότης των αιχμαλώτων τούτων θα διαπιστούται δια παντός δυνατού μέσου, υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου.
Η ανάκρισις των αιχμαλώτων πολέμου θα γίνηται εις γλώσσαν την οποίαν ούτοι κατανοούν.
Άρθρ.18. Όλα τα είδη και αντικείμενα προσωπικής χρήσεως, πλην όπλων, ίππων, στρατιωτικού εφοδιασμού και στρατιωτικών εγγράφων θα παραμένουν εις την κατοχήν των αιχμαλώτων πολέμου, ως και τα μετάλλινα κράνη, αι αντισφυξιογόνοι προσωπίδες και όλα τα άλλα είδη, άτινα εδόθησαν εις αυτούς δια την προσωπικήν των προστασίαν. Θα παραμείνουν επίσης εις την κατοχήν των τα είδη και τα αντικείμενα τα χρησιμεύοντα δια τον ιματισμόν και την διατροφήν των, έστω και εάν τα είδη και αντικείμενα ταύτα αποτελούν μέρος του επισήμου στρατιωτικού εφοδιασμού των.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου ουδέποτε πρέπει να ευρεθούν άνευ ταυτότητος τινός. Η κατακρατούσα Δύναμις θα χορηγήση τοιαύτην εις τους στερουμένους.
Τα σήματα του βαθμού και της εθνικότητός των, τα παράσημα και τα αντικείμενα τα έχοντα κυρίως προσωπικήν ή αισθηματικήν αξίαν δεν δύνανται να αφαιρεθούν από τους αιχμαλώτους πολέμου.
Τα χρηματικά ποσά τα οποία φέρουν οι αιχμάλωτοι πολέμου δεν δύνανται να τοις αφαιρεθούν ειμή κατά διαταγήν αξιωματικού και αφού καταγραφούν εις ειδικόν βιβλίον το ποσόν των χρημάτων και τα στοιχεία του κατόχου των και αφού ούτος παραλάβει λεπτομερή απόδειξιν φέρουσαν ευαναγνώστως το όνομα, τον βαθμόν και την μονάδα εις την οποίαν ανήκει το πρόσωπον το οποίον παρέδωκε την εν λόγω απόδειξιν. Τα χρηματικά ποσά τα οποία είναι εις νόμισμα της κατακρατούσης Δυνάμεως ή τα οποία, τη αιτήσει του αιχμαλώτου, μετετράπησαν εις το νόμισμα τούτο θα φέρωνται εις πίστωσιν λογαριασμού του αιχμαλώτου συμφώνως τω άρθρ. 64.
Η κατακρατούσα Δύναμις δεν θα δύναται να αφαιρέση από αιχμαλώτους πολέμου αντικείμενα αξίας ειμή δια λόγους ασφαλείας. Εν τοιαύτη περιπτώσει η εφαρμοζομένη διαδικασία θα είναι η ιδία ως η της αφαιρέσεως χρηματικών ποσών.
Τα αντικείμενα ταύτα ως και τα αφαιρεθέντα χρηματικά ποσά, τα οποία θα είναι εις νόμισμα άλλο ή το της κατακρατούσης Δυνάμεως και των οποίων ο κάτοχος δεν θα εζήτει την μετατροπήν, οφείλουν να φυλαχθούν υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως και αποδοθούν εις τον αιχμάλωτον, υπό την αρχικήν των μορφήν κατά το τέλος της αιχμαλωσίας του.
Άρθρ.19. Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα μεταφέρωνται, ως οίον τε τάχιον, αφ’ ης συλληφθούν, εις στρατόπεδα κείμενα αρκούντως μακράν της ζώνης των επιχειρήσεων ώστε να είναι εκτός κινδύνου. Δεν θα δύνανται να κρατηθούν προσκαίρως εις επικίνδυνον ζώνην ειμή μόνον οι αιχμάλωτοι πολέμου, οίτινες, λόγω τραυμάτων ή ασθενείας θα διέτρεχον μεγαλύτερον κίνδυνον μεταφερόμενοι ή παραμένοντες επί τόπου.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου δεν θα εκτίθενται ασκόπως εις κίνδυνον εν αναμονή της μεταφοράς των έξω της ζώνης επιχειρήσεων.
Άρθρ.20. Η μεταφορά του αιχμαλώτου πολέμου θα εκτελήται πάντοτε με ανθρωπισμόν και υπό συνθήκας ομοίας της των στρατευμάτων της κατακρατούσης δυνάμεως κατά τας μετακινήσεις των.
Η κατακρατούσα Δύναμις θα χορηγή εις τους μεταφερομένους αιχμαλώτους πολέμου πόσιμον ύδωρ και επαρκή τροφήν, ως και τα αναγκαία ενδύματα και την αναγκαίαν ιατρικήν περίθαλψιν. Θα λάβη όλας τας ενδεικνυομένας προφυλάξεις προς εξασφάλισιν της ασφαλείας των κατά την μεταφοράν και θα καταρτίση όσον ένεστι τάχιστα τον κατάλογον των μεταφερθέντων αιχμαλώτων.
Εάν οι αιχμάλωτοι πολέμου πρόκειται να διέλθουν κατά την μεταφοράν των δια στρατοπέδων διαμετακομίσεως η παραμονή αυτών εις τα στρατόπεδα ταύτα θα είναι όσον ένεστι συντομωτέρα.

ΤΜΗΜΑ ΙΙ - Περιορισμός των αιχμαλώτων πολέμου[Επεξεργασία]

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι - Γενικότητες[Επεξεργασία]

Άρθρ.21. Η κατακρατούσα Δύναμις δύναται να θέση τους αιχμαλώτους πολέμου υπό περιορισμόν. Δύναται να επιβάλλη εις αυτούς την υποχρέωσιν να μη απομακρύνωνται πέραν ωρισμένου ορίου από το στρατόπεδον όπου κρατούνται ή εάν το στρατόπεδον τούτο είναι περιπεφραγμένον να μη εξέρχωνται αυτού. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως περί ποινικών και πειθαρχικών κυρώσεων, οι αιχμάλωτοι δύνανται να εγκλεισθούν ή να τεθούν υπό κράτησιν μόνον αν το μέτρον τούτο καθίσταται αναγκαίον δια την προστασίαν της υγείας των. Η κατάστασις αύτη δεν θα δύναται, εν πάση περιπτώσει να παραταθή πέραν της διαρκείας των περιστατικών, άτινα κατέστησαν ταύτην αναγκαίαν.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα δύνανται μερικώς ή ολοσχερώς να απελευθερωθούν επί τω λόγω των ή επί αναλήψει υποχρεώσεως ή επι αναλήψει άλλης υποχρεώσεως εφ’ όσον οι Νόμοι της Δυνάμεως εκ της οποίας εξαρτώνται επιτρέπουσι τούτο. Το μέτρον τούτο θα λαμβάνεται ιδία εις τας περιπτώσεις καθ’ ας δύναται να συμβάλη εις την βελτίωσιν της καταστάσεως της υγείας των αιχμαλώτων. Ουδείς αιχμάλωτος θα εξαναγκάζεται να δεχθή την ελευθερίαν του επί τω λόγω του έναντι άλλης υποχρεώσεως.
Άμα τη ενάρξει των εχθροπραξιών έκαστον των εν συρράξει Μερών θ’ ανακοινώση εις τον αντίπαλον τους Νόμους και κανονισμούς τους επιτρέποντας ή απαγορεύοντας εις τους υπηκόους του να δεχθούν την ελευθερίαν των επί των λόγω των ή έναντι άλλης υποχρεώσεως. Οι αιχμάλωτοι οι απελευθερούμενοι επί τω λόγω των ή έναντι άλλης υποχρεώσεως συμφώνως προς τους ούτω κοινοποιηθέντας Νόμους και κανονισμούς υποχρεούνται επί της προσωπικής των τιμής να εκπληρώσουν αυστηρώς τόσον έναντι της Δυνάμεως εξ ης εξαρτώνται όσον και έναντι της αιχμαλωτισάσης αυτούς, τας υποχρεώσεις ας θα ανελάμβανον. Εις τοιαύτας πε-ριπτώσεις η Δύναμις εκ της οποίας ούτοι εξαρτώνται υποχρεούται να μη απαιτή ούτε να δέχεται παρ’ αυτών υπηρεσίαν αντίθετον προς τον δοθέντα λόγον ή την αναληφθείσαν υποχρέωσιν.
Άρθρ.22. Οι αιχμάλωτοι πολέμου δεν θα δύνανται να τεθούν υπό περιορισμόν ειμή μόνον εις εγκαταστάσεις ευρισκομένας επί της ξηράς και παρεχούσας όλας τας εγγυήσεις υγιεινής και καθαριότητος. Πλην ειδικών περιπτώσεων, δικαιολογουμένων εκ του συμφέροντος αυτών τούτων των αιχμαλώτων, ούτοι δεν θα
Οι αιχμάλωτοι πολέμου, οι περιοριζόμενοι εις ανθυγιεινάς περιοχάς ή εις περιοχάς των οποίων το κλίμα είναι επιβλαβές εις την υγείαν αυτών θα μεταφέρωνται το ταχύτερον εις ευνοϊκώτερον κλίμα.
Η κατακρατούσα Δύναμις θα συγκεντρώνη τους αιχμαλώτους πολέμου εις στρατόπεδα ή τομείς στρατοπέδων, λαμβάνουσα υπ’ όψιν την εθνικότητα, την γλώσσαν ή τας συνηθείας των υπό την επιφύλαξιν ότι οι αιχμάλωτοι δεν θα αποχωρισθούν των αιχμαλώτων πολέμου των ανηκόντων εις τας ενόπλους δυνάμεις εις τας οποίας οι ίδιοι υπηρέτουν κατά την στιγμήν της αιχμαλωσίας των, πλην εάν συγκατατίθενται εις τούτο.
Άρθρ.23. Ουδείς αιχμάλωτος πολέμου επιτρέπεται οποτεδήποτε να αποσταλή ή να κρατηθή εις περιοχήν εις την οποίαν θα ήτο εκτεθειμένος εις τα πυρά της ζώνης επιχειρήσεων ούτε να χρησιμοποιηθή δια να προφυλάξη δια της παρουσίας του ωρισμένα σημεία ή περιοχάς των στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα διαθέτουν εις ίσην μοίραν προς τον εγχώριον άμαχον πληθυσμόν, καταφύγια κατά των εναερίων βομβαρδισμών και άλλων κινδύνων πολέμου, εξαιρέσει εκείνων εξ αυτών οι οποίοι θα συμμετείχον εις την προστασίαν των καταυλισμών των κατά των εν λόγω κινδύνων, θα δύνανται να μεταβαίνουν εις τα καταφύγια το ταχύτερον, ευθύς ως δοθή το σύνθημα συναγερμού. Παν άλλο μέτρον προστασίας το οποίον ήθελε ληφθή υπέρ του πληθυσμού, θα εκτείνεται και εις αυτούς.
Αι κατακρατούσαι Δυνάμεις θα ανακοινούν προς αλλήλας, δια των προστατίδων Δυνάμεων, παν χρήσιμον στοιχείον επί της γεωγραφικής θέσεως των στρατοπέδων αιχμαλώτων πολέμου.
Οσάκις αι στρατιωτικαί ανάγκαι το επιτρέπουν, τα στρατόπεδα των αιχμαλώτων πολέμου θα επισημαίνονται κατά την ημέραν δια των γραμμάτων PG ή PW τοποθετημένων κατά τρόπον ώστε να είναι ορατά από του αέρος.
Ουχ’ ήττον αι ενδιαφερόμεναι Δυνάμεις δύνανται να συμφωνήσωσιν επί άλλου τρόπου σημάνσεως. Μόνον τα στρατόπεδα αιχμαλώτων πολέμου θα δύνανται να σημανθούν δια του τρόπου τούτου.
Άρθρ.24. Τα μόνιμα στρατόπεδα διαμετα-κομίσεως ή διαλογής θα οργανωθούν κατά τρόπον όμοιον προς τον προβλεπόμενον εις τον παρόν Τμήμα, και οι αιχμάλωτοι πολέμου θα απολαύουν εντός αυτών των ιδίων ως και εις τα άλλα στρατόπεδα συνθηκών διαβιώσεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙ - Στέγασις, Διατροφή και Αμφίεσις των Αιχμαλώτων Πολέμου[Επεξεργασία]

Άρθρ.25. Οι όροι στεγάσεως των αιχμαλώτων πολέμου θα είναι εξ ίσου ικανοποιητικοί όσον και οι των στρατευμάτων της κατακρατούσης Δυνάμεως, των καταυλισμένων εις την αυτήν περιοχήν. Οι όροι ούτοι οφείλουν να είναι σύμφωνοι προς τα ήθη και έθιμα των αιχμαλώτων, και, επ’ ουδενί λόγω επιβλαβείς εις την υγείαν των.
Αι ως άνω διατάξεις θα εφαρμόζωνται ιδία ως προς τους κοιτώνας των αιχμαλώτων πολέμου, τόσον προκειμένου περί της συνολικής επιφανείας και του ελαχίστου κυβικού ορίου αερισμού όσον και προκειμένου περί της διαρρυθμίσεως και των ειδών κλινοστρωμνής, συμπεριλαμβανομένων των κλινο-σκεπασμάτων. Τα κτίρια τα προοριζόμενα είτε δια την ατομικήν είτε δια την ομαδικήν χρήσιν των αιχμαλώτων πολέμου οφείλουν να είναι τελείως απηλλαγμένα υγρασίας, να θερμαίνονται και φωτίζονται επαρκώς ιδία μεταξύ λυκόφωτος και σβέσεως των φώτων. Δέον να λαμβάνηται πάσα προφύλαξις κατά των κινδύνων πυρκαϊάς.
Εις όλα τα στρατόπεδα όπου καταυλίζονται γυναίκες αιχμάλωτοι πολέμου ομού μετά αιχμαλώτων ανδρών θα διατίθενται δι’ αυτάς χωριστοί κοιτώνες.
Άρθρ.26. Η ημερησία βασική μερίς θα είναι επαρκής εις ποιότητα, ποσότητα και ποικιλίαν δια την διατήρησιν των αιχμαλώτων εν καλή υγεία και την πρόληψιν απωλείας βάρους ή διαταραχών οφειλομένων εις τον υποσιτισμόν. Θα λαμβάνηται επίσης υπ’ όψιν η δίαιτα εις ην οι αιχμάλωτοι είναι συνηθισμένοι.
Η κατακρατούσα Δύναμις θα προμηθεύη εις τους εργαζομένους αιχμαλώτους πολέμου το αναγκαιούν εις την εκτέλεσιν της εργασίας εις ην χρησιμοποιούνται πρόσθετον συσσίτιον.
Εις τους αιχμαλώτους θα χορηγήται επαρκές πόσιμον ύδωρ. Θα επιτρέπηται η χρήσις του καπνού.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα λαμβάνουν εν όλω τω μέτρω του δυνατού μέρος εις την παρασκευήν της τροφής των. Προς τον σκοπόν τούτον θα δύνανται ούτοι να χρησιμοποιούνται εις τα μαγειρεία. Θα παρέχωνται επί πλέον εις αυτούς τα μέσα να παρασκευάζουν οι ίδιοι την πρόσθετον τροφήν, την οποίαν διαθέτουν.
Κατάλληλα διαμερίσματα θα διατίθενται δια την εστίασίν των.
Απαγορεύεται παν συλλογικόν πειθαρχικόν μέτρον σχετικόν προς την διατροφήν.
Άρθρ.27. Εις τους αιχμαλώτους πολέμου θα παρέχωνται υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως επαρκής υπόδησις, ενδύματα, εσώρουχα και υποδήματα, λαμβανομένου υπ’ όψιν του κλίματος της περιοχής όπου ευρίσκονται οι αιχμάλωτοι. Αι υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως κατασχεθείσαι στολαί των εχθρικών στρατευμάτων θα χρησιμοποιούνται δια τον ιματισμόν των αιχμαλώτων πολέμου εάν το κλίμα της χώρας το επιτρέπει.
Η αντικατάστασις και η επιδιόρθωσις των αδειών τούτων θα γίνηται τακτικώς υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως. Επί πλέον, εις τους εργαζομένους αιχ-μαλώτους πολέμου θα χορηγήται κατάλληλος αμφίεσις οσάκις απαιτεί τούτο η φύσις της εργασίας των.
Άρθρ.28. Εις όλα τα στρατόπεδα θα εγκαθίστανται πρατήρια εκ των οποίων οι αιχμάλωτοι πολέμου θα δύνανται να προμηθεύωνται τρόφιμα, είδη καθημερινής χρήσεως σάπωνα και καπνόν. Αι τιμαί πωλήσεως των ειδών τούτων εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται να υπερβαίνωσι τας τιμάς του εγχωρίου εμπορίου.
Τα κέρδη των πρατηρίων θα διατίθενται υπέρ των αιχμαλώτων πολέμου. Προς τον σκοπόν τούτον θα σχηματίζεται ειδικόν κεφάλαιον. Ο ανήρ εμπιστοσύνης θα δικαιούται να συνεργάζεται εις την διαχείρισιν του πρατηρίου και του κεφαλαίου τούτου.
Κατά την διάλυσιν στρατοπέδου τινός το πιστωτικόν υπόλοιπον του ειδικού τούτου κεφαλαίου θα παραδίδηται εις διεθνή ανθρωπιστικήν οργάνωσιν όπως χρησιμοποιηθή υπέρ αιχμαλώτων πολέμου της ιδίας εθνικότητος προς τους εισενεγκόντας δια τον σχηματισμόν του. Εις περίπτωσιν γενικού επαναπατρισμού τα κέρδη ταύτα θ’ απομείνουν εις την κατακρατούσαν Δύναμιν, πλην αντιθέτου συμφωνίας συναφθησομένης μεταξύ ενδιαφερομένων Δυνάμεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙΙ - Υγιεινή και Ιατρική Περίθαλψις[Επεξεργασία]

Άρθρ.29. Η κατακρατούσα Δύναμις οφείλει να λαμβάνη όλα τα αναγκαία υγειονομικά μέτρα δια την εξασφάλισιν της καθαριότητος και της υγιεινής των στρατοπέδων και προς πρόληψιν επιδημιών.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα έχουν εις την διάθεσίν των νυχθημερόν εγκαταστάσεις συμφώνους προς τους κανόνας της υγιεινής και διατηρουμένας συνεχώς καθαράς. Εις τα στρατόπεδα όπου διαμένουν γυναίκες αιχμάλωτοι πολέμου θα διατίθενται χωρισταί δι’ αυτάς εγκαταστάσεις.
Επί πλέον, ανεξαρτήτως των λουτρών και καταιωνιστήρων δια των οποίων τα στρατόπεδα θα είναι εφωδιασμένα, θα παρέχηται εις τους αιχμαλώτους πολέμου ύδωρ και σάπων εις επαρκείς ποσότητας δια τας καθημερινάς ανάγκας της σωματικής των καθαριότητος και δια το πλύσιμον των εσωρρούχων των. Θα παρέχωνται προς αυτούς τόσον αι αναγκαίαι προς τούτο εγκαταστάσεις και ευκολίαι όσον και ο απαιτούμενος χρόνος.
Άρθρ.30. Έκαστον στρατόπεδον θα έχη κατάλληλον νοσηλευτήριον όπου οι αιχμάλωτοι πολέμου θα τυγχάνουν της περιθάλψεως, ης έχουν ανάγκην ως και της καταλλήλου διαίτης. Εν περιπτώσει ανάγκης θα διατίθενται χώροι απομονώσεως δια τους πάσχοντας εκ μεταδοτικών ή διανοητικών νοσημάτων.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου οι προσβληθέντες υπό βαρείας νόσου ή των οποίων η κατάστασις απαιτεί ειδικήν νοσηλείαν, χειρουργικήν επέμβασιν ή παραμονήν εις νοσοκομείον, οφείλουν να γίνωνται δεκτοί εις παν στρατιωτικόν ή πολιτικόν ίδρυμα κατάλληλον όπως νοσηλεύση αυτούς, έστω και αν προβλέπεται, ο εις το προσεχές μέλλον επαναπατρισμός των. Ειδικαί ευκολίαι θα παρέχωνται δια την περιποίησιν των αναπήρων, ιδίως δε των τυφλών ως και δια την αναμόρφωσίν των εν αναμονή του επαναπατρισμού των.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα νοσηλεύωνται κατά προτίμησιν υπό ιατρικού προσωπικού της Δυνάμεως εκ της οποίας εξαρτώνται και, ει δυνατόν, της εθνικότητός των.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου δεν επιτρέπεται να παρεμποδίζωνται να παρουσιασθούν εις τας ιατρικάς αρχάς προς εξέτασιν. Αι κατακρατούσαι αρχαί θα παραδώσουν, τη αιτήσει του, εις πάντα αιχμάλωτον νοσηλευθέντα επίσημον δήλωσιν εμφαίνουσαν την φύσιν των τραυμάτων του ή της νόσου του, την διάρκειαν της νοσηλείας και την περίθαλψιν της οποίας έτυχεν. Αντίγραφον της δηλώσεως ταύτης θ’ αποστέλληται εις το κεντρικόν Γραφείον αιχμαλώτων πολέμου.
Τα έξοδα νοσηλείας, συμπεριλαμβανομένων των δια πάσαν συσκευήν αναγκαίαν δια την διατήρησιν του αιχμαλώτου πολέμου εις καλήν υγιεινήν κατάστασιν, ιδία δε προθέσεων οδοντοϊατρικών ή άλλων και ομματοϋαλίων θα επιβαρύνουν την κατακρατούσαν Δύναμιν.
Άρθρ.31. Ιατρικαί επιθεωρήσεις των αιχμαλώτων πολέμου θα γίνωνται τουλάχιστον άπαξ του μηνός. Αύται θα περιλαμβάνουν τον έλεγχον και την καταγραφήν του βάρους εκάστου αιχμαλώτου. Θα αποβλέπουν ειδικώς εις τον έλεγχον της γενικής καταστάσεως της υγείας και διατροφής, της καταστάσεως καθαριότητος ως και εις την ανακάλυψιν μεταδοτικών νόσων και ιδία της φυματιώσεως, της ελονοσίας και των αφροδισίων νοσημάτων. Προς τον σκοπόν τούτον θα γίνεται χρήσις των αποτελεσματικωτέρων διαθεσίμων μεθόδων ως, επί παραδείγματι, της περιοδικής κατά ομαδικάς σειράς ραδιογραφίας επί μικροφίλμ, δια την ανακάλυψιν της φυματιώσεως κατά τα πρώτα της στάδια.
Άρθρ.32. Οι αιχμάλωτοι πολέμου, οι οποίοι χωρίς να έχουν τοποθετηθή εις την Υγειονομικήν Υπηρεσίαν των ενόπλων δυνάμεών των, τυγχάνουν ιατροί, οδοντίατροι, νοσοκόμοι άρρενες ή θήλεις, δύνανται να κληθούν παρά της κατακρατούσης Δυνάμεως να ασκήσουν τα ιατρικά των καθήκοντα προς όφελος των αιχμαλώτων πολέμου, των εξαρτωμένων εκ της ιδίας ως και εκείνοι Δυνάμεως. Εις την περίπτωσιν ταύτην θα εξακολουθήσουν να είναι αιχμάλωτοι πολέμου, αλλά θα δεήση να τύχουν της αυτής μεταχειρίσεως όπως τα αντίστοιχα μέλη του κρατηθέντος υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως ιατρικού προσωπικού. Θα απαλλάσσωνται πάσης άλλης εργασίας η οποία θα ηδύνατο να τοις επιβληθή κατά το άρθρ. 49.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ IV - Ιατρικόν και Θρησκευτικόν Προσωπικόν Κρατηθέν προς Περίθαλψιν των Αιχμαλώτων Πολέμου[Επεξεργασία]

Άρθρ.33. Τα μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού, τα εις διάθεσιν της κατακρατούσης Δυνάμεως προς περίθαλψιν των αιχμαλώτων πολέμου δεν θα θεωρούνται αιχμάλωτοι πολέμου. Ουχ’ ήττον θα απολαύουν τουλάχιστον πάντων των πλεονεκτημάτων και της προστασίας της παρούσης Συμβάσεως, ως και πασών των ευκο-λιών των αναγκαίων ίνα δυνηθούν να προσφέρουν τας ιατρικάς των υπηρεσίας και την θρησκευτικήν των αρωγήν εις τους αιχμαλώτους πολέμου. Θα εξακολουθήσουν να ασκούν, εντός του πλαισίου των Νόμων και στρατιωτικών κανονισμών της κα-τακρατούσης Δυνάμεως, υπό την αιγίδα των αρμοδίων αυτής υπηρεσιών και συμφώνως προς την επαγγελματικήν των συνείδησιν, τα ιατρικά ή πνευματικά των καθήκοντα υπέρ των αιχμαλώτων πολέμου, των ανηκόντων κατά προτίμησιν εις τας ενόπλους δυνάμεις εις τας οποίας και αυτοί ανήκουν, θα χαίρουν επί πλέον, δια την άσκησιν της ιατρικής ή πνευματικής των αποστολής των κάτωθι ευκολιών:
α)Θα επιτρέπεται εις αυτά να επισκέπτωνται περιοδικώς τους αιχμαλώτους πολέμου, τους ευρισκομένους εις αποσπάσματα εργασίας ή εις νοσοκομεία κείμενα εκτός του στρατοπέδου. Η κατακρατούσα αρχή θα θέση εις την διάθεσίν των, προς τον σκοπόν τούτον τα αναγκαία μεταφορικά μέσα.
β)Εις έκαστον στρατόπεδον ο αρχαιότερος στρατιωτικός ιατρός του ανωτέρου βαθμού θα είναι υπεύθυνος έναντι των στρατιωτικών αρχών του στρατοπέδου δια παν ό,τι αφορά την δράσιν του κρατουμένου υγειονομικού προσωπικού. Προς τον σκοπόν αυτόν τα εν συρράξει Μέρη θα συνεννοηθούν από της ενάρξεως των εχθροπραξιών επί της αντιστοιχίας των βαθμών του υγειονομικού των προσωπικού, περιλαμβανομένου και του των εταιρειών των αναφερομένων εις το άρθρ. 26 της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων, της 12ης Αυγ. 1949. Δι’ όλα τα ζητήματα τα αναγόμενα εις την αποστολήν των, ο ιατρός ούτος, ως άλλωστε και οι στρατιωτικοί ιερείς θα δύνανται να έρχωνται απ’ ευθείας εις επαφήν μετά των αρμοδίων αρχών του στρατοπέδου. Αύται θα τοις παρέχουν πάσας τας αναγκαίας ευκολίας δια την επί των θεμάτων τούτων αλληλογραφίαν.
γ)Καίτοι το κρατηθέν προσωπικόν υπόκειται εις την εσωτερικήν πειθαρχίαν του στρατοπέδου εις το οποίον ευρίσκεται, εις ουδεμίαν δύναται να υποβληθή εργασίαν ξένην προς την ιατρικήν ή θρησκευτικήν του αποστολήν.
Κατά την διάρκειαν των εχθροπραξιών τα εμπόλεμα μέρη θα συνεννοηθούν δια την ενδεχομένην αντικατάστασιν του κρατηθέντος προσωπικού και θα ορίσουν τας λεπτομερείας της.
Ουδεμία εκ των προηγουμένων διατάξεων απαλλάσσει την κατακρατούσαν Δύναμιν των υποχρεώσεων τας οποίας έχει έναντι των αιχμαλώτων πολέμου επί του υγειονομικού και θρησκευτικού πεδίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ V - Θρησκεία, Πνευματικαί και Σωματικαί Ασκήσεις[Επεξεργασία]

Άρθρ.34. Πλήρης ελευθερία θα παρέχεται εις τους αιχμαλώτους πολέμου δια την άσκησιν της θρησκείας των περιλαμβανομένης και της παρακολουθήσεως των λειτουργιών του θρησκεύματός των υπό τον όρον ότι θα συμμορφούνται προς τα υπό των κατακρατουσών αρχών οριζόμενα συνήθη πειθαρχικά μέτρα.
Δια τας θρησκευτικάς τελετάς θα διατεθούν κατάλληλα διαμερίσματα.
Άρθρ.35. Εις τους στρατιωτικούς ιερείς, οίτινες πίπτουν εις χείρας της εχθρικής Δυνάμεως και οι οποίοι παρέμειναν, ή εκρατήθησαν ίνα παράσχουν την αρωγήν των εις τους αιχμαλώτους πολέμου, θα επιτρέπεται να προσφέρουν προς αυτούς την βοήθειαν του υπουργήματός των και ν’ ασκούν αυτό ελευθέρως μεταξύ των ομοθρήσκων των, συμφώνως προς την θρησκευτικήν των συνείδησιν. Ούτοι θα κατανέμωνται μεταξύ των διαφόρων στρατοπέδων και αποσπασμάτων εργασίας εις α ευρίσκονται αιχμάλωτοι πολέμου ανήκοντες εις τας ιδίας ενόπλους δυνάμεις, ομιλούντες την ιδίαν γλώσσαν ή ανήκοντες εις την ιδίαν θρησκείαν. Θα τύχουν των αναγκαίων ευκολιών και, ειδικώς, των μέσων μετα-φοράς των προβλεπομένων εις το άρθρ. 33 προς επίσκεψιν των εκτός του στρατοπέδου των αιχμαλώτων πολέμου. Θα απολαύουν δια τας θρησκευτικάς πράξεις του υπουργήματός των ελευθερίας αλληλογραφίας, υπό την επιφύλαξιν της λογοκρισίας, με τας εκκλησιαστικάς αρχάς της κατακρατούσης χώρας και τας διεθνείς θρησκευτικάς οργανώσεις. Αι επιστολαί και τα δελτάρια τα οποία θα αποστέλλωνται προς τον σκοπόν αυτόν θα λογίζωνται ως επί πλέον της προβλεπομένης εις το άρθρ. 71, ποσοστείσεως.
Άρθρ.36. Οι αιχμάλωτοι πολέμου, οίτινες είναι ιερείς χωρίς να υπήρξαν στρατιωτικοί ιερείς εις το ίδιόν των στρατόν θα τύχουν αδείας, οιονδήποτε και αν είναι το θρήσκευμά των, να ασκήσουν πλήρως τα υπουργήματά των μεταξύ των ομοθρήσκων των. Θα τύχουν προς τον σκοπόν τούτον μεταχειρίσεως ομοίως ως προς την των στρατιωτικών ιερέων των κρατηθέντων υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως. Εις ουδεμίαν θα υποβάλλωνται άλλην εργασίαν.
Άρθρ.37. Όταν οι αιχμάλωτοι πολέμου δεν έχουν την αρωγήν στρατιωτικού ιερέως του θρησκεύματός των, δύναται να υποδειχθή τη αιτήσει των ενδιαφερομένων αιχμαλώτων, προς εκτέλεσιν των καθηκόντων αυτών, ιερεύς ανήκων είτε εις το θρήσκευμά των είτε εις ανάλογον θρήσκευμα ή ελλείψει τοιούτου και κατάλληλος λαϊκός οσάκις τούτο επιτρέπεται από την θρησκείαν. Η υπόδειξις αύτη υποβαλλομένη εις την έγκρισιν της κατακρατούσης Δυνάμεως θα γίνη από συμφώνου με την ομάδα των ενδιαφερομένων αιχμαλώτων και, όπου απαιτείται τούτο κατόπιν εγκρίσεως της τοπικής αρχής του αυτού θρησκεύματος. Το ούτω υποδειχθησόμενον πρόσωπον οφείλει να συμμορφωθή προς όλους τους υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως, δια λόγους πειθαρχίας και στρατιωτικής ασφαλείας θεσπισθέντας κανονισμούς.
Άρθρ.38. Καίτοι σεβομένη τας ατομικάς προτιμήσεις εκάστου αιχμαλώτου, η κατακρατούσα Δύναμις θα ενθαρρύνη τας πνευματικάς ασκήσεις των αιχμαλώτων πολέμου. Θα λάβη τα αναγκαία μέτρα ίνα καταστήση ταύτας δυνατάς, θέτουσα εις την διάθεσίν των τα κατάλληλα διαμερίσματα και τα αναγκαία εφόδια.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου πρέπει να έχουν την δυνατότητα να επιδίδωνται εις σωματικάς ασκήσεις περιλαμβανομένων των αθλημάτων και παιγνίων και να απολαύουν της υπαίθρου. Επαρκείας ελεύθεροι χώροι θα διατίθενται προς τούτο εις όλα τα στρατόπεδα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VI - Πειθαρχία[Επεξεργασία]

Άρθρ.39. Έκαστον στρατόπεδον αιχμαλώτων πολέμου θα τελεί υπό την άμεσον διοίκησιν υπευθύνου αξιωματικού ανήκοντος εις τας τακτικάς ενόπλους δυνάμεις της κατακρατούσης Δυνάμεως. Ο αξιωματικός ούτος θα είναι κάτοχος του κειμένου της παρούσης Συμβάσεως, θα μεριμνά ώστε αι διατάξεις αυτής να είναι γνωσταί εις το υπό τας διαταγάς του προσωπικόν και θα είναι υπεύθυνος δια την εφαρμογήν των, υπό τον έλεγχον της κυβερνήσεώς του.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου, εξαιρέσει των αξιωματικών, οφείλουν τον χαιρετισμόν και τας λοιπάς ισχυούσας εις τον ίδιον αυτών στρατόν δημοσίας εκδηλώσεις σεβασμού προς όλους τους αξιωματικούς της κατακρατούσης Δυνάμεως.
Οι αξιωματικοί αιχμάλωτοι πολέμου οφείλουν να χαιρετούν μόνον τους αξιωματικούς ανωτέρου βαθμού της Δυνάμεως ταύτης. Εν τούτοις οφείλουν τον χαιρετισμόν εις τον διοικητήν του στρατοπέδου οιοσδήποτε και είναι ο βαθμός αυτού.
Άρθρ.40. Επιτρέπεται εις τους αιχμαλώτους να φέρουν τα διάσημα του βαθμού και της εθνικότητός των ως και τα παράσημά των.
Άρθρ.41. Εις έκαστον στρατόπεδον θα είναι τοιχοκολλημένα, το κείμενον της παρούσης Συμβάσεως, των παραρτημάτων της ως και το περιεχόμενον των προβλεπομένων εν άρθρ. 6 ειδικών συμφωνιών, εις την γλώσσαν των αιχμαλώτων πολέμου και εις τοποθεσίαν όπου όλοι οι αιχμάλωτοι θα δύνανται να τα συμβουλευθούν. Τα κείμενα ταύτα θα κοινοποιούνται, τη αιτήσει των, εις τους αιχμαλώτους τους αδυνατούντας να λάβουν γνώσιν του τοιχοκολλημένου κειμένου.
Οι κανονισμοί, διαταγαί, ειδοποιήσεις και δημοσιεύσεις πάσης φύσεως αι αφορώσαι την συμπεριφοράν των αιχμαλώτων πολέμου θα ανακοινούνται προς αυτούς εις γλώσσαν την οποίαν κατανοούν. Θα τοιχοκολλώνται κατά τα ανωτέρω και αντίτυπά των θα δίδωνται εις τον άνδρα εμπιστοσύνης. Όλαι αι διαταγαί και εντολαί αι ατομικώς απευθυνόμεναι προς αιχμαλώτους οφείλουν επίσης να δίδωνται εις γλώσσαν την οποίαν ούτοι κατανοούν.
Άρθρ.42. Η χρήσις όπλων εναντίον των αιχμαλώτων πολέμου, ειδικώς εναντίον εκείνων οίτινες δραπετεύουν ή αποπειρώνται να δραπετεύσουν, θ’ αποτελή έσχατον μόνον μέσον ούτινος θα προηγούνται πάντοτε αι ενδεικνυόμεναι, αναλόγως των περιστάσεων κλήσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VII - Βαθμοί των Αιχμαλώτων Πολέμου[Επεξεργασία]

Άρθρ.43. Από της ενάρξεως των εχθροπραξιών, τα εν συρράξει Μέρη θα ανακοινώσουν προς άλληλα τους τίτλους και βαθμούς όλων των προσώπων, άτινα αναφέρονται εις το άρθρ. 4 της παρούσης Συμβάσεως, προς εξασφάλισιν της ισοτιμίας μεταχειρίσεως μεταξύ των αιχμαλώτων αντιστοίχων βαθμού. Εάν τίτλοι και βαθμοί δημιουργηθούν μεταγενεστέρως, θ’ αποτελέσουν αντικείμενον αναλόγου ανακοινώσεως.
Η κατακρατούσα Δύναμις θα αναγνωρίζη τας κατά βαθμόν προαγωγάς των αιχμαλώτων πολέμου, αι οποίαι θα ανακοινούνται εις αυτήν τακτικά υπό της Δυνάμεως εξ ης ούτοι εξαρτώνται.
Άρθρ.44. Οι αξιωματικοί και οι αφομοιωμένοι προς αυτούς αιχμάλωτοι πολέμου θα τυγχάνουν μεταχειρίσεως συμφώνου προς την οφειλομένην εις τον βαθμόν και την ηλικίαν των τιμήν.
Προς εξασφάλισιν της υπηρεσίας των στρατοπέδων αξιωματικών θ’ αποσπάται εις αυτά επαρκής, εν συγκρίσει προς τον βαθμόν των αξιωματικών και άλλων αφομοιωμένων προσώπων, αριθμός στρατιωτών των αυτών εμπολέμων δυνάμεων, και ομιλούντων, κατά το δυνατόν, την αυτήν γλώσσαν. Οι στρατιώται ούτοι εις ουδεμίαν άλλην εργασίαν δύνανται να υποχρεωθούν.
Θα διευκολύνεται παντί τρόπω η διαχείρισις του συσσιτίου των, υπ’ αυτών τούτων των αξιωματικών.
Άρθρ.45. Οι άλλοι αιχμάλωτοι πολέμου, οι μη αξιωματικοί ή αφομοιωμένοι, θα τυγχάνουν μεταχειρίσεως αναλόγου προς τον βαθμόν και την ηλικίαν των.
Θα διευκολύνεται παντί τρόπω η διαχείρισις του συσσιτίου των, υπό αυτών τούτων των αιχμαλώτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VIII - Μεταστάθμευσις των αιχμαλώτων πολέμου μετά την άφιξίν των εις το στρατόπεδον[Επεξεργασία]

Άρθρ.46. Η κατακρατούσα Δύναμις, όταν αποφασίση την μεταστάθμευσιν αιχμαλώτων πολέμου, οφείλει να λάβη υπ’ όψιν τα συμφέροντα αυτών και δη το ζήτημα της μη αυξήσως των δυσχερειών του επαναπατρισμού των.
Η μεταφορά των αιχμαλώτων πολέμου θα γίνηται πάντοτε με ανθρωπισμόν και υπό όρους ουχί δυσμενεστέρους εκείνων ων απολαύουν τα στρατεύματα της κατακρατούσης Δυνάμεως κατά τας μετακινήσεις των. Θα λαμβάνωνται πάντοτε υπ’ όψιν αι κλιματολογικαί συνθήκαι εις τας οποίας οι αιχμάλωτοι πολέμου είναι συνηθισμένοι, οι δε όροι της μεταφοράς εν ουδεμιά περιπτώσει επιτρέπεται να είναι επιζήμιοι δια την υγείαν των.
Η κατακρατούσα Δύναμις θα παρέχη εις τους αιχμαλώτους πολέμου, κατά την διάρκειαν της μεταφοράς των, πόσιμον ύδωρ και τροφήν επαρκή ίνα διατηρηθούν εν καλή υγεία, και ενδύματα, στέγασιν και ιατρικήν περίθαλψιν ανάλογον προς τας ανάγκας των. Θα λαμβάνη παν χρήσιμον μέτρον, και δη εις περίπτωσιν ταξειδίου θαλασσίου ή αεροπορικού, δια την ασφάλειάν των διαρκούσης της μεταφοράς, θα συντάσση δε, προ της αναχωρήσεώς των πλήρη κατάλογον των μεταφερθησομένων αιχμαλώτων.
Άρθρ.47. Οι ασθενείς ή τραυματίαι αιχμάλωτοι πολέμου δεν θα μεταφέρωνται εφ’ όσον το ταξείδιον θα ηδύνατο να δυσχεράνη την θεραπείαν των, εκτός εάν η ασφάλειά των απαιτή επιτακτικώς την μετακίνησιν.
Εάν το μέτωπον πλησιάζει προς στρατόπεδον, οι αιχμάλωτοι πολέμου του στρατοπέδου τούτου δεν θα μετακινούνται πλην εάν η μεταφορά δύναται να ενεργηθή υπό συνθήκας επαρκούς ασφαλείας ή εάν ούτοι διατρέχουν μεγαλύτερον κίνδυνον εκ της παραμονής των ή εκ της μεταφοράς των.
Άρθρ.48. Εις περίπτωσιν μετασταθμεύσεως οι έγκλειστοι θα ειδοποιώνται επισήμως περί της αναχωρήσεώς των και της νέας διευθύνσεως. Η ειδοποίησις αύτη θα τους παρέχεται αρκετά ενωρίς ώστε να δύνανται να ετοιμάσουν τας αποσκευάς των και να προειδοποιήσουν τας οικογενείας των.
Θα δικαιούνται να συμπαραλάβουν τα ατομικά των είδη, την αλληλογραφίαν των και τα αφικόμενα υπέρ αυτών δέματα. Το βάρος των αποσκευών τούτων θα δύναται να περιορισθή εάν αι συνθήκαι μεταφοράς το απαιτούν, εις ότι ο αιχμάλωτος δύναται μόνος, λογικώς να βαστάση, αλλ’ εν ουδεμιά περιπτώσει το επιτρεπόμενον βάρος θα υπερβαίνη τα είκοσι πέντε χιλιόγραμμα.
Η αλληλογραφία και τα δέματα τ’ αποσταλέντα εις το παλαιόν στρατόπεδον, θα διαβιβάζωνται προς αυτούς άνευ καθυστερήσεως. Ο διοικητής του στρατοπέδου θα λαμβάνη από κοινού μετά του ανδρός εμπιστοσύνης, τα αναγκαία μέτρα προς εκτέλεσιν της μεταφοράς της συλλογικής περιουσίας των αιχμαλώτων πολέμου και των αποσκευών τας οποίας οι έγκλειστοι δεν θα δύνανται να συμπεριλάβουν συνεπεία περιορισμών επιβαλλομένων, δυνάμει του δευτέρου εδαφίου του παρόντος άρθρου.
Τα έξοδα μετασταθμεύσεως θα βαρύνουν την κατακρατούσαν Δύναμιν.

ΤΜΗΜΑ ΙΙI - Εργασία των αιχμαλώτων πολέμου[Επεξεργασία]

Άρθρ.49. Η κατακρατούσα Δύναμις θα δύναται να χρησιμοποιήση τους υγιείς αιχμαλώτους πολέμου ως εργάτας, λαμβάνουσα υπ’ όψιν την ηλικίαν των, το φύλον των, τον βαθμόν των ως και τας σω-ματικάς των ικανότητας, προς τον σκοπόν ιδίως της διατηρήσεώς των εν καλή σωματική και ηθική υγεία.
Οι υπαξιωματικοί αιχμάλωτοι πολέμου δεν θα υποχρεούνται ειμή μόνον εις έργα επιτηρήσεως. Όσοι δεν υποχρεωθούν εις τοιαύτην εργασίαν δύνανται να ζητήσουν άλλην κατάλληλον απασχόλησιν, ήτις θα τους παρασχεθή εν τω μέτρω του δυνατού.
Εάν οι αξιωματικοί ή οι εις αυτούς αφομοιωμένοι ζητήσουν κατάλληλον εργασίαν, αύτη θα παρασχεθή εις τούτους εν τω μέτρω του δυνατού. Εν ουδεμιά περιπτώσει θα υποχρεούνται εις εργασίαν.
Άρθρ.50. Πλην των εργασιών των σχετικών προς την διοίκησιν, την διαρρύθμισιν ή την συντήρησιν των στρατοπέδων των, οι αιχμάλωτοι πολέμου δύνανται να υποχρεωθούν μόνον εις εργασίαν αναγομένην εις τας κάτωθι κατηγορίας:
α)Γεωργία β)βιομηχανίαι παραγωγικαί, ορυχεία ή εργοστάσια, εξαιρέσει των βιομηχανιών μεταλλουργίας, μηχανικής, χημικών προϊόντων, των δημοσίων έργων και της οικοδομής στρατιωτικού χαρακτήρος ή στρατιωτικού προορισμού. γ) Μεταφοραί και φορτοεκφορτώσεις άνευ στρατιωτικού χαρακτήρος, ή προορισμού. δ)Εμπορικαί ή καλλιτεχνικαί ασχολίαι. ε)Οικιακαί υπηρεσίαι. ζ)Δημόσιαι υπηρεσίαι άνευ στρατιωτικού χαρακτήρος ή προορισμού.
Εν περιπτώσει παραβιάσες των ως άνω διατάξεων, οι αιχμάλωτοι πολέμου θα δικαιούνται να ασκήσουν το δικαίωμά των διατυπώσεως παραπόνου, συμφώνως τω άρθρ. 78.
Άρθρ.51. Οι αιχμάλωτοι πολέμου οφείλουν να απολαύουν καταλλήλων συνθηκών εργασίας, ιδίως εις ότι αφορά την στέγασιν, την τροφήν, τον ιματισμόν και τα εφόδια. Αι συνθήκαι αύται δεν δύνανται να είναι κατώτεραι εκείνων, αίτινες ισχύουν δια τους υπηκόους της κατακρατούσης Δυνάμεως, τους χρησιμοποιουμένους εις παρεμφερή έργα. Θα λαμβάνωνται επίσης υπ’ όψιν αι κλιματολογικαί συνθήκαι.
Η κατακρατούσα Δύναμις, η οποία χρησιμοποιεί την εργασίαν των αιχμαλώτων πολέμου, θα εξασφαλίζη εις τας περιοχάς όπου οι αιχμάλωτοι ούτοι εργάζονται, την εφαρμογήν της εθνικής νομοθεσίας περί προστασίας της εργασίας και ειδικώτερον, των κανονισμών περί ασφαλείας των εργατών.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου οφείλουν να εκπαιδεύωνται και να είναι εφωδιασμένοι δια μέσων προστασίας προσηρμοσμένων εις την εργασίαν ην θα εκτελούν και ομοίων προς τα προβλεπόμενα δια τους υπηκόους της κατακρατούσης Δυνάμεως. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του άρθρ. 52, οι αιχμάλωτοι δύνανται να εκτεθούν εις τους συνήθεις κινδύνους ους διατρέχουν και οι κοινοί εργάται.
Εν ουδεμιά περιπτώσει αι συνθήκαι θα δύνανται να καταστούν επαχθέστεραι λόγω πειθαρχικών μέτρων.
Άρθρ.52. Μόνον εθελουσίως δύνανται οι αιχμάλωτοι πολέμου να χρησιμοποιηθούν εις ανθυγιεινάς ή επικινδύνους εργασίας.
Ουδείς αιχμάλωτος πολέμου θα χρησιμοποιήται εις εργασίαν, ήτις θα ηδύνατο να θεωρηθή ταπεινωτική δια μέλος των ενόπλων δυνάμεων της κατακρατούσης Δυνάμεως.
Η αφαίρεσις ναρκών ή άλλων αναλόγων μηχανημάτων λογίζεται ως επικίνδυνος εργασία.
Άρθρ.53. Η διάρκεια της ημερησίας εργασίας των αιχμαλώτων πολέμου, περιλαμβανομένης της διαδρομής μεταβάσεως και επιστροφής δεν είναι υπερβολική και εν ουδεμιά περιπτώσει θα υπερβαίνη την παραδεδεγμένην δια τους πολίτας εργάτας της περιοχής, υπηκόους της κατακρατούσης Δυνάμεως, τους χρησιμοποιουμένους εις την αυτήν εργασίαν.
Θα παρέχηται υποχρεωτικώς εις τους αιχμαλώτους πολέμου μετά το πρώτον ήμισυ της ημερησίας εργασίας τουλάχιστον ωριαία ανάπαυσις. Η ανάπαυσις αύτη θα είναι ισόχρονος προς την προβλεπομένην δια τους εργάτας της κατακρατούσης Δυνάμεως, εάν αύτη είναι μεγαλυτέρας διαρκείας. Θα παρέχεται επίσης εις αυτούς εβδομαδιαίως ανάπαυσις εικοσιτεσσάρων συνεχών ωρών, κατά προτίμησιν την Κυριακήν ή την ημέραν αναπαύσεως την τηρουμένην εις την χώραν της προελεύσεώς των. Επί πλέον πας εργάτης ο οποίος ηργάσθη επί έν έτος, θα απολαμβάνη αναπαύσεως οκτώ συνεχών ημερών κατά τας οποίας η αποζημίωσις της εργασίας του θα τω καταβάλλεται.
Εάν είναι εν χρήσει μέθοδοι εργασίας οία ή κατά τεμάχια, δεν πρέπει αύται να καθιστούν υπερβολικήν την διάρκειαν της εργασίας.
Άρθρ.54. Η οφειλομένη εις τους αιχμαλώτους πολέμου αποζημίωσις εργασίας, ορίζεται κατά τας διατάξεις του άρθρ. 62 της παρούσης Συμβάσεως.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου, οίτινες καθίστανται θύματα εργατικών ατυχημάτων ή ασθενειών κατά την διάρκειαν ή ένεκα της εργασίας των, θα τυγχάνουν πάσης της αναγκαιούσης εις την κατάστασίν των φροντίδος. Επί πλέον, η κατακρατούσα Δύναμις θα επιδώση εις αυτούς ιατρικόν πιστοποιητικόν το οποίον θα τοις επιτρέπη να διεκδικήσουν τα δικαιώματά των παρά τη Δυνάμει εξ ης εξαρτώνται, θα διαβιβάση δε αντίτυπον αυτού εις το Κεντρικόν Γραφείον αιχμαλώτων πολέμου, το προβλεπόμενον εις το άρθρ. 123.
Άρθρ.55. Η ικανότης προς εργασίαν των αιχμαλώτων πολέμου θα ελέγχηται περιοδικώς δι’ ιατρικών εξετάσεων, τουλάχιστον δε άπαξ του μηνός. Κατά τας εξετάσεις αυτάς θα λαμβάνηται ιδιαιτέρως υπ’ όψιν η φύσις της εργασίας εις ην υποβάλλονται οι αιχμάλωτοι πολέμου.
Εάν αιχμάλωτος πολέμου φρονεί ότι είναι ανίκανος προς εργασίαν, θα δικαιούται να παρουσιασθή ενώπιον των ιατρικών αρχών του στρατοπέδου του. Οι ιατροί θα δύνανται να συστήσουν όπως οι αιχμάλωτοι, οίτινες, κατά την γνώμην των, είναι ανίκανοι προς εργασίαν, απαλλάσσονται αυτής.
Άρθρ.56. Οι ισχύοντες δια τα αποσπάσματα εργασίας όροι θα είναι οι αυτοί προς τους των στρατοπέδων αιχμαλώτων πολέμου.
Παν απόσπασμα εργασίας θα εξακολουθή να διατελή υπό τον έλεγχον στρατοπέδου αιχμαλώτων πολέμου και να εξαρτάται διοικητικώς εξ αυτού. Αι στρατιωτικαί αρχαί και ο διοικητής του στρατοπέδου τούτου θα είναι υπεύθυνοι υπό τον έλεγχον της Κυβερνήσεώς των, δια την τήρησιν, εις το απόσπασμα εργασίας, των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως.
Ο διοικητής του στρατοπέδου θα κρατή ενημερωμένον κατάλογον των αποσπασμάτων εργασίας, των εξαρτωμένων εκ του στρατοπέδου του και θα ανακοινοί αυτόν εις τους απεσταλμένους της προστάτιδος Δυνάμεως, της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού ή άλλων οργανισμών, βοηθούντων τους αιχμαλώτους πολέμου, οι οποίοι ήθελον επισκεφθή το στρατόπεδον.
Άρθρ.57. Τα ημερομίσθια των αιχμαλώτων πολέμου, των εργαζομένων δια λογαριασμόν ιδιωτών και αν έτι ούτοι εξασφαλίζουν την φύλαξιν και την προστασίαν αυτών υπό ιδίαν των ευθύνην, θα είναι τουλάχιστον ίσα προς τα προβλεπόμενα υπό της παρούσης Συμβάσεως. Η κατακρατούσα Δύναμις, αι στρατιωτικαί αρχαί και ο διοικητής του στρατοπέδου, εις το οποίον ανήκουν οι αιχμάλωτοι, θα αναλάβουν πλήρη ευθύνην δια την συντήρησιν την νοσηλείαν την μεταχείρισιν και την πληρωμήν της αποζημιώσεως εργασίας των αιχμαλώτων πολέμου τούτων.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου ούτοι θα έχουν το δικαίωμα να παραμείνουν εις επαφήν με τους άνδρας εμπιστοσύνης του στρατοπέδου εις το οποίον ανήκουν.

ΤΜΗΜΑ ΙV - Χρηματικοί πόροι των αιχμαλώτων πολέμου[Επεξεργασία]

Άρθρ.58. Από της ενάρξεως των εχθροπραξιών και εν αναμονή επί του θέματος συμφωνίας με την προστάτιδα Δύναμιν, η κατακρατούσα Δύναμις θα δύναται να καθορίση το ανώτατον ποσόν εις μετρητά ή υπό ανάλογον μορφήν, το οποίον οι αιχμάλωτοι πολέμου θα δύνανται να φέρουν μεθ’ εαυτών. Παν υπερβάλλον, όπερ ευρίσκεται νομίμως εις την κατοχήν των, έχει αφαιρεθή ή έχει κρατηθή, θα πιστούται, ως επίσης και πάσα κατάθεσις χρημάτων ενεργηθείσα παρ’ αυτών εις τον λογαριασμόν των και δεν θα δύναται να μετατραπή εις άλλο νόμισμα άνευ της συναινέσεώς των.
Οσάκις επιτρέπεται εις τους αιχμαλώτους πολέμου να προβαίνουν εις αγοράς ή να δέχωνται υπηρεσίας έναντι πληρωμής τοις μετρητοίς, έξω του στρατοπέδου, αι πληρωμαί αύται θα ενεργούνται υπ’ αυτών τούτων των αιχμαλώτων ή υπό της διοικήσεως του στρατοπέδου, η οποία θα φέρη τας πληρωμάς αυτάς εις χρέωσιν του λογαριασμού των ενδιαφερομένων αιχμαλώτων. Η κατακρατούσα Δύναμις, θα θεσπίση τας απαιτουμένας εν προκειμένω διατάξεις.
Άρθρ.59. Τα ποσά εις νόμισμα της κατακρατούσης Δυνάμεως, τα αφαιρεθέντα από τους αιχμαλώτους πολέμου, συμφώνως προς το άρθρ. 18, κατά την στιγμήν της αιχμαλωσίας των, θα φέρωνται εις πίστωσιν του λογαριασμού ενός εκάστου, εξ αυτών, συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 64 του παρόντος Τμήματος.
Θα αχθούν επίσης εις πίστωσιν του λογαριασμού τούτου τα ποσά εις νόμισμα της κατακρατούσης Δυνάμεως, τα προερχόμενα εκ της μετατροπής των αφαιρεθέντων κατά την ιδίαν στιγμήν από τους αιχμαλώτους πολέμου ποσών εις άλλα νομίσματα.
Άρθρ.60. Η κατακρατούσα Δύναμις θα καταβάλη εις όλους τους αιχμαλώτους πολέμου προκαταβολήν μηνιαίων αποδοχών, ης η αξία θα καθορισθή εκ της μετατροπής εις το νόμισμα της αναφερομένης Δυ-νάμεως των ακολούθων ποσών:
Κατηγορία Ι. Αιχμάλωτοι βαθμού κατωτέρου του λοχίου: οκτώ Ελβετικά φράγκα.
Κατηγορία ΙΙ. Λοχίαι και έτεροι υπαξιωματικοί ή αιχμάλωτοι πολέμου ισοτίμου βαθμού: δώδεκα Ελβετικά φράγκα.
Κατηγορία ΙΙΙ. Αξιωματικοί μέχρι του βαθμού του λοχαγού, ή αιχμάλωτοι ισοτίμου βαθμού: 50 Ελβετικά φράγκα.
Κατηγορία IV. Ταγματάρχαι, Αντισυνταγματάρχαι, Συνταγματάρχαι, ή αιχμάλωτοι ισοτίμου βαθμού: 60 Ελβετικά φράγκα.
Κατηγορία V. Στρατηγοί ή αιχμάλωτοι πολέμου ισοτίμου βαθμού: 75 Ελβετικά φράγκα.
Τα ενδιαφερόμενα εν συρράξει Μέρη δύνανται, ουχ’ ήττον, να τροποποιήσουν, δι’ ειδικών συμφωνιών, το ποσόν των προκαταβολών αποδοχών των οφειλομένων εις τους αιχμαλώτους πολέμου των ως άνω απαριθμουμένων κατηγοριών.
Επί πλέον, εάν τα ποσά τα προβλεπόμενα εις το ως άνω πρώτον εδάφιον, είναι δυσαναλόγως μεγάλα εν συγκρίσει με τον καταβαλλόμενον εις τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων της κατακρατούσης Δυνάμεως μισθόν, ή εάν, δι’ οιονδήποτε άλλον λόγον, εδημιούργουν σοβαράν δυσχέρειαν εις την ειρημένην Δύναμιν, αύτη, εν αναμονή της συνάψεως ειδικής συμφωνίας με την Δύναμιν εκ της οποίας εξαρτώνται οι αιχμάλωτοι πολέμου προς τροποποίησιν των ποσών τούτων δύναται:
α)Είτε να εξακολουθήση πιστώνουσα τους λογαριασμούς των αιχμαλώτων πολέμου με τα καθοριζόμενα εις το πρώτον εδάφιον ποσά,
β)Είτε προσωρινώς να περιορίση, εις επίπεδα άτινα θα παραμείνουν λογικά τα ποσά τα οποία θα θέτη, υπό τύπον προκαταβολής αποδοχών, εις διάθεσιν των αιχμαλώτων πολέμου δια τας ανάγκας των. Ουχ’ ήττον, προκειμένου περί των αιχμαλώτων πολέμου της κατηγορίας Ι τα ποσά ταύτα δεν πρέπει ποτέ να είναι κατώτερα εκείνων τα οποία η κατακρατούσα Δύναμις καταβάλλει εις τα μέλη των ιδίων της ενόπλων δυνάμεων.
Οι λόγοι του τοιούτου περιορισμού θα ανακοινούνται άνευ χρονοτριβής εις την προστάτιδα Δύναμιν.
Άρθρ.61. Η κατακρατούσα Δύναμις θα δέχηται τα χρηματικά εμβάσματα τα οποία η δύναμις εκ της οποίας εξαρτώνται οι αιχμάλωτοι πολέμου θα αποστέλλη ως συμπλήρωμα μισθού υπό τον όρον ότι τα ποσά ταύτα θα είναι τα αυτά δι’ όλους τους αιχμαλώτους της αυτής κατηγορίας, ότι θα καταβάλλωνται εις όλους τους αιχμαλώτους της κατηγορίας αυτής τους εξαρτωμένους εκ της Δυνάμεως αυτής και ότι θα φέρωνται, ευθύς ως είναι δυνατόν, εις πίστωσιν των ατομικών λογαριασμών των αιχμαλώτων συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 64. Η συμπλήρωσις αύτη μισθού δεν απαλλάσσει την κατακρατούσαν Δύναμιν ουδεμιάς των υποχρεώσεων ας υπέχει κατά τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.62. Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα λαμβάνουν απ’ ευθείας παρά των κατακρατουσών αρχών δικαίαν εργατικήν αποζημίωσιν, της οποίας το αντίτιμον θα καθορίζηται παρά των αρχών αυτών, ήτις όμως δεν δύναται ποτέ να είναι κατωτέρα του ενός τετάρτου του ελβετικού φράγκου δια πλήρη ημέραν εργασίας. Η κατακρατούσα Δύναμις, θα καθιστά γνωστόν εις τους αιχμαλώτους ως και εις την Δύναμιν εκ της οποίας εξαρτώνται μέσω της προστάτιδος Δυνάμεως, το αντίτιμον των ημερησίων εργατικών αποζημιώσεων το οποίον θα έχη καθορίσει.
Αποζημίωσις εργασίας καταβάλλεται επίσης παρά των κατακρατουσών αρχών εις τους αιχμαλώτους τους χρησιμοποιουμένους μονίμως εις υπηρεσίας ή εις βιοτεχνικάς εργασίας σχετικάς με την διοίκησιν, την εσωτερικήν διαρρύθμισιν ή την συντήρησιν των στρατοπέδων, ως και εις τους αιχμαλώτους τους επιφορτισμένους ν’ ασκούν πνευματικά ή ιατρικά καθήκοντα επ’ ωφελεία των συναδέλφων των.
Η αποζημίωσις εργασίας του ανδρός εμπιστοσύνης, των βοηθών του και, ενδεχομένως, των συμβούλων του, θα αναλαμβάνηται εκ του ταμείου του τροφοδοτουμένου εκ των κερδών του πρατηρίου. Το αντίτιμόν της θα καθορίζηται παρά του ανδρός επιστοσύνης και θα υποβάληται εις την έγκρισιν του διοικητού του στρατοπέδου. Εάν δεν υπάρχη τοιούτον απόθεμα, αι κατακρατούσαι αρχαί θα καταβάλλουν εις τους αιχμαλώτους αυτούς δικαίαν αποζημίωσιν εργασίας.
Άρθρ.63. Εις τους αιχμαλώτους πολέμου θα επιτρέπηται να λαμβάνουν τα χρηματικά εμβάσματα τα οποία θα αποστέλλωνται εις αυτούς ατομικώς ή συλλογικώς.
Έκαστος αιχμάλωτος πολέμου θα διαθέτη το πιστωτικόν υπόλοιπον του λογαριασμού του, ως προβλέπεται εν τω επομένω άρθρω, εντός ορίων καθοριζομένων παρά της κατακρατούσης Δυνάμεως, η οποία θα ενεργή τας ζητουμένας πληρωμάς. Υπό την επιφύλαξιν των οικονομικών ή νομισματικών περιορισμών τους οποίους κρίνει αύτη βασικούς, θα επιτρέπηται εις τους αιχμαλώτους πολέμου να ενερ-γούν πληρωμάς εις το εξωτερικόν. Εις την περίπτωσιν ταύτην η κατακρατούσα Δύναμις θα ευνοή ειδικώς τα εμβάσματα, τα οποία οι αιχμάλωτοι πολέμου θα διενεργούν υπέρ προσώπων, άτινα ούτοι συντηρούν.
Εν πάση περιπτώσει, οι αιχμάλωτοι πολέμου θα δύνανται, εάν η Δύναμις εξ ης εξαρτώνται συγκατατίθεται εις τούτο να προβαίνουν εις την διενέργειαν πληρωμών εις την ιδίαν αυτών χώραν κατά την ακόλουθον διαδικασίαν: η κατακρατούσα Δύναμις θα αποστέλλη εις την ειρημένην Δύναμιν, μέσω της προστάτιδος Δυνάμεως, ειδοποίησιν περί του αποστολέως και του αποδέκτου του εμβάσματος ως και του καταβλητέου ποσού εκπεφρασμένου εις το νόμισμα της κατακρατούσης Δυνάμεως. Η ειδοποίησις αύτη θα υπογράφηται υπό του ενδιαφερομένου αιχμαλώτου και θα προσυπογράφηται υπό του διοικητού του στρατοπέδου. Η κατακρατούσα Δύναμις θα χρεώση τον λογαριασμόν του αιχμαλώτου με το ποσόν τούτο. Τα ούτω χρεωθέντα ποσά θα φέρωνται υπ’ αυτής εις πίστωσιν της Δυνάμεως εκ της οποίας εξαρτώνται οι αιχμάλωτοι.
Δια την εφαρμογήν των ανωτέρω διατάξεων, η κατακρατούσα Δύναμις θα δύναται ωφελίμως να συμβουλευθή τον τύπον κανονισμού τον περιλαμβανόμενον εις το παράρτημα Υ της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.64. Η κατακρατούσα Δύναμις θα τηρή δι’ έκαστον αιχμάλωτον πολέμου λογαριασμόν ο οποίος θα παρέχη τουλάχιστον τας κάτωθι ενδείξεις:
1.Τα οφειλόμενα εις τον αιχμάλωτον ή ληφθέντα υπ’ αυτού υπό τύπον προκαταβολής μισθού, αποζημιώσεως εργασίας ή δια πάντα άλλον λόγον, τα εις το νόμισμα της κατακρατούσης Δυνάμεως, ποσά άτινα αφηρέθησαν από τον αιχμάλωτον. Τα αφαιρεθέντα από τον αιχμάλωτον και μετατραπέντα τη αιτήσει του εις το νόμισμα της ειρημένης Δυνάμεως ποσά.
2.Τα καταβληθέντα εις τον αιχμάλωτον τοις μετρητοίς ή υπό ανάλογον μορφήν ποσά. Τας ενεργηθείσας δια λογαριασμόν του και τη αιτήσει του πληρωμάς. Τα ποσά τα μεταφερθέντα συμφώνως τω τρίτω εδαφίω του προηγουμένου άρθρου.
Άρθρ.65. Πάσα εγγραφή γινομένη εις τον λογαριασμόν αιχμαλώτου πολέμου θα προσυπογράφηται ή μονογραφήται υπ’ αυτού ή υπό του ανδρός εμπιστοσύνης ενεργούντος εξ ονόματός του.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα τυγχάνουν εν παντί χρόνω λογικών ευκολιών ίνα συμβουλευθούν τον λογαριασμόν των και λάβουν αντίγραφον αυτού. Ο λογαριασμός θα δύναται να ελέγχηται επίσης παρά των αντιπροσώπων της προστάτιδος Δυνάμεως κατά τας επισκέψεις του στρατοπέδου.
Κατά την μεταφοράν των αιχμαλώτων πολέμου εξ ενός στρατοπέδου εις έτερον, ο προσωπικός των λογαριασμός θα ακολουθή αυτούς. Εν περιπτώσει μεταφοράς εκ μιας κατακρατούσης Δυνάμεως εις ετέραν, τα ανήκοντα εις αυτούς ποσά τα οποία δεν είναι εις το νόμισμα της κατακρατούσης Δυνάμεως θα ακολουθούν αυτούς. Θα παραδωθή εις αυτούς απόδειξις δι’ όλα τα άλλα ποσά, τα οποία θα παρέμενον εις πίστωσιν του λογαριασμού των.
Τα ενδιαφερόμενα εν συρράξει Μέρη δύνανται να συνεννοηθούν ίνα ανακοινούν προς άλληλα μέσω της προστάτιδος Δυνάμεως και καθ’ ωρισμένα χρονικά διαστήματα αντίγραφα των λογαριασμών των αιχμαλώτων πολέμου.
Άρθρ.66. Άμα τω πέρατι της κρατήσεως του αιχμαλώτου πολέμου, λόγω απελευθερώσεως ή επαναπατρισμού, η κατακρατούσα Δύναμις θα παραδώση εις αυτόν δήλωσιν υπογεγραμμένην υπό αρμοδίου αξιωματικού και βεβαιούσαν το πιστωτικόν υπόλοιπον, όπερ οφείλεται εις αυτόν κατά το τέλος της αιχμαλωσίας του. Αφ’ ετέρου η κατακρατούσα Δύναμις θα αποστείλη εις την Δύναμιν εκ της οποίας εξαρτώνται οι αιχμάλωτοι πολέμου, μέσω της προστάτιδος Δυνάμεως καταλόγους παρέχοντας όλα τα στοιχεία περί των αιχμαλώτων, των οποίων η αιχμαλωσία έληξε δι’ επαναπατρισμού, απελευθερώσεως, αποδράσεως, θανάτου ή οιουδήποτε άλλου τρόπου, και βεβαιούντας ιδίως τα πιστωτικά υπόλοιπα των λογαριασμών των. Έκαστον φύλλον των καταλόγων αυτών θα επικυρωθή παρ’ εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου της κατακρατούσης Δυνάμεως.
Αι αναφερόμεναι Δυνάμεις θα δύνανται δι’ ειδικής συμφωνίας να μεταβάλουν εν όλω ή εν μέρει τας ως άνω διατάξεις.
Η Δύναμις εκ της οποίας ο αιχμάλωτος πολέμου εξαρτάται θα είναι υπεύθυνος δια τον διακανονισμόν μετ’ αυτού του πιστωτικού υπολοίπου, το οποίον τω οφείλεται κατά το τέλος της αιχμαλωσίας του υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως.
Άρθρ.67. Αι καταβαλλόμεναι συμφώνως τω άρθρ. 60 προς τους αιχμαλώτους πολέμου, προκαταβολαί μισθού, θα θεωρούνται γενόμεναι δια λογαριασμόν της Δυνάμεως εκ της οποίας εξαρτώνται. Αι προκαταβολαί αύται μισθού ως και όλαι αι πληρωμαί αι εκτελούμεναι υπό της εν λόγω Δυνάμεως βάσει του άρθρ. 63, τρίτον εδάφιον και του άρθρ. 68, θα αποτελέσουν το αντικείμενον συμφωνιών μεταξύ των ενδιαφερομένων Δυνάμεων, κατά το τέλος των εχθροπραξιών.
Άρθρ.68. Πάσα αίτησις αποζημιώσεως εκ μέρους αιχμαλώτου πολέμου λόγω ατυχήματος ή άλλης αναπηρίας οφειλομένης εις εργασίαν θα ανακοινούται εις την Δύναμιν εξ ης ούτος εξαρτάται μέσω της προστάτιδος Δυνάμεως. Συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 54 η κατακρατούσα Δύναμις θα επιδώση εν πάση περιπτώσει εις τον αιχμάλωτον πολέμου μίαν δήλωσιν πιστοποιούσαν την φύσιν του τραύματος ή της αναπηρίας, τας συνθήκας υπό τας οποίας συνέβη ως και τας σχετικάς με την ιατρικήν ή νοσοκομειακήν περίθαλψιν ήτις τω παρεσχέθη, πληροφορίας. Η δήλωσις αύτη θα υπογράφεται υπό υπευθύνου αξιωματικού της κατακρατούσης Δυνά-μεως και αι ιατρικής φύσεως πληροφορίαι θα βε-βαιωθούν ως προς την ακρίβειάν των, παρά ιατρού της υγειονομικής Υπηρεσίας.
Η κατακρατούσα Δύναμις θα ανακοινοί επίσης εις την Δύναμιν από της οποίας εξαρτώνται οι αιχμάλωτοι πολέμου πάσαν υποβληθησομένην υπό αιχμαλώτου αίτησιν αποζημιώσεως δι’ ατομικά είδη, ποσά ή αντικείμενα αξίας, άτινα τω αφηρέθησαν βάσει του άρθρ. 18 και δεν τω επεστράφησαν κατά τον επαναπατρισμόν του, καθώς και πάσαν αίτησιν αποζημιώσεως δι’ απώλειαν την οποίαν ο αιχμάλωτος καταλογίζει εις σφάλμα της κατακρα-τούσης Δυνάμεως ή ενός των οργάνων της. Εξ άλ-λου η κατακρατούσα Δύναμις θα αντικαθιστά δι’ εξόδων της, τα ατομικά είδη των οποίων ο αιχμά-λωτος θα έχη ανάγκην κατά την διάρκειαν της αιχμαλωσίας του. Εν πάση περιπτώσει η κατακρατούσα Δύναμις θα επιδώση εις τον αιχμάλωτον δήλωσιν υπογεγραμμένην υπό υπευθύνου αξιωματικού, παρέχουσα όλας τας χρησίμους πληροφορίας επί των λόγων δια τους οποίους δεν επεστράφησαν τα ως άνω είδη, χρηματικά ποσά, ή αντικείμενα αξίας. Αντίγραφον της δηλώσεως ταύτης θα απευθύνηται προς την Δύναμιν εκ της οποίας εξαρτάται ο αιχμάλωτος μέσω του κεντρικού γραφείου των αιχμαλώτων πολέμου του προβλεπομένου εις το άρθρ. 123.

ΤΜΗΜΑ V - Σχέσεις των αιχμαλώτων πολέμου μετά του εξωτερικού[Επεξεργασία]

Άρθρ.69. Η κατακρατούσα Δύναμις, ευθύς ως θα έχη υπό την εξουσίαν της αιχμαλώτους πολέμου, θ’ ανακοινώση προς αυτούς καθώς και προς την Δύναμιν από την οποίαν εξαρτώνται ούτοι, μέσω της προστάτιδος Δυνάμεως, τα μέτρα τα οποία έλαβε δια την εκτέλεσιν των διατάξεων του παρόντος Τμήματος. Θ’ ανακοινοί επίσης κατά τον αυτόν τρόπον κάθε επιφερομένην τροποποίησιν εις τα μέτρα ταύτα.
Άρθρ.70. Έκαστος αιχμάλωτος πολέμου θα έχη την δυνατότητα, άμα τη αιχμαλωσία του ή το αργότερον μετά μίαν εβδομάδα από της αφίξεώς του εις το στρατόπεδον, έστω και αν πρόκειται περί στρατοπέδου διαμετακομίσεως καθώς και εις περίπτωσιν ασθενείας ή μεταφοράς εις νοσοκομείον ή εις άλλο στρατόπεδον, να στείλη αφ’ ενός απ’ ευθείας εις την οικογένειάν του και αφ’ ετέρου προς το προβλεπόμενον εν άρθρ. 123 κεντρικόν γραφείον αιχμαλώτων πολέμου, δελτάριον διατυπωμένον ή δυνατόν κατά το προσηρτημένον εις την παρούσαν Σύμβασιν υπόδειγμα, πληροφορών αυτούς δια την αιχμαλωσίαν του, την διεύθυνσίν του και την κατάστασιν της υγείας του. Τα ως άνω δελτάρια θα διαβιβάζωνται εις τον προς ον όρον οίόν τε τάχιστα, κατ’ ουδένα δε τρόπον θα επιτρέπεται η επιβράδυνσις της αποστολής των.
Άρθρ.71. Εις τους αιχμαλώτους πολέμου θα επιτρέπηται να αποστέλλουν και να λαμβάνουν επιστολάς και δελτάρια. Εάν η κατακρατούσα Δύναμις νομίζη αναγκαίον να περιορίση την αλληλογραφίαν ταύτην θα οφείλη τουλάχιστον να επιτρέπη την αποστολήν δύο επιστολών και τεσσάρων δελταρίων μηνιαίως συντεταγμένων κατά το δυνατόν συμφώνως προς τα προσηρτημένα εις την παρούσαν Σύμβασιν υποδείγματα, τούτο δε χωρίς να ληφθούν υπ’ όψιν τα δελτάρια, τα προβλεπόμενα εις το άρθρ. 70. Άλλοι περιορισμοί δεν δύνανται να επιβληθούν παρά μόνον όταν η κατακρατούσα Δύναμις κρίνει ότι αποβαίνει τούτο προς το συμφέρον αυτών τούτων των αιχμαλώτων, λαμβανομένων υπ’ όψιν των δυσκολιών τας οποίας συναντά η κατακρατούσα Δύναμις εις την εξεύρεσιν ικανού αριθμού μεταφραστών αρμοδίων δια την αναγκαίαν λογοκρισίαν. Εάν παραστή ανάγκη περιορισμού της αποστελλομένης προς τους αιχμαλώτους αλληλογραφίας, η σχετική απόφασις δεν δύναται να ληφθή ειμή μόνον υπό της Δυνάμεως από την οποίαν ούτοι εξαρτώνται, τη αιτήσει ενδεχομένως, της κατακρατούσης Δυνάμεως. Αι επιστολαί αύται και τα δελτάρια οφείλουν να κατευθύνωνται με τα ταχύτερα μέσα τα οποία διαθέτει η κατακρατούσα Δύναμις, δεν θα δύνανται δε να επιβραθύνθουν ή να κρατηθούν δια πειθαρχικούς λόγους.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου, οίτινες τελούν από καιρού άνευ ειδήσεων της οικογενείας των ή οι οποίοι ευρίσκονται εν αδυναμία να λάβουν ή να δώσουν νέα δια της συνήθους οδού, καθώς επίσης και εκείνοι οίτινες χωρίζονται από των οικείων των δια μεγάλων αποστάσεων θα δικαιούνται να αποστέλλουν τηλεγραφήματα των οποίων τα τέλη θα άγονται εις χρέωσιν του λογαριασμού των παρά τη κατακρατούση Δυνάμει ή θα πληρώνωνται δια των χρημάτων τα οποία οι αιχμάλωτοι διαθέτουν.
Οι αιχμάλωτοι θα απολαύουν επίσης παρομοίου μέτρου εις περίπτωσιν επειγούσης ανάγκης.
Κατά γενικόν κανόνα η αλληλογραφία των αιχμαλώτων θα συντάσσεται εις την μητρικήν των γλώσσαν. Τα εν συρράξει Μέρη δύνανται όμως να επιτρέψουν την αλληλογραφίαν εις άλλας γλώσσας.
Οι σάκκοι οι περιέχοντες το ταχυδρομείον των αιχμαλώτων θα είναι επιμελώς εσφραγισμένοι, θα φέρουν δε πινακίδας εμφαινούσας σαφώς το περιεχόμενόν των και φερούσας την διεύθυνσιν του ταχυδρομικού γραφείου του προορισμού των.
Άρθρ.72. Εις τους αιχμαλώτους πολέμου επιτρέπεται να λαμβάνουν δια του ταχυδρομείου ή δι’ οποιουδήποτε άλλου μέσου ατομικά δέματα ή συλλογικά τοιαύτα περιέχοντα, πλην άλλων, τρόφιμα, ενδύματα, φάρμακα και είδη προοριζόμενα να ικανοποιήσουν τας ανάγκας των από απόψεως θρησκείας, σπουδών ή αναψυχής περιλαμβανομένων βιβλίων, ιερών σκευών, επιστημονικού υλικού, θεμάτων εξετάσεων, μουσικών οργάνων, ειδών αθλητισμού και υλικού επιτρέποντος εις τους αιχ-μαλώτους να συνεχίσουν τας σπουδάς των ή να ασκούνται εις την καλλιτεχνίαν.
Αι αποστολαί αύται δεν θα απαλλάσσουν ποσώς την κατακρατούσαν Δύναμιν των υποχρεώσεων, αίτινες βαρύνουν αυτήν δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως.
Οι μόνοι περιορισμοί, οίτινες δύνανται να επιβληθούν εις τας αποστολάς ταύτας είναι εκείνοι, οι οποίοι, θα προταθούν από την προστάτιδα Δύναμιν, προς αυτά ταύτα τα συμφέροντα των αιχμαλώτων πολέμου, ή, προκειμένου μόνον περί της μεταφοράς των, λόγω του εξαιρετικού φόρτου των μεταφορικών και συγκοινωνιακών μέσων, κατόπιν εισηγήσεως της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού ή άλλου οργανισμού βοηθούντος τους αιχμαλώτους πολέμου.
Αι διατάξεις αι σχετικαί προς την αποστολήν δεμάτων ατομικών ή συλλογικών, θ’ αποτελέσουν, εάν παραστή ανάγκη, αντικείμενον ειδικών συμφωνιών μεταξύ των ενδιαφερομένων Δυνάμεων, αι οποίαι επ’ ουδενί λόγω δύνανται να επιβραδύνουν την διανομήν των δεμάτων βοηθείας εις τους αιχμαλώτους πολέμου. Αι αποστολαί τροφίμων ή ενδυμάτων δεν θα περιλαμβάνουν βιβλία˙ τα ιατρικά βοηθήματα θα στέλλωνται γενικώς εις συλλογικά δέματα.
Άρθρ.73. Ελλείψει ειδικών συμφωνιών μεταξύ των ενδιαφερομένων Δυνάμεων εν σχέσει προς τας διατάξεις της παραλαβής καθώς και της διανομής των συλλογικών αποστολών βοηθημάτων, θα εφαρμόζεται ο συνημμένος εις την παρούσαν Σύμβασιν κανονισμός περί συλλογικών βοηθημάτων.
Αι ως άνω προβλεπόμεναι ειδικαί συμφωνίαι επ’ ουδενί λόγω δύνανται να περιορίσουν το δικαίωμα των ανδρών εμπιστοσύνης να παραλαμβάνουν τας συλλογικάς αποστολάς βοηθημάτων τας προοριζομένας δια τους αιχμαλώτους πολέμου, να προβαίνουν εις την διανομήν των και να διαθέτουν ταύτας επ’ ωφελεία των αιχμαλώτων των.
Αι συμφωνίαι αύται δεν θα δύνανται επίσης να περιορίσουν το δικαίωμα ελέγχου της προς τους παραλήπτας διανομής, το οποίον έχουν οι αντιπρόσωποι της προστάτιδος Δυνάμεως της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, ή οιουδήποτε άλλου οργανισμού ερχομένου αρωγού εις τους αιχμαλώτους, όστις θα είχεν επιφορτισθή την διαβίβασιν των συλλογικών αποστολών.
Άρθρ.74. Όλαι αι αποστολαί βοηθημάτων αι προοριζόμεναι δια τους αιχμαλώτους θα απαλλάσσωνται παντός φόρου εισαγωγής, τελωνειακών δασμών και άλλων τελών.
Η αλληλογραφία, αι αποστολαί βοηθημάτων και τα επιτρεπόμενα χρηματικά εμβάσματα, τόσον τα προς τους αιχμαλώτους πολέμου απευθυνόμενα όσον και τα υπ' αυτών αποστελλόμενα δια του ταχυδρομείου, είτε απ' ευθείας είτε μέσω των γραφείων πληροφοριών των προβλεπομένων εις το άρθρ. 122 και του κεντρικού Γραφείου των αιχμαλώτων πολέμου του προβλεπομένου εις το άρθρ. 123, θα είναι απηλλαγμένα ταχυδρομικών τελών τόσον εις τας χώρας αποστολής ή προορισμού όσον και εις τας ενδιαμέσους τοιαύτας.
Τα έξοδα μεταφοράς των αποστολών βοηθημάτων των προοριζομένων δια τους αιχμαλώτους πολέμου αίτινες λόγω βάρους ή δι' οιανδήποτε άλλην αιτίαν, δεν δύνανται να διαβιβασθούν δια της ταχυδρομικής οδού, βαρύνουν την κατακρατούσαν Δύναμιν εφ' όλης της εκτάσεως των υπό τον έλεγχον της εδαφών. Αι άλλαι μετέχουσαι εις την Σύμβασιν Δυνάμεις θα επιβαρύνωνται με τα έξοδα μεταφοράς εις τα αντίστοιχα εδάφη των.
Ελλείψει ειδικών συμφωνιών μεταξύ ενδιαφερομένων Δυνάμεων, τα έξοδα τα προερχόμενα εκ της μεταφοράς των αποστολών τούτων και τα οποία δεν καλύπτονται υπό των ανωτέρω προβλεπομένων ατελειών θα είναι εις βάρος του αποστολέως.
Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα προσπαθήσουν να ελαττώσουν όσον το δυνατόν περισσότερον τα τηλεγραφικά τέλη δια τα τηλεγραφήματα τ' αποστελλόμενα υπό των εγκλείστων τα προς αυτούς απευθυνόμενα αυτούς απευθυνόμενα.
Άρθρ.75. Εις περίπτωσιν καθ' ην αι στρατιωτικαί επιχειρήσεις θα ημπόδιζαν τας ενδιαφερομένας δυνάμεις να εκπληρώσουν τας υποχρεώσεις των όπως εξασφαλίσουν την μεταφοράν των προβλεπομένων εις τα άρθρ. 70, 71, 72 και 77 αποστολών, αι ενδιαφερόμεναι προστάτιδες Δυνάμεις, η διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, ή πας άλλος οργανισμός εγκεκριμένος υπό των εν συρράξει Μερών, θα δύνανται ν' αναλάβουν να εξασφαλίσουν την μεταφοράν των αποστολών τούτων με τα κατάλληλα μέσα (σιδηροδρομικά οχήματα, φορτηγά αυτοκίνητα, πλοία, ή αεροπλάνα κλπ.). Προς τούτο τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα προσπαθήσουν να τοις χορηγήσουν τα μέσα ταύτα μεταφοράς και να επιτρέψουν την κυκλοφορίαν των και δη δια χορηγείας των αναγκαίων αδειών ελευθέρας κυκλοφορίας.
Τα τοιαύτα μεταφορικά μέσα δύνανται να χρησιμοποιηθούν και δια την μεταφοράν:
α)Της αλληλογραφίας, των καταλόγων και των εκθέσεων των ανταλλασσομένων μεταξύ του προβλεπομένου εις το άρθρ. 123 κεντρικού Πρακτορείου πληροφοριών και των προβλεπομένων εις το άρθρ. 122 εθνικών Γραφείων.
β)Της αλληλογραφίας και των εκθέσεων των σχετικών με τους αιχμαλώτους πολέμου τας οποίας ανταλλάσσουν αι προστάτιδες Δυνάμεις, η διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού ή πας άλλος οργανισμός όστις έρχεται ως αρωγός προς τους αιχμαλώτους είτε με τους ιδίους των αντιπροσώπους είτε με τα εν συρράξει Μέρη.
Αι παρούσαι διατάξεις κατ’ ουδέν περιορίζουν το δικαίωμα παντός εν συρράξει Μέρους να οργανώση, αν το προτιμά, άλλας μεταφοράς και να εκδώση αδείας κυκλοφορίας από συμφωνηθησομένους άλ-λους όρους.
Τα προκύπτοντα εκ της χρησιμοποιήσεως των μεταφορικών τούτων μέσων έξοδα θα επιβαρύνουν κατ' αναλογίαν του όγκου και βάρους των αποστολών τα εν συρράξει Μέρη των οποίων οι υπήκοοι απολαύουν των υπηρεσιών τούτων.
Άρθρ.76. Η λογοκρισία της απευθυνομένης προς τους αιχμαλώτους πολέμου ή αποστελλομένης υπ' αυτών αλληλογραφίας οφείλει να ενεργήται εντός της βραχυτέρας δυνατής διορίας. Δύναται να ενεργηθή μόνον υπό του αποστέλλοντας Κράτους και του παραλαμβάνοντας την αλληλογραφίαν, άπαξ δε μόνον υφ' εκατέρου.
Ο έλεγχος των προοριζομένων δια τους αιχμαλώτους αποστολών δεν θα πρέπει να διενεργήται κατά τρόπον εκθέτοντα εις φθοράν τα τρόφιμα άτινα περιέχουν, θα διενεργήται δε, εκτός αν πρόκειται περί εγγράφου ή εντύπου, παρουσία του παραλήπτου ή συναδέλφου δεόντως εξουσιοδοτημένου, υπ' αυτού. Η παράδοσις των ατομικών ή των ομαδικών αποστολών εις τους αιχμαλώτους δεν θα δύναται να καθυστερήση υπό το πρόσχημα δυσχερειών λογοκρισίας.
Πάσα απαγόρευσις αλληλογραφίας αποφασιζομένη υπό των εν συρράξει Μερών, δια στρατιωτικούς ή πολιτικούς λόγους, δεν δύναται, να είναι παρά προσωρινή, η δε διάρκειά της θα είναι όσον το δυνατόν συντομωτέρα.
Άρθρ.77. Αι κατακρατούσαι Δυνάμεις θα εξασφαλίσουν κάθε ευκολίαν δια την αποστολήν μέσω της προστάτιδος Δυνάμεως ή του κεντρικού Γραφείου αιχμαλώτων πολέμου του προβλεπομένου εις το άρθρ. 123, των πιστοποιητικών, πράξεων και άλλων εγγράφων των προοριζομένων δια τους αιχμαλώτους πολέμου ή των προερχομένων εξ αυτών, ειδικώς δε πληρεξουσίων και διαθηκών.
Αι κατακρατούσαι Δυνάμεις θα διευκολύνουν, εις πάσαν περίπτωσιν, τους αιχμαλώτους πολέμου εις την σύνταξιν των εγγράφων τούτων, ειδικώτερον δε θα τοις επιτρέπουν να συμβουλεύωνται νομομαθείς και θα λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα δια την πιστοποίησιν του γνησίου της υπογραφής των.


ΤΜΗΜΑ VI - Σχέσεις των αιχμαλώτων πολέμου με τας αρχάς[Επεξεργασία]

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι - Παράπονα των αιχμαλώτων πολέμου κατά των όρων της εν αιχμαλωσία διαβιώσεώς των[Επεξεργασία]

Άρθρ.78. Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα έχουν το δικαίωμα να παρουσιάζουν εις τας στρατιωτικάς αρχάς υπό την εξουσίαν των οποίων ευρίσκονται, αιτήσεις αφορώσας τους όρους της εν αιχμαλωσία διαβιώσεώς των.
Θα έχουν επίσης άνευ περιορισμού το δικαίωμα να απευθύνωνται είτε μέσω του ανδρός εμπιστοσύνης είτε απ' ευθείας εάν κρίνουν τούτο αναγκαίον, προς τους αντιπροσώπους των προστατίδων Δυνάμεων, προς υπόδειξιν των σημείων επί των οποίων έχουν να διατυπώσουν παράπονα όσον αφορά το καθεστώς της αιχμαλωσίας.
Αι αιτήσεις αύται και τα παράπονα δεν θα υπόκεινται εις περιορισμόν ούτε θα λογίζωνται ότι αποτελούν μέρος της ποσοστώσεως της αλληλογραφίας της αναφερομένης εις το άρθρ.71. Δέον να διαβιβάζωνται επειγόντως εις τον προς ον όρον. Εις ουδεμίαν τιμωρίαν δύνανται να δώσουν λαβήν έστω και αν αποδειχθούν αβάσιμα.
Οι άνδρες εμπιστοσύνης δύνανται να στέλλουν, κατά καιρούς, εις τους αντιπροσώπους των προστατίδων Δυνάμεων εκθέσεις επί της καταστάσεως εις τα στρατόπεδα και των αναγκών των αιχμαλώτων πολέμου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙI - Αντιπρόσωποι, των αιχμαλώτων πολέμου[Επεξεργασία]

Άρθρ.79. Παντού όπου ευρίσκωνται αιχμάλωτοι πολέμου, εξαιρέσει των μερών όπου ευρίσκονται αξιωματικοί, οι αιχμάλωτοι θα εκλέγουν ελευθέρως και δια μυστικής ψηφοφορίας, ανά εξάμηνον, ή και συχνώτερον, αν η θέσις είναι κενή, άνδρας εμπιστοσύνης, επιφορτισμένους να τους αντιπροσωπεύουν ενώπιον των στρατιωτικών αρχών, των προστατίδων Δυνάμεων, της διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού και παντός άλλου οργανισμού ερχομένου προς αυτούς αρωγού. Οι άνδρες ούτοι εμπιστοσύνης είναι επανεκλέξιμοι.
Εις τα στρατόπεδα αξιωματικών και εξομοιουμένων προς αυτούς και εις τα μικτά στρατόπεδα, ο αρχαιότερος των αιχμαλώτων πολέμου αξιωματικός ο έχων τον ανώτερον βαθμόν να αναγνωρίζεται ως ανήρ εμπιστοσύνης. Ούτος εις τα στρατόπεδα αξιωματικών θα βοηθήται από ένα ή πλείονας συμβούλους εκλεγομένους υπό των αξιωματικών, εις τα μικτά στρατόπεδα οι βοηθοί του θα λαμβάνωνται μεταξύ των άλλων αιχμαλώτων πολέμου, πλην των αξιωματικών και θα εκλέγωνται υπ' εκείνων.
Εις τα στρατόπεδα εργασίας δια αιχμαλώτους πολέμου, θα τοποθετούνται αξιωματικοί αιχμάλωτοι πολέμου της ιδίας με τους άνδρας εθνικότητος ίνα εκπληρούν τα διοικητικά καθήκοντα του στρατοπέδου, τα βαρύνοντα τους αιχμαλώτους πολέμου. Οι αξιωματικοί ούτοι θα δύνανται να εκλέγουν και εις το αξίωμα του ανδρός εμπιστοσύνης συμφώνως προς τας διατάξεις της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου. Εις τοιαύτην περίπτωσιν οι βοηθοί του ανδρός εμπιστοσύνης θα εκλέγωνται μεταξύ των άλλων αιχμαλώτων πολέμου πλην των αξιωματικών.
Κάθε εκλεγόμενος ανήρ εμπιστοσύνης οφείλει ν' αναγνωρισθή υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως προ της αναλήψεως των καθηκόντων του. Εάν η κατακρατούσα Δύναμις αρνηθή να αναγνωρίση ένα αιχμάλωτον πολέμου εκλεγέντα υπό των εν αιχμαλωσία συναδέλφων του, οφείλει ν' ανακοινώση εις την προστάτιδα Δύναμιν τους λόγους της αρνήσεώς της.
Εν πάσει περιπτώσει ο ανήρ εμπιστοσύνης θα είναι της αυτής εθνικότητος, γλώσσης και εθίμων προς τους αιχμαλώτους πολέμου ους αντιπροσωπεύει. Ούτω οι εις τα διάφορα τμήματα ενός στρατοπέδου κατανεμημένοι αιχμάλωτοι πολέμου θα έχουν αναλόγως προς την εθνικότητα την γλώσσαν ή τα έθιμά των δι' έκαστον τμήμα, τον ίδιον αυτών άνδρα εμπιστοσύνης, συμφώνως προς τας διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων.
Άρθρ.80. Οι άνδρες εμπιστοσύνης οφείλουν να συμβάλουν εις την σωματικήν, ηθικήν και πνευματικήν ευημερίαν των αιχμαλώτων πολέμου.
Ειδικώς, εάν οι αιχμάλωτοι απεφάσιζον να οργανώσουν μεταξύ των σύστημα αλληλοβοηθείας, η οργάνωσις αύτη θα ήτο της αρμοδιότητος των ανδρών εμπιστοσύνης, ανεξαρτήτως των ειδικών καθηκόντων τα οποία άλλαι διατάξεις της παρούσης συμβάσεως έχουν εμπιστευθεί εις αυτούς.
Οι άνδρες εμπιστοσύνης δεν θα είναι υπεύθυνοι, λόγω και μόνον των καθηκόντων των, των διαπραττομένων υπό των αιχμαλώτων πολέμου παραβάσεων.
Άρθρ.81. Οι άνδρες εμπιστοσύνης δεν θα υποχρεούνται εις άλλην τινα εργασίαν εάν τούτο ήθελε δυσχεράνει την εκτέλεσιν των καθηκόντων των.
Οι άνδρες εμπιστοσύνης δύνανται να υποδείξουν μεταξύ των αιχμαλώτων τους βοηθούς οίτινες τοις είναι αναγκαίοι. Πάσα υλική ευκολία θα παρέχηται εις αυτούς, και δη ωρισμένη ελευθερία κινήσεως αναγκαία εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων των (επισκέψεις αποσπασμάτων εργασίας, παραλαβή αποστολών βοηθημάτων κλπ.).
Οι άνδρες εμπιστοσύνης θα έχουν την άδειαν να επισκέπτωνται τα οικήματα όπου διαμένουν οι αιχμάλωτοι πολέμου, ούτοι δε θα έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύωνται ελευθέρως τους άνδρας εμπιστοσύνης των.
Θα παρέχητε ωσαύτως πάσα ευκολία εις τους άνδρας εμπιστοσύνης δια την ταχυδρομικήν και τηλεγραφικήν των αλληλογραφίαν με τας κατακρατούσας αρχάς με τας προστάτιδας Δυνάμεις, την διεθνή Επιτροπήν του Ερυθρού Σταυρού και τους απεσταλμένους των, με τας Μικτάς Ιατρικάς Επιτροπάς καθώς και με τους Οργανισμούς οίτινες ήθελον έλθη αρωγοί προς τους αιχμαλώτους πολέμου. Οι άνδρες εμπιστοσύνης των αποσπασμάτων εργασίας θα χαίρουν των αυτών ευκολιών δια την αλληλογραφίαν των με τον άνδρα εμπιστοσύνης του κυρίου στρατοπέδου. Η αλληλογραφία αύτη δεν θα υπόκειται εις περιορισμούς ούτε θα θεωρήται ως αποτελούσα μέρος της, εν άρθρ. 72, αναφερομένης ποσοστεύσεως.
Ουδείς ανήρ εμπιστοσύνης επιτρέπεται να μετατεθή χωρίς να τω δοθή ο λογικός αναγκαίος χρόνος ίνα κατατοπίση τον διάδοχόν του επί των εκκρεμών ζητημάτων.
Εν περιπτώσει καθαιρέσεως, τα αίτια της αποφάσεως ταύτης θα κοινοποιούνται εις την προστάτιδα Δύναμιν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙII - Ποινικαί και πειθαρχικαί Κυρώσεις[Επεξεργασία]
I. Γενικαί Διατάξεις[Επεξεργασία]

Άρθρ.82. Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα υπόκεινται εις τους Νόμους, τους κανονισμούς και τας γενικάς διαταγάς οίτινες διέπουν τας ενόπλους δυνάμεις της κατακρατούσης Δυνάμεως. Αύτη έχει το δικαίωμα να λάβη δικαστικά ή πειθαρχικά μετρά καθ' οιουδήποτε αιχμαλώτου πολέμου όστις θα έχη παραβή τους Νόμους, τους κανονισμούς ή τας γενικάς αυτής διαταγάς. Ουχ' ήττον, ουδεμία θα επιτραπή δίωξις ή κύρωσις αντίθετος προς τας διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.
Αν Νόμοι, κανονισμοί, ή γενικαί διαταγαί της κατακρατούσης Δυνάμεως ορίζουν ως αξιοποίνους πράξεις διαπραχθείσας υπό αιχμαλώτου πολέμου, ενώ αύται διαπραττόμεναι υπό μέλους των ενόπλων δυνάμεων της κατακρατούσης Δυνάμεως δεν θεωρούνται τοιαύται, αι πράξεις αυταί θα συνεπάγωνται μόνον πειθαρχικάς κυρώσεις.
Άρθρ.83. Όταν θα πρόκειται να κριθή κατά πόσον παράβασις διαπραχθείσα υπό αιχμαλώτου πολέμου πρέπει να τιμωρηθή πειθαρχικώς ή δικαστικώς, η κατακρατούσα Δύναμις θα μεριμνήση ίνα αι αρμόδιαι αρχαί επιδείξουν την μεγαλυτέραν δυνατήν επιείκειαν κατά την εκτίμησιν του πράγματος και προσφύγουν εις πειθαρχικά μέτρα μάλλον ή εις δικαστικήν δίωξιν οσάκις τούτο είναι δυνατόν.
Άρθρ.84. Στρατιωτικά μόνον Δικαστήρια δύνανται να δικάσουν αιχμάλωτον πολέμου, πλην εάν η νομοθεσία της κατακρατούσης Δυνάμεως επιτρέπει ρητώς εις τα πολιτικά δικαστήρια να δικάζουν μέλη των ενόπλων δυνάμεων της εν λόγω Δυνάμεως δια την αυτήν παράβασιν δια την οποίαν διώκεται ο αιχμάλωτος πολέμου.
Εν ουδεμιά περιπτώσει θέλει αχθή αιχμάλωτος πολέμου ενώπιον οιουδήποτε δικαστηρίου μη παρέχοντος τας γενικώς ανεγνωρισμένας ως απαραιτήτους εγγυήσεις ανεξαρτησίας και αμεροληψίας, ειδικώς δε ενώπιον δικαστηρίου ούτινος η διαδικασία δεν θα εξησφάλιζεν αυτώ τα δικαιώματα και μέσα αμύνης τα προβλεπόμενα εν αρθρ.105.
Άρθρ.85. Αιχμάλωτοι πολέμου διωκόμενοι, δυνάμει της νομοθεσίας της κατακρατούσης Δυνάμεως δια πράξεις διαπραχθείσας προ της αιχμαλωσίας των, θα παραμείνουν, και εάν καταδικασθούν, υπό το ευεργέτημα της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.86. Ουδείς αιχμάλωτος πολέμου θα τιμωρήται πλέον ή άπαξ δια την αυτήν πράξιν ή βάσει της αυτής κατηγορίας.
Άρθρ.87. Οι αιχμάλωτοι πολέμου δεν θα καταδικάζωνται υπό των στρατιωτικών αρχών και των δικαστηρίων της κατακρατούσης Δυνάμεως εις ποινήν άλλην πλην της προβλεπομένης δια τας αυτάς πράξεις των μελών των ενόπλων δυνάμεων της Δυνάμεως ταύτης.
Δια τον καθορισμόν της ποινής, τα δικαστήρια ή αι αρχαί της κατακρατούσης Δυνάμεως θα λαμβάνουν εν τω μεγαλυτέρω δυνατώ μέτρω υπ' όψιν το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος, μη ων υπήκοος της κατακρατούσης Δυνάμεως δεν δεσμεύεται έναντι αυτής παρ' οιασδήποτε υποχρεώσεως πίστεως και ότι ευρίσκεται υπό την εξουσίαν της ένεκα περιστάσεων ανεξαρτήτων της ιδίας αυτού θελήσεως. Τα ειρημένα δικαστήρια ή αρχαί θα έχουν την ευχέρειαν να μειώσουν ελευθέρως την προβλεπομένην δια την παράβασιν δι' ην ο αιχμάλωτος κατηγορείται ποινήν, και δεν θα δεσμεύονται εν προκειμένω από το καθωρισμένον ελάχιστον όριον της ποινής ταύτης.
Απαγορεύεται πάσα συλλογική ποινή δι' ατομικάς πράξεις, πάσα σωματική ποινή, πάσα εγκάθειρξις εις χώρον μη φωτιζόμενον υπό του φωτός της ημέρας και γενικώς, πάσα βάσανος ή απανθρωπία.
Προς τούτοις, ουδείς αιχμάλωτος πολέμου δύναται να στερηθή του βαθμού του από της κατακρατούσης Δυνάμεως ή να εμποδισθή να φέρη τα σήματα αυτού.
Άρθρ.88. Οι αντιστοίχων βαθμών αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και οπλίται αιχμάλωτοι πολέμου, υφιστάμενοι δικαστικήν ή πειθαρχικήν ποινήν, δεν θα υπόκεινται, εις μεταχείρισν αυστηροτέραν εκείνης, ήτις πρόβλεπεται δια τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων της κατακρατούσης Δυνάμεως, δια την αυτήν ποινήν.
Γυναίκες αιχμάλωτοι πολέμου δεν θα καταδικάζωνται εις ποινήν αυστηροτέραν, ή, καθ' ον χρόνον εκτίουν την ποινήν των, δεν θα τυγχάνουν μεταχειρίσεως αυστηροτέρας της των γυναικών μελών των ενόπλων δυνάμεων της κατακρατούσης Δυνάμεως των τιμωρηθεισών δι' ανάλογον παράπτωμα.
Εν ουδεμιά περιπτώσει γυναίκες αιχμάλωτοι πολέμου θα καταδικάζωνται εις ποινήν αυστηροτέραν, ή καθ' ον χρόνον εκτίουν την ποινήν των, θα τυγχάνουν μεταχειρίσεως αυστηροτέρας της των αρρένων μελών των ενόπλων δυνάμεων της κατακρατούσης Δυνάμεως των τιμωρηθέντων δι' ανάλογον παράπτωμα.
Οι αιχμάλωτου πολέμου, αφού εκτίσουν τας εις αυτούς επιβληθείσας πειθαρχικάς ή δικαστικάς ποινάς, δεν θα τύχουν μεταχειρίσεως διαφόρου της των άλλων αιχμαλώτων.

II. Πειθαρχικαί Κυρώσεις[Επεξεργασία]

Άρθρ.89. Αι επί των αιχμαλώτων πολέμου εφαρμόσιμοι πειθαρχικαί ποιναί είναι αι εξής :
1.Πρόστιμον μέχρι πεντήκοντα τοις εκατόν της προκαταβολής μισθού και της αποζημιώσεως εργασίας περί ων προβλέπουν τα άρθρ. 60 και 62, τούτο δε επί χρονικόν διάστημα μη υπερβαίνον τας τριάκοντα ημέρας.
2.Διακοπή των πλεονεκτημάτων των χορηγηθέντων επί πλέον των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως.
3.Αγγαρείαι μη υπερβαινούσαι τας δυο ώρας ημερησίως.
4.Περιορισμός.
Εν τοσούτω, η ποινή η προβλεπομένη υπ' αριθ. 3 δεν θα επιβάλλεται εις αξιωματικούς.
Αι πειθαρχικαί ποιναί εν ουδεμιά περιπτώσει θα είναι απάνθρωποι, βάναυσοι ή επικίνδυνοι δια την υγείαν των αιχμαλώτων πολέμου.
Άρθρ.90. Η διάρκεια μιας και της αυτής ποινής ουδέποτε θα υπερβαίνη τας 30 ημέρας. Εις περίπτωσιν πειθαρχικού παραπτώματος αι περίοδοι προληπτικής κρατήσεως αι διαδραμούσαι προ της επ' ακροατηρίω διαδικασίας ή της απαγγελίας της ποινής θα εκπίπτωνται από την απαγγελθείσαν ποινήν.
Το ανώτατον όριον των τριάκοντα ημερών το ανωτέρω προβλεπόμενον, δεν επιτρέπεται να υπερβληθή, έστω και αν ο αιχμάλωτος πολέμου έχει να λογοδοτήση πειθαρχικώς δια πολλά παραπτώματα καθ' ην ώραν λαμβάνεται περί αυτού απόφασις, είτε τα παραπτώματα ταύτα συμπλέκονται είτε ου.
Η διορία μεταξύ απαγγελίας πειθαρχικής αποφάσεως και εκτελέσεως αυτής δεν θα υπερβαίνη τον μήνα.
Εν η περιπτώσει ο αιχμάλωτος πολέμου υπερβάλλετο εις νέαν πειθαρχικήν ποινήν, χρονικόν διάστημα τουλάχιστον τριών ημερών θα χωρίζη την εκτέλεσιν εκάστης ποινής, εάν η διάρκεια της μιας τούτων είναι δεκαήμερος ή μεγαλυτέρα.
Άρθρ.91. Η απόδρασις αιχμαλώτου πολέμου θα θεωρήται επιτυχούσα οσάκις: 1.έχει επανέλθη εις τας τάξεις των ενόπλων δυνάμεων της Δυνάμεως εξ ης εξαρτάται, ή εις τας δυνάμεις συμμάχου Κράτους.
2.Έχει εγκαταλείψη το υπό την εξουσίαν της κατακρατούσης Δυνάμεως ή συμμάχου αυτής έδαφος.
3.Έχει επιβιβασθή σκάφους φέροντος την σημαίαν της Δυνάμεως εις ην ανήκει ή συμμάχου αυτής, το οποίον θα έτυχε να ευρίσκεται εντός των χωρικών υδάτων της κατακρατούσης δυνάμεως, υπό τον όρον να μη ευρίσκεται το σκάφος τούτο υπό την εξουσίαν της τελευταίας ταύτης.
Αιχμάλωτοι πολέμου οίτινες αφού επέτυχον ν' αποδράσουν υπό την έννοιαν του παρόντος άρθρου, αιχμαλωτισθούν εκ νέου, εις ουδεμίαν υπόκεινται ποινήν δια την προηγουμένην απόδρασίν των.
Άρθρ.92. Αιχμάλωτος πολέμου αποπειρώμενος να δραπετεύση και συλλαμβανόμενος πριν επιτύχη την απόδρασίν του, εν τη εννοία του άρθρ. 91, υπόκειται μόνον, έστω και εις περίπτωσιν υποτροπής, εις πειθαρχικήν ποινήν.
Αιχμάλωτος επανασυλληφθείς θα παραδίδηται ευθύς ως δυνατόν προς τας αρμοδίας στρατιωτικάς αρχάς.
Κατά παρέκκλισιν του άρθρ. 88, εδάφ. 4, αιχμάλωτοι πολέμου τιμωρηθέντες συνεπεία αποτυχούσης αποπείρας αποδράσεως, δύνανται να υποβληθούν εις καθεστώς ειδικής επιτηρήσεως υπό τον όρον όμως το καθεστώς τούτο να μη παραβλάπτη την υγείαν των, να επιβάλληται εντός στρατοπέδου αιχμαλώτων πολέμου και να μη συνεπάγηται κατάργησιν οιασδήποτε των εξασφαλιζομένων εις αυτούς δια της παρούσης Συμβάσεως εγγυήσεων.
Άρθρ.93. Η απόδρασις ή απόπειρα αποδράσεως, έστω και αν υφίσταται υποτροπή δεν θα θεωρείται ως επιβαρυντικόν στοιχείον εν η περιπτώσει ο αιχμάλωτος πολέμου παραπεμφθή εις τα δικαστήρια δια παράπτωμα διαπραχθέν διαρκούσης της αποδράσεως ή της απόπειρας αποδράσεως.
Συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ.83, αι παραβάσεις αι διαπραχθείσαι παρά των αιχμαλώτων πολέμου προς μόνον σκοπόν να διευκολύνουν την απόδρασιν των και αι οποίαι ουδεμίαν βίαν συνυπήχθησαν, κατά προσώπου, είτε πρόκειται περί προσβολών κατά της δημοσίας περιουσίας, περί κλοπής άνευ προθέσεως πλουτισμού, καταρτίσεως και χρήσεως πλαστών εγγράφων, ή χρήσεως πολιτικής περιβολής, θα δίδουν λαβήν εις πειθαρχικάς μόνον ποινάς.
Αιχμάλωτοι πολέμου συνεργασθέντες εις απόδρασιν ή απόπειραν αποδράσεως υπόκεινται δια τας πράξεις των ταύτας εις πειθαρχικήν μόνον ποινήν.
Άρθρ.94. Εάν αποδράσας αιχμάλωτος πολέμου συλληφθή θ' ανακοινούται τούτο εις την Δύναμιν εξ ης εξαρτάται, κατά την προβλεπομένην εν άρθρ. 122 διαδικασίαν, εφ' όσον έχει ανακοινωθή προς αυτήν και η απόδρασις.
Άρθρ.95. Οι κατηγορούμενοι δια πειθαρχικά παραπτώματα αιχμάλωτοι δεν θα παραμένουν υπό προληπτικήν κράτησιν εν αναμονή της αποφάσεως, πλην εάν το αυτό μέτρον εφαρμόζεται εις τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων της κατακρατούσης Δυνάμεως δι' ανάλογα παραπτώματα, ή εάν ανώτεροι λόγοι διατηρήσεως της εν τω στρατοπέδω τάξεως και πειθαρχίας επιβάλλουν τούτο.
Δι' όλους τους αιχμαλώτους πολέμου η πειθαρχική κράτησις, εις περίπτωσιν πειθαρχικών παραπτωμάτων θα περιορίζηται εις το ελάχιστον, και δεν θα υπερβαίνη τας δέκα τέσσαρας ημέρας.
Αι διατάξεις των άρθρ. 97 και 98 του παρόντος κεφαλαίου θα εφαρμόζωνται εις αιχμαλώτους πολέμου υπό προληπτικήν κράτησιν δια πειθαρχικά παραπτώματα.
Άρθρ.96. Τ' αποτελούντα πειθαρχικόν παράπτωμα γεγονότα θα γίνωνται αντικείμενον αμέσου ανακρίσεως.
Μη θιγομένης της αρμοδιότητος των δικαστηρίων και των ανωτέρω στρατιωτικών αρχών, αι πειθαρχικαί ποιναί οφείλουν ν' απαγγέλωνται υπό αξιωματικού περιβεβλημένου πειθαρχικήν εξουσίαν εν τη ιδιότητί του ως διοικητού του στρατοπέδου, ή υπό υπευθύνου αξιωματικού όστις αντικαθιστά αυτόν ή προς τον οποίον έχει ούτος μεταβιβάση την πειθαρχικήν του εξουσίαν.
Εν ουδεμιά περιπτώσει είναι δυνατόν τοιαύτη εξουσία να μεταβιβασθή εις αιχμάλωτον πολέμου ή ν' ασκήται υπό τοιούτου.
Προ πάσης απαγγελίας πειθαρχικής ποινής ο κατηγορούμενος αιχμάλωτος πολέμου θα ενημερούται επακριβώς, περί των γεγονότων δια τα οποία κατηγορείται. Θα τω παρέχηται η ευχέρεια να εξηγήση την διαγωγήν του και να υπερασπίση εαυτόν. Θα δικαιούται να καλέση μάρτυρας και, εν ανάγκη, να προσφύγη εις τας υπηρεσίας καταλλήλου διερμηνέως. Η απόφασις θ' αναγγελθή εις τον αιχμάλωτον πολέμου και τον άνδρα εμπιστοσύνης.
Ο διοικητής του στρατοπέδου οφείλει να τηρεί μητρώον των επιβληθεισών πειθαρχικών ποινών. Τούτο θα είναι εις την διάθεσιν των αντιπροσώπων της προστάτιδος Δυνάμεως.
Άρθρ.97. Εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται οι αιχμάλωτοι πολέμου να μεταφερθούν εις ποινικά ιδρύματα (φυλακαί, σωφρονιστήρια, κάτεργα) ίνα εκτίσουν εκεί τας πειθαρχικάς των ποινάς.
Τα οικήματα εις α θα εκτίωνται αι πειθαρχικαί ποιναί θα είναι σύμφωνα προς τας απαιτήσεις της υγιεινής περί ων προβλέπει το άρθρ.25. Εις τους τιμωρημένους εγκλείστους θα παρέχωνται τα αναγκαία μέσα καθαριότητος κατά τας διατάξεις του άρθρ. 29.
Οι αξιωματικοί και οι τούτοις εξομοιούμενοι δεν θα κρατώνται εις τα αυτά οικήματα με τους υπαξιωματικούς και οπλίτας.
Αι υποβαλλόμεναι εις πειθαρχικήν ποινήν γυναίκες αιχμάλωτοι πολέμου θα κρατώνται εις διαμερίσματα διάφορα των ανδρών, και θα τελούν υπό την άμεσον επιτήρησιν γυναικών.
Άρθρ.98. Αιχμάλωτοι πολέμου κρατούμενοι συνεπεία πειθαρχικής ποινής θα εξακολουθούν απολαύοντες των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως πλην του μέτρου καθ' ο αυτή αύτη η κράτησίς των καθιστά ταύτην ανεφάρμοστον. Εν ουδεμιά όμως περιπτώσει επιτρέπεται ν' αφαιρεθή από αυτούς το ευεργέτημα των άρθρ. 78 και 126.
Αιχμάλωτοι πολέμου τιμωρηθέντες πειθαρχικώς δεν δύνανται να στερήσουν των απορρεουσών εκ του βαθμού των προνομίων.
Αιχμάλωτοι πολέμου τιμωρηθέντες πειθαρχικώς θα έχουν την ευχέρειαν ν' ασκούνται και να παραμένουν εις την ύπαιθρον επί δύο τουλάχιστον ώρας ημερησίως.
Θα δικαιούνται να παρουσιάζωνται, τη αιτήσει των, εις την ημερησίαν ιατρικήν εξέτασιν. Θα τυγχάνουν της αντιλήψεως ην απαιτεί η κατάστασις της υγείας των και θα μεταφέρωνται ενδεχομένως εις το αναρρωτήριον του στρατοπέδου ή εις νοσοκομείον.
Θα δικαιούνται ν' αναγιγνώσκουν και να γράφουν ως επίσης και να αποστέλλουν και λαμβάνουν επιστολάς. Αντιθέτως, επιτρέπεται όπως δέματα και χρηματικά εμβάσματα παραδοθούν εις αυτούς μόνον μετά την έκτισιν της ποινής των. Ταύτα, εν τω μεταξύ θα δοθούν προς φύλαξιν εις τον άνδρα εμπιστοσύνης όστις θα παραδώση εις το αναρρωτήριον τα υποκείμενα εις φθοράν τρόφιμα τα ευρισκόμενα εντός των δεμάτων.

III. Δικαστική Δίωξις[Επεξεργασία]

Άρθρ.99. Ουδείς αιχμάλωτος πολέμου θα διώκηται ή θα καταδικάζηται δια πράξεις μη ρητώς τιμωρουμένας υπό της νομοθεσίας της κατακρατούσης Δυνάμεως ή υπό του διεθνούς δικαίου, των εν ισχύϊ κατά την ημέραν καθ' ην έλαβεν χώραν η πράξις αύτη.
Ουδεμία ηθική ή σωματική πίεσις επιτρέπεται ν' ασκηθή επί αιχμαλώτου πολέμου ίνα δεχθή ούτος ν' αναγνωρίση εαυτόν ένοχον πράξεως δι' ην κατηγορείται.
Ουδείς αιχμάλωτος πολέμου επιτρέπεται να καταδικασθή χωρίς να παρασχεθή εις αυτόν η δυνατότης να υπερασπισθή και χωρίς να έχη την αρωγήν καταλλήλου συνηγόρου.
Άρθρ.100. Οι αιχμάλωτοι πολέμου και αι προστάτιδες Δυνάμεις θα ειδοποιούνται το ταχύτερον δυνατόν περί των παραβάσεων αίτινες, δυνάμει της νομοθεσίας της κατακρατούσης Δυνάμεως, τιμωρούνται δια της ποινής του θανάτου.
Κατά την ειδοποίησιν αυτών ουδεμία παράβασις δύναται να θεσπισθή ως συνεπαγομένη ποινήν θανάτου άνευ συναινέσεως της Δυνάμεως εξ ης οι αιχμάλωτοι εξαρτώνται.
Η ποινή του θανάτου δεν δύναται ν' απαγγελθή κατά αιχμαλώτου ει μη αφού η προσοχή του δικαστηρίου έχει ειδικώς επιστηθή, συμφώνως τω άρθρ. 87, εδάφιον δεύτερον, επί του γεγονότος ότι εφ' όσον ο κατηγορούμενος δεν είναι υπήκοος της κατακρατούσης Δυνάμεως, δεν δεσμεύεται έναντι αυτής υπό οιουδήποτε καθήκοντος πίστεως και ότι ευρίσκεται υπό την εξουσίαν της λόγω περιστάσεων ανεξαρτήτων της θελήσεώς του.
Άρθρ.101. Εάν η ποινή του θανάτου απαγγελθή κατά αιχμαλώτων πολέμου η απόφασις δεν θα εκτελεσθή προ της προθεσμίας εξ τουλάχιστον μηνών αφ' ης ημέρας η προβλεπομένη εν άρθρ. 107 λεπτομερής ανακοίνωσις, περιέλθη εις την προστάτιδα Δύναμιν εις την υπ' αυτής υποδειχθείσαν διεύθυνσιν.
Άρθρ.102. Αιχμάλωτος πολέμου δύναται να καταδικασθή εγκύρως μόνον εάν η καταδίκη επιβληθή υπό του αυτού δικαστηρίου και συμφώνως προς την αυτήν διαδικασίαν ως και περί προσώπου ανήκοντος εις τας ενόπλους δυνάμεις της κατακρατούσης Δυνάμεως, και εάν, επί πλέον, έχουν τηρηθή αι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.103. Πάσα δικαστική ανάκρισις αφορώσα αιχμάλωτον πολέμου θα διεξάγηται όσον αι περιστάσεις επιτρέπουν συντομώτερον και κατά τρόπον ώστε η δίκη να λάβη χώραν όσον το δυνατόν ταχύτερον. Ουδείς αιχμάλωτος πολέμου θα διατηρήται εν προφυλακίσει εκτός εάν το αυτό μέτρον εφαρμόζεται εις τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων της κατακρατούσης Δυνάμεως δι' αναλόγους παραβάσεις, ή εάν λόγοι εθνικής ασφαλείας απαιτούσι τούτο. Εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται η προφυλάκισις αύτη να υπερβή τους τρεις μήνας.
Ο χρόνος προφυλακίσεως αιχμαλώτου πολέμου θα συνυπολογίζηται εις οιανδήποτε στερητικήν της ελευθερίας καταδίκην. Θα λαμβάνηται άλλωστε ο χρόνος ούτος υπ' όψιν κατά τον καθορισμόν της ποινής.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα εξακολουθούν, διαρκούσης της προφυλακίσεώς των, να χαίρουν του ευεργετήματος των διατάξεων των άρθρ. 97 και 98 του παρόντος κεφαλαίου.
Άρθρ.104. Εις οιανδήποτε περίπτωσιν καθ' ην η κατακρατούσα Δύναμις ήθελεν αποφασισίση ν' αρχίση δικαστικήν δίωξιν κατά αιχμαλώτου πολέμου, αύτη θέλει γνωστοποίηση τούτο εις την προστάτιδα Δύναμιν όσον το δυνατόν ταχύτερον και τουλάχιστον τρεις εβδομάδας προ της ενάρξεως της δίκης. Η περίοδος αύτη των τριών εβδομάδων άρχεται μόνον από της ημέρας της λήψεως της κοινοποιήσεως υπό της προστάτιδος Δυνάμεως εις την διεύθυνσιν ήτις θα έχει προηγουμένως υποδειχθή υπ' αυτής προς την κατακρατούσαν Δύναμιν.
Η γνωστοποίσις αύτη θα περιλαμβάνη τ' ακόλουθα στοιχεία:
1.Ονοματεπώνυμον του αιχμαλώτου πολέμου, βαθμόν, αριθμόν μητρώου, πλήρη ημερομηνίαν γεννήσεως και, ενδεχομένως , επάγγελμα αυτού.
2.Τόπον περιορισμού ή κρατήσεως.
3.Καθορισμός της ή των κατηγοριών μετά μνείας των εφαρμοσίμων νομοθετικών διατάξεων.
4.Δικαστήριον όπερ θέλει διεξαγάγη την δίκην, ως και προβλεπόμενος χρόνος και τόπος ενάρξεως της δίκης.
Η αυτή κοινοποίησις θα γίνη υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως προς τον άνδρα εμπιστοσύνης του αιχμαλώτου πολέμου.
Εάν, κατά την έναρξιν της δίκης δεν προσκομισθή απόδειξις ότι η ως άνω κοινοποίησις ελήφθη υπό της προστάτιδος Δυνάμεως και υπό του ανδρός εμπιστοσύνης τουλάχιστον τρεις εβδομάδας προ της ενάρξεως της δίκης, αύτη δεν δύναται ν' αρχίση αλλά θέλει αναβληθή.
Άρθρ.105. Ο αιχμάλωτος πολέμου θα έχη το δικαίωμα να τύχη της αρωγής ενός συναδέλφου του αιχμαλώτου και της υπερασπίσεως ενός καταλλήλου συνηγόρου της εκλογής του, να κλητεύη μάρτυρας, εάν κρίνη τούτο αναγκαίον και να επικαλήται τας υπηρεσίας αρμοδίου διερμηνέως. Θέλει κατατοπισθή επί των δικαιωμάτων του τούτων υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως εγκαίρως, προ της ενάρξεως της επ' ακροατηρίω εκδικάσεως.
Εις περίπτωσιν μη εκλογής συνηγόρου υπό του αιχμαλώτου πολέμου, η προστάτις Δύναμις θα προμηθεύση εις αυτόν τοιούτον. Θα έχει προς τούτο εις διάθεσίν της τουλάχιστον μίαν εβδομάδα. Η κατακρατούσα Δύναμις, αιτήσει της προστάτιδος Δυνάμεως, θα παράσχη προς αυτήν κατάλογον καταλλήλων δια την εξασφάλισιν της υπερασπίσεως προσώπων. Εις περίπτωσιν καθ' ην ούτε ο αιχμάλωτος πολέμου ούτε η προστάτις Δύναμις εξέλεγον συνήγορον, η κατακρατούσα Δύναμις θα διορίση εξ επαγγέλματος αρμόδιον τινά συνήγορον ίνα υπερασπίση ούτος τον κατηγορούμενον.
Ο συνήγορος θα έχη εις την διάθεσίν του περίοδον τουλάχιστον δύο εβδομάδων και τας αναγκαίας ευκολίας δια την προπαρασκευήν της υπερασπίσεως του κατηγορουμένου. Θα επιτρέπηται ιδίως εις αυτόν να επισκέπτηται, ελευθέρως τον κατηγορούμενον και να έχη μετ' αυτού κατ' ιδίαν συνεντεύξεις. Θα επιτρέπηται επίσης εις αυτόν να συσκέπτηται μετά των μαρτύρων της υπερασπίσεως, περιλαμβανομένων των αιχμαλώτων πολέμου. Θα χαίρη των ευκολιών τούτων μέχρι της εκπνοής των προθεσμιών προσφυγής.
Ο κατηγορούμενος αιχμάλωτος πολέμου θα λάβη γνώσιν, αρκετά προ της ενάρξεως της δίκης, εις γλώσσαν την οποίαν κατανοεί, του κατηγορητηρίου καθώς και των άλλων εγγράφων τα οποία γενικώς κοινοποιούνται εις τον κατηγορούμενον δυνάμει της ισχυούσης δια τας ενόπλους δυνάμεις της κατακρατούσης Δυνάμεως νομοθεσίας. Αι αυταί ανακοινώσεις και υπό τους αυτούς όρους, θα γίνωνται προς τον συνήγορον αυτού.
Οι αντιπρόσωποι της προστάτιδος Δυνάμεως θα έχουν το δικαίωμα να παραστούν εις την δίκην εκτός εάν, εξαιρετικώς, ήθελεν αύτη διεξαχθή, δια λόγους ασφαλείας, κεκλεισμένων των θυρών. Εις την περίπτωσιν ταύτην η κατακρατούσα Δύναμις θα ειδοποιήση σχετικώς την προστάτιδα Δύναμιν. Άρθρ. 106. Έκαστος αιχμάλωτος πολέμου θα έχη υπό τους αυτούς ως και τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων της κατακρατούσης Δυνάμεως όρους, το δικαίωμα εφέσεως, αναιρέσεως ή υποβολής αιτήσεως αναθεωρήσεως κατά οιασδήποτε εναντίον του αποφάσεως.
Ούτος θα ενημερούται πλήρως επί των δικαιωμάτων του αυτών ως και επί των προβλεπομένων προθεσμιών δια την άσκησίν των.
Άρθρ.107. Οιαδήποτε απόφασις κατά αιχμαλώτου πολέμου θα φέρηται αμέσως εις γνώσιν της προστάτιδος Δυνάμεως υπό τύπον συνοπτικής ανακοινώσεως εις ην θ' αναφέρηται, επίσης εάν ο αιχμάλωτος έχει δικαίωμα ν' ασκήση έφεσιν, αναίρεσιν ή να υποβάλη αίτησιν αναθεωρήσεως. Η ανακοίνωσις αύτη θ' απευθυνθή επίσης και προς τον ενδιαφερόμενον άνδρα εμπιστοσύνης. Θα γίνη αύτη επίσης και προς τον αιχμάλωτον πολέμου, εις γλώσσαν ην ούτος κατανοεί, εφ' όσον η απόφασις δεν απηγγέλθη επί παρουσία του. Επί πλέον, η κατακρατούσα Δύναμις θα γνωρίση αμέσως προς την προστάτιδα Δύναμιν την απόφασιν του αιχμαλώτου πολέμου ως προς την χρήσιν ή ου των δικαιωμάτων του προσφυγής.
Πλην τούτου, εν περιπτώσει τελεσιδίκου καταδίκης και εάν πρόκειται περί θανατικής ποινής, επιβληθείσης δια πρωτοδίκου αποφάσεως, η κατακρατούσα Δύναμις θ' αποστείλη το ταχύτερον προς την προστάτιδα Δύναμιν λεπτομερή ανακοίνωσιν περιέχουσαν:
1.Το ακριβές κείμενον της δικαστικής αποφάσεως.
2.Περιληπτικήν έκθεσιν περί των ανακρίσεων και της επ' ακροατηρίω εκδικάσεως, αναπτύσσουσαν ιδιαιτέρως τα βάσεις της κατηγορίας και της υπερασπίσεως.
3.Ανακοίνωσιν, ενδεχομένως του ιδρύματος όπου θα εκτιθή η ποινή.
Αι προβλεπόμεναι εις το προηγούμενον εδάφιον ανακοινώσεις θ' αποσταλούν προς την προστάτιδα Δύναμιν εις την διεύθυνσιν ην αύτη έχει προγενεστέρως υποδείξη προς την κατακρατούσαν Δύναμιν.
Άρθρ.108. Αι ποιναί αι επιβαλλόμεναι εις αιχμαλώτους πολέμου δια κανονικών δικαστικών αποφάσεων, αίτινες κατέστησαν εκτελεσταί, θα εκτίωνται εις τα αυτά ιδρύματα και υπό τους αυτούς όρους ως και αι των μελών των ενόπλων δυνάμεων της κατακρατούσης Δυνάμεως. Οι όροι ούτοι θα είναι, εν πάση περιπτώσει, σύμφωνοι προς τας απαιτήσεις της υγιεινής και του ανθρωπισμού.
Γυνή αιχμάλωτος πολέμου κατά της οποίας απηγγέλθη τοιαύτη ποινή θα εγκλεισθή εις χωριστόν διαμέρισμα και θα τεθή υπό τη επιτήρησιν γυναικών.
Εν πάση περιπτώσει, αιχμάλωτοι πολέμου καταδικασθέντες εις ποινήν στερητικήν της ελευθερίας των θα εξακολουθήσουν χαίροντες του ευεργετήματος των διατάξεων των άρθρ. 78 και 126 της παρούσης Συμβάσεως. Επί πλέον, θα έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν και αποστέλλουν επιστολάς, να λαμβάνουν τουλάχιστον έν δέμα βοηθείας μηνιαίως και ν' ασκούνται τακτικά εις την ύπαιθρον. Θα τύχουν της αναγκαίας εις την υγείαν των ιατρικής περιθάλψεως και της πνευματικής αρωγής την ο-ποίαν θα επεζήτουν. Αι ποιναί αίτινες θα επρόκειτο να τοις επιβληθούν θα είναι σύμφωνοι προς τας διατάξεις του άρθρ. 87, παράγραφος τρίτη.

ΜΕΡΟΣ ΙV - Τέλος της αιχμαλωσίας[Επεξεργασία]

ΤΜΗΜΑ Ι - Άμεσος επαναπατρισμός και περίθαλψις εις ουδετέραν χώραν[Επεξεργασία]

Άρθρ.109. Υπό επιφύλαξιν του τρίτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, τα εν συρράξει Μέρη υποχρεούνται να παλιννοστήσουν αδιακρίτως αριθμού και βαθμού και αφού καταστήσουν αυτούς ικανούς να υποστούν την μεταφοράν, τους αιχμαλώτους πολέμου βαρέως ασθενούντας και βαρέως τραυματισθέντας, συμφώνως προς το πρώτον εδάφιον του επομένου άρθρου.
Κατά την διάρκειαν των εχθροπραξιών τα εν συρράξει Μέρη, βοηθούμενα υπό των ενδιαφερομένων ουδετέρων Δυνάμεων θα προσπαθήσουν να διοργανώσουν την εν ουδετέρα χώρα περίθαλψιν των τραυματιών και ασθενών περί ων το δεύτερον εδάφιον του επομένου άρθρου. Δύνανται, επί πλέον, να συνάψουν συμφωνίας δια τον απ' ευθείας επαναπατρισμόν ή τον εν ουδετέρα χώρα περιορισμόν των εν καλή υγεία αιχμαλώτων, οίτινες υπέστησαν μακράν αιχμαλωσίαν.
Ουδείς αιχμάλωτος πολέμου τραυματίας ή ασθενής εξ εκείνων ων προβλέπεται η παλιννόστησις κατά το πρώτον εδάφιον του παρόντος άρθρου δύναται να επαναπατρισθή παρά την θέλησίν του διαρκουσών των εχθροπραξιών.
Άρθρ.110. Θα επαναπατρισθούν απ' ευθείας:
1.Οι ανίατοι ασθενείς και τραυματίαι των οποίων η πνευματική και σωματική ικανότης φαίνεται σημαντικώς μειωθείσα.
2.Οι τραυματίαι και ασθενείς οι οποίοι, συμφώνως προς τας ιατρικάς προβλέψεις δεν είναι επιδεκτικοί θεραπείας εντός περιόδου ενός έτους, των οποίων η κατάστασις απαιτεί νοσηλείαν, και των οποίων η σωματική και πνευματική ικανότης φαίνεται σημαντικώς μειωθείσα.
3.Οι τραυματίαι και ασθενείς οι οποίοι έχουν θεραπευθεί αλλά των οποίων η πνευματική ή σωματική ικανότης φαίνεται σημαντικώς και μονίμως μειωθείσα.
Δύνανται να τύχουν περιθάλψεως εις ουδετέραν χώραν:
1.Οι ασθενείς και τραυματίαι των οποίων η ανάρρωσις ενδέχεται να συντελεσθή εντός έτους από της ημέρας του τραυματισμού ή της ασθενείας, εφ' όσον η θεραπεία των εις ουδετέραν χώραν επιτρέπει πρόβλεψιν ασφαλεστέρας και ταχυτέρας αναρρώσεως.
2.Οι αιχμάλωτοι πολέμου των οποίων η πνευματική ή σωματική κατάστασις κατά τας ιατρικάς προβλέψεις, απειλείται σοβαρώς εκ της εν αιχμαλωσία παραμονής των, εν ω δια της περιθάλψεώς των εις ουδετέραν χώραν ηδύνατο ν' αποφευχθή η απειλή αύτη.
Οι όροι υπό τους οποίους αιχμάλωτοι πολέμου περιθαλπόμενοι εις ουδετέραν χώραν θα ηδύναντο εκείθεν να επαναπατρισθούν, καθώς επίσης και το καθεστώς υπό το οποίον τελούν, θα κανονισθούν δια συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερομένων Μερών. Γενικώς, θα επαναπατρίζονται αιχμάλωτοι πολέμου περιθαλπόμενοι εις ουδετέραν χώραν όταν ανήκουν εις τας κάτωθι κατηγορίας :
1.Εκείνοι των οποίων η κατάστασις υγείας επιδεινωθεί εις τρόπον ώστε να πληρούν τας προϋποθέσεις απ' ευθείας επαναπατρισμού των.
2.Εκείνοι των οποίων αι πνευματικαί ή σωματικαί ικανότητες παραμένουν και μετά την θεραπείαν, σοβαρώς μειωμέναι.
Εάν δεν υπάρχουν ειδικαί συμφωνίαι, μεταξύ των ενδιαφερομένων εν συρράξει Μερών, προς καθορισμόν των περιπτώσεων αναπηρίας ή ασθενείας των συνεπαγομένων τον απ' ευθείας επαναπατρισμόν ή περίθαλψιν εις ουδετέραν χώραν αι περιπτώσεις αυταί θα καθορίζωνται συμφώνως προς τας αρχάς του υποδείγματος Συμφωνίας περί απ' ευθείας επαναπατρισμού και περιθάλψεως εις ουδετέραν χώραν των τραυματιών και ασθενών αιχμαλώτων πολέμου, και του κανονισμού περί μικτών ιατρικών Επιτροπών, αίτινες είναι συνημμέναι εις την παρούσαν Σύμβασιν.
Άρθρ.111. Η κατακρατούσα Δύναμις, η Δύναμις εξ ης οι αιχμάλωτοι πολέμου εξαρτώνται και ουδέτερα τις Δύναμις γενομένη δεκτή υπό των δύο πρώτων Δυνάμεων, θα προσπαθήσουν να συνάψουν συμφωνίας αίτινες θα καταστήσουν δυνατόν τον περιορισμόν των αιχμαλώτων πολέμου εις εδάφη της ρηθείσης ουδετέρας Δυνάμεως μέχρι πέρατος των εχθροπραξιών.
Άρθρ.112. Ευθύς από της της ενάρξεως των εχθροπραξιών θα διορίζωνται Μικταί Ιατρικαί και Επιτροπαί προς εξέτασιν ασθενών και τραυματιών αιχμαλώτων πολέμου και λήψιν απάντων των αφορωσών αυτούς χρησίμων αποφάσεων. Ο διορισμός τα καθήκοντα και η λειτουργία των Επιτροπών τούτων θα συμφωνούσι προς τας διατάξεις του προσηρτημένου εις την παρούσαν Σύμβασιν Κανονισμού.
Ουχ’ ήττον, αιχμάλωτοι πολέμου οι οποίοι κατά την γνώμην των ιατρικών αρχών της Κατακρατούσης Δυνάμεως, είναι εκδήλως σοβαρώς τραυματισμένοι ή βαρέως ασθενείς θα δύνανται να επαναπατρισθούν χωρίς να υπόκεινται εις την υποχρέωσιν εξετάσεως παρά της Μικτής Ιατρικής Επιτροπής.
Άρθρ.113. Τραυματίαι ή ασθενείς αιχμάλωτοι πολέμου, εκτός εκείνων τους οποίους θα υποδείξουν αι ιατρικαί αρχαί της κατακρατούσης Δυνάμεως, θα έχουν το δικαίωμα εφ' όσον ανήκουν εις τας κάτωθι κατηγορίας, να παρουσιάζωνται προς εξέτασιν εις την Μικτήν Ιατρικήν Επιτροπήν την προβλεπομένην εις το προηγούμενον άρθρον.
1.Τραυματίαι και ασθενείς προτεινόμενοι παρ' ιατρού συμπατριώτου των ή υπηκόου εν συρράξει Δυνάμεως συμμάχου εκείνης από την οποία ούτοι εξαρτώνται όστις ασκεί τα καθήκοντα του εις το στρατόπεδον.
2.Τραυματίαι και ασθενείς προτεινόμενοι παρά του ανδρός εμπιστοσύνης των.
3.Τραυματίαι και ασθενείς προταθέντες παρά της Δυνάμεως εξ ης εξαρτώνται ή υπό οργανώσεως τινός ανεγνωρισμένης υπό της ρηθείσης Δυνάμεως και ερχομένης αρωγού εις τους αιχμαλώτους.
Ουχ ήττον αιχμάλωτοι πολέμου μη ανήκοντες εις μίαν των ως άνω τριών κατηγοριών δύνανται να παρουσιάζωνται προς εξέτασιν εις τας Μικτάς Ιατρικάς Επιτροπάς αλλά θα εξετάζωνται μόνον μετά τους ανήκοντας εις τας ρηθείσας κατηγορίας.
Θα επιτρεπήται εις τον συμπατριώτην ιατρόν των επιβαλλομένων εις την εξέτασιν της Μικτής Ιατρικής Επιτροπής αιχμαλώτων πολέμου, ως και εις τον άνδρα εμπιστοσύνης αυτών να παρίστανται κατά την εξέτασιν.
Άρθρ.114. Αι αιχμάλωτοι πολέμου, υποστάντες ατυχήματα θ’ απολαμβάνουν του ευεργετήματος των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως όσον αφορά τον επαναπατρισμόν και την περίθαλψιν εις ουδετέραν χώραν, εξαιρέσει, των περιπτώσεων αυτοτραυματισμού.
Άρθρ.115. Ουδείς αιχμάλωτος πολέμου εις τον οποίον έχει επιβληθή πειθαρχική ποινή και όστις θα συνεκέντρου τας προϋποθέσεις επαναπατρισμού ή περιθάλψεως εις ουδετέραν χώραν, δύναται να κρατηθή με την δικαιολογίαν ότι δεν εξέτισε την ποινήν του.
Αιχμάλωτοι πολέμου διωκόμενοι δικαστικώς ή καταδικασθέντες των οποίων προβλέπεται ο επαναπατρισμός ή η εις ουδετέραν χώραν περίθαλψις, δύνανται να επωφεληθούν των μέτρων τούτων προ της λήξεως της διαδικασίας ή της εκτίσεως της ποινής των, εφ' όσον συγκατετίθετο εις τούτο η κατακρατούσα Δύναμις.
Τα εν συρράξει Μέρη θα κοινοποιούν προς άλληλα τα ονόματα εκείνων οι οποίοι θα κρατηθούν μέχρι λήξεως της διαδικασίας ή της εκτίσεως της ποινής των.
Άρθρ.116. Τα έξοδα επαναπατρισμού ή μεταφοράς εις ουδετέραν χώραν, του αιχμαλώτου πολέμου, θα βαρύνουν από των συνόρων της κατακρατούσης Δυνάμεως, την Δύναμιν εξ ης οι αιχμάλωτοι ούτοι εξαρτώνται.
Άρθρ.117. Ουδείς επαναπατρισθείς δύναται να χρησιμοποιηθή εις ενεργόν στατιωτικήν υπηρεσίαν.

ΤΜΗΜΑ II - Απελευθέρωσις και επαναπατρισμός των αιχμαλώτων πολέμου κατά το πέρας των εχθροπραξιών[Επεξεργασία]

Άρθρ.118. Οι αιχμάλωτοι πολέμου θα απελευθερούνται και θα επαναπατρίζωνται άνευ αναβολής μετά το πέρας των ενεργών εχθροπραξιών.
Ελλείψει σχετικών προς τ' ανωτέρω διατάξεων εις συμφωνίαν μεταξύ των εν συρράξει Μερών περί καταπαύσεως των εχθροπραξιών ή αν δεν υπάρχη καμμιά συμφωνία, εκάστη των κατακρατουσών Δυνάμεων θα καταρτίση και θα εκτελέση αμέσως σχέδιον επαναπατρισμού συμφώνως, προς την εις την προηγουμένην παράγραφον διατυπουμένην αρχήν.
Εις αμφοτέρας τας περιπτώσεις, τα υιοθετούμενα μέτρα θα κοινοποιούνται εις τους αιχμαλώτους πολέμου.
Τα έξοδα επαναπατρισμού των αιχμαλώτων πολέμου θα κατανέμωνται πάντως κατά δίκαιον τρόπον μεταξύ της κατακρατούσης Δυνάμεως και της Δυνάμεως εξ ης οι αιχμάλωτοι εξαρτώνται.
Προς τον σκοπόν τούτον, κατά την κατανομήν θα ακολουθούνται αι κάτωθι αρχαί:
α)Εάν αι δύο χώραι έχουσι κοινά σύνορα η Δύναμις εξ ης οι αιχμάλωτοι πολέμου εξαρτώνται θ' αναλάβη τα έξοδα επαναπατρισμού εντεύθεν των συνόρων της κατακρατούσης Δυνάμεως.
β)Εάν αι δύο χώραι δεν έχουσι κοινά σύνορα, η κατακρατούσα Δύναμις θ’ αναλάβη τα έξοδα της μεταφοράς των αιχμαλώτων πολέμου επί του εδάφους της μέχρι των συνόρων της ή μέχρι του πλησιεστέρου προς την Δύναμιν εξ ης ούτοι εξαρτώνται λιμένος επιβιβάσεως. Τα ενδιαφερόμενα Μέρη θα συμφωνήσουν δια την μεταξύ αυτών δικαίαν κατανομήν των υπολοίπων δαπανών επαναπατρισμού.
Εν ουδεμιά περιπτώσει η ανάγκη συνάψεως τοιαύτης συμφωνίας θ' αποτελέση δικαιολογίαν οιασδήποτε καθυστερήσεως του επαναπατρισμού των αιχμαλώτων πολέμου.
Άρθρ.119. Ο επαναπατρισμός θα συντελήται υπό όρους ομοίους προς τους καθοριζομένους εις τα άρθρ. 46 και 48 της παρούσης Συμβάσεως δια την μεταφοράν αιχμαλώτων πολέμου, λαμβανομένων υπ' όψιν και των διατάξεων του άρθρ. 118 ως και των κατωτέρω:
Κατά τον επαναπατρισμόν, τα αφαιρεθέντα από τους αιχμαλώτους πολέμου, συμφώνως τω άρθρ. 18, αντικείμενα αξίας, καθώς και τα εις ξένον νόμισμα χρηματικά ποσά, άτινα δεν μετετράπησαν εις το νόμισμα της κατακρατούσης Δυνάμεως, θ' αποδοθούν προς αυτούς. Τα αντικείμενα αξίας και τα εις ξένον νόμισμα ποσά τα οποία, δι' ένα οιονδήποτε λόγον δεν απεδόθησαν εις τους αιχμαλώτους πολέμου κατά τον επαναπατρισμόν των θα παραδοθούν εις το προβλέπομενον εν άρθρ.122 Γραφείον Πληροφοριών.
Εις τους αιχμαλώτους πολέμου θα επιτραπή να συναποκομίσουν τα ατομικά των είδη, την αλληλογραφίαν των και τα αφιχθέντα επ' ονόματί των δέματα. Το βάρος των αποσκευών τούτων δύναται να περιορισθή εάν οι όροι του επαναπατρισμού το απαιτούν εις ότι ευλόγως δύναται ο αιχμάλωτος να βαστάση. Πάντως εις έκαστον αιχμάλωτον θα επιτρέπηται να παραλάβη τουλάχιστον είκοσι πέντε χιλιόγραμμα.
Τα αλλά ατομικά είδη του επαναπατρισθέντος αιχμαλώτου θα φυλάσσωνται υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως ήτις θ' αποστείλη, ταύτα προς αυτόν, ευθύς ως συνάψη προς τον σκοπόν τούτον μετά της Δυνάμεως εξ ης εξαρτάται ο αιχμάλωτος, συμφωνίαν κανονίζουσαν τους όρους της μεταφοράς και την πληρωμήν των σχετικών εξόδων.
Αιχμάλωτοι πολέμου τελούντες υπό ποινικήν δίωξιν δια κακούργημα ή πλημμέλημα ποινικού δι-καίου δύνανται να κατακρατηθούν μέχρι πέρατος της διαδικασίας και, εάν τοιαύτη είναι η περίπτωσις, μέχρι της εκτίσεως της ποινής των. Το αυτό θα εφαρμόζεται και δια τους ήδη καταδικασθέντας δια κακούργημα ή πλημμέλημα ποινικού δικαίου.
Τα εν συρράξει Μέρη θα κοινοποιήσουν προς άλληλα τα ονόματα των αιχμαλώτων πολέμου οίτινες κατακρατούνται μέχρι πέρατος της διαδικασίας ή εκτίσεως της ποινής των.
Τα εν συρράξει Μέρη θα συνεννοηθούν δια την σύστασιν επιτροπών προς τον σκοπόν της αναζητήσεως των εν διασπορά αιχμαλώτων και εξασφαλίσεως του επαναπατρισμού αυτών όσον οίον τε τάχιστα.

ΤΜΗΜΑ III - Θάνατος αιχμαλώτων πολέμου[Επεξεργασία]

Άρθρ.120. Αι διαθήκαι των αιχμαλώτων πολέμου θα συντάσσωνται κατά τρόπον πληρούντα τους όρους εγκυρότητος της νομοθεσίας της χώρας εξ ης προέρχηται, ήτις και θέλει μεριμνήση δια την ενημέρωσιν της κατακρατούσης Δυνάμεως, επί των όρων αυτών. Τη αιτήσει του αιχμαλώτου πολέμου, και εν πάση περιπτώσει μετά τον θάνατον αυτού η διαθήκη θα διαβιβάζεται άνευ χρονοτριβής εις την Προστάτιδα Δύναμιν, κεκυρωμένον δε αντίγραφον αυτής θ' αποστέλλεται εις το Κεντρικόν Πρακτορείον Πληροφοριών.
Πιστοποιητικά θανάτου, κατά τον προσηρτημένον τη παρούση συμβάσει τύπον ή πίνακες όλων των αποθνησκόντων εν αιχμαλωσία αιχμαλώτων πολέμου κεκυρωμένοι υπό υπευθύνου αξιωματικού θ' αποστέλλωνται το ταχύτερον εις το συμφώνως προς το άρθρ. 122 ιδρυθησόμενον Γραφείον πληρο-φοριών αιχμαλώτων πολέμου. Τα πιστοποιητικά θανάτου ή οι κεκυρωμένοι ούτοι πίνακες θα αναφέρουν τας περί ταυτότητος πληροφορίας ων ο κατάλογος δίδεται εις το πρώτον εδάφιον του άρθρ.17, τον τόπον και χρόνον του θανάτου, τα αίτια του θανάτου, τον χρόνον και τόπον ταφής ως και πάσαν αναγκαίαν πληροφορίαν δια την αναγνώρισιν των τάφων.
Της ταφής ή της αποτεφρώσεως θέλει προηγηθή ιατρική εξέτασις του σώματος ίνα πιστοποιηθή ο θάνατος, καταστή δυνατή η σύνταξις αναφοράς και εάν παρίσταται ανάγκη, εξακριβωθή η ταυτότης του θανόντος.
Αι κατακρατούσαι αρχαί θα μεριμνήσουν ίνα οι εν αιχμαλωσία θανόντες αιχμάλωτοι πολέμου ενταφιασθούν τιμητικώς, ει δυνατόν κατά τους τύπους της θρησκείας εις ην ανήκουν και ίνα οι τάφοι των παραμείνουν σεβαστοί συντηρηθούν ευπρεπώς και σημανθούν εις τρόπον ώστε να καθίσταται πάντοτε δυνατή η ανεύρεσίς των. Οσάκις τούτο είναι δυνατόν οι θανόντες αιχμάλωτοι πολέμου εξαρτώμενοι εκ της αυτής Δυνάμεως θέλουν ταφή εις την αυτήν τοποθεσίαν.
Οι θανόντες αιχμάλωτοι πολέμου θέλουν ενταφιασθή ατομικώς πλην περιπτώσεως ανωτέρας βίας επιβαλλούσης συλλογικήν ταφήν. Αι σωροί δύνανται ν' αποτεφρωθούν μόνον οσάκις το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι υγιεινής ή η θρησκεία του θανόντος ή ακόμη εάν ο ίδιος εξέφρασε τοιαύτην επιθυμίαν. Εν περιπτώσει αποτεφρώσεως θέλει γίνη μνεία επί της πράξεως θανάτου όπου και θέλουν καταχωρισθή τα αίτιά της.
Ίνα καθίσταται πάντοτε δυνατή η ανεύρεσις των τάφων, άπασαι αι σχετικαί προς τους ενταφιασμούς και τους τάφους πληροφορίαι θα καταχωρούνται υπό Υπηρεσίας Τάφων δημιουργηθησομένης υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως. Κατάλογοι των τάφων και πληροφορίαι σχετικαί προς τους ενταφιασμένους, εις τα Νεκροταφεία ή αλλαχού, αιχμαλώτους πολέμου, θα διαβιβασθούν προς την Δύναμιν εξ ης εξαρτώνται οι αιχμάλωτοι ούτοι.
Εις την ελέγχουσαν το έδαφος Δύναμιν απόκειται, εάν είναι Μέρος εις την Σύμβασιν, να συντηρή τους τάφους τούτους και να καταχωρήση πάσαν μεταγενεστέραν μετακομιδήν σωρών. Αι διατάξεις αύται εφαρμόζονται και περί των τεφρών αίτινες θα φυλάσσωνται υπό της υπηρεσίας Τάφων μέχρις ου η χώρα καταγωγής ανακοινώση τα οριστικά μέτρα άτινα επιθυμεί να λάβη σχετικώς.
Άρθρ.121. Πας θάνατος ή πας σοβαρός τραυματισμός αιχμαλώτου πολέμου όστις προεκλήθη ή υπάρχει υπόνοια ότι προεκληθη υπό σκοπού, υπό άλλου εγκλείστου ή υπό οιουδήποτε άλλου προσώπου, ως και πας άλλος θάνατος του οποίου η αιτία είναι άγνωστος θα ακολουθήται αμέσως υπό επίσημου ανακρίσεως από μέρους της κατακρατούσης Δυνάμεως.
Σχετική κοινοποίησις θα διαβιβάζηται αμέσως εις την προστάτιδα Δύναμιν. Θα συλλέγωνται αι καταθέσεις παντός μάρτυρος και αναφορά περιέχουσα ταύτας θα συντάσσηται και θα κοινοποιήται προς την εν λόγω Δύναμιν.
Εάν η ανάκρισις αποδείξη την ενοχήν ενός ή πλειόνων ατόμων, η κατακρατούσα Δύναμις θα λάβη όλα τα μέτρα δια την δικαστικήν δίωξίν του ή των υπευθύνων.

ΜΕΡΟΣ V - Γραφείον πληροφοριών και Εταιρείαι Περιθάλψεως αιχμαλώτων πολέμου[Επεξεργασία]

Άρθρ.122. Eυθύς από της ενάρξεως της συρράξεως και εις όλας τας περιπτώσεις κατοχής, έκαστον των εν συρράξει Μερών θα ιδρύση επίσημον Γραφείον πληροφοριών περί των υπό την εξουσίαν του τελούντων αιχμαλώτων πολέμου.
Αι ουδέτεροι ή μη εμπόλεμοι Δυνάμεις αίτινες θα έχουν δεχθή επί του εδάφους των πρόσωπα ανήκοντα εις μίαν των εν άρθρ. 4 αναφερομένων κατηγοριών, θα λάβουν το αυτό μέτρον ως προς τα πρόσωπα ταύτα. Η ενδιαφερομένη Δύναμις θα μεριμνήση ίνα το Γραφείον πληροφοριών διαθέτει τα αναγκαία οικήματα και εφόδια και προσωπικόν ίνα δυνηθή να λειτουργήση αποτελεσματικώς. Είναι ελευθέρα να χρησιμοποιήση εκεί αιχμαλώτους πολέμου εφ' όσον σεβασθή τους εν τω τμήματι της παρούσης Συμβάσεως τω σχετικώ προς την εργασίαν των αιχμαλώτων πολέμου διατυπωθέντας όρους.
Εντός της βραχυτέρας δυνατής προθεσμίας έκαστον των εν συρράξει Μερών θα παράσχη προς το Γραφείον του τας πληροφορίας περί ων γίνεται λόγος εις τα εδάφια τέταρτον, πέμπτον και έκτον του παρόντος άρθρου περί παντός εχθρικού προσώπου ανήκοντος εις μίαν των εν άρθρ. 4 αναφερομένων κατηγοριών και περιπεσόντος εις την εξουσίαν του. Αι ουδέτεραι ή μη εμπόλεμοι Δυνάμεις θα ενεργήσουν ομοίως ως προς τα ανήκοντα εις τας κατηγορίας ταύτας πρόσωπα, άτινα εγένοντο δεκτά επί του εδάφους των.
Το Γραφείον θ' ανακοινώση επειγόντως και δια των ταχυτέρων μέσων τας πληροφορίας ταύτας προς τας ενδιαφερομένας Δυνάμεις, μέσω αφ' ενός των προστατίδων Δυνάμεων και αφετέρου, του εν άρθρ. 123 προβλεπομένου Κεντρικού Πρακτορείου.
Αι πληροφορικαί αύται πρέπει να επιτρέπουν την ταχείαν ενημέρωσιν των ενδιαφερομένων οικογενειών. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του άρθρ. 17, εφ' όσον το Γραφείον πληροφοριών θα κατέχη τ' αναγκαία στοιχεία, αι πληροφορίαι αύται θα περιλαμβάνουν δι' έκαστον αιχμάλωτον πολέμου, το ονοματεπώνυμον, τον βαθμόν, τον αριθμόν μητρώου, τον τόπον και την πλήρη ημερομηνίαν γεννήσεως ένδειξιν περί της Δυνάμεως εξ ης εξαρτάται, όνομα πατρός, επώνυμον μητρός, όνομα και διεύθυνσιν του ειδοποιητέου προσώπου ως και την διεύθυνσιν εις την οποίαν δύναται ν' απευθυνθή η προς τον αιχμάλωτον αλληλογραφία.
Το Γραφείον πληροφοριών οφείλει να λαμβάνη από τας διαφόρους αρμοδίας υπηρεσίας πληροφορίας περί των μετασταθμεύσεων, απελευθερώσεων, επαναπατρισμών, μεταφορών εις νοσοκομεία, θανάτων και θέλει διαβιβάση ταύτας κατά τον προβλεπόμενον εις το ανωτέρω εδάφ. 3 τρόπον.
Επίσης θέλουν διαβιβάση τακτικώς και ει δυνατόν καθ' εβδομάδα πληροφορίαι περί της καταστάσεως υγείας αιχμαλώτων πολέμου βαρέως ασθενούντων ή τραυματισθέντων.
Το Γραφείον πληροφοριών θ' αναλάβη επίσης ν' απαντά εις πάσας τας απευθυνομένας αυτώ ερωτήσεις τας αφορώσας αιχμαλώτους πολέμου, περιλαμβανομένων και των εν αιχμαλωσία θανόντων, θα προβαίνη εις τας αναγκαίας ερεύνας ίνα προμηθευθή τας πληροφορίας ας δεν κατέχει.
Πάσα έγγραφος ανακοίνωσις του Γραφείου θα κυρούται είτε δια μιας υπογραφής, είτε δια σφραγίδος.
Το Γραφείον πληροφοριών θ' αναλάβη επιπροσθέτως να συλλέγη και να διαβιβάζη προς τας ενδιαφερομένας Δυνάμεις παν αντικείμενον προσωπικόν ή αξίας, περιλαμβανομένων και των χρηματικών ποσών των εις νόμισμα άλλο, πλην του της κατακρατούσης Δυνάμεως καθώς και τα σημαντικά δια τους πλησιεστέρους συγγενείς έγγραφα, τα οποία κατέλιπεν ο αιχμάλωτος πολέμου άμα τω επαναπατρισμώ του, τη απελευθερώσει του, τη αποδράσει του ή τω θανάτω του. Τ' αντικείμενα ταύτα θ' αποστέλλωνται δια δεμάτων εσφραγισμένων υπό του Γραφείου. Εις τα δέματα ταύτα θα επισυνάπτωνται δηλώσεις επακριβώς καθορίζουσαι την ταυτότητα των προσώπων εις τα οποία τα αντικείμενα ανήκον ως και πλήρης απογραφή του περιεχομένου του δέματος. Τα άλλα προσωπικά είδη των περί ων πρόκειται αιχμαλώτων θ' αποστέλλωνται συμφώνως προς τας συναφθησομένας μεταξύ ενδιαφερομένων εν συρράξει Μερών συμφωνίας.
Άρθρ.123. Θα ιδρυθή εν ουδετέρα χώρα Κεντρικόν Πρακτορείον πληροφοριών περί των αιχμαλώτων πολέμου. Η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού θα προτείνη προς τας ενδιαφερομένας Δυνάμεις, εάν θεωρήση τούτο αναγκαίον την οργάνωσιν του τοιούτου Πρακτορείου.
Το Πρακτορείον τούτο θ' αναλάβη να συγκεντρώνη όλας τας ενδιαφερούσας τους αιχμαλώτους πολέμου πληροφορίας, ας θα δυνηθή να επιτύχη δι' επίσημου ή ιδιωτικής οδού. Θα διαβιβάζη ταύτας, το ταχύτερον δυνατόν προς την χώραν καταγωγής των αιχμαλώτων ή προς την Δύναμιν εξ ης εξαρτώνται. Θα τυγχάνη, από μέρους των εν συρράξει Μερών πάσης ευκολίας δια την ως άνω διαβίβασιν.
Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη και ειδικώς εκείνα των οποίων οι υπήκοοι απολαμβάνουν των υπηρεσιών του Κεντρικού Πρακτορείου, καλούνται να παράσχουν προς αυτό την οικονομικήν ενίσχυσιν της οποίας θα είχεν ανάγκην.
Αι ως άνω διατάξεις δεν πρέπει να ερμηνευθούν ως περιορίζουσαι την ανθρωπιστικήν δράσιν της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού και των εν άρθρ. 125 μνημονευομένων Εταιρειών βοηθείας.
Άρθρ.124. Τα εθνικά γραφεία πληροφοριών και το Κεντρικόν Πρακτορείον πληροφοριών θ' απολαμβάνουν ατελείας καθώς και όλων των εν άρθρ. 74 προβλεπομένων απαλλαγών και εν τω μέτρω του δυνατού, τηλεγραφικής ατελείας ή τουλάχιστον σημαντικής εκπτώσεως επί των τηλεγραφικών τελών.
Άρθρ.125. Υπό την επιφύλαξιν των μέτρων, άτινα ήθελον θεωρήση απαραίτητα δια την κατοχύρωσιν της ασφαλείας των ή την αντιμετώπισιν πάσης άλλης λογικής ανάγκης, αι κατακρατούσαι Δυνάμεις θα επιφυλάξουν την καλλιτέραν υποδοχήν εις τας θρησκευτικάς οργανώσεις, εταιρείας βοηθείας, ή πάντας άλλους Οργανισμούς αίτινες έρχονται αρω-γοί προς τους αιχμαλώτους πολέμου. Θα παράσχουν προς αυτάς ως και προς τους κανονικώς διαπεπι-στευμένους αντιπροσώπους των, πάσαν αναγκαίαν ευκολίαν ίνα επισκέπτωνται τους αιχμαλώτους, διανέμουν προς αυτούς βοηθήματα και εφόδια πά-σης προελεύσεως προοριζόμενα δια θρησκευτικούς, μορφωτικούς και ψυχαγωγικούς σκοπούς, ή δια να βοηθήσουν αυτούς να οργανώσουν τας ώρας της σχολής των εντός των στρατοπέδων. Αι προμνησθείσαι εταιρείαι και οργανώσεις δύνανται να ιδρυθούν, είτε επί του εδάφους της κατακρατούσης Δυνάμεως, είτε εις άλλην χώραν, είτε ακόμη και να έχουν διεθνή χαρακτήρα.
Η κατακρατούσα Δύναμις δύναται να περιορίση τον αριθμόν των εταιρειών και οργανώσεων εις τους αντιπροσώπους των οποίων θα επιτρέπηται ν' α-σκούν την δράσιν των επί του εδάφους της και υπό τον έλεγχόν της, υπό τον όρον όμως ότι ο τοιούτος περιορισμός δεν θα εμποδίση την παροχήν αποτελεσματικής και επαρκούς αρωγής προς τους αιχμαλώτους πολέμου.
Η ειδική εν προκειμένω θέσις της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταύρου θέλει πάντοτε αναγνωρισθή και παραμείνη σεβαστή.
Καθ' ην στιγμήν θα παραδίδωνται εις τους αιχμαλώτους πολέμου βοηθήματα ή εφόδια δια τους ως άνω μνημονευομένους σκοπούς, ή τουλάχιστον εντός βραχείας προθεσμίας, θ' απευθύνονται προς την δωρήτριαν εταιρείαν ή οργανισμόν αποδείξεις υπογεγραμμέναι υπό του ανδρός εμπιστοσύνης των αιχμαλώτων και σχετικαί προς εκάστην αποστολήν. Σχετικαί προς τας αποστολάς ταύτας αποδείξεις θα παρέχωνται ταυτοχρόνως και υπό των εχουσών την φρούρησιν των αιχμαλώτων διοικητικών αρχών.

ΜΕΡΟΣ VI - Εκτέλεσις της συμβάσεως[Επεξεργασία]

ΤΜΗΜΑ Ι - Γενικαί Διατάξεις[Επεξεργασία]

Άρθρ.126. Οι αντιπρόσωποι ή απεσταλμένοι των προστατίδων Δυνάμεων θα εξουσιοδοτηθούν να μεταβαίνουν εις όλα τα μέρη όπου ευρίσκονται αιχμάλωτοι πολέμου και δη εις τους τόπους περιορισμού, φυλακίσεως και εργασίας. Θα τους επιτρέπεται η είσοδος εις όλα τα διαμερίσματα τα χρησιμοποιούμενα υπό των αιχμαλώτων. Θα τους επιτρέπεται επίσης να μεταβαίνουν εις τους τόπους αναχωρήσεως, διόδια ή αφίξεως των μετασταθ-μευόντων αιχμαλώτων. Θα δύνανται να συνδιαλεχθούν άνευ της παρουσίας τρίτων με τους αιχμαλώτους και, ειδικώς, με τον άνδρα εμπιστοσύνης των, εν ανάγκη μέσω διερμηνέως.
Θ' αφέθη πάσα ελευθερία εις τους αντιπροσώπους και απεσταλμένους των προστατίδων Δυνάμεων ως προς την εκλογήν του τόπου ον επιθυμούν να επισκεφθούν. Η διάρκεια και η συχνότης των επισκέψεων δεν δύνανται να περιορισθούν. Αι επισκέψεις δύνανται ν' απαγορευθούν μόνον λόγω επιτακτικής στρατιωτικής ανάγκης τούτο δε μόνον εξαιρετικώς και προσωρινώς.
Η προστάτις Δύναμις και η Δύναμις εξ ης εξαρτώνται οι αιχμάλωτοι πολέμου δύνανται, ενδεχομένως, να συνεννοηθούν ίνα επιτραπή εις συμπατριώτας των αιχμαλώτων να μετάσχουν των επισκέψεων.
Οι αντιπρόσωποι της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταύρου θ' απολαμβάνουν των αυτών προ-νομίων. Ο διορισμός των αντιπροσώπων τούτων θα υποβάλληται εις την έγκρισιν της Δυνάμεως υπό την εξουσίαν της οποίας ευρίσκονται οι προς επίσκεψιν αιχμάλωτοι πολέμου.
Άρθρ.127. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν όπως διαδώσουν όσον το δυνατόν ευρύτερον εν καιρώ ειρήνης και εν καιρώ πολέμου το κείμενον της παρούσης Συμβάσεως εις τας χώρας των και δη όπως περιλάβουν την μελέτην εις ταύτης τα προγράμματα στρατιωτικής και ει δυνατόν, πολιτικής εκπαιδεύσεως ώστε αι αρχαί της ν' αποβούν γνωσταί εις το σύνολον του πληθυσμού.
Αι πολιτικαί, στρατιωτικαί, αστυνομικαί και άλλαι αρχαί, αίτινες εν καιρώ πολέμου αναλαμβάνουν ευθύνας έναντι των προστατευομένων προσώπων, δέον όπως κατέχουν το κείμενον της Συμβάσεως και όπως έχουν εκπαιδευθή ιδιαιτέρως επί των δια-τάξεών της.
Άρθρ.128. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα κοινοποιήσουν προς άλληλα μέσω του Ομοσπονδιακού Ελβετικού Συμβουλίου και, κατά την διάρκειαν των εχθροπραξιών, μέσω των προστάτιδων Δυνάμεων, τας επισήμους μεταφράσεις της παρούσης Συμβάσεως, ως και τους Νόμους και κανονισμούς τους οποίους θα υιοθετήσουν προς εξασφάλισιν της εφαρμογής.
Άρθρ.129. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να λάβουν άπαντα τα αναγκαία νομοθετικά μέτρα δια τον καθορισμόν καταλλήλων κυρώσεων επιβλητέων εις τα πρόσωπα, άτινα προέβησαν ή έδωσαν εις άλλους διαταγήν να προβούν εις οιανδήποτε σοβαράν παράβασιν της παρούσης Συμβάσεως εκ των καθοριζομένων εις το επόμενον άρθρον.
Έκαστον Συμβαλλόμενον Μέρος θα έχη την υποχρέωσιν ν' αναζητήση τα πρόσωπα τα κατηγορούμενα ότι προέβησαν ή έδωσαν εις άλλους διαταγήν να προβούν εις οιανδήποτε των σοβαρών τούτων παραβάσεων και οφείλει να παραπέμψη τα πρόσωπα ταύτα ενώπιον των Δικαστηρίων του, οιαδήποτε και αν είναι η εθνικότης των. Δύναται επίσης εάν το προτιμά και υπό τους προβλεπομένους από της ιδίας αυτού νομοθεσίας όρους, να παραδώση τα ειρημένα πρόσωπα προς εκδίκασιν εις έτερον Συμβαλλόμενον Μέρος, το οποίον ενδιαφέρεται δια την δίωξίν των, εφ' όσον το Συμβαλλόμενον Μέρος τούτο έχει εναντίον των επαρκείς λόγους διώξεως.
Έκαστον Συμβαλλόμενον Μέρος θα λάβη τα αναγκαία μέτρα δια την κατάπαυσιν ενεργειών αντικειμένων εις τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως και πέραν των σοβαρών παραβάσεων, αίτινες καθορίζονται εις το επόμενον άρθρον.
Εις πάσαν περίστασιν οι μηνυόμενοι θ' απολαμβάνουν εγγυήσεων δικονομικών και ελευθέρας υπερασπίσεως ουχί κατωτέρων των προβλεπομένων εις τα άρθρ. 105 και επόμενα της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.130. Αι σοβαραί παραβάσεις, περί των οποίων πραγματεύεται το προηγούμενον άρθρον, είναι εκείναι αι οποίαι συνεπάγονται οιανδήποτε των ακολουθών πράξεων, εφ' όσον διαπράττονται εναντίον προσώπων ή ιδιοκτησιών προστατευομένων υπό της παρούσης Συμβάσεως.
Ο εκ προθέσεως φόνος, ή βάσανος ή άλλη απάνθρωπος μεταχείρισις περιλαμβανομένων των βιολογικών πειραμάτων, η εκ προθέσεως πρόκλησις μεγάλης οδύνης ή η σοβαρά προσβολή κατά της σωματικής ακεραιότητος ή της υγείας, ο εξαναγκασμός αιχμαλώτου πολέμου να υπηρετήση εις τας ενόπλους δυνάμεις της εχθρικής Δυνάμεως ή η στέρησις του δικαιώματος όπως τύχη τακτικής και αμερολήπτου εκδικάσεως κατά τας παραγγελίας της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.131. Ουδέν των Συμβαλλομένων Μερών δύναται ν' απαλλάξη εαυτό, ουδέ ν' απαλλάξη έτερον Συμβαλλόμενον Μέρος των ευθυνών ας αυτό τούτο ή άλλο Συμβαλλόμενον Μέρος υπέχουν λόγω των εις το προηγούμενον άρθρον προβλεπομένων παραβάσεων.
Άρθρ.132. Αιτήσει ενός των εν συρράξει Μερών, θα διεξαχθή ανάκρισις, ης ο τρόπος ενεργείας θα καθορισθή υπό των ενδιαφερομένων Μερών, επί πάσης καταγγελίας περί παραβάσεως της Συμβάσεως.
Εάν δεν επέλθη συμφωνία επί της διαδικασίας της ανακρίσεως, τα Μέρη θα συνεννοηθούν δια την εκλογήν διαιτητού, όστις θ' αποφασίση περί της ακολουθητέας διαδικασίας.
Άπαξ διαπιστωθή η παράβασις τα εν συρράξει Μέρη θα θέσουν τέρμα εις αυτήν και θα επιβάλουν όσον το δυνατόν ταχύτερον τας δεούσας κυρώσεις.

ΤΜΗΜΑ ΙΙ - Τελικαί Διατάξεις[Επεξεργασία]

Άρθρ.133. Η παρούσα Σύμβασις εγένετο εις την γαλλικήν και την αγγλικήν. Αμφότερα τα κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά.
Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θέλει μεριμνήση δια τας επισήμους μεταφράσεις της Συμβάσεως εις την ρωσσικήν και την ισπανικήν γλώσσαν.
Άρθρ.134. Η παρούσα Σύμβασις αντικαθιστά εις τας σχέσεις μεταξύ των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών την Σύμβασιν της 27ης Ιουλ.1929.
Άρθρ.135. Εις τας σχέσεις μεταξύ των Δυνάμεων των δεσμευομένων υπό της Συμβάσεως της Χάγης της αφορώσης τους Νόμους και τα Έθιμα του κατά ξηράν πολέμου, είτε πρόκειται περί της από 29 Ιουλ. 1899 είτε περί της από 18 Οκτ. 1907, και μετεχουσών εις την παρούσαν Σύμβασιν, αύτη θέλει αποτελέση συμπλήρωμα του Κεφαλαίου II του προσηρτημένου εις τας ανωτέρω Συμβάσεις της Χάγης Κανονισμού.
Άρθρ.136. Η παρούσα Σύμβασις η οποία φέρει την ημερομηνίαν της σήμερον είναι ανοικτή προς υπογραφήν μέχρι της 12ης Φεβρ. 1950 από μέρους των Δυνάμεων των αντιπροσωπευθεισών εις την αρξαμένην εν Γενεύη την 21ην Απρ. 1949 συνδιάσκεψιν, ως και Δυνάμεων μη αντιπροσωπευθεισών εις την συνδιάσκεψιν ταύτην αλλά μετεχουσών εις την Σύμβασιν της 27ης Ιουλ. 1929.
Άρθρ.137. Η παρούσα Σύμβασις θα επικυρωθή όσον το δυνατόν ταχύτερον αι δε επικυρώσεις της θα κατατεθούν εν Βέρνη.
Δι' εκάστην κατάθεσιν οργάνου επικυρώσεως θέλει συνταχθή πρωτόκολλον ούτινος ακριβές αντίγραφον θέλει επιδοθή υπό του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου εις πάσας τας Δυνάμεις επ' ονόματι των οποίων υπεγράφη η Σύμβασις ή των οποίων θα έχη κοινοποιηθή η προσχώρησις.
Άρθρ.138. Η παρούσα Σύμβασις θα τεθή εν ισχύϊ εξ μήνας μετά την κατάθεσιν δύο τουλάχιστον οργάνων επικυρώσεως.
Κατόπιν, θα τεθή εν ισχύϊ δι' έκαστον Υψηλόν Συμβαλλόμενον Μέρος εξ μήνας μετά την κατάθεσιν του οργάνου επικυρώσεως αυτού.
Άρθρ.139. Η παρούσα Σύμβασις θα είναι, από της ημέρας της ισχύος της ανοικτή εις την προσχώρησιν πάσης Δυνάμεως επ' ονόματι της οποίας δεν έχει υπογραφή.
Άρθρ.140. Αι προσχωρήσεις θα κοινοποιώνται εγγράφως εις το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον και θα καθίστανται ενεργοί εξ μήνας μετά την ημερομηνίαν καθ' ην θα τω έχωσι περιέλθη.
Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα ανακοινώση τας προσχωρήσεις προς όλας τας Δυνάμεις επ' ονόματι των οποίων έχει υπογραφή η Σύμβασις ή των οποίων έχει κοινοποιηθή η προσχώρησις.
Άρθρ.141. Αι εις τα άρθρ. 2 και 3 προβλεπόμεναι καταστάσεις θα προσδώσουν άμεσον ισχύν εις τας προ ή μετά την έναρξιν των εχθροπραξιών ή της κατοχής κατατεθείσας, επικυρώσεις και κοινοποιηθείσας προσχωρήσεις των εν συρράξει Μερών. Η κοινοποίησις των ληφθησομένων επικυρώσεων ή προσχωρήσεων των εν συρράξει Μερών θα γίνηται υπό του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου δια της ταχύτερας οδού.
Άρθρ.142. Έκαστον των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών έχει το δικαίωμα να καταγγείλη την παρούσαν Σύμβασιν.
Η καταγγελία θα κοινοποιήται εγγράφως προς το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον, όπερ θ' ανακοινώση την κοινοποίησιν προς τας Κυβερνήσεις όλων των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών.
Η καταγγελία θα καθίσταται ενεργός εν έτος μετά την κοινοποίησίν της προς το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον. Ουχ' ήττον, καταγγελία κοινοποιηθείσα καθ' ον χρόνον η καταγγέλλουσα Δύναμις έχει εμπλακή εις σύρραξιν δεν καθίσταται ενεργός εφ' όσον δεν θα έχη συναφή ειρήνη, και εν ουδεμιά περιπτώσει προ του τερματισμού του έργου απελευθερώσεως και επαναπατρισμού των προστατευομένων υπό της Συμβάσεως προσώπων.
Η καταγγελία θα ισχύη μόνον έναντι της καταγγελλούσης Δυνάμεως. Αύτη ουδεμίαν θα έχη επίδρασιν επί των υποχρεώσεων ας τα εν συρράξει Μέρη θα παραμείνουν υπόχρεα να εκπληρώσουν δυνάμει των αρχών του Διεθνούς δικαίου ως αύται προκύπτουν εκ των παραδεδεγμένων μεταξύ πεπολιτισμένων εθνών εθίμων, των κανόνων ανθρωπισμού
Άρθρ.143. Το και των απαιτήσεων της δημοσίας συνηδείσεως. Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα μεριμνήση δια την καταχώρησιν της παρούσης Συμβάσεως εις την Γραμματείαν των Ηνωμένων Εθνών. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα πληροφορήση επίσης την Γραμματείαν των Ηνωμένων Εθνών περί των επικυρώσεων, προσχωρήσεων και καταγγελιών ας θα λάβη περί της παρούσης Συμβάσεως.
Εφ' ω οι υπογεγραμμένοι, έχοντες καταθέση εις έκαστος τα πληρεξούσιά του, υπέγραψαν την παρούσα Σύμβασιν.
Εγένετο εν Γενεύη, την 12ην Αυγ. 1949, εις γαλλικήν και αγγλικήν γλώσσαν, του πρωτοτύπου μέλλοντος να κατατεθή εις τα Αρχεία της Ελβετικής Ομοσπονδίας. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα διαβιβάση ακριβές αντίγραφον της Συμβάσεως εις έκαστον των υπογραψάντων Κρατών ως και εις τα Κράτη άτινα έχουν προσχωρήση εις την Συνθήκην.
(Έπονται, υπογραφαί των αντιπροσώπων Αφγανιστάν, Αργεντικής, Αλβανίας, Αυστραλίας, Αυστρίας, Βελγίου, Λευκορωσσίας, Βολιβίας, Βραζιλίας, Βουλγαρίας, Καναδά, Κεϋλάνης, Χιλής, Κίνας, Κολομβίας, Κούβας, Δανίας, Αιγύπτου, Ισημερινού, Ισπανίας, Η.Π.Α., Αιθιοπίας, Φιλανδίας, Γαλλίας, Ελλάδος, Γουατεμάλας, Ουγγαρίας, Ινδίας, Ιράν, Ιρλανδίας, Ισραήλ, Ιταλίας, Λιβάνου, Λιχτενστάϊν, Λουξεμβούργου, Μεξικό, Μονακό, Νικαράγουας, Νορβηγίας, Ν. Ζηλανδίας, Πακιστάν, Παραγουάης, Κάτω Χωρών, Περού, Φιλιππίνων, Πολωνίας, Πορτογαλλίας, Ρουμανίας, Μ. Βρεττανίας, Αγ. Έδρας, Ελ Σαλβαδώρ, Σουηδίας, Ελβετίας, Συρίας, Τσεχοσλοβακίας, Τουρκίας, Ουκρανίας, Ε.Σ.Σ.Δ., Ουραγουάης, Βενεζουέλας, Γιουγκοσλαβίας).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι - Τύπος συμφωνίας περί απ' ευθείας επαναπατρισμού και εις ουδετέραν χώραν περιθάλψεως αιχμαλώτων πολέμου Τραυματιών και ασθενών[Επεξεργασία]

1.Ακολουθητέαι αρχαί περί απ' ευθείας επαναπατρισμού ή περιθάλψεως εις ουδετέραν χώραν.
Α΄ Απ' ευθείας επαναπατρισμός
Θέλουσιν απ' ευθείας επαναπατρισθή:
1.Όλοι οι αιχμάλωτοι πολέμου οι προσβληθέντες, συνεπεία τραυματισμού, υπό μιας των ακολούθων αναπηριών: απώλεια άκρου, παράλυσις, αναπηρίας αρθρώσεως ή άλλη υπό τον όρον ότι η αναπηρία συνίσταται τουλάχιστον εις την απώλειαν χειρός ή ποδός ή ισοδυναμεί προς την απώλειαν χειρός ή ποδός.
Μη αποκλειομένης ευρυτέρας ερμηνείας, αι κάτωθι περιπτώσεις θα θεωρηθούν ως ισοδυναμούσαι προς την απώλειαν χειρός ή ποδός:
α)Απώλεια χειρός, απάντων των δακτύλων ή του αντίχειρος και του δείκτου μιας χειρός, απώλεια ποδός ή πάντων των δακτύλων και του μεταταρσίου ενός ποδός.
β)Αγκύλωσις, απώλεια οστεϊκού ιστού, ουλόδης στένωσις απαγορεύουσα την λειτουργίαν μιας των μεγάλων αρθρώσεων ή απασών των δακτυλικών αρθρώσεων μιας χειρός.
γ)Ψευδάρθρωσις των μακρών οστών.
δ)Παραμορφώσεις οφειλόμεναι εις θλάσιν ή άλλην τινά βλάβην και συνεπαγόμεναι σοβαράν μείωσιν δραστηριότητος και ικανότητος εις το βαστάζειν βάρη.
2.Όλοι οι τραυματίαι αιχμάλωτοι πολέμου των οποίων η κατάστασις απέβη χρονία, εις σημείον ώστε η πρόγνωσις να φαίνεται αποκλείουσα παρά την θεραπείαν, την ανάρρωσιν εντός έτους από της ημέρας του τραυματισμού, ως λ.χ., εις τας εξής περι-πτώσεις :
α)Βλήμα εντός της καρδίας, και αν έτι η Μικτή Ιατρική Επιτροπή δεν διεπίστωσε, κατά την εξέτασίν της, σοβαράς ανωμαλίας.
β)Μεταλλικόν θραύσμα εντός του εγκεφάλου ή των πνευμόνων, και αν έτι η Μικτή Ιατρική Επιτροπή δεν διεπίστωσε, κατά την εξέτασίν της, τοπικάς ή γενικάς αντιδράσεις.
γ)Οστεομυελίτης ης δεν είναι δυνατόν να προβλεφθή η ίασις εντός του επομένου του τραυματισμού έτους και ήτις φαίνεται μέλλουσα να καταλήξη εις αγκύλωσιν μιας αρθρώσεως ή εις άλλην βλάβην ισοδυναμούσαν προς την απώλειαν χειρός ή ποδός.
δ)Διατριτραίνουσα και διαπυητική κάκωσις των μεγάλων αρθρώσεων.
ε)Κάκωσις του κρανίου μετ' απωλείας ή μεταθέσεως οστεϊκού ιστού.
ς)Κάκωσις ή έγκαυμα του προσώπου μετ' απωλείας ιστού και λειτουργικών βλαβών.
ζ)Κάκωσις του νοτιαίου μυελού.
η)Βλάβη των περιφερικών νεύρων ης τα επακόλουθα ισοδυναμούν προς απώλειαν χειρός ή ποδός και της οποίας η ίασις απαιτεί πλέον του έτους από του τραυματισμού, λ.χ. κάκωσις του βραχιονίου ή του οσφυϊερού πλέγματος, του μέσου ή του ισχιακού νεύρου, επίσης και συνδεδυασμένη βλάβη του κερκιδικού και ωλενίου νεύρου, ή του πλαγίου ιγνυακού και μέσου ιγνυακού νεύρου κλπ. Η μεμονωμένη όμως βλάβη του κερκιδικού, του ωλενίου, του πλαγίου ιγνυακού ή του μέσου ιγνυακού νεύρου, δεν δικαιολογεί τον επαναπατρισμόν εκτός των περιπτώσεων ρικνωτικών εξεργασιών ή σοβαρών νευροτροφικών διαταραχών.
θ)Κάκωσις του ουρικού συστήματος εκθέτουσα σοβαρώς εις κίνδυνον την λειτουργίαν του.
3.Όλοι οι ασθενείς αχμάλωτοι πολέμου ων η κατάστασις απέβη χρονία εις βαθμόν ώστε η πρόγνωσις ν' αποκλείει την ίασιν, παρά την θεραπείαν, εντός έτους από της εκδηλώσεως της νόσου, ως λ.χ. εις τας κάτωθι περιπτώσεις.
α)Προκεχωρημένη φυματίωσις οιουδήποτε οργάνου μη δυναμένη πλέον, κατά την ιατρικήν πρόγνωσιν, να ιαθή ή τουλάχιστον σημαντικώς να βελτιωθή δια θεραπείας εις ουδετέραν χώραν.
β)Εξοδρυματική πλευρίτις.
γ)Σοβαραί νόσοι των αναπνευστικών οργάνων μη φυματιώδους αιτιολογίας, προβλεπόμεναι ανίατοι ως λ.χ. σοβαρόν πνευμονικόν εμφύσημα (μετά ή άνευ βρογχίτιδος): χρόνιον άσθμα (1), χρονία βρογχίτις, (1) διαρκέσασα πλέον, του έτους εν αιχμαλωσία βρογχιέκτασις (1) κλπ.
δ)Σοβαραί χρόνιαι παθήσεις του κυκλοφοριακού συστήματος, λ.χ. βαλβιδικαί βλάβαι και μυοκαρδίτις, (1) εμφανίσασαι σημεία κυκλοφοριακής ανεπαρκείας κατά την διάρκειαν της αιχμαλωσίας, και αν έτι η Μικτή Ιατρική Επιτροπή δεν δύναται να διαπιστώση τοιαύτα σημεία κατά την ώραν της εξετάσεως, παθήσεις του περικαρδίου και των αγγείων (ασθένεια του Μπούργκερ ανευρίσματα των μεγάλων αγγείων κλπ.).
ε)Σοβαραί χρόνιαι παθήσεις των πεπτικών οργάνων, λ.χ. έλκος του στομάχου ή του δωδεκαδακτύλου, επακόλουθα εγχειρίσεων του στομάχου γενομένων εν αιχμαλωσία, χρονία γαστρίτις, εντερίτις ή κολίτις, διαρκέσασα πέραν του έτους και σοβαρώς επιρρεάζουσα την γενικήν κατάστασιν, κύρωσις του ήπατος χρονία χολοκυστοπάθεια (1) κλπ.
ς)Σοβαραί χρόνιαι παθήσεις των ουρογενητικών οργάνων, λ.χ. χρόνιαι νόσοι των νεφρών με επακολουθούσας διαταραχάς, νεφρεκτομία λόγω φυματιώντος νεφρού, χρονία πυελίτις ή χρονία κυστίτις, υδρονέφρωσις ή πυονέφρωσις, σοβαραί χρόνιαι γυναικολογικαί παθήσεις, εγκυμοσύνη και μαιευτικαί παθήσεις, όταν είναι αδύνατος η εις ουδετέραν χώραν περίθλαψις κλπ.
ζ)Σοβαραί χρόνιαι νόσοι του κεντρικού και περιφερικού νευρικού συστήματος λ.χ. όλαι αι έκδηλοι ψυχώσεις, και ψυχονευρώσεις ως σοβαρά υστερία, σοβαρά ψυχονεύρωσις αιχμαλωσίας κλπ. δεόντως διαπιστωθείσα υπό ειδικού (1), πάσα επιληψία δεόντως διαπιστωθείσα υπό του ιατρού του στρατοπέδου (1), εγκεφαλική αρτηριοσκλήρωσις, χρονία νευρίτις διαρκέσασα πέραν του έτους κλπ.
η)Σοβαραί χρόνιαι νόσοι του νευρο-φυτικού συστήματος μετά σημαντικής μειώσεως της διανοητικής ή σωματικής ικανότητος, αξιοσημείωτος απώλεια βάρους και γενική ασθένεια.
θ)Τύφλωσις αμφοτέρων των οφθαλμών ή του ενός τούτων οσάκις η δράσις του ετέρου είναι μικρότερα του 1, παρά την χρήσιν διορθωτικών φακών, μείωσις της οξύτητος της οράσεως εις περιπτώσεις καθ' ας είναι αδύνατος η αποκατάστασις αυτής δια διορθώσεως εις οξύτητα 1/2 δια τον ένα τουλάχιστον οφθαλμόν, 1, άλλαι σοβαραί οφθαλμικαί παθήσεις, λ.χ. γλαύκωμα, ιρίτις, χωροειδίτις, τράχωμα κλπ.
ι)Ακουστικαί διαταραχαί ως η τελεία μονόπλευρος κώφωσις όταν το έτερον ους δεν διακρίνει την κανονικήν ομιλίαν εις απόστασιν ενός μέτρου (1) κλπ.
(1)Η απόφασις της Μικτής Ιατρικής Επιτροπής θα βασισθή κατά μέγα μέρος επί των διατυπώσεων του Ιατρού του στρατοπέδου και των συμπατριωτών του αιχμαλώτου ιατρών ή επί εξετάσεως ειδικών ιατρών της κατακρατούσης Δυνάμεως.
ια)Σοβαραί παθήσεις του μεταβολισμού ως λ.χ. σακχαρώδης διαβήτης απαιτών θεραπείαν δι' ινσουλίνης κλπ.
ιβ)Σοβαραί διαταραχαί των ενδοκρίνων αδένων ως λ.χ. θυριειδοτοξίνωσις, υποθυρεοείδωσις, νόσος του Άδδισον, καχεξία του Σάϊμοντς, τετανία, κλπ.
ιγ)Σοβαραί και χρόνιαι διαταραχαί του αιμοποιητικού συστήματος.
ιδ)Σοβαραί περιπτώσεις χρονίου δηλητηριάσεως ως λ.χ. μολύβδωσις, υδραργύρωσις, μορφινισμός, κοκαΐνισμός, αλκοολισμός, δηλητηρίασις δι' αερίου, ή ακτινοβολίας κλπ.
ιε)Χρόνιαι παθήσεις της κινητικότητος μετ' εκδήλων λειτουργικών διαταραχών ως λ.χ. παραμορφωτική αρθρίτις, πρωτογενής ή δευτερογενής προϊούσα χρονία πολυαρθρίτις, ρευματισμός μετά σοβαρών κλινικών συμπτωμάτων κλπ.
ις)Σοβαραί χρόνιαι δερματικαί παθήσεις μη ενδίδουσαι εις θεραπείαν.
ιζ)Πας κακοήθης όγκος.
ιη)Σοβαραί χρόνιαι μολυσματικαί νόσοι επιμείνασαι επί εν έτος μετά την εκδήλωσίν των ως λ.χ. ελονοσία μετά εκδήλων οργανικών βλαβών, αμοιβαδική ή μικροβιακή δυσεντερία μετά σοβαρών διαταραχών, τριτογενής σύφιλις των σπλαγχνών μη ενδίδουσα εις την θεραπείαν, λέπρα, κλπ..
ιθ)Σοβαραί αβιταμινώσεις ή σοβαρά ασιτία.
Β' Περίθαλψις εις ουδετέραν χώραν.
Θέλουσι παρουσιασθή προς περίθαλψιν εις ουδετέραν χώραν.
1.'Ολοι οι τραυματίαι αιχμάλωτοι πολέμου οι μη επιδεκτικοί ιάσεως εν αιχμαλωσία αλλ' οίτινες δυνατόν να ιαθούν ή των οποίων η κατάστασις ενδέχεται σαφώς να βελτιωθή δια της περιθάλψεώς των εις ουδετέραν χώραν.
2.Αιχμάλωτοι πολέμου πάσχοντες εκ φυματιώσεως οιασδήποτε μορφής, οιουδήποτε οργάνου και των οποίων η θεραπεία εις ουδετέραν χώραν πιθανώς να οδηγή προς ίασιν ή τουλάχιστον, προς ικανήν βελτίωσιν, εξαιρουμένης της πρωτογενούς φυματιώσεως της ιαθείσης προ της αιχμαλωσίας.
3.Αιχμάλωτοι πολέμου πάσχοντες εκ παθήσεων απαιτουσών των αναπνευστικών, κυκλοφοριακών, πεπτικών, νευρικών, αισθητηρίων, ουρογενητικών, δερματικών, κινητικών, κλπ. οργάνων, εάν η τοιαύτη θεραπεία θα είχε καταφανώς καλλίτερα αποτελέ-σματα εν ουδετέρα χώρα ή εν αιχμαλωσία.
4.Αιχμάλωτοι πολέμου υποστάντες νεφροκτομίαν εν αιχμαλωσία δια μη φυματιώδη ουρικήν πάθησιν, ή προσβληθέντες υπό οστεομυελίτιδος ιαινομένης ή λανθανούσης, ή υπό σακχαρώδους διαβήτου μη απαιτούντος θεραπείαν δι' ινσουλίνης κλπ.
5.Αιχμάλωτοι πολέμου πάσχοντες εκ πολεμικών νευρώσεων ή νευρώσεων αιχμαλωσίας.
Περιπτώσεις νευρώσεως αιχμαλωσίας μη θεραπευθείσαι τρεις μήνας μετά την εις ουδετέραν χώραν περίθαλψιν ή αίτινες, μετά την χρονικήν ταύτην περίοδον δεν ευρίσκονται σαφώς εις την οδόν της τελείας ιάσεως , θα επαναπατρίζωνται.
6.Όλοι οι αιχμάλωτοι πολέμου οι πάσχοντες εκ χρονίας δηλητηριάσεως (αέρια, μέταλλα, αλκαλοειδή κλπ.) δια τους οποίους η προοπτική της ιάσεως είναι ιδιαιτέρως ευνοϊκή εν ουδετέρα χώρα.
7.Όλαι αι γυναίκες αιχμάλωτοι πολέμου αίτινες εγκυμονούν ή είναι μητέρες μετά βρεφών και νήπιων.
Αποκλείονται της εν ουδετέρα χώρα περιθάλψεως:
1.Πάσαι αι δεόντως διαπιστωθείσαι ψυχώσεις.
2.Πάσαι αι θεωρούμεναι ανίατοι οργανικαί ή λειτουργικαί νευρικαί παθήσεις.
3.Πάσαι αι μεταδοτικαί νόσοι, κατά την περίοδον καθ' ην είναι μεταδόσιμοι, εξαιρουμένης της φυματιώσεως.
II.Γενικαί Παρατηρήσεις
1.Οι ανωτέρω καθοριζόμενοι όροι δέον γενικώς να ερμηνευθούν και να εφαρμοσθούν μετά της μεγαλυτέρας δυνατής ευρύτητος αντιλήψεως.
Αι νευροπαθητικαί και ψυχοπαθητικαί καταστάσεις αι προκληθείσαι υπό του πολέμου ή της αιχμαλωσίας, ως και αι περιπτώσεις φυματιώσεως παντός βαθμού πρέπει, προπαντός, να τύχουν της ευρείας ταύτης αντιλήψεως. Οι αιχμάλωτοι πολέμου οι υποστάντες πολλά τραύματα ων ουδέν, κεχωρισμένως λαμβανόμενον, δικαιολογεί τον επαναπατρισμόν, θα εξετασθούν με την αυτήν ευρύτητα αντιλήψεως και θα ληφθή υπ' όψιν ο εκ του αριθμού των τραυμάτων των ψυχικός τραυματισμός.
2.Πάσαι αι περιπτώσεις αι αναντιρρήτως παρέχουσαι δικαίωμα απ' ευθείας επαναπατρισμού. (Ακρωτηριασμός, ολική τύφλωσις, ή κώφωσις, ανοικτή πνευμονική φυματίωσις, ψυχική πάθησις, κακοήθης όγκος κλπ.) θα εξετάζωνται και θα επαναπατρίζωνται το ταχύτερον δυνατόν υπό των ιατρών του στρατοπέδου ή υπό επιτροπών στρατιωτικών ιατρών διοριζομένων υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως.
3.Τα προγενέστερα του πολέμου τραύματα και νοσήματα, τα μη χειροτερεύσαντα ως και τα πολεμικά τραύματα άτινα δεν ημπόδισαν την εκ νέου ανάληψιν στρατιωτικής υπηρεσίας δεν παρέχουν δικαίωμα εις τον απ' ευθείας επαναπατρισμόν.
4.Αι παρούσαι διατάξεις θα τύχουν αναλόγου ερμηνείας και εφαρμογής εις όλα τα Κράτη τα μετέχοντα της συρράξεως. Αι ενδιαφερόμεναι, Δυνάμεις και αρχαί θέλουν παράσχη εις τας Μικτάς Ιατρικάς Επιτροπάς πάσαν ευκολίαν δια την εκτέλεσιν του έργου των.
5.Τα υπό στοιχ. 1 ανωτέρω μνημονευόμενα παραδείγματα αποτελούν απλώς τυπικάς περιπτώσεις. Περιπτώσεις μη απολύτως σύμφωνοι προς τας διατάξεις ταύτας θα εξετασθούν εν τω πνεύματι των θεσπιζομένων εν άρθρ. 110 της παρούσης Συμβάσεως και συμφώνως προς τας τιθεμένας εν τη παρούση συμφωνία αρχάς.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ - Κανονισμός αφορών τας μικτάς ιατρικάς επιτροπάς[Επεξεργασία]

Άρθρ.1. Αι Μικταί Ιατρικαί Επιτροπαί περί ων το άρθρ.112 της Συμβάσεως, θ' αποτελούνται εκ τριών μελών εξ ων δύο θ' ανήκουν εις ουδετέραν χώραν, του τρίτου οριζομένου υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως. Θα προεδρεύη εν των ουδετέρων μελών.
Άρθρ.2. Τα δύο ουδέτερα μελή θα διορίζωνται υπό της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, ενεργούσης από συμφώνου μετά της προστάτιδος Δυνάμεως, τη αιτήσει της κατακρατούσης Δυνάμεως. Ταύτα δύνανται αδιαφόρως να έχουν κατοικίαν εντός της ίδιας αυτών χώρας, ή εις οιανδήποτε άλλην ουδετέραν χώραν ή επί του εδάφους της κατακρατούσης Δυνάμεως.
Άρθρ.3. Τα ουδέτερα μέλη δέον να τύχουν της εγκρίσεως των ενδιαφερομένων εν συρράξει Μερών, άτινα θα γνωστοποιούν την έγκρισίν των προς την Διεθνή Επιτροπήν του Ερυθρού Σταυρού και προς την προστάτιδα Δύναμιν. Από της γνωστοποιήσεως ταύτης ο διορισμός των μελών θα θεωρείται ισχυρός.
Άρθρ.4. Θα διορίζηται επίσης επαρκής αριθμός αναπληρωματικών μελών προς αντικατάστασιν των τακτικών μελών εν περιπτώσει ανάγκης. Ο διορισμός τούτων θα γίνηται ταυτοχρόνως με τον διορισμόν των τακτικών μελών ή, τουλάχιστον, εντός της βραχυτέρας δυνατής προθεσμίας.
Άρθρ.5. Εάν, δι' οιονδήποτε λόγον, η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού δεν δύναται να προβή εις τον διορισμόν των ουδετέρων μελών, θέλει προβή εις τούτον η προστάτις Δύναμις.
Άρθρ.6. Κατά το μέτρον του δυνατού, το εν των ουδετέρων μελών θα είναι χειρούργος το δε έτερον παθολόγος.
Άρθρ.7. Τα ουδέτερα μέλη θ' απολαύουν πλήρους ανεξαρτησίας έναντι των εν συρράξει Μερών άτινα θα τοις εξασφαλίσουν πάσαν ευκολίαν δια την εκτέλεσιν της αποστολής των.
Άρθρ.8. Η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, όταν προβή εις τους προβλεπομένους εν άρθρ. 2 και 4 το παρόντος κανονισμού διορισμούς, θα καθορίση από συμφώνου μετά της κατακρατούσης Δυνάμεως τους όρους υπηρεσίας των ενδιαφερομένων.
Άρθρ.9. Ευθύς ως τύχουν εγκρίσεως τα ουδέτερα μέλη, αι Μικταί Ιατρικαί Επιτροπαί θα επιληφθούν, όσον ένεστι ταχύτερον, του έργου των, πάντως δε εντός τριμήνου προθεσμίας από της εγκρίσεως.
Άρθρ.10. Αι Μικταί Ιατρικαί Επιτροπαί θα εξετάσουν όλους τους αιχμαλώτους περί ων το άρθρ. 113 της Συμβάσεως. Θα προτείνουν τον επαναπατρισμόν, τον αποκλεισμόν από του επαναπατρισμού ή την αναβολήν μέχρι νέας μεταγενεστέρας εξετάσεως. Αι αποφάσεις των θα λαμβάνωνται κατά πλειοψηφίαν.
Άρθρ.11. Αι λαμβανόμεναι υπό της Μικτής Ιατρικής Επιτροπής αποφάσεις, επί εκάστης ειδικής περιπτώσεως θα κοινοποιώνται, εντός του επομένου της εξετάσεως μηνός εις την κατακρατούσαν Δύναμιν, εις την προστάτιδα Δύναμιν και εις την Διεθνή Επιτροπήν του Ερυθρού Σταυρού. Η Μικτή Ιατρική Επιτροπή θέλει επίσης ανακοινώση εις έκαστον των εξετασθέντων αιχμαλώτων πολέμου την περί αυτού ληφθείσαν απόφασιν και θα χορηγήση εις εκείνους ων επροτάθη ο επαναπατρισμός, πιστοποιητικόν σύμφωνον προς τον προσηρτημένον εις την παρούσαν Σύμβασιν τύπον.
Άρθρ.12. Η κατακρατούσα Δύναμις υποχρεούται να εκτελέση τας αποφάσεις της Μικτής Ιατρικής Επιτροπής εντός τριών μηνών αφ' ης ήχθησαν κανονικώς εις γνώσιν της.
Άρθρ.13. Εάν δεν υπάρχουν ουδέτεροι ιατροί εις χώραν όπου φαίνεται αναγκαία η λειτουργία Μικτής Ιατρικής Επιτροπής, και εάν, δι' οιονδήποτε λόγον, είναι αδύνατος ο διορισμός ιατρών κατοικούντων εις ετέραν χώραν, η κατακρατούσα Δύναμις ενεργούσα από συμφώνου μετά της προστάτιδος Δυνάμεως, θα συγκροτήση Ιατρικήν Επιτροπήν ήτις θ' αναλάβη τα αυτά ως και της Μικτής Ιατρικής Επιτροπής καθήκοντα υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων των άρθρ. 1, 2, 3, 4, 5 και 8 του παρόντος κανονισμού.
Άρθρ.14. Αι Μικταί Ιατρικαί Επιτροπαί θα λειτουργούν μονίμως και θα επισκέπτωνται έκαστον στρατόπεδον κατά διαστήματα ουχί μεγαλύτερα των έξ μηνών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ - Κανονισμός Αφορών τα προς τους Αιχμαλώτους πολέμου Συλλογικά Βοηθήματα[Επεξεργασία]

Άρθρ.1. Εις τους άνδρας εμπιστοσύνης θε επιτραπή να διανέμουν τας αποστολάς συλλογικών βοηθημάτων δια τας οποίας είναι υπεύθυνοι, προς όλους τους αιχμαλώτους τους διοικητικώς εξαρτωμένους από το στρατόπεδόν των, περιλαμβανομένων και των ευρισκομένων εις νοσοκομεία, φυλακάς ή άλλα σωφρονιστικά ιδρύματα.
Άρθρ.2. Η διανομή των αποστολών συλλογικής βοηθείας θα διενεργήται συμφώνως προς τας οδηγίας των δωρητών και βάσει σχεδίου καταρτισθησομένου υπό των ανδρών εμπιστοσύνης. Ουχ ήττον, η διανομή των ιατρικών βοηθημάτων θα γίνηται κατά προτίμησιν κατόπιν συνεννοήσεως με τους αρχιάτρους και ούτοι, προκειμένου περί νοσοκομείων και απομονωτηρίων, θα δύνανται και να παραδίδουν τας ρηθείσας οδηγίας εάν αι ανάγκαι των ασθενών των το απαιτούν. Εντός του ούτω καθοριζομένου πλαισίου, η διανομή θα διεξάγηται πάντοτε κατά τρόπον ακριβοδίκαιον.
Άρθρ.3. Ίνα καταστή δυνατή η εξακρίβωσις της ποιότητος και ποσότητος των παραλαμβανομένων εμπορευμάτων, και η σύνταξις λεπτομερών εκθέσεων προς χρήσιν των δωρητών, θα επιτραπή εις τους άνδρας εμπιστοσύνης να μεταβαίνουν εις τους σταθμούς και άλλους τόπους αφίξεως παρακειμένους εις το στρατόπεδον όπου καταφθάνουν αι αποστολαί συλλογικών βοηθημάτων.
Άρθρ.4. Εις τους άνδρας εμπιστοσύνης θα παρέχωνται αι αναγκαίαι ευκολίαι ίνα εξακριβώνουν εάν η διανομή των συλλογικών βοηθημάτων εκτελείται συμφώνως προς τας οδηγίας των εις όλα τα τμήματα και παραρτήματα του χώρου περιορισμού.
Άρθρ.5. Εις τους άνδρας εμπιστοσύνης θα επιτρέπεται να συμπληρούν οι ίδιοι και να επιμελούνται την, υπό των ανδρών εμπιστοσύνης των αποσπασμάτων εργασίας ή υπό των αρχιάτρων των απομονωτηρίων και νοσοκομείων, συμπλήρωσιν εγγράφων ή άλλων ερωτηματολογίων προοριζομέ-νων δια τους δωρητάς και σχετικών προς τα συλλο-γικά βοηθήματα (διανομή, ανάγκαι, ποσότητες κλπ.). Τα τοιαύτα έγγραφα και ερωτηματολόγια προσηκόντως συμπεπληρωμένα θα διαβιβάζωνται εις τους δωρητάς άνευ χρονοτριβής.
Άρθρ.6. Προς εξασφάλισιν της κανονικής διανομής των συλλογικών βοηθημάτων εις τους αιχμαλώτους πολέμου του στρατοπέδου των και προς ενδεχομένην αντιμετώπισιν των αναγκών αίτινες δυνατόν να προκύψουν εκ της αφίξεως νέων ομάδων αιχμαλωτών, θα επιτρέπηται εις τους άνδρας εμπιστοσύνης να σχηματίζουν και διατηρούν επαρκή αποθέματα συλλογικών βοηθημάτων. Προς τον σκοπόν τούτον θα έχουν εις την διάθεσίν των κα-ταλλήλους αποθήκας. Εκάστη αποθήκη θα έχη δύο κλείθρα. Ο ανήρ εμπιστοσύνης θα κρατή τας κλείδας του ενός και ο διοικητής του στρατοπέδου τας κλείδας του ετέρου.
Άρθρ.7. Εις περίπτωσιν συλλογικής αποστολής ιματισμού, έκαστος αιχμάλωτος πολέμου να διατηρήση την ιδιοκτησίαν μιας πλήρους σειράς ενδυμάτων. Εάν αιχμάλωτοι τινές κατέχουν περισσότερα ενδύματα, ο ανήρ εμπιστοσύνης δικαιούται ν' αφαιρέση από τους ευνοηθέντας τα πλεονάζοντα είδη ρουχισμού, ή ωρισμένα μόνον είδη των οποίων ο ενδιαφερόμενος διαθέτει πλείονα, εάν παραστή ανάγκη λήψεως τοιούτου μέτρου προς ικανοποίησιν των αναγκών άλλων αιχμαλώτων ολιγώτερον ευνοηθέντων. Δεν δικαιούται όμως ν' αφαιρέση δευτέραν σειράν εσωρρούχων, καλτσών ή υποδημάτων, εκτός αν δεν υπάρχει άλλος τρόπος προμηθείας των εις αιχμαλώτους πολέμου μη έχοντας τοιαύτα.
Άρθρ.8. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη και ειδικώς αι κατακρατούσαι Δυνάμεις, θα επιτρέπουν, εν όλω τω μέτρω του δυνατού και υπό την επιφύλαξιν των περί ανεφοδιασμού του πληθυσμού κανονισμών, πάσαν επί του εδάφους των αγοράν, προς διανομήν συλλογικών βοηθημάτων εις τους αιχμαλώτους πολέμου θα διευκολύνουν επίσης τα εμβάσματα κεφαλαίων και άλλα δημοσιονομικά, τεχνικά ή διοικητικά μέτρα σχετικά προς τας αγοράς.
Άρθρ.9. Αι ανωτέρω διατάξεις δεν αντίκεινται προς το δικαίωμα των αιχμαλώτων πολέμου να λαμβάνουν συλλογικά βοηθήματα προ της αφίξεώς των εις στρατόπεδον ή διαρκούσης της μεταφοράς των, ούτε και εις την δυνατότητα την οποίαν έχουν οι αντιπρόσωποι της προστάτιδος Δυνάμεως, της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού ή οιασδήποτε άλλης ανθρωπιστικής οργανώσεως ερχομένης αρωγού εις τους αιχμαλώτους πολέμου και επιφορτισμένης την διαβίβασιν των βοηθημάτων τούτων, να εξασφαλίσουν την προς τους παραλήπτας των διανομήν δι' όλων των μέσων άτινα ήθελον κρίνη ενδεδειγμένα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV - Υποδείγματα Δελτίου Ταυτότητος[Επεξεργασία]

(Υποδείγματα Δελτίου Ταυτότητος προσώπων συνοδευόντων τας ενόπλους δυνάμεις, Δελτίου Αιχμαλωσίας, Δελταρίου και επιστολής αλληλογραφίας, Γνωστοποιήσεως θανάτου και Πιστοποιητικού Επαναπατρισμού).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V - Υπόδειγμα Κανονισμού Σχετικού με τα Χρηματικά Εμβάσματα των Αιχμαλώτων Πολέμου προς την Χώραν των[Επεξεργασία]

1.Η ειδοποίησις περί ης μνημονεύεται εις την τρίτην παράγραφον του άρθρ. 63, θα περιλαμβάνη τας ακολούθους ενδείξεις:
α)Τον προβλεπόμενον εις το άρθρ. 17 αριθμόν μητρώου, τον βαθμόν και το ονοματεπώνυμον του αιχμαλώτου πολέμου όστις προβαίνει εις την καταβολήν.
β)Το όνομα και την διεύθυνσιν του παραλήπτου της καταβολής εν τη χώρα καταγωγής.
γ)Το πληρωτέον ποσόν εκπεφρασμένον εις το νόμισμα της κατακρατούσης Δυνάμεως.
2.Η ειδοποίησις θα υπογραφή υπό του αιχμαλώτου πολέμου. Εάν ούτος δεν γνωρίζη γραφήν, θα θέση επ' αυτής σήμα όπερ θα επιβεβαιώση μάρτυς. Ο ανήρ εμπιστοσύνης θα προσυπογράψη επίσης την ειδοποίησιν ταύτην.
3.Ο διοικητής του στρατοπέδου θα επισυνάψη εις την ειδοποίησιν ταύτην βεβαίωσιν ότι το πιστωτικόν υπόλοιπον του ενδιαφερομένου αιχμαλώτου πολέμου δεν είναι κατώτερον του καταβλητέου ποσού.
4.Αι ως άνω ειδοποιήσεις δύνανται να συνταχθούν υπό μορφήν καταλόγων. Έκαστον φύλλον των καταλόγων τούτων θα επυκυρούται υπό του ανδρός εμπιστοσύνης και το ακριβές αυτού θα βεβαιούται υπό του διοικητού του στρατοπέδου.


ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΕΥΗΣ - Περί προστασίας των πολιτών εν Καιρώ πολέμου, της 2 Αυγ. 1949[Επεξεργασία]

Οι υπογεγραμμένοι, πληρεξούσιοι των Κυβερνήσεων των αντιπροσωπευθεισών εις την Διπλωματικήν Διάσκεψιν την συνελθούσαν εν Γενεύη από της 21 Απριλίου μέχρι της 12 Αυγ. 1949 προς κατάρτισιν συμβάσεως δια την προστασίαν των πολιτών εν καιρώ πολέμου, συνεφώνησαν τα ακόλουθα:

ΜΕΡΟΣ Ι - Γενικαί Διατάξεις[Επεξεργασία]

Άρθρ.1. Τα Υψηλά συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν να σεβασθούν και να εξασφαλίσουν τον σεβασμόν της παρούσης συμβάσεως ανά πάσαν περίπτωσιν.
Άρθρ.2. Εκτός των διατάξεων αίτινες θα τεθούν εν ισχύϊ ήδη και εν καιρώ ειρήνης, η παρούσα σύμβασις θα εφαρμοσθή εις περίπτωσιν κεκηρυγμένου πολέμου, ή άλλης τινός ενόπλου συρράξεως ήτις ήθελεν ανακύψη μεταξύ δύο ή περισσοτέρων των Υψηλών Συμβαλλομένων μερών, και αν έτι η εμπόλεμος κατάστασις δεν αναγνωρίζεται υπό τινος εξ αυτών.
Η σύμβασις θα εφαρμοσθή επίσης εις πάσαν περίπτωσιν μερικής ή ολικής κατοχής του εδάφους ενός των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, και αν έτι η εν λόγω κατάληψις δεν αντιμετωπίση ένοπλον αντίστασιν.
Και εις περίπτωσιν ακόμη καθ' ην μία των εν συρράξει Δυνάμεων δεν συμμετέχει της παρούσης συμβάσεως, αι εις ταύτην μετέχουσαι δυνάμεις θα εξακολουθήσουν δεσμευόμεναι υπό ταύτης ως προς τας αμοιβαίας των σχέσεις˙ θα δεσμεύωνται όμως επί πλέον υπό της Συμβάσεως και εν σχέσει με την εν λόγω Δύναμιν, εάν αύτη αποδεχθή και εφαρμόση τας διατάξεις αυτής.
Άρθρ.3. Εις περίπτωσιν ενόπλου συρράξεως ουχί διεθνούς χαρακτήρος αλλ' ανακυπτούσης εντός της εδαφικής περιοχής ενός των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, έκαστον Μέρος εις την σύρραξιν υποχρεούται να εφαρμόση τουλάχιστον τας ακολούθους διατάξεις:
1.Άτομα μη λαμβάνοντα ενεργόν μέρος εις τας εχθροπραξίας, συμπεριλαμβανομένων και των μελών των ένοπλων δυνάμεων των καταθεσάντων τα όπλα και των τεθέντων εκτός μάχης ένεκα νόσου, τραυ-μάτων, κρατήσεως ή άλλης αίτιας θα τύχουν εν πάση περιπτώσει ανθρωπιστικής μεταχειρίσεως άνευ οιασδήποτε δυσμενούς διακρίσεως στηριζομέ-νης εις την φυλήν, το χρώμα, την θρησκείαν ή πί-στιν, το φύλον, την γέννησιν ή τον πλούτον ή εις οιοδήποτε ανάλογον κριτήριον.
Προς τον σκοπόν τούτον είναι και θα παραμείνουν απηγορευμέναι καθ' οιονδήποτε χρόνον και τόπον ως προς τα ανωτέρω πρόσωπα
α)Προσβολαί κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητος, ιδίως ο φόνος υφ' όλους αυτούς τους τύπους, ο ακρωτηριασμός, η σκληρά μεταχείρισις και τα παντός είδους βασανιστήρια.
β)Η κράτησις ομήρων.
γ)Αι προσβολαί κατά της ανθρωπίνης αξιοπρεπείας και ειδικώς η ταπεινωτική και εξευτελιστική μεταχείρισις.
δ)Αι απαγγελίαι καταδικών και αι εκτελέσεις αι γενόμενοι χωρίς να προηγηθή διεξαγωγή δίκης υπό κανονικώς συσταθέντος δικαστηρίου, παρέχοντος τας δικαστικάς εγγυήσεις τας αναγνωριζομένας ως απαραιτήτους υπό των πεπολιτισμένων εθνών.
2.Οι τραυματίαι και ασθενείς θα συλλέγωνται και θα περιθάλπωνται.
Αμερόληπτός τις ανθρωπιστικός οργανισμός, ως η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, θα δύναται να προσφέρη τας υπηρεσίας του εις τα μετέχοντα της συρράξεως Μέρη.
Τα εν συρράξει Μέρη θα προσπαθήσουν εξ άλλου να θέσουν εν ισχύϊ, δι' ειδικών συμφωνιών, όλας ή μέρος των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως.
Η εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων δεν θα επηρεάση την νομικήν θέσιν των εις την σύρραξιν μετεχόντων Μερών.
Άρθρ.4. Υπό της Συμβάσεως προστατεύονται τα πρόσωπα εκείνα τα οποία εις οιανδήποτε στιγμήν και καθ' οιονδήποτε τρόπον ευρίσκονται, εν περιπτώσει συρράξεως ή κατοχής, υπό την εξουσίαν Μέρους μετέχοντος της συρράξεως ή Δυνάμεως Κατοχής της οποίας δεν τυγχάνουν πολίται.
Πολίται κράτους μη δεσμευμένου υπό της Συμβάσεως δεν προστατεύονται υπ' αυτής. Πολίται ουδετέρου Κράτους ευρισκόμενοι εις το έδαφος εμπολέμου κράτους και πολίται συνεμπολέμου κράτους δεν θεωρούνται πρόσωπα προστατευόμενα εν όσω το Κράτος του οποίου τυγχάνουν πολίται έχει κανονικήν διπλωματικήν εκπροσώπησιν παρά τω κράτει εις την εξουσίαν του οποίου ευρίσκονται.
Εν τούτοις αι Διατάξεις του Μέρους ΙΙ έχουν ευρυτέραν εφαρμογήν ήτις καθορίζεται εις το άρθρ. 13.
Πρόσωπα προστατευόμενα υπό της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων, της 12 Αυγ. 1949, ή υπό της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των εν θαλάσση ενόπλων δυνάμεων της 12 Αυγ. 1949, ή υπό της Συμβάσεως της Γενεύης περί Μεταχειρίσεως Αιχμαλώτων Πολέμου της 12 Αυγ. 1949 δεν θεωρούνται προστατευόμενα πρόσωπα κατά την έννοιαν της παρούσης συμβάσεως.
Άρθρ.5. Εάν επί του εδάφους ενός των εν συρράξει Μερών, το Μέρος τούτο έχει σοβαρούς λόγους να θεωρήση ότι εν των υπό της παρούσης συμβάσεως προστατευόμενον πρόσωπον προκαλεί ατομικώς την δεδικαιολογημένην υπόνοιαν ότι έχει δράσιν επιζημίαν δια την ασφάλειαν του Κράτους ή αποδειχθή ότι πράγματι έχει τοιαύτην δράσιν, το εν λόγω πρόσωπον δεν θα δικαιούται να επικαλεσθή τα δικαιώματα και προνόμια τα παρεχόμενα υπό της παρούσης συμβάσεως, εάν ταύτα παρεχόμενα αυτώ ηδύναντο να ζημιώσουν την ασφάλειαν του Κράτους.
Εάν εις καταληφθέν έδαφος, πρόσωπον προστατευόμενον υπό της Συμβάσεως συλληφθή ως κατάσκοπος ή δολιοφθορεύς ή διότι υπάρχει κατ' αυτού ατομικώς ή δεδικαιολογημένη υπόνοια ότι έχει δράσιν επιζημίαν δια την ασφάλειαν της Δυνάμεως Κατοχής, δύναται το εν λόγω πρόσωπον εάν η στρατιωτική ασφάλεια το απαιτή απολύτως να στερηθή του υπό της παρούσης συμβάσεως προβλεπομένου δικαιώματος επικοινωνίας.
Ουχ' ήττον, εις τοιαύτας περιστάσεις τα πρόσωπα περί ων αι ανωτέρω παράγραφοι θα τύχουν ανθρωπιστικής μεταχειρίσεως και εις περίπτωσιν διώξεως δεν θα στερηθούν των δικαιωμάτων δικαίας και κανονικής διαδικασίας της προβλεπομένης υπό της παρούσης Συμβάσεως. Θα επανακτήσουν δε όλα τα δικαιώματα και προνόμια των προστατευομένων προσώπων κατά την έννοιαν της παρούσης Συμβάσεως, όσον ένεστι τάχιον λαμβανομένης υπ' όψει της ασφαλείας του Κράτους ή της Δυνάμεως Κατοχής, αναλόγως της περιπτώσεως.
Άρθρ.6. Η παρούσα Σύμβασις θα εφαρμοσθή από της ενάρξεως οιασδήποτε συρράξεως ή κατοχής εκ των αναφερομένων εις το άρθρ. 3.
Εις το έδαφος Μερών μετεχόντων της συρράξεως η εφαρμογή της παρούσης Συμβάσεως θα παύση όταν παύσουν γενικώς αι στρατιωτικαί επιχειρήσεις.
Εις κατεχομένας περιοχάς η εφαρμογή της παρούσης Συμβάσεως θα παύση έν έτος μετά το γενικόν τέλος των στρατιωτικών επιχειρήσεων ουχ' ήττον η κατέχουσα Δύναμις θα δεσμεύεται καθ' όλην την διάρκειαν της κατοχής εάν και εφ' όσον η εν λόγω Δύναμις ασκή κυβερνητικάς λειτουργίας επί της εν λόγω περιοχής, υπό των διατάξεων των ακολούθων άρθρων της παρούσης Συμβάσεως.
1 έως 12, 27, 29 έως 34, 47, 49, 51, 52, 53, 59, 61 έως 77, 143.
Προστατευόμενα πρόσωπα των οποίων η απελευθέρωσις, ο επαναπατρισμός ή η επανεγκατάστασις θα λάβουν χώραν μετά τας ημερομηνίας ταύτας, θα εξακολουθήσουν εν τω μεταξύ να τυγχάνουν προστασίας βάσει της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.7. Πλην των συμφωνιών των ρητώς υπό των άρθρ. 11, 14, 15, 17, 36, 108, 109, 132, 133 και 149 προβλεπομένων, τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να συνάψουν και ετέρας ειδικάς συμφωνίας επί παντός θέματος το οποίον θα θεωρηθή σκόπιμον να ρυθμισθή ιδιαιτέρως. Ουδεμία ειδική συμφωνία δύναται ν' αποβή προς ζημίαν της θέσεως των προστατευομένων προσώπων, ως αύτη καθορίζεται δια της παρούσης συμβάσεως ούτε να περιορίση τα δι' αυτής παρεχόμενα εις τα πρόσωπα ταύτα δικαιώματα.
Τα προστατευόμενα πρόσωπα θα εξακολουθήσουν ν' απολαύουν των ευεργετημάτων των τοιούτων συμφωνιών εφ' όσον και η Σύμβασις θα είναι επ' αυτών εφαρμοστέα, εκτός εάν περιληφθούν ρηταί περί του εναντίου διατάξεις εις τας προμνησθείσας συμφωνίας ή εις άλλας μεταγενεστέρως συναφθησομένας, ή εάν ελήφθησαν ευνοϊκώτερα δι' αυτούς μέτρα υπό του ενός ή του ετέρου των εις την σύρραξιν μετεχόντων Μερών.
Άρθρ.8. Τα προστατευόμενα πρόσωπα εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται να παραιτηθούν εν μέρει ή εν όλω των δικαιωμάτων των εξασφαλιζομένων αυτοίς υπό της παρούσης Συμβάσεως και υπό των ειδικών συμφωνιών των αναφερομένων εις το προηγούμενον άρθρον εάν συνήφθησαν τοιαύται.
Άρθρ.9. Η παρούσα Σύμβασις θα εφαρμοσθή τη συνεργασία και υπό τον έλεγχον των Προστατίδων Δυνάμεων των επιφορτισμένων την περιφρούρησιν των συμφερόντων των μετεχόντων εις την σύρραξιν Μερών. Προς τον σκοπόν τούτον αι Προστάτιδες Δυνάμεις δύνανται επί πλέον του διπλωματικού και προξενικού των προσωπικού, να διορίσουν αντιπροσώπους εκ των ιδίων των πολιτών ή των πολιτών ετέρων ουδετέρων Δυνάμεων. Οι ως άνω αντιπρόσωποι θα υπόκεινται εις την έγκρισιν της Δυνάμεως παρά τη οποία πρόκειται να ενασκήσουν τα καθήκοντά των.
Τα εν συρράξει Μέρη θα διευκολύνουν κατά τον ευρύτερον δυνατόν τρόπον την αποστολήν των αντιπροσώπων ή απεσταλμένων των Προστατίδων Δυνάμεων.
Οι αντιπρόσωποι ή απεσταλμένοι των Προστατίδων Δυνάμεων εν ουδεμιά περιπτώσει θα υπερβαίνουν τα όρια της αποστολής των ως ταύτα καθορίζονται δια της παρούσης Συμβάσεως.
Ειδικώς θα λαμβάνουν υπ' όψιν τας επιτακτικάς ανάγκας της ασφαλείας του Κράτους εν τω οποίω ενασκούν τα καθήκοντά των.
Άρθρ.10. Αι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως δεν εναντιούνται εις την ανθρωπιστικήν δράσιν ην η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού ή οιαδήποτε άλλη αμερόληπτος ανθρωπιστική οργάνωσις θ' αναλάβουν, τη συναινέσει των εις την σύρραξιν μετεχόντων Μερών, δια την προστασίαν και βοήθειαν των πολιτών.
Άρθρ.11. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται οποτεδήποτε να συμφωνήσουν, ίνα αναθέσουν εις οργανισμόν παρέχοντα πάσαν εγγύησιν αμεροληψίας και ικανότητος τα καθήκοντα άτινα δια της παρούσης Συμβάσεως ανατίθενται εις τας Προστάτιδας Δυνάμεις.
Όταν πρόσωπα προστατευόμενα υπό της παρούσης Συμβάσεως δεν απολαύουν ή παύσουν δι' οιονδήποτε λόγον ν' απολαύουν της φροντίδος Προστάτιδος Δυνάμεως ή του οργανισμού περί ου προβλέπει η ανωτέρω πρώτη παράγραφος, η κατακρατούσα Δύναμις θα ζητήση είτε από ουδέτερον κράτος είτε από ένα άλλον ανάλογον οργανισμόν ν' αναλάβουν τα καθήκοντα τα ανατεθέντα υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις τας ορισθείσας υπό των εν συρράξει Μερών.
Εάν δεν καταστή δυνατή η ως άνω εξασφάλισις της προστασίας, η κατακρατούσα Δύναμις οφείλει να ζητήση από ανθρωπιστικήν τινά οργάνωσιν, ως είναι η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, ν' αναλάβη τα ανθρωπιστικά καθήκοντα άτινα η παρούσα σύμβασις αναθέτει εις τας Προστάτιδας Δυνάμεις ή οφείλει ν' αποδεχθή υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τας προτάσεις υπηρεσίας ας ήθελε λάβη παρά τοιαύτης οργανώσεως.
Πάσα ουδετέρα Δύναμις ή πάσα οργάνωσις καλουμένη υπό της ενδιαφερομένης Δυνάμεως ή προσφερομένη προς τον ανωτέρω αναφερόμενον σκοπόν οφείλει κατά την δράσιν της να έχη συναίσθησιν της ευθύνης της έναντι του εν συρράξει Μέρους εκ του οποίου εξαρτώνται τα δια της παρούσης Συμβάσεως προστατευόμενα πρόσωπα και οφείλει να παράσχη επαρκείς εγγυήσεις ότι είναι ικανή ν' αναλάβη τα περί ου πρόκειται καθήκοντα και να εκτελέση αυτά αμερολήπτως.
Ουδεμία επιτρέπεται παρέκτασις από των ανωτέρω διατάξεων δι' ειδικής συμφωνίας μεταξύ Δυνάμεων των οποίων η μία ευρίσκεται, έστω και προσωρινώς, απέναντι της άλλης ή των συμμάχων της άλλης εις μειωνεκτικήν από απόψεως ελευθερίας διαπραγματεύσεως θέσιν λόγω στρατιωτικών γεγονότων ως λόγω χάριν της κατοχής του όλου ή σημαντικού μέρους του εδάφους της.
Οποτεδήποτε γίνεται, εις την παρούσαν Σύμβασιν, μνεία περί Προστάτιδος Δυνάμεως, η μνεία αύτη αφορά ωσαύτως και τας οργανώσεις αίτινες δύνανται να την υποκαταστήσουν υπό την έννοιαν του παρόντος άρθρου.
Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου επεκτείνονται και εφαρμόζονται εις τας περιπτώσεις πολιτών ουδετέρου Κράτους ευρισκομένων εις κατεχόμενον έδαφος ή εις έδαφος εμπολέμου κράτους παρά τω οποίω το κράτος ούτινος τυγχάνουν πολίται δεν έχει κανονικήν διπλωματικήν αντιπροσώπευσιν.
Άρθρ.12. Εις πάσαν περίπτωσιν καθ' ην ήθελον θεωρήση τούτο χρήσιμον εις τα συμφέροντα των προστατευομένων προσώπων ιδίως δε εις περιπτώσεις διαφωνίας μεταξύ των εν συρράξει Μερών ως προς την εφαρμογήν ή την ερμηνείαν των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως, αι Προστάτιδες Δυνάμεις θα προσφέρουν τας καλάς των υπηρεσίας επί τω τέλει του διακανονισμού της διαφοράς.
Προς τον σκοπόν τούτον εκάστη των Προστατίδων Δυνάμεων δύναται είτε τη προσκλήσει ενός Μέρους είτε εξ ιδίας πρωτοβουλίας να προτείνη εις τα μετέχοντα της συρράξεως Μέρη σύσκεψιν των αντιπροσώπων των και ιδίως των αρχών αίτινες έχουν την φροντίδα των προστατευομένων προσώπων ει δυνατόν επί καταλλήλως εκλεγομένου ουδετέρου εδάφους. Τα εν συρράξει Μέρη υποχρεούνται να δώσουν συνέχειαν εις τας τοιαύτας προτάσεις. Αι Προστάτιδες Δυνάμεις δύνανται, εάν παραστή ανάγκη να προτείνουν εις την έγκρισιν των εν συρράξει Μερών προσωπικότητα ανήκουσαν εις ουδετέραν Δύναμιν ή απεσταλμένην της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, ήτις θέλει κληθή να λάβη μέρος εις την τοιαύτην σύσκεψιν.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ - Γενική Προστασία των πληθυσμών έναντι ωρισμένων συνεπειών του πολέμου[Επεξεργασία]

Άρθρ.13. Αι διατάξεις του παρόντος Μέρους καλύπτουν το σύνολον των πληθυσμών των εις την σύρραξιν μετεχουσών χωρών άνευ οιασδήποτε δυσμενούς διακρίσεως στηριζομένης ιδία επί ζητημάτων φυλής, εθνικότητος, θρησκείας ή πολιτικών πεποιθήσεων και τείνουν να μετριάσουν τα υπό του πολέμου προκαλούμενα δεινά.
Άρθρ.14. Εν καιρώ ειρήνης ήδη τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη και μετά την έναρξιν των εχθροπραξιών, τα εις την σύρραξιν μετέχοντα Μέρη, δύνανται να εγκαταστήσουν επί του ιδίου αυτών εδάφους και, αν παραστή ανάγκη, εις τας κατεχομένας περιοχάς, ζώνας και τόπους, υγειονομικούς και ασφαλείας, ούτω ωργανωμένους ώστε να προστατεύωνται εντός αυτών από τα αποτελέσματα του πολέμου οι τραυματίαι, οι ασθενείς, τα ηλικιωμένα άτομα, παιδία κάτω των δεκαπέντε ετών, εγκυμονούσαι γυναίκες και μητέρες τέκνων κάτω των επτά ετών.
Από της ενάρξεως και κατά την διάρκειαν της συρράξεως τα ενδιαφερόμενα Μέρη δύνανται να συνάπτουν συμφωνίας δια την αμοιβαίαν αναγνώρισιν των δημιουργηθεισών ζωνών και τόπων. Προς τον σκοπόν τούτον δύνανται να θέσουν εν ισχύϊ τας διατάξεις του εις την παρούσαν Σύμβασιν προσηρτημένου Σχεδίου Συμφωνίας, επιφέρουσαι εις αυτό οίας τροποποιήσεις ήθελον θεωρήσει αναγκαίας.
Αι Προστάτιδες Δυνάμεις και η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού καλούνται να προσφέρουν τας καλάς των υπηρεσίας ίνα διευκολυνθή η εγκαθίδρυσις και αναγνώρισις των εν λόγω υγειονομικών ζωνών και τόπων ασφαλείας.
Άρθρ.15. Οιονδήποτε των εν συρράξει Μερών δύναται να προτείνη εις τον αντίπαλον, είτε απ' ευθείας είτε δι' ουδετέρου Κράτους ή ανθρωπιστικής οργανώσεως την εγκατάστασιν, εις τας περιοχάς εις ας λαμβάνουν χώραν μάχαι, ουδετεροποιημένων ζωνών προοριζομένων να εξασφαλίσουν από τους κινδύνους του πολέμου άνευ οιασδήποτε διακρίσεως τα επόμενα πρόσωπα:
α)Τραυματίαι ή ασθενείς μαχόμενοι ή άμαχοι.
β)Πολίται μη λαμβάνοντες μέρος εις τας εχθροπραξίας οίτινες κατά την διαμονήν των εντός των ζωνών ουδέν εκτελούν έργον στρατιωτικού χαρακτήρος.
Όταν τα ενδιαφερόμενα μέρη συμφωνήσουν επί της γεωγραφικής τοποθεσίας, της διοικήσεως, του εφοδιασμού δια τροφίμων και του έλεγχου της προταθείσης ουδετεροποιημένης ζώνης θα συναφθή και θα υπογραφή υπό των αντιπροσώπων των εν συρράξει Μερών έγγραφος περί αυτού συμφωνία. Η συμφωνία θα καθορίζη την έναρξιν και διάρκειαν της ουδετεροποιήσεως της ζώνης.
Άρθρ.16. Οι τραυματίαι και ασθενείς ως και οι α-νάπηροι και αι εγκυμονούσαι γυναίκες θα είναι αντικείμενα ιδιαιτέρας προστασίας και σεβασμού.
Εν ω μέτρω επιτρέπουν τούτο αι στρατιωτικαί ανάγκαι έκαστον των εν συρράξει Μερών θα διευκολύνη τα μέτρα τα λαμβανόμενα προς αναζήτησιν των νεκρών και τραυματιών, προς βοήθειαν των ναυαγών και άλλων προσώπων εκτεθειμένων εις δεινόν κίνδυνον και προς προστασίαν αυτών από της λεηλασίας και της κακομεταχειρίσεως.
Άρθρ.17. Τα εν συρράξει Μέρη θα προσπαθήσουν να συνάψουν τοπικάς συμφωνίας δια την εκκένωσιν των τραυματιών, ασθενών, αναπήρων και ηλικιωμένων ατόμων, παίδων και λεχών εκ των πολιορκουμένων ή περικυκλωμένων περιοχών και δια την εις τας περιοχάς ταύτας είσοδον ιερέων οιασδήποτε θρησκείας, ιατρικού προσωπικού και υγειονομικού υλικού.
Άρθρ.18. Πολιτικά νοσοκομεία οργανωθέντα προς περίθαλψιν τραυματιών και ασθενών, αναπήρων και λεχών εις ουδεμίαν περίπτωσιν δύνανται ν' αποτελέσουν στόχον επιθέσεως άλλα θα τυγχάνουν πάντοτε σεβασμού και προστασίας εκ μέρους των εν σύρραξει Μερών.
Τα μετέχοντα της συρράξεως Κράτη θα εφοδιάσουν πάντα τα πολιτικά νοσοκομεία δια πιστοποιητικών εμφαινόντων τον χαρακτήρα των ως πολιτικών νοσοκομείων και αποδεικνυόντων ότι τα υπ' αυτών κατεχόμενα κτίρια δεν χρησιμοποιούνται δι' έτερον τινα σκοπόν, όστις συμφώνως τω άρθρ. 19 θα ηδύνατο να στερήση αυτά της προστασίας.
Τα πολιτικά νοσοκομεία θα φέρουν τα υπό του άρθρ. 38 της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της καταστάσεως των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία Ένοπλων Δυνάμεων της 12 Αυγ. 1949, καθοριζόμενα εμβλήματα, εάν έχουν προς τούτο την έγκρισιν του Κράτους.
Τα εις την σύρραξιν μετέχοντα Μέρη θα λάβουν τα αναγκαία μέτρα, εφόσον αι στρατιωτικαί ανάγκαι το επιτρέπουν, ίνα κατακτήσουν τα διακριτικά εμ-βλήματα των πολιτικών νοσοκομείων ευδιάκριτα εις τας κατά ξηράν, αέρα και θάλασσαν δυνάμεις του εχθρού ώστε να αποσοβηθή η δυνατότης επιθετικής κατ' αυτών ενεργείας.
Εν όψει των κινδύνων εις ους δυνατόν να εκτεθούν τα νοσοκομεία εάν ευρίσκονται πλησίον στρατιωτικών εγκαταστάσεων θα δεήση να ληφθή φροντίς ώστε τα νοσοκομεία να κείνται εις την μεγαλυτέραν δυνατήν από αυτά απόστασιν.
Άρθρ.19. Η οφειλομένη εις τα πολιτικά νοσοκομεία προστασία δεν θα παύση ει μη μόνον εάν χρησιμοποιούνται εκτός των ανθρωπιστικών των καθηκόντων, δι' ενεργείας επιζημίας εις τον εχθρόν. Ουχ ήττον η προστασία θα παύση μόνον αφού δοθή κατάλληλος προειδοποίησις καθορίζουσα εις όλας τας δυνατάς περιπτώσεις λογικήν προθεσμίαν και αφού παρέλθη αύτη άπρακτος.
Η περίθαλψις ασθενών και τραυματιών ανηκόντων εις τας ενόπλους δυνάμεις και η ύπαρξις φορητών όπλων και πυρομαχικών παραληφθέντων εκ των τοιούτων μαχητών και μήπω παραδοθέντων εις την αρμοδίαν υπηρεσίαν δεν θα θεωρούνται επιζήμιαι δια τον εχθρόν πράξεις.
Άρθρ.20. Τα πρόσωπα τα ασχολούμενα κανονικώς και αποκλειστικώς με την λειτουργίαν και διοίκησιν των πολιτικών νοσοκομείων, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων των απασχολουμένων με την αναζήτησιν, διακομηδήν και μεταφοράν και με την περίθαλψιν των τραυματιών και ασθενών πολιτών, των αναπήρων και των λεχών θα τυγχάνουν σεβασμού και προστασίας.
Εις τα κατεχόμενα εδάφη και εις τας ζώνας πολεμικών επιχειρήσεων το ανωτέρω προσωπικόν θα αναγνωρίζεται δια δελτίου ταυτότητος βεβαιούντος την ιδιότητά του, φέροντος την φωτογραφίαν του κατόχου και την σφραγίδα της αρμοδίας αρχής και επίσης δι' ενός περιβραχιονίου εσφραγισμένου και ανθεκτικού εις την υγρασίαν όπερ κατά την εκτέλεσαν της υπηρεσίας θα φέρεται εις τον αριστερόν βραχίονα.
Το περιβραχιόνιον τούτο θα χορηγήται υπό του Κράτους και θα φέρη τα εμβλήματα τα προβλεπόμενα εις το άρθρ. 38 της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της καταστάσεως των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων, της 12 Αυγ. 1949.
Το υπόλοπον προσωπικόν το απασχολούμενον εις την λειτουργίαν και διοίκησιν των πολιτικών νοσοκομείων θέλει τύχη σεβασμού και προστασίας και θα δικαιούται κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων του να φέρη το περιβραχιόνιον περί ου ανωτέρω προβλέπεται, υπό τους εν τω παρόντι άρθρω τιθεμένους όρους. Το δελτίον ταυτότητος θα αναγράφη τα καθήκοντα εις α εις έκαστος απασχολείται.
Η διεύθυνσις εκάστου νοσοκομείου θα τηρή πάντοτε εις την διάθεσιν των αρμοδίων αρχών εθνικών ή κατοχής ενημερωμένον πίνακα του τοιούτου προσωπικού.
Άρθρ.21. Φάλαγγες οχημάτων ή νοσοκομειακοί σιδηροδρομικοί συρμοί ή ειδικώς εν θαλάσση χρησιμοποιούμενα πλοία, μεταφέροντα τραυματίας και ασθενείς πολίτας, αναπήρους και λεχούς θα τυγχάνουν του αυτού σεβασμού και προστασίας όπως και τα νοσοκομεία περί ων προβλέπει το Άρθρ. 18, θα φέρουν δε κατόπιν συνεννοήσεως του κράτους, ανηρτημένον το διακριτικόν έμβλημα περί ου προνοεί το Άρθρ. 38 της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της καταστάσεως των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ένοπλων δυνάμεων της 12 Αυγ. 1949.
Άρθρ.22. Αεροσκάφη χρησιμοποιούμενα αποκλειστικώς δια την μεταφοράν τραυματιών και ασθενών πολιτών, αναπήρων και λεχών ή δια την μεταφοράν υγειονομικού προσωπικού και εφοδίων, δεν θα υφίστανται επίθεσιν, άλλα θα τυγχάνουν σεβασμού εφ’ όσον ίπτανται εις ύψη, εις ώρας και συμφώνως προς δρομολόγια ειδικώς συμπεφωνημένα μεταξύ όλων των εις την σύρραξιν ενδιαφερομένων μερών.
Δύνανται να φέρουν το διακριτικόν έμβλημα περί ου προνοεί το άρθρ. 38 της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της καταστάσεως των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων της 12 Αυγ. 1949.
Εξαιρέσει εναντίας συμφωνίας πτήσις υπεράνω του εχθρικού ή του υπό του εχθρού κατεχομένου εδάφους απαγορεύεται.
Τα τοιαύτα αεροσκάφη θα υπακούουν εις εκάστην κλήσιν προς προσγείωσιν. Εις περίπτωσιν ούτω επιβληθείσης προσγειώσεως το αεροσκάφος μετά των εν αυτώ προσώπων θα δύναται να συνεχίση την πτήσιν του αφού ενδεχομένως υποστή έλεγχον.
Άρθρ.23. Έκαστον των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών θα επιτρέψη την ελευθέραν δίοδον πάσης αποστολής φαρμάκων και υγειονομικού υλικού ως και των αναγκαίων εις την θρησκευτικήν λατρείαν αντικειμένων εφ' όσον προορίζονται αποκλειστικώς δια τον άμαχον πληθυσμόν ετέρου συμβαλλομένου Μέρους, έστω και εχθρικού. Θα επιτρέψη επίσης την ελευθέραν δίοδον πασών των αποστολών απαραιτήτων τροφίμων, ενδυμάτων και δυναμωτικών προοριζομένων δια παιδιά κάτω των δέκα πέντε ετών, εγκυμονούσας γυναίκας και λεχούς.
Η υποχρέωσις Υψηλού Συμβαλλομένου Μέρους να επιτρέψη την ελεύθερον δίοδον των αναφερομένων εις την προηγουμένην παράγραφον αποστολών υπόκειται εις τον όρον ότι το Μέρος τούτο θα έχη βεβαιωθή ότι ουδένα έχει σοβαρόν λόγον να φοβήται:
α)Ότι αι αποστολαί δυνατόν να παρεκκλίνουν του προορισμού των.
β)Ότι ο έλεγχος δυνατόν να μην είναι αποτελεσματικός ή
γ)Ότι προφανή πλεονεκτήματα δυνατόν να προκύψουν δια τας πολεμικάς προσπαθείας ή την οικονομίαν του εχθρού εκ της υποκαταστάσεως υπό των ανωτέρω αποστολών άλλων εμπορευμάτων των οποίων άλλως η προμήθεια ή η παραγωγή θα εγίνετο υπό του εχθρού ή δια ελευθερώσεως υλικών προϊόντων ή υπηρεσιών άτινα άλλως θα απητούντο δια την παραγωγήν τοιούτων εμπορευμάτων.
Η δύναμις η επιτρέπουσα την διάβασιν των αποστολών των αναφερομένων ες την παρ. 1 του παρόντος άρθρου δυνατόν να θέση ως όρον της παροχής της αδείας ταύτης ότι η διανομή εις τα ευεργετούμενα πρόσωπα θα γίνη υπό έλεγχον ασκηθησόμενον επί τόπου υπό των Προστατίδων Δυνάμεων.
Αι αποστολαί αύται θα προωθούνται όσον το δυνατόν ταχύτερον και η Δύναμις ήτις επιτρέπει την ελευθέραν δίοδόν των θα έχη το δικαίωμα να καθορίση τας τεχνικάς συνθηκάς υφ' ας επιτρέπεται η τοιαύτη δίοδος.
Άρθρ.24. Τα εν συρράξει Μέρη θα λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε τα κάτω των δέκα πέντε ετών παιδία τα καταστάντα ορφανά ή τα αποχωρισμένα από τας οικογενείας των ως εκ του πολέμου, μην εγκαταλειφθούν έρμαια της τύχης των, και ίνα διευκολυνθή εις πάσαν περίπτωσιν η συντήρησίς των, η εκτέλεσις των θρησκευτικών καθηκόντων των και η εκπαίδευσίς των. Αύτη θέλει κατά το δυνατόν ανατεθή εις άτομα ανήκοντα εις την αυτήν μορφωτικήν παράδοσιν.
Τα εν συρράξει Μέρη θα διευκολύνουν την εν ουδετέρα χώρα φιλοξενίαν των παίδων τούτων δια την διάρκειαν της συρράξεως, κατόπιν συγκαταθέσεως της προστάτιδος Δυνάμεως εάν υπάρχη τοιαύτη και εφ' όσον υπάρχει εγγύησις ότι θα τηρηθούν αι εν τη πρώτη παραγράφω αναφερόμεναι αρχαί.
Θα προσπαθήσουν επί πλέον να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε πάντα τα κάτω των δώδεκα ετών παιδία να αναγνωρίζονται δια πινακίδος ταυτότητος ην θα φέρουν, ή δι' άλλου τινός μέσου.
Άρθρ.25. Πάντα τα άτομα τα ευρισκόμενα επί εδάφους Μέρους μετέχοντος εις σύρραξιν ή επί εδάφους κατεχομένου υπ' αυτού θα δύνανται να αποστέλλουν ειδήσεις αυστηρώς οικογενειακής φύσεως εις μέλη της οικογενείας των, οπουδήποτε και αν ευρίσκονται και να λαμβάνουν ειδήσεις εξ αυτών. Η αλληλογραφία αύτη θα διαβιβάζεται ταχέως και άνευ αδικαιολογήτου καθυστερήσεως.
Εάν ως εκ των επικρατουσών συνθηκών καθίσταται δυσχερής ή αδύνατος η ανταλλαγή οικογενειακής αλληλογραφίας δια του κανονικού ταχυδρομείου τα ενδιαφερόμενα μέρη τα μετέχοντα της συρράξεως θα αποτανθούν εις ουδέτερον μεσολαβητήν, ως το Κεντρικόν Πρακτορείον το προβλεπόμενον υπό του Άρθρ. 140, ίνα καθορίσουν εν συνεννοήσει μετά τούτου, τα ληπτέα μέτρα προς εξασφάλισιν της εκτελέσεως των υποχρεώσεών των υπό τους καλλιτέρους δυνατούς όρους, και δη εν συμπράξει μετά των Εθνικών Οργανώσεων του Ερυθρού Σταυρού (Ερυθράς Ημισελήνου, Ερυθρού Λέοντος και Ηλίου).
Εάν τα εις την σύρραξιν μετέχοντα μέρη θεωρήσουν αναγκαίαν την περιστολήν της οικογενειακής αλληλογραφίας, η περιστολή αύτη θα περιορισθή το πολύ εις την υποχρεωτικήν χρησιμοποίησιν τυποποιημένων εντύπων περιεχόντων είκοσι πέντε λέξεις ελευθέρως εκλεγομένας και εις τον περιορισμόν του αριθμού των αποστελλομένων τοιούτων εντύπων εις ένα κατά μήνα.
Άρθρ.26. Έκαστον των εις την σύρραξιν μετεχόντων μερών θα διευκολύνη ερεύνας γενομένας υπό μελών διασκορπισμένων, συνεπεία υπό του πολέμου, οικογενειών με σκοπόν την αποκατάστασιν της μεταξύ των επαφής και την ει δυνατόν συνάντησιν. Θα ενθαρρύνη δε ιδιαιτέρως την δράσιν των οργανώσεων αίτινες αφιερούνται εις το έργον τούτο, υπό τον όρον ότι έχει εγκρίνη τας οργανώσεις αυτάς και ότι αύται συμμορφούνται προς τα μέτρα άτινα λαμβάνει δια την ασφάλειάν του.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ - Κατάστασις και Μεταχείρισις των προστατευομένων Προσώπων[Επεξεργασία]

ΤΜΗΜΑ Ι - Κοιναί διατάξεις δια τα εδάφη των εν συρράξει Μερών και δια τα κατεχόμενα εδάφη[Επεξεργασία]

Άρθρ.27. Τα προστατευόμενα πρόσωπα δικαιούνται εις πάσαν περίπτωσιν σεβασμού προς το πρόσωπόν των, την τιμήν των, τα οικογενειακά των δικαιώματα, τας θρησκευτικάς των πεποιθήσεις και λατρείας και τας συνηθείας των και έθιμά των. Θα τυγχάνουν πάντοτε ανθρωπιστικής μεταχειρίσεως και προστασίας ιδίως εναντίον πάσης πράξεως βίας ή απειλής τοιαύτης και εναντίον ύβρεων και δημοσίας περιεργείας.
Αι γυναίκες θα τυγχάνουν ειδικής προστασίας εναντίον πάσης επιθέσεως κατά της τιμής των, ιδίως εναντίον βιασμού εξαναγκασμού εις πορνείαν ή οιασδήποτε μορφής ασέμνου επιθέσεως.
Λαμβανομένων υπ' όψιν των διατάξεων των σχετικών με την κατάστασιν της υγείας, την ηλικίαν και το φύλον, πάντα τα προστατευόμενα πρόσωπα θα τυγχάνουν της αυτής μεταχειρίσεως υπό του εν συρράξει Μέρους εις την εξουσίαν του οποίου ευρίσκονται, άνευ δυσμενούς τινός διακρίσεως στηριζομένης ιδίως εις την φυλήν την θρησκείαν ή τας πολιτικάς πεποιθήσεις.
Τα εν συρράξει Μέρη θα δύνανται εν τούτοις να λάβουν έναντι των προστατευομένων προσώπων τα μέτρα έλεγχου ή ασφαλείας άτινα ο πόλεμος καθιστά αναγκαία.
Άρθρ.28. Ουδέν προστατευόμενον πρόσωπον δύναται να χρησιμοποιηθή κατά τρόπον ώστε να εξασφαλισθούν από των πολεμικών επιχειρήσεων, ως εκ της παρουσίας του προσώπου αυτού, ωρισμένα σημεία ή ωρισμέναι περιοχαί.
Άρθρ.29. Το εν συρράξει Μέρος εις την εξουσίαν του οποίου ευρίσκονται προστατευόμενα πρόσωπα, είναι υπεύθυνον της μεταχειρίσεως ην υφίστανται ταύτα από μέρους των οργάνων του, ασχέτως των ατομικώς υπό των ως άνω οργάνων υπεχομένων ευθυνών.
Άρθρ.30. Τα προστατευόμενα πρόσωπα θα έχουν πάσαν ευκολίαν να αποτείνωνται προς τας προστάτιδας δυνάμεις, την Διεθνή Επιτροπήν του Ερυθρού Σταυρού, την Οργάνωσιν του Εθνικού Ερυθρού Σταυρού (Ερυθράς Ημισέληνου, Ερυθρού Λέοντος Ηλίου) της χώρας όπου ευρίσκονται ως και εις πάσαν οργάνωσιν δυναμένην να τους βοηθήση.
Αι διάφοροι αύται οργανώσεις θα απολαύουν παρά των αρχών πάσης ευκολίας προς τον σκοπόν τούτον εντός των ορίων τα οποία χαράσσουν αι στρατιωτικαί ανάγκαι και η ασφάλεια.
Εκτός των επισκέψεων των απεσταλμένων των Προστατίδων Δυνάμεων και της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού των προβλεπομένων υπό του άρθρ. 143 αι Κρατούσαι ή Κατέχουσαι Δυνάμεις θα διευκολύνουν όσον το δυνατόν τας επισκέψεις εις ας θα επεθύμουν να προβούν προς τα προστατευόμενα πρόσωπα αντιπρόσωποι ετέρων οργανώσεων σκοπόν εχουσών την χορήγησιν πνευματικής ή υλικής βοηθείας προς τα πρόσωπα ταύτα.
Άρθρ.31. Ουδεμία φυσική ή ηθική πίεσις θα ασκήται επί των προστατευομένων προσώπων ιδίως προς λήψιν πληροφοριών παρ' αυτών ή παρά τρίτων.
Άρθρ.32. Απαγορεύεται ρητώς εις τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη η λήψις παντός μέτρου τοιαύτης φύσεως ώστε να προκαλεί είτε σωματικούς πόνους είτε την εξόντωσιν των εις χείράς των προστατευομένων προσώπων. Η απαγόρευσις αύτη αφορά ουχί μόνον τον φόνον, τα βασανιστήρια τας σωματικάς ποινάς, τον ακρωτηριασμόν και τα ιατρικά ή επιστημονικά πειράματα τα μη αναγκαία δια την ιατρικήν περίθαλψιν του προστατευομένου προσώπου, αλλ' επίσης και οιανδήποτε ετέραν βαναυσότητα προερχομένην είτε από πολιτικά όργανα είτε από στρατιωτικά τοιαύτα.
Άρθρ.33. Ουδέν προστατευόμενον πρόσωπον θα τιμωρήται δια παράβασιν μη προσωπικώς υπ' αυτού διαπραχθείσαν. Απαγορεύονται αι συλλογικαί ποιναί ως και πάντα τα μέτρα εκφοβισμού και τρομοκρατίας.
Απαγορεύεται η λεηλασία.
Απαγορεύονται τα μέτρα αντεκδικήσεως επί προστατευομένων προσώπων και της περιουσίας των.
Άρθρ.34. Απαγορεύεται η λήψις ομήρων.

ΤΜΗΜΑ ΙΙ - Αλλοδαποί επί του εδάφους ενός των εν Συρράξει μερών[Επεξεργασία]

Άρθρ.35. Πάντα τα προστατευόμενα πρόσωπα τα οποία θα επεθύμουν να εγκαταλείψουν το έδαφος κατά την έναρξιν ή κατά την διάρκειαν της συρράξεως θα έχουν το δικαίωμα να πράξουν τούτο, εκτός εάν η αναχώρισίς των είναι αντίθετος προς τα εθνικά συμφέροντα του Κράτους. Αι αποφάσεις επί αιτήσεων αναχωρήσεως θα λαμβάνωνται συμφώνως προς κανονικήν διαδικασίαν και κατά τον ταχύτερον δυνατόν τρόπον. Τα πρόσωπα εις α θα επιτραπή η αναχώρησις δικαιούνται να εφοδιασθούν με τα αναγκαία δια το ταξείδιον χρήματα και να συναποκομίσουν μίαν λογικήν ποσότητα ειδών και αντικειμένων προσωπικής των χρήσεως.
Τα πρόσωπα των οποίων η άδεια αναχωρήσεως εκ του εδάφους της κρατούσης Δυνάμεως απερρίφθη θα έχουν το δικαίωμα να επιτύχουν την υπό δικαστηρίου ή αρμοδίου διοικητικού συμβουλίου συσταθέντος προς τούτο υπ' αυτής, επανεξέτασιν της απορριφθείσης αιτήσεώς των εντός της βραχυτέρας δυνατής προθεσμίας.
Εάν υποβληθή σχετική αίτησις, και εφ' όσον λόγοι ασφαλείας δεν το απαγορεύουν και οι ενδιαφερόμενοι δεν εγείρουν αντιρρήσεις, αντιπρόσωποι της Προστάτιδος Δυνάμεως δύνανται να λάβουν γνώσιν των λόγων δια τους οποίους απερρίφθησαν αιτήσεως αδείας εγκαταλείψεως του εδάφους ως και το ταχύτερον δυνατόν, των ονομάτων όλων των προσώπων άτινα ευρίσκονται εις αυτήν την κατηγορίαν.
Άρθρ.36. Αι επιτραπείσαι υπό τους όρους του ανωτέρω άρθρου αναχωρήσεις θα πραγματο-ποιούνται υπό ικανοποιητικούς όρους ασφαλείας, υγιεινής, καθαριότητος και διατροφής. Πάσα σχετική δαπάνη από του σημείου εξόδου εκ του εδάφους της Κρατούσης Δυνάμεως θα βαρύνη την χώραν προορισμού ή, εις την περίπτωσιν διαμονής εις ουδετέραν χώραν, την δύναμιν της οποίας οι ενδιαφερόμενοι τυγχάνουν πολίται. Αι πρακτικαί λεπτομέρειαι των τοιούτων μετακινήσεων δύνανται εν ανάγκη να διακανονισθούν δι' ειδικών συμφωνιών μεταξύ των ενδιαφερομένων δυνάμεων.
Τα ανωτέρω, θεσπίζονται υπό την επιφύλαξιν των ειδικών συμφωνιών ας δυνατόν να συνάψουν τα εν συρράξει Μέρη δια την ανταλλαγήν και παλιννόστησιν των εις χώρας του εχθρού περιελθόντων υπηκόων των.
Άρθρ.37. Προστατευόμενα πρόσωπα ευρισκόμενα εν προφυλακίσει ή εκτίουν στερητικήν της ελευθερίας των ποινήν θέλουν τύχη ανθρωπιστικής μεταχειρίσεως κατά την διάρκειαν του περιορισμού των.
Άμα τη απολύσει των δύνανται να ζητήσουν να αναχωρήσουν εκ της περιοχής συμφώνως προς τα προηγούμενα άρθρα.
Άρθρ.38. Εξαιρέσει των ειδικών μέτρων άτινα ενδέχεται να ληφθούν δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως, ειδικώς δε βάσει των άρθρων αυτής 27 και 41, η κατάστασις των προστατευομένων προσώπων θα εξακολουθήση να ρυθμίζεται κατ' αρχήν υπό των διατάξεων περί αλλοδαπών εν καιρώ ειρήνης. Εν πάση περιπτώσει θα τους παρέχωνται τα κάτωθι δικαιώματα:
1.Θα δύνανται να λάβουν τα ατομικά ή συλλογικά βοηθήματα άτινα θα αποστέλλωνται εις αυτούς.
2.Θα απολαμβάνουν ιατρικής μερίμνης και θεραπείας εις νοσοκομείον, εάν η κατάστασις της υγείας των το απαιτεί καθ' ο μέτρον και οι πολίται του ενδιαφερομένου Κράτους.
3.Θα τους επιτρέπεται να ασκούν την θρησκείαν των και να δέχωνται πνευματικήν αρωγήν από κληρικόν της πίστεώς των.
4.Εάν κατοικούν εις περιοχήν ιδιαιτέρως εκτεθειμένην εις πολεμικούς κινδύνους θα τους επιτρέπεται η εκ της περιοχής ταύτης μετακίνησις, εν ω μέτρω και εις τους πολίτας του ενδιαφερομένου κράτους.
5.Παίδες κάτω των δεκαπέντε ετών, γυναίκες εις κατάστασιν εγκυμοσύνης και μητέρες παιδίων κάτω των επτά ετών θα απολαμβάνουν πάσης προνομιούχου μεταχειρίσεως εν ω μέτρω και οι πολίται του εν λόγω κράτους.
Άρθρ.39. Εις προστατευόμενα πρόσωπα άτινα ως εκ του πολέμου απώλεσαν τας επικερδείς απασχολήσεις των θα παρέχεται ευχέρεια να εξεύρουν εργασίαν επί πληρωμή. Προς τούτο θα απολαύουν, υπό επιφύλαξιν λόγω ασφαλείας, και των διατάξεων του άρθρ. 40 των αυτών πλεονεκτημάτων ων απολαύουν και οι πολίται της Δυνάμεως εις το έδαφος της οποίας ευρίσκονται.
Εάν εν των εν συρράξει Μερών εφαρμόση επί προστατευομένου προσώπου μέτρα ελέγχου άτινα έχουν ως αποτέλεσμα να το καταστήσουν ανίκανον να συντηρή εαυτό και ειδικώς εάν το πρόσωπον τούτο δεν δύναται δια λογούς ασφαλείας να εξεύρη εργασίαν επί πληρωμή υπό λογικούς όρους, το εν λόγω Μέρος θα εξασφαλίση την συντήρησιν αυτού και των εξ αυτού εξαρτωμένων προσώπων.
Τα προστατευόμενα πρόσωπα δύνανται εν πάση περιπτώσει να λαμβάνουν επιδόματα εκ της χώρας καταγωγής των, της Προστάτιδος Δυνάμεως ή των φιλανθρωπικών οργανώσεων περί ων γίνεται μνεία εις το άρθρ. 30.
Άρθρ.40. Τα προστατευόμενα πρόσωπα δύνανται να εξαναγκασθούν εις εργασίαν μόνον εν ω μέτρω και οι πολίται του εν συρράξει Μέρους εις το έδαφος του οποίου ευρίσκονται.
Εάν τα προστατευόμενα πρόσωπα έχουν εχθρικήν υπηκοότητα δεν δύνανται να υποχρεώσουν παρά μόνον εις εργασίας αίτινες είναι, ομαλώς εχόντων των πραγμάτων, αναγκαίαι προς εξασφάλισιν της διατροφής της στεγάσεως, του ιματισμού, της μεταφοράς και της υγείας των ανθρωπίνων υπάρξεων υπό τον όρον αι εργασίαι αύται να μη είναι εις άμεσον σχέσιν με την διεξαγωγήν των στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Εις τας περιπτώσεις τας αναφερομένας εις τα προηγούμενα εδάφια, τα υποχρεούμενα εις εργασίαν προστατευόμενα πρόσωπα θα τυγχάνουν των αυτών συνθηκών εργασίας και των αυτών μέτρων προστασίας όπως και οι εθνικοί εργάται, ιδιαιτέρως όσον αφορά τον μισθόν την διάρκειαν της εργασίας, τα εφόδια εργασίας, την προκαταρκτικήν εκπαίδευ-σιν και την επανόρθωσιν των εργατικών ατυχημάτων ή των επαγγελματικών ασθενειών.
Εις περίπτωσιν παραβιάσεως των ως άνω διατάξεων θα επιτρέπηται εις τα προστατευόμενα πρόσωπα να ασκήσουν το δικαίωμα της προσφυγής, συμφώνως προς το άρθρ. 30.
Άρθρ.41. Εάν η Δύναμις εις την εξουσίαν της οποίας ευρίσκονται τα προστατευόμενα πρόσωπα θεωρεί ανεπαρκή τα άλλα μέτρα έλεγχου τα αναφερόμενα εις την παρούσαν Συνθήκην, τα αυστηρότερα μέτρα ελέγχου εις τα οποία θα δύναται να καταφύγη είναι ο καθορισμός υποχρεωτικής κατοικίας ή ο περιορισμός συμφώνως προς τας διατάξεις των άρθρ. 42 και 43.
Όταν εφαρμόζει τας διατάξεις του δευτέρου εδαφίου του άρθρ. 39 εις τας περιπτώσεις των προσώπων τα οποία υπεχρεώθησαν να εγκαταλείψουν τον συνήθη τόπον διαμονής των δυνάμει αποφάσεως, ήτις τους περιορίζει εις υποχρεωτικήν διαμονήν εις άλλον τόπον, η κατακρατούσα Δύναμις θα συμμορφούται όσον το δυνατόν επακριβέστερον με τους κανόνας τους σχετικούς προς την μεταχείρισιν των εγκλείστων (Τμήμα IV, Τίτλος III της παρούσης Συνθήκης).
Άρθρ.42. Ο περιορισμός ή η υποχρεωτική διαμονή των προστατευομένων προσώπων θα διατάσσωνται μόνον εάν η ασφάλεια της Δυνάμεως εις την εξουσίαν της οποίας ευρίσκονται καθιστά τα μέτρα ταύτα απολύτως αναγκαία.
Εάν πρόσωπόν τι ζητήση, μέσω των αντιπροσώπων της προστάτιδος Δυνάμεως, τον εθελούσιον περιορισμόν του και αν η περίπτωσίς του το απαιτή, η Δύναμις εις την εξουσίαν της οποίας ευρίσκεται θα λάβη το ως άνω μέτρον.
Άρθρ.43. Παν προστατευόμενον πρόσωπον το οποίον θα έχη τεθή υπό περιορισμόν ή εις το οποίον έχει ορισθή υποχρεωτική διαμονή θα έχη το δικαίωμα να ζητήση όπως δικαστήριον ή αρμόδιον διοικητικόν σώμα, δημιουργηθησόμενον προς τον σκοπόν τούτον υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως, αναθεωρήση όσον το δυνατόν ταχύτερον την ληφθείσαν περί αυτού απόφασιν ταύτην. Εάν ο περιορισμός ή ο καθορισμός υποχρεωτικής διαμονής διατηρηθή το δικαστήριον ή το διοικητικόν σώμα θα προβή περιοδικώς, και τουλάχιστον δις του έτους εις την εξέτασιν της περιπτώσεως του προσώπου τούτου προς τον σκοπόν όπως τροποποιήση υπέρ αυτού την αρχικήν απόφασιν εάν το επιτρέπουν αι περιστάσεις.
Πλην της περιπτώσεως καθ' ην τα ενδιαφερόμενα προστατευόμενα πρόσωπα αντιτίθενται εις τούτο, η κατακρατούσα Δύναμις θα φέρη όσον το δυνατόν ταχύτερον, εις γνώσιν της προστάτιδος Δυνάμεως τα ονόματα των προστατευομένων προσώπων τα οποία ετέθησαν υπό περιορισμόν ή εις υποχρεωτικήν διαμονήν.
Υπό την αυτήν επιφύλαξιν, αι αποφάσεις των δικαστηρίων ή των σωμάτων, άτινα μνημονεύονται εις το πρώτον εδάφιον του παρόντος άρθρου θα κοινοποιώνται επίσης όσον το δυνατόν ταχύτερον εις την Προστάτιδα Δύναμιν.
Άρθρ.44. Κατά την λήψιν των υπό της παρούσης συμβάσεως προβλεπομένων μέτρων ελέγχου η κατακρατούσα Δύναμις δεν θα μεταχειρίζηται ως εχθρικούς ξένους αποκλειστικώς επί τη βάσει της κατά Νόμον εξαρτήσεώς των από εχθρικόν Κράτος, τους πρόσφυγας οίτινες δεν απολαμβάνουν εις την πραγματικότητα της προστασίας οιασδήποτε κυβερνήσεως.
Άρθρ.45. Τα προστατευόμενα πρόσωπα δεν θα δύνανται να παραδοθούν εις Δύναμιν μη μέλος της Συμβάσεως.
Η διάταξις αύτη δεν δύναται να αποτελέση εμπόδιον εις τον επαναπατρισμόν των προστατευομένων προσώπων ή εις την επιστροφήν των εις την χώραν της διαμονής των μετά το πέρας των εχθροπραξιών.
Τα προστατευόμενα πρόσωπα δύνανται να παραδοθούν υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως εις Δύναμιν μέλος της Συμβάσεως μόνον αφ' ου η κατακρατούσα Δύναμις διαπιστώση ότι η εν λόγω Δύναμις επιθυμεί και είναι εις θέσιν να εφαρμόση την Σύμβασιν. Όταν τα προστατευόμενα πρόσωπα ούτω παραδίδονται, η ευθύνη της εφαρμογής της Συνθήκης βαρύνη την Δύναμιν ήτις εδέχθη να τους φιλοξενήση κατά την περίοδον καθ' ην παραμένουν εμπεπιστευμένα εις αυτήν. Ουχ ήττον, εις περίπτωσιν καθ' ην η Δύναμις αύτη δεν εφήρμοζε τας διατάξεις της Συνθήκης, επί τινος σημαντικού σημείου, η Δύναμις υπό της οποίας παρεδόθησαν τα προστατευόμενα πρόσωπα οφείλει, βάσει ειδοποιήσεως της προστάτιδος Δυνάμεως να λάβη αποτελεσματικά μέτρα δια την επανόρθωσιν της καταστάσεως ή να ζητήση όπως τα προστατευόμενα πρόσωπα επιστραφούν εις αυτήν.
Η τοιαύτη αίτησις πρέπει να γίνη δεκτή.
Προστατευόμενον πρόσωπον εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να μεταφερθή εις χώραν όπου φοβείται διωγμούς λόγω των πολιτικών ή θρησκευτικών του πεποιθήσεων.
Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζουν την έκδοσιν βάσει συμβάσεων περί εκδόσεως συναφθεισών προ των εχθροπραξιών, προστατευό-μενων προσώπων κατηγορουμένων δι' εγκλήματα κοινού δικαίου.
Άρθρ.46. Εν ω μέτρω δεν θα έχουν προηγουμένως καταργηθή τα ληφθέντα δια τα προστατευόμενα πρόσωπα περιοριστικά μέτρα, ταύτα θα λήξουν όσον το δυνατόν ταχύτερον μετά την λήξιν των εχθροπραξιών.
Τα ληφθέντα περί της περιουσίας των περιοριστικά μέτρα θα λήξουν όσον το δυνατόν ταχύτερον μετά την λήξιν των εχθροπραξιών, συμφώνως προς την νομοθεσίαν της κατακρατούσης Δυνάμεως.

ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ - Κατεχόμενα Εδάφη[Επεξεργασία]

Άρθρ.47. Τα προστατευόμενα πρόσωπα άτινα ευρίσκονται επί κατεχομένου εδάφους εν ουδεμιά περιπτώσει και επ' ουδενί λόγω θα στερηθούν του ευεργετήματος της παρούσης Συμβάσεως ούτε λόγω οιασδήποτε επελθούσης αλλαγής συνεπεία της κατοχής εις τους θεσμούς ή την κυβέρνησιν του εν λόγω εδάφους, ούτε κατόπιν συναφθείσης συμφωνίας μεταξύ των αρχών του κατεχομένου εδάφους και της κατεχούσης Δυνάμεως, ούτε λόγω της προσαρτήσεως υπό της τελευταίας ταύτης μέρους ή ολοκλήρου του κατεχομένου εδάφους.
Άρθρ.48. Τα προστατευόμενα πρόσωπα άτινα δεν είναι υπήκοοι της Δυνάμεως της οποίας κατέχεται το έδαφος, δύνανται να επικαλεσθούν το δικαίωμα να εγκαταλείψουν το έδαφος συμφώνως προς τους εις το άρθρ. 35 προβλεπομένους όρους, αι δε σχετικαί αποφάσεις θα λαμβάνωνται συμφώνως προς την διαδικασίαν την οποίαν η κατέχουσα δύναμις έχει υποχρέωσιν να θεσπίση συμφώνως προς το ως άνω άρθρον.
Άρθρ.49. Αι υποχρεωτικαί ατομικαί ή ομαδικαί μεταφοραί ως και η εξορία προστατευομένων προσώπων έξω του κατεχομένου εδάφους προς το έδαφος της κατεχούσης Δυνάμεως ή προς το έδαφος οιουδήποτε άλλου Κράτους, κατεχομένου ή μη απαγορεύονται οιαδήποτε και αν είναι η αιτίαν των.
Ουχ ήττον η κατέχουσα Δύναμις θα δύναται να προβή εις την ολοκληρωτικήν ή την μερικήν εκκένωσιν μιας ωρισμένης κατεχομένης περιοχής εάν η ασφάλεια του πληθυσμού ή επιτακτικοί στρατιωτικοί λόγοι το απαιτούν. Αι εκκενώσεις δεν δύνανται να συνεπαγάγουν την μετακίνησιν των προστατευομένων προσώπων ει μη μόνον εις το εσωτερικόν του κατεχομένου εδάφους, πλην της περιπτώσεως υλικής αδυναμίας. Ο ούτω εκκενωθείς πληθυσμός θα επαναφέρηται εις τας εστίας του ευθύς ως λήξουν αι εχθροπραξίαι εις τον τομέα τούτον.
Η κατέχουσα Δύναμις ενεργούσα τας μεταφοράς ή τας εκκενώσεις ταύτας, πρέπει να μεριμνήση εν όλω τω μέτρω του δυνατού ίνα τα προστατευόμενα πρόσωπα εγκατασταθούν εις ευπρεπή καταλύματα, ίνα αι μετακινήσεις γίνουν υπό ικανοποιητικάς συνθήκας καθαριότητος υγιεινής ασφαλείας και τροφής και ίνα τα μέλη της αυτής οικογενείας μη χωρισθούν απ' αλλήλων.
Η προστάτις Δύναμις θα λαμβάνη γνώσιν των μεταφορών και εκεννώσεων ευθύς ως αύται λάβουν χώραν.
Η κατέχουσα δύναμις δεν θα δύναται να κρατήση τα προστατευόμενα πρόσωπα εις περιοχήν ιδιαιτέρως εκτεθειμένην εις τους κίνδυνους του πολέμου, εκτός αν η ασφάλεια του πληθυσμού ή επιτακτικαί στρατιωτικαί ανάγκαι το απαιτούν.
Η κατέχουσα Δύναμις δεν θα δύναται να εξορίση ή να μεταφέρη μέρος του ιδικού της αμάχου πληθυσμού εις το κατεχόμενον υπ' αυτής έδαφος.
Άρθρ.50. Η κατέχουσα Δύναμις θα διευκολύνη τη συνεργασία των εθνικών και τοπικών αρχών, την καλήν λειτουργίαν των ι-δρυμάτων των αφιερωμένων εις την περιποίησιν και την εκπαίδευσιν των παίδων.
Θα λάβη όλα τα αναγκαία μέτρα όπως διευκολύνη την αναγνώρισιν της ταυτότητός των. Εν ουδεμιά περιπτώσει θα δύναται να προβή εις αλλοίωσιν της προσωπικής των καταστάσεως ούτε να τους εντάξη εις σχηματισμούς ή οργανώσεις εξαρτωμένας απ' αυτήν.
Εάν τα τοπικά ιδρύματα είναι ανεπαρκή, η κατέχουσα Δύναμις οφείλει να λάβη μέτρα δια να εξασφαλίση την συντήρησιν και την εκπαίδευσιν ει δυνατόν δια προσώπων της εθνικότητός των της γλώσσης των και της θρησκείας των, των ορφανών παίδων ή των αποχωρισθέντων από τους γονείς των λόγω του πολέμου, εφ' όσον δεν θα υπήρχε στενός συγγενής ή φίλος, όστις θα ηδύνατο να μεριμνήση σχετικώς.
Εις ειδικόν τμήμα του ιδρυθησομένου δυνάμει του άρθρ. 136 γραφείου θα ανατεθή να λάβη όλα τα αναγκαία μέτρα προς εξακρίβωσιν της οικογενειακής καταστάσεως των παίδων των οποίων η ταυτότης είναι αμφίβολος. Αι υπάρχουσαι πληροφορίαι περί του πατρός και της μητρός των ή περί άλλων στενών συγγενών θα καταγραφούν εκεί.
Η κατέχουσα Δύναμις δεν πρέπει να εμποδίση την εφαρμογήν των μέτρων προτιμήσεως άτινα θα είχον ενδεχομένως θεσπισθή, προ της κατοχής, υπέρ των παίδων κάτω των δέκα πέντε ετών, υπέρ των εγκύων γυναικών και μητέρων παίδων κάτω των επτά ετών, όσον αφορά την τροφήν, τας ιατρικάς περιποιήσεις και την προστασίαν εναντίον των συνεπειών του πολέμου.
Άρθρ.51. Η κατέχουσα Δύναμις δεν θα δύναται να υποχρεώση τα προστατευόμενα πρόσωπα να υπηρετήσουν εις τας ενόπλους ή βοηθητικάς της δυνάμεις. Απαγορεύεται οιαδήποτε πίεσις ή προπαγάνδα τείνουσα εις την διενέργειαν εθελοντικών κατατάξεων.
Δεν δύναται να υποχρεώνη εις εργασίαν προστατευόμενα πρόσωπα εκτός αν είναι ηλικίας άνω των δεκαοκτώ ετών. Δεν θα πρόκειται δε πάντως παρά μόνον δι' εργασίας σχετικάς με τας ανάγκας του στρατού κατοχής ή δια τας υπηρεσίας δημοσίου ενδιαφέροντος δια την τροφοδοσίαν, την κατοικίαν, τον ιματισμόν, τας μεταφοράς ή την υγείαν της κατεχομένης χώρας. Δεν θα υποχρεώνται τα προστατευόμενα πρόσωπα εις οιανδήποτε εργασίαν ήτις θα τους υπεχρέωνε να συμμετάσχουν εις στρατιωτικάς επιχειρήσεις. Η κατέχουσα Δύναμις δεν δύναται να υποχρεώση τα προστατευόμενα πρόσωπα να αναλάβουν δια της βίας την ασφάλειαν των εγκαταστάσεων όπου εκτελούν υποχρεωτικήν εργασίαν.
Η εργασία θα γίνηται μόνον εντός του κατεχομένου εδάφους όπου τα περί ων πρόκειται πρόσωπα ευρίσκονται. Έκαστον προσκαλούμενον εις εργασίαν πρόσωπον θα διατηρήται κατά το δυνατόν εις τον συνήθη τόπον εργασίας του. Η εργασία θα ανταμείβηται δικαίως και θα είναι ανάλογος προς τας σωματικάς και διανοητικάς ικανότητας των εργαζομένων. Η ισχύουσα εις την κατεχομένην χώραν νομοθεσία σχετικώς προς τους όρους εργασίας και τα μέτρα προστασίας, ειδικώς όσον αφορά τον μισθόν, την διάρκειαν της εργασίας, τον εφοδιασμόν εις εργαλεία την προκαταρτικήν εκπαίδευσιν και την επανόρθωσιν των εργατικών ατυχημάτων, θα εφαρμόζηται δια τα προστατευόμενα πρόσωπα τα υποβληβησόμενα εις τας εργασίας, αίτινες αναφέρονται εις το παρόν άρθρον.
Εν ουδεμιά περιπτώσει, η αναγκαστική πρόσκλησις προς εργασίαν δύναται να καταλήξη εις επιστράτευσιν εργατών, οίτινες να τεθούν υπό καθεστώς στρατιωτικόν ή ημιστριατωτικόν.
Άρθρ.52. Ουδέν συμβόλαιον, συμφωνία ή κανονισμός δύναται να θίξη το δικαίωμα παντός εργάτου εθελοντού ή μη οπουδήποτε και αν ευρίσκηται όπως απευθύνηται προς τους αντιπροσώπους της προστάτιδος Δυνάμεως δια να ζητήση την επέμβασίν της.
Απαγορεύεται οιονδήποτε μέτρον τείνον να προκαλέση ανεργίαν, ή να περιορίση τας δυνατότητας εργασίας δια τους εργάτας κατεχομένης χώρας προς τον σκοπόν όπως προτραπούν να εργασθούν δια λογαριασμόν της κατεχούσης χώρας.
Άρθρ.53. Απαγορεύεται εις την κατέχουσαν Δύναμιν να καταστρέψη την κινητήν ή ακίνητον περιουσίαν την ανήκουσαν ατομικώς ή ομαδικώς εις ιδιώτας, εις το Κράτος ή πρόσωπα δημοσίου δίκαιου, εις κοινωνικάς ή εις συνεργατικάς οργανώσεις, εκτός των περιπτώσεων όπου αι καταστροφαί αύται θα καθίσταντο απολύτως αναγκαίαι λόγω των στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Άρθρ.54. Απαγορεύεται εις την κατέχουσαν Δύναμιν να μεταβάλη την κατάστασιν των Δημοσίων Υπαλλήλων ή των δικαστών του κατεχομένου εδά-φους ή να επιβάλη κατ’ αυτών κυρώσεις ή οιαδήποτε μέτρα εξαναγκασμού ή διακρίσεως διότι θα απείχον ούτοι από τα καθήκοντά των δια λόγους συνειδήσεως.
Η τελευταία αυτή απαγόρευσις δεν εμποδίζει την εφαρμογήν του δευτέρου εδαφίου του άρθρ. 51. Δεν θίγει το δικαίωμα της κατεχούσης Δυνάμεως να απομακρύνη εκ των καθηκόντων των τους κατόχους δημοσίων θέσεων.
Άρθρ.55. Η κατέχουσα Δύναμις έχει καθήκον, εν ω μέτρω επιτρέπουν τα μέσα της να εξασφάλιση τον εφοδιασμόν του πληθυσμού εις τρόφιμα και ιατρικά. Ειδικώς, οφείλει να εισαγάγη τα τρόφιμα, τα ιατρικά είδη και παν άλλο αναγκαίον προϊόν όταν οι πόροι του κατεχομένου εδάφους είναι ανεπαρκείς.
Η κατέχουσα Δύναμις δεν δύναται να επιτάξη τρόφιμα, ή είδη ιατρικά υλικά ευρισκόμενα εις το κατεχόμενον έδαφος ει μη μόνον δια τας δυνάμεις και την διοίκησιν κατοχής. Οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψιν τας ανάγκας του αμάχου πληθυσμού. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων άλλων διεθνών συνθηκών, η κατέχουσα Δύναμις οφείλει να λάβη τα αναγκαία μέτρα ώστε πάσα επίταξις ν’ αποζημιούται εις την πραγματικήν της αξίαν.
Αι προστάτιδες Δυνάμεις δύνανται οποτεδήποτε να ελέγξουν χωρίς εμπόδια την κατάστασιν του ανεφοδιασμού εις τρόφιμα και φάρμακα εις τα κατεχόμενα εδάφη υπό την επιφύλαξην των προσωρινών περιορισμών οι οποίοι θα επεβάλλοντο υπό επιτακτικών στρατιωτικών αναγκών.
Άρθρ.56. Εν ω μέτρω το επιτρέπουν τα μέσα της, η κατέχουσα Δύναμις έχει καθήκον να εξασφαλίση και να διατηρήση τη συνεργασία των εθνικών και τοπικών αρχών, τας ιατρικάς και νοσοκομειακάς υπηρεσίας και ιδρύματα, ως επίσης και την υγείαν και δημοσίαν υγιεινήν εις το κατεχόμενον έδαφος, και δη να θεσπίση και εφαρμόση τα αναγκαία προφυλακτικά και προληπτικά μέτρα προς καταπολέμησιν των μεταδοτικών νόσων και επιδημιών. Το υγειονομικόν προσωπικόν πάσης κατηγορίας θα έχη την άδειαν να εκτελέση την αποστολήν του.
Εάν νέα νοσοκομεία δημιουργούνται εις κατεχόμενον έδαφος και αν τα αρμόδια όργανα του κατεχομένου Κράτους δεν ευρίσκωνται πλέον εν υπηρεσία, αι αρχαί κατοχής θα προβούν αν παραστή ανάγκη εις την υπό του άρθρ. 18 προβλεπομένην αναγνώρισιν. Εις παρομοίας περιστάσεις αι αρχαί κατοχής οφείλουν επίσης να προβούν εις την αναγνώρισιν του προσωπικού των νοσοκομείων και των μεταφορικών οχημάτων, δυνάμει των διατάξεων των άρθρ. 20 και 21.
Η κατέχουσα Δύναμις, όταν θεσπίζη μέτρα υγιεινής και μεριμνά δια την εφαρμογήν των θα λαμβάνη υπ’ όψιν τας ηθικάς απαιτήσεις και συνηθείας του πληθυσμού του κατεχομένου εδάφους.
Άρθρ.57. Η κατέχουσα Δύναμις δεν δύναται να επιτάξη τα πολιτικά νοσοκομεία ειμή μόνον προσωρινώς και εν περιπτώσει επειγούσης ανάγκης δια την νοσηλείαν των στρατιωτικών τραυματιών και ασθενών και υπό τον όρον ότι θα ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα εν ευθέτω χρόνω προς εξασφάλισιν της νοσηλείας και θεραπείας των εν νοσοκομείοις νοσηλευτών, και εξασφάλισιν των αναγκών του αμάχου πληθυσμού.
Το υλικόν και αι παρακαταθήκαι των πολιτικών νοσοκομείων δεν δύνανται να επιταχθούν, εν όσω είναι αναγκαίαι δια τον άμαχον πληθυσμόν.
Άρθρ.58. Η κατέχουσα Δύναμις θα επιτρέπη εις τους ιερείς των διαφορών θρησκευμάτων να παρέχουν πνευματικήν αρωγήν εις τους ομοθρήσκους των.
Θα δέχηται επίσης τας αποστολάς βιβλίων και άλλων αντικειμένων ανταποκρινομένων εις θρησκευτικάς ανάγκας και θα διευκολύνη την διανομήν των εντός του κατεχομένου εδάφους.
Άρθρ.59. Όταν ο πληθυσμός κατεχομένου εδάφους ή μέρος τούτου τροφοδοτείται ανεπαρκώς, η κατέχουσα Δύναμις θα δέχηται τας υπέρ του πληθυσμού τούτου βοηθητικάς ενεργείας και θα τας διευκολύνη εν όλω τω μέτρω των δυνάμεών της.
Αι ενέργειαι αύται αίτινες θα δύνανται να αναλαμβάνωνται είτε υπό Κρατών, είτε υπό αμερολήπτου ανθρωπιστικού οργανισμού, όπως η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, θα συνίστανται ειδικώτερον εις αποστολάς τροφίμων, υγειονομικού υλικού και ιματισμού. Άπαντα τα συμβαλλόμενα Κράτη οφείλουν να επιτρέπουν την ελευθέραν διέλευσιν των αποστολών τούτων και να εξασφαλίζουν την προστασίαν των.
Δύναμις επιτρέπουσα την ελευθέραν διέλευσιν αποστολών προοριζομένων δι’ έδαφος κατεχόμενον υπό εχθρικού προς αυτήν Μέρους θα έχη εν τούτοις το δικαίωμα να ελέγχη τας αποστολάς, να κανονίζη τα της διελεύσεώς των συμφώνως προς καθωρισμένα δρομολόγια, και να ζητή ικανοποιητικήν διαβεβαίωσιν εκ μέρους της Προστάτιδος Δυνάμεως ότι αι αποστολαί αύται προορίζονται δια την ανακούφισιν πληθυσμού ευρισκομένου εις ανάγκην, και δεν χρησιμοποιούνται προς όφελος της κατεχούσης Δυνάμεως.
Άρθρ.60. Αι αποστολαί βοηθημάτων ουδαμώς αποδεσμεύουν την κατέχουσαν Δύναμιν από τας ευθύνας ας επιβάλλουν αυτή τα άρθρ. 55, 56 και 59. Δεν θα δύναται επ’ ουδενί λόγω να μεταβάλη τον προορισμόν των αποστολών βοηθημάτων, εκτός εις την περίπτωσιν επειγούσης ανάγκης, προς το συμφέρον του πληθυσμού του κατεχομένου εδάφους και τη συναινέσει της Προστάτιδος Δυνάμεως.
Άρθρ.61. Η διανομή των αποστολών βοηθημάτων των αναφερομένων εις τα προηγούμενα άρθρα θα γίνηται τη συνεργασία και υπό τον έλεγχον της προστάτιδος Δυνάμεως. Τα καθήκοντα ταύτα θα δύνανται επίσης να ανατεθούν, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της κατεχούσης Δυνάμεως και της Προστάτιδος Δυνάμεως, εις ουδέτερον Κράτος, εις την Διεθνή Επιτροπήν του Ερυθρού Σταυρού ή εις οιονδήποτε άλλον αμερόληπτον ανθρωπιστικόν οργανισμόν.
Αι αποστολαί αύται θα είναι απηλλαγμέναι παντός δασμού, τέλους ή φόρου εις το κατεχόμενον έδαφος εκτός αν τούτο είναι αναγκαίον προς το συμφέρον της οικονομίας του εδάφους. Η κατέχουσα Δύναμις θα πρέπει να διευκολύνει την ταχείαν διανομήν των αποστολών τούτων.
Άπαντα τα συμβαλλόμενα Μέρη θα προσπαθήσουν να επιτρέψουν την δωρεάν διαμετακόμισιν και την μεταφοράν των βοηθημάτων τούτων των προοριζομένων δια τα κατεχόμενα εδάφη.
Άρθρ.62. Υπό την επιφύλαξιν των επιτακτικών αναγκών ασφαλείας, τα προστατευόμενα πρόσωπα άτινα ευρίσκονται εις το κατεχόμενον έδαφος, δύνανται να λαμβάνουν τας ατομικάς αποστολάς βοηθημάτων, αίτινες θ’ απευθύνωνται προς αυτά.
Άρθρ.63. Υπό την επιφύλαξιν των προσωρινών και έκτακτων μέτρων άτινα ήθελον εξαιρετικώς επιβληθή συνεπεία επιτακτικών αναγκών ασφαλείας της κατεχομένης Δυνάμεως:
α)Αι ανεγνωρισμέναι εθνικαί Εταιρείαι του Ερυθρού Σταυρού (της Ερυθράς Ημισελήνου, του Ερυθρού Λέοντος και Ήλιου) θα δύνανται να εξακολουθήσουν την σύμφωνον προς τας αρχάς του Ερυθρού Σταυρού δράσιν των ως αύτη καθωρίσθη υπό των διεθνών διασκέψεων του Ερυθρού Σταυρού. Αι άλλαι εταιρείαι περιθάλψεως πρέπει επίσης ν’ αφεθούν να εξακολουθήσουν την ανθρωπιστικήν των δράσιν υπό αναλόγους όρους.
β)Η κατέχουσα Δύναμις ουδεμίαν δύναται να απαιτήση ως προς το προσωπικόν και την διάρθρωσιν των εταιρειών τούτων αλλαγήν ήτις θα ηδύνατο να ζημιώση την ως άνω δράσιν.
Αι αυταί αρχαί θα ισχύουν δια την δράσιν και το προσωπικόν των ειδικών οργανισμών μη στρατιωτικού χαρακτήρος ήδη υπαρχόντων ή μη μελλόντων να δημιουργηθούν προς εξασφάλισιν των όρων διαβιώσεως του αμάχου πληθυσμού δια της διατηρήσεως των απαραιτήτων υπηρεσιών δημοσίας ωφελείας, δια της διανομής βοηθημάτων και της οργανώσεως ναυαγοσωστικής υπηρεσίας.
Άρθρ.64. Ή ποινική νομοθεσία του κατεχομένου εδάφους θα παραμένη εν ισχύϊ, πλην του μέτρου καθ’ ο επιτρέπεται ν’ ακυρωθή ή ν’ ανασταλή υπό της κατεχούσης Δυνάμεως εάν η νομοθεσία αύτη αποτελή απειλήν δια την ασφάλειαν της εν λόγω Δυνάμεως ή εμπόδιον εις την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως. Υπό την επιφύλαξιν του ως άνω περιορισμού και της ανάγκης της εξασφαλίσεως της αποτελεσματικής απονομής της δικαιοσύνης τα δικαστήρια του κατεχομένου εδάφους θα εξακολουθούν να λειτουργούν δια πάσαν υπό της νομοθεσίας ταύτης προβλεπομένην παράβασιν.
Ουχ’ ήττον η κατέχουσα Δύναμις θα δύναται να υποβάλη τον πληθυσμόν του κατεχομένου εδάφους εις διατάξεις απαραιτήτους δια να αποβή δυνατή η εκτέλεσις των υποχρεώσεών της των απορρεουσών εκ της παρούσης Συμβάσεως και δια να εξασφαλισθή η κανονική διοίκησις της περιοχής ως και η ασφάλεια τόσον της κατεχούσης Δυνάμεως όσον και των μελών και των ιδιοκτησιών των δυνάμεων ή της διοικήσεως κατοχής ως επίσης και των εγκαταστάσεων και των γραμμών συγκοινωνίας αίτινες χρησιμοποιούνται υπ’ αυτής.
Άρθρ.65. Αι θεσπισθείσαι υπό της κατεχούσης Δυνάμεως ποινικαί διατάξεις θα τίθενται εν ισχύϊ μόνον αφ’ ου δημοσιευθούν και λάβη γνώσιν αυτών ο πληθυσμός εις την γλώσσαν του, δεν θα δύνανται δε να έχουν αναδρομικήν ισχύν.
Άρθρ.66. Η κατέχουσα Δύναμις δύναται εις περίπτωσιν παραβάσεως των υπ’ αυτής, δυνάμει του δευτέρου εδαφίου του άρθρ. 64, εκδοθεισών ποινικών διατάξεων να παραπέμψη τους κατηγορουμένους εις στρατιωτικά δικαστήρια, μη πολιτικού χαρακτήρος και κανονικώς συγκροτηθέντα υπό τον όρον ότι ταύτα εδρεύουν εις το κατεχόμενον έδαφος. Τα δευτεροβάθμια τοιαύτα δικαστήρια θα εδρεύουν κατά προτίμησιν εις την κατεχομένην χώραν.
Άρθρ.67. Τα δικαστήρια δεν δύνανται να εφαρμόσουν ει μη μόνον νομίμους διατάξεις προγενεστέρας της παραβάσεως και συμφώνους προς τας γενικάς αρχάς του δικαίου, και δη όσον αφορά την αρχήν της αναλογίας των ποινών προς το αδίκημα. Δέον να λάβουν υπ’ όψιν το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος δεν είναι υπήκοος της κατεχούσης Δυνάμεως.
Άρθρ.68. Όταν προστατευόμενον πρόσωπον προβή εις παράβασιν με μόνον σκοπόν να ζημιώση την κατέχουσαν Δύναμιν, αλλ’ η παράβασις αύτη δεν αποτελεί απόπειραν εναντίον της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητος των μελών των δυνάμεων ή της διοικήσεως κατοχής, δεν δημιουργεί σοβαρόν ομαδικόν κίνδυνον και δεν ζημιοί σοβαρώς την ιδιοκτησίαν των δυνάμεων ή της διοικήσεως κατοχής ή τας εγκαταστάσεις τας χρησιμοποιουμένας υπ’ αυτών, το πρόσωπον τούτο υπόκειται εις περιορισμόν ή εις απλήν φυλάκισιν. Εννοείται δε ότι η διάρκεια του περιορισμού ή της φυλακίσεως ταύτης θα είναι ανάλογος προς την διαπραχθείσαν παράβασιν. Επί πλέον, ο περιορισμός ή η φυλάκισις θα είναι δια τοιαύτας παραβάσεις, το μόνον στερητικόν της ελευθερίας μέτρον το οποίον θα δύναται να ληφθή έναντι των προστατευομένων προσώπων. Τα προβλεπόμενα εις το άρθρ. 66 της παρούσης Συμβάσεως Δικαστήρια θα δύνανται ελευθέρως να μεταφέρουν την ποινήν φυλακίσεως εις μέτρον περιορισμού ίσης διαρκείας.
Αι εκδοθησόμεναι υπό της κατεχούσης Δυνάμεως συμφώνως προς τα άρθρ. 64 και 65 ποινικαί διατάξεις δεν δύνανται να προβλέψουν ποινήν θανάτου δια τα προστατευόμενα πρόσωπα πλην της περιπτώσεως καθ’ ην ταύτα είναι ένοχα κατασκοπείας, σοβαρών πράξεων δολιοφθοράς κατά στρατιωτικών εγκαταστάσεων της κατεχούσης Δυνάμεως ή σκοπίμων παραβάσεων, αίτινες προκάλεσαν τον θάνατον ενός ή πλειόνων προσώπων υπό τον όρον ότι η νομοθεσία του κατεχομένου εδάφους εν ισχύϊ προ της αρχής της κατοχής προβλέπει την θανατικήν ποινήν δια τοιαύτας περιπτώσεις.
Δεν δύναται να απαγγελθή ποινή θανάτου κατά προστατευομένου προσώπου ειμή μόνον αφ’ ου επιστηθή ιδιαιτέρως η προσοχή του δικαστηρίου επί του γεγονότος ότι ο κατηγορούμενος δεν είναι υπήκοος της κατεχούσης Δυνάμεως και ουδεμίαν υποχρέωσιν πίστεως υπέχει έναντι αυτής.
Εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να επιβληθή η ποινή του θανάτου εις προστατευόμενον πρόσωπον άγον ηλικίαν κάτω των δεκαοκτώ ετών, κατά τον χρόνον της παραβάσεως.
Άρθρ.69. Εν πάση περιπτώσει η διάρκεια της προφυλακίσεως θα εκπίπτεται εκ πάσης ποινής φυλακίσεως εις την οποίαν θα ηδύνατο να καταδικασθή προστατευόμενον πρόσωπον.
Άρθρ.70. Τα προστατευόμενα πρόσωπα δεν θα συλλαμβάνωνται, δεν θα διώκωνται και δεν θα καταδικάζωνται υπό της κατεχούσης Δυνάμεως δια πράξεις διαπραχθείσας ή δια γνώμας εκφρασθείσας προ της κατοχής ή κατά προσωρινήν διακοπήν ταύτης εξαιρέσει των παραβάσεων των Νόμων και των εθίμων του πολέμου.
Οι υπήκοοι της κατεχούσης Δυνάμεως, οίτινες προ της αρχής της συρράξεως θα έχουν καταφύγη εις το κατεχόμενον έδαφος δεν δύνανται να συλληφθούν, να καταδιωχθούν να καταδικασθούν και να απελαθούν έξω του κατεχομένου εδάφους παρά μόνον δια παραβάσεις διαπραχθείσας μετά την έναρξιν των εχθροπραξιών ή δι’ αδίκημα κοινού δίκαιου το οποίον διεπράχθη προ της ενάρξεως των εχθροπραξιών και το οποίον συμφώνως προς τους Νόμους του Κράτους του οποίου κατέχεται το έδαφος θα είχε δικαιολογήσει την έκδοσιν εν καιρώ ειρήνης.
Άρθρ.71. Τα αρμόδια δικαστήρια της κατεχούσης Δυνάμεως ουδεμίαν δύνανται να απαγγείλουν καταδίκην εάν δεν έχη προηγηθή αυτής κανονική δίκη.
Πας κατηγορούμενος διωκόμενος υπό της κατεχούσης Δυνάμεως θα λαμβάνη γνώσιν χωρίς καθυστέρησιν, δι’ εγγράφου εις γλώσσαν την οποίαν εννοεί των λεπτομερειών της εναντίον του κατηγο-ρίας και θα διεκπεραιούται η υπόθεσίς του όσον το δυνατόν ταχύτερον. Η Προστάτις Δύναμις θα λαμ-βάνη γνώσιν πάσης διώξεως την οποίαν θα έχη κινήσει η κατέχουσα Δύναμις εναντίον των προστα-τευομένων προσώπων όταν η κατηγορία δύναται να επιφέρη θανατικήν καταδίκην ή ποινήν φυλακίσεως δύο ή περισσοτέρων ετών. Θα δύναται οποτεδήποτε να λάβη πληροφορίας περί του σημείου εις ο ευρί-σκεται η διαδικασία. Επί πλέον η Προστάτις Δύνα-μις θα έχη το δικαίωμα να λάβη τη αιτήσει της, πάσαν πληροφορίαν σχετικώς με τας διαδικασίας ταύτας, ως και περί πάσης άλλης διώξεως προστατευομένων προσώπων υπό της κατεχούσης Δυνάμεως.
Η κοινοποίησις εις την Προστάτιδα Δύναμιν, ως αύτη προβλέπεται εις το δεύτερον εδάφιον του παρόντος άρθρου οφείλει να γίνηται αμέσως και να περιέρχηται εν πάση περιπτώσει εις την Προστάτιδα Δύναμιν τρεις εβδομάδας προ της ημερομηνίας της πρώτης επ’ ακροατηρίω συνεδριάσεως του Δικαστηρίου. Εάν κατά την έναρξιν της δίκης δεν προσκομισθή η απόδειξις ότι αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εγένοντο πλήρως σεβασταί, η δίκη δεν δύναται να λάβη χώραν. Η κοινοποίησις θα πρέπει να περιλαμβάνη ειδικώς τα κάτωθι στοιχεία:
α)Ταυτότητα του κατηγορουμένου.
β)Τόπον διαμονής ή φυλακίσεως.
γ)Καθορισμόν της κατηγορίας ή των κατηγοριών με μνείαν των ποινικών διατάξεων επί των οποίων βασίζονται.
δ)Καθορισμόν του Δικαστηρίου το οποίον θα δικάση την υπόθεσιν.
ε)Τόπον και ημερομηνίαν της πρώτης συνεδριάσεως.
Άρθρ.72. Πας κατηγορούμενος θα έχη το δικαίωμα να προσκομίση τας αναγκαίας δια την υπεράσπισίν του αποδείξεις και δη να κλητεύη μάρτυρας.
Θα δικαιούται εις την συνδρομήν ανεγνωρισμένου δικηγόρου της εκλογής του όστις θα δύναται να τον επισκέπτηται ελευθέρως και εις τον οποίον θα δοθή πάσα αναγκαία διευκόλυνσις δια να ετοιμάση την υπεράσπισιν.
Εάν ο κατηγορούμενος δεν εξέλεξεν συνήγορον η Προστάτις Δύναμις θα του προμηθεύση δικηγόρον.
Εάν ο κατηγορούμενος έχει ν’ αντιμετωπίση σοβαράν κατηγορίαν και εάν δεν υπάρχη προστάτις Δύναμις η κατέχουσα Δύναμις οφείλει υπό την αίρεσιν της συγκαταθέσεως του κατηγορουμένου, να τω προμηθεύση δικηγόρον.
Διερμηνεύς θα παρίσταται τόσον, κατά την ανάκρισιν όσον και κατά την ακρόασιν του κατηγορουμένου ενώπιον του δικαστηρίου εκτός αν ούτος παραιτηθή ελευθέρως της τοιαύτης αρωγής. Θα δύναται οποτεδήποτε ν’ αποκλείση τον διερμηνέα και να ζητήση την αντικατάστασίν του.
Άρθρ.73. Πας κατάδικος θα έχη το δικαίωμα να χρησιμοποιήση τα ένδικα μέσα άτινα προβλέπονται υπό της νομοθεσίας της εφαρμοζομένης υπό του Δικαστηρίου. Θα λαμβάνη γνώσιν του δικαιώματός του ασκήσεως ενδίκων μέσων, ως και των προθεσμιών εντός των οποίων δύναται να ασκήση ταύτα.
Η ποινική διαδικασία η προβλεπομένη εις το παρόν τμήμα θα εφαρμόζηται κατ’ αναλογίαν και επί των ενδίκων μέσων. Εάν η εφαρμοζομένη υπό του δικαστηρίου νομοθεσία δεν προβλέπει δυνατότητα ασκήσεως ενδίκων μέσων ο κατάδικος θα έχη δι-καίωμα να προσφύγη κατά της δικαστικής αποφάσεως και της καταδίκης εις την αρμοδίαν αρχήν της κατεχούσης Δυνάμεως.
Άρθρ.74. Οι αντιπρόσωποι της προστάτιδος Δυνάμεως θα έχουν το δικαίωμα να παρίστανται εις την συνεδρίασιν παντός δικαστηρίου το οποίον δικάζει προστατευόμενον πρόσωπον, εκτός εάν, εξαιρετικώς, αι συνεδριάσεις δέον να λάβουν χώραν κεκλεισμένων των θυρών δια το συμφέρον της ασφαλείας της κατεχούσης Δυνάμεως. Αύτη θα ειδοποιήση τότε σχετικώς την προστάτιδα Δύναμιν. Κοινοποίησις καθορίζουσα τον τόπον και την ημερομηνίαν της ενάρξεως των συνεδριάσεων δέον να αποστέλληται εις την Προστάτιδα Δύναμιν.
Όλαι αι καταδικαστικαί αποφάσεις θανατικής ποινής ή φυλακίσεως δύο ετών και πλέον θα κοινοποιούνται εις την προστάτιδα Δύναμιν μετά της σχετικής αιτιολογίας και τούτο όσον το δυνατόν ταχύτερον. Θα ποιώνται μνείαν της γενομένης συμφώνως προς το άρθρ. 71, κοινοποιήσεως και εις περίπτωσιν καταδικαστικής αποφάσεως εις στέρησιν ελευθερίας θα περιλαμβάνουν τον τόπον όπου ο κατάδικος θα εκτίση την ποινήν του. Αι άλλαι αποφάσεις θα καταγράφωνται εις τα πρακτικά του δικαστηρίου και θα δύνανται να εξετασθούν υπό των αντιπρόσωπων της προστάτιδος Δυνάμεως. Εις περίπτωσιν καταδίκης εις θάνατον ή εις στέρησιν της ελευθερίας επί δύο ή πλείονα έτη αι προθεσμίαι προσφυγής θ’ αρχίζουν μόνον από της στιγμής όπου η προστάτις Δύναμις θα έχη λάβη κοινοποίησιν της αποφάσεως.
Άρθρ.75. Εν ουδεμιά περιπτώσει τα εις θάνατον καταδικασθέντα πρόσωπα θα στερώνται του δικαιώματος να ζητήσουν χάριν.
Ουδεμία θανατική καταδίκη θα εκτελήται προ της παρελεύσεως προθεσμίας τουλάχιστον εξ μηνών αφ’ ης στιγμής η προστάτις Δύναμις θα έχη λάβη κοινοποίησιν της οριστικής αποφάσεως της επικυρούσης την θανατικήν ταύτην καταδίκην ή της αποφάσεως της απορριπτούσης την χάριν.
Η εξάμηνος αύτη προθεσμία δύναται να συντονισθή εις ωρισμένας συγκεκριμένας περιπτώσεις, όταν λόγω σοβαρών και κρισίμων περιστάσεων η ασφάλεια της κατεχούσης Δυνάμεως ή των ενόπλων δυνάμεών της είναι εκτεθειμένη εις οργανωμένην απειλήν. Η προστάτις Δύναμις θα λαμβάνη πάντοτε κοινοποίησιν της μειώσεως της προθεσμίας και θα έχη πάντοτε την δυνατότητα να προβή εις παραστάσεις προς τας αρμοδίας αρχάς κατοχής εν σχέσει προς τας λόγω θανατικάς καταδίκας.
Άρθρ.76. Τα κατηγορούμενα προστατευόμενα πρόσωπα θα προφυλακίζωνται εντός της κατεχομένης χώρας και, εάν καταδικασθούν, εκεί θα εκτίουν την ποινήν των.
Θα χωρισθούν, ει δυνατόν, των άλλων φυλακισμένων και θα υποβληθούν εις καθεστώς διατροφής και υγιεινής επαρκές ίνα διατηρηθούν εν καλή καταστάσει υγείας, ανταποκρινόμενον τουλάχιστον εις το καθεστώς των φυλακών της κατεχομένης χώρας.
Θα δικαιούνται της ιατρικής περιθάλψεως την οποίαν επιβάλλει η κατάστασις της υγείας των.
Θα έχουν επίσης δικαίωμα να λαμβάνουν την πνευματικήν αρωγήν της οποίας έχουν ανάγκην.
Αι γυναίκες θα στεγάζωνται εις κεχωρισμένα οικήματα και θα είναι υπό την άμεσον επίβλεψιν γυναικών.
Θα ληφθή υπ’ όψιν το προβλεπόμενον υπέρ των ανηλίκων ειδικόν καθεστώς.
Αι σχετικαί με την αναγκαστικήν διαμονήν ή τον περιορισμόν αποφάσεις θα λαμβάνωνται κατόπιν τακτικής διαδικασίας ην η κατέχουσα Δύναμις θα καθορίση συμφώνως προς τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως. Η διαδικασία αύτη οφείλει να προβλέπη το δικαίωμα εφέσεως των ενδιαφερομένων. Θα λαμβάνηται απόφασις επί της εφέσεως ταύτης όσον το δυνατόν συντομώτερον. Αν διατηρηθή η αρχική απόφασις, αύτη θα υπόκειται εις περιοδικήν αναθεώρησιν, ει δυνατόν και εξάμηνον τη φροντίδι ενός αρμοδίου οργανισμού συγκροτηθησομένου υπό της εν λόγω Δυνάμεως.
Τα προστατευόμενα πρόσωπα τα υποβληθέντα εις την αναγκαστικήν διαμονήν και υποχρεωμένα συνεπώς να απομακρυνθούν της κατοικίας των θα απολαμβάνουν άνευ ουδενός περιορισμού των διατάξεων του άρθρ. 39 της παρούσης Συμβάσεως.
Τα κρατούμενα προστατευόμενα πρόσωπα θα δικαιώνται να δέχωνται την επίσκεψιν των εκπροσώπων της προστάτιδος Δυνάμεως και της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 143.
Εξ άλλου, θα έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν τουλάχιστον εν δέμα βοηθείας μηνιαίως.
Άρθρ.77. Τα προστατευόμενα πρόσωπα τα κατηγορούμενα ή καταδικασθέντα υπό των δικαστηρίων του κατεχομένου εδάφους θα παραδίδωνται εις το τέλος της κατοχής με τον φάκελλον ο οποίος τους αφορά εις τας αρχάς του απελευθερωθέντος εδάφους.
Άρθρ.78. Εάν η κατέχουσα Δύναμις θεωρή αναγκαίον δι’ επιτακτικούς λόγους ασφαλείας να λάβη μέτρα ασφαλείας έναντι προστατευομένων προσώπων θα δύναται το πολύ να τοις επιβάλη αναγκαστικήν διαμονήν ή να προβή εις τον περιορισμόν των.

ΤΜΗΜΑ IV - Κανόνες σχετικοί με την μεταχείρισιν των υπό περιορισμόν τελούντων προσώπων[Επεξεργασία]

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι - Γενικοί Κανόνες
Άρθρ.79. Τα εν συρράξει Μέρη δεν θα δύνανται να θέσουν υπό περιορισμόν προστατευόμενα πρόσωπα ειμή μόνον συμφώνως προς τα άρθρ. 41, 42, 43, 68 και 78.
Άρθρ.80. Οι υπό περιορισμόν τελούντες θα διατηρούν τα πλήρη πολιτικά των δικαιώματα και θα εξασκούν ταύτα εν ω μέτρω συμβιβάζονται με τον περιορισμόν των.
Άρθρ.81. Τα εν συρράξει Μέρη άτινα θα εγκλείουν προστατευόμενα πρόσωπα υποχρεούνται να φροντίζουν δωρεάν δια την συντήρησίν των και να χορηγούν επίσης εις αυτά την ιατρικήν περίθαλψιν την οποίαν απαιτεί η υγεία των.
Ουδεμία κράτησις θα γίνη επί των επιδομάτων, μισθών, ή πιστώσεων των εγκλείστων δια την αποπληρωμήν των εν λόγω εξόδων.
Η κατακρατούσα Δύναμις οφείλει να φροντίζη δια την συντήρησιν των προσώπων των εξαρτωμένων εκ των εγκλείστων εάν ταύτα στερούνται επαρκών μέσων διαβιώσεως ή αν είναι ανίκανα να κερδίσουν μόνα των την ζωήν των.
Άρθρ.82. Η κατακρατούσα Δύναμις θα συγκεντρώνη κατά το δυνατόν τους υπό περιορισμόν τελούντας συμφώνως προς την εθνικότητά των, την γλώσσαν των και τα έθιμά των. Οι έγκλειστοι υπήκοοι της αυτής χώρας δεν θα χωρίζωνται δια τον μόνον λόγον ότι έχουν διάφορον γλώσσαν.
Καθ’ όλην την διάρκειαν του περιορισμού των τα μέλη της αυτής οικογενείας, και δη οι γονείς και τα τέκνα των, θα συγκεντρώνωνται εις τον αυτόν τόπον περιορισμού, εξαιρέσει των περιπτώσεων καθ’ ας αι ανάγκαι της εργασίας, λόγοι υγείας, ή η εφαρμογή των εις το κεφάλαιον IX του παρόντος Τμήματος προβλεπομένων διατάξεων καθιστά αναγκαίον τον προσωρινόν χωρισμόν. Οι έγκλειστοι θα δύνανται να ζητήσουν όπως τα τέκνα των, αφεθέντα ελεύθερα άνευ επιβλέψεως συγγενών εγκλεισθούν μετ’ αυτών.
Εν όλω τω μέτρω του δυνατού, τα έγκλειστα μέλη της αυτής οικογενείας θα συγκεντρώνωνται εις τα αυτά οικήματα και θα στεγάζωνται χωριστά από τους άλλους εγκλείστους. Πρέπει επίσης να τοις παρέχωνται αι απαιτούμεναι ευκολίαι δια να διάγουν βίον οικογενειακόν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙ - Τόποι περιορισμού
Άρθρ.83. Η κατακρατούσα Δύναμις δεν δύναται να καθορίση τόπους περιορισμού εις περιοχάς ειδικώς εκτεθειμένας εις τους κινδύνους του πολέμου.
Η κατακρατούσα Δύναμις θα κοινοποιή μέσω των προστάτιδων Δυνάμεων εις τας εχθρικάς Δυνάμεις πάσαν χρήσιμον πληροφορίαν δια την γεωγραφικήν τοποθεσίαν των τόπων περιορισμού.
Οσάκις το επιτρέπουν αι στρατιωτικαί συνθήκαι τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως θα σημειώνωνται με τα γράμματα IC τοποθετημένα εις τρόπον ώστε να φαίνωνται κατά την ημέραν ευδιακρίτως από τον αέρα. Ουχ’ ήττον αι ενδιαφερόμεναι Δυνάμεις θα δύνανται να συμφωνήσουν επί άλλου τρόπου σημάνσεως. Ουδεμία άλλη τοποθεσία πλην των στρατοπέδων συγκεντρώσεως δύναται να επισημανθή κατ’ αυτόν τον τρόπον.
Άρθρ.84. 0ι έγκλειστοι δέον να στεγάζωνται και διαιτώνται κεχωρισμένως από τους αιχμαλώτους πολέμου και από τα πρόσωπα άτινα εστερήθησαν της ελευθερίας των δι’ οιανδήποτε άλλην αιτίαν.
Άρθρ.85. Η κατακρατούσα Δύναμις έχει καθήκον να λάβη όλα τα αναγκαία και δυνατά μέτρα όπως τα προστατευόμενα πρόσωπα, από της αρχής του περιορισμού των, στεγασθούν εις κτίρια ή καταυλισμούς παρέχοντας όλας τας εγγυήσεις υγιεινής και καθαριότητος και εξασφαλίζοντας αποτελεσματικήν προστασίαν εναντίον της δριμύτητος του κλίματος και των συνεπειών του πολέμου. Εν ουδεμιά περιπτώσει, οι τόποι μονίμου περιορισμού θα ευρίσκωνται εις ανθυγιεινάς περιοχάς ή εις περιοχάς το κλίμα των οποίων θα ήτο επιβλαβές δια τους εγκλείστους. Εις όλας τας περιπτώσεις καθ’ ας ήθελον προσωρινώς εγκλεισθή εις ανθυγιεινήν περιοχήν, ή εις περιοχήν της οποίας το κλίμα θα ήτο επιβλαβές δια την υγείαν των τα προστατευόμενα πρόσωπα δέον να μεταφερθούν όσον αι περιστάσεις το επιτρέπουν ταχύτερον εις τόπον περιορισμού όπου δεν υπάρχουν οι κίνδυνοι αυτοί.
Τα οικήματα θα πρέπει να είναι εντελώς προφυλαγμένα από την υγρασίαν με επαρκή θέρμανσιν και φωτισμόν ιδίως μεταξύ του λυκόφωτος και της σβέσεως των φώτων. Οι κοιτώνες θα πρέπει να είναι αρκετά ευρύχωροι κοι ευάεροι, και οι έγκλειστοι θα διαθέτουν κατάλληλον κλινοστρωμνήν και επαρκή σκεπάσματα, λαμβανομένων υπ’ όψιν του κλίματος και της ηλικίας, του φύλου και της υγείας των εγκλείστων.
Οι έγκλειστοι θα διαθέτουν κατά την ημέραν και κατά την νύκτα υγειονομικάς εγκαταστάσεις συμφώνους προς τας απαιτήσεις της υγιεινής και αι οποίαι θα τηρούνται διαρκώς καθαραί. Θα χορηγούνται εις αυτούς επαρκείς ποσότητες ύδατος και σάπωνος δια την καθημερινήν προσωπικήν καθαριότητα και το πλύσιμον του ιματισμού των. Θα τους παρέχωνται προς τον σκοπόν τούτον αι απαιτούμεναι εγκαταστάσεις και αι αναγκαίαι ευκολίαι. Θα διαθέτουν επί πλέον καταιονηστήρας και λουτρά. Θα τοις παρέχηται ο απαιτούμενος χρόνος δια την ατομικήν των υγιεινήν και δι’ έργα καθαριότητος.
Οσάκις παραστή ανάγκη, ως προσωρινόν και εξαιρετικόν μέτρον, να στεγασθούν έγκλειστοι γυναίκες αίτινες δεν ανήκουν εις οικογενειακήν ομάδα εις τον αυτόν τόπον περιορισμού με άνδρας δέον υποχρεωτικώς να δοθούν εις αυτάς χωριστοί κοιτώνες και χωρισταί υγειονομικαί εγκαταστάσεις.
Άρθρ.86. Η κατακρατούσα Δύναμις θα θέτη εις την διάθεσιν των εγκλείστων, οιαδήποτε και αν είναι η θρησκεία των κατάλληλα οικήματα δια την τέλεσιν της λατρείας των.
Άρθρ.87. Πλην της περιπτώσεως καθ’ ην οι έγκλειστοι θα διαθέτουν άλλας αναλόγους ευκολίας, θα εγκατασταθούν πρατήρια εις όλους τους τόπους περιορισμού ίνα έχουν την δυνατότητα να αγοράσουν με τιμάς εν ουδεμιά περιπτώσει ανωτέρας των του τοπικού εμπορίου, τρόφιμα και αλλά κοινής χρήσεως είδη περιλαμβανομένου του σάπωνος και του καπνού, τα οποία να βελτιώσουν τους όρους διαβιώσεώς των και την προσωπικήν των άνεσιν.
Τα κέρδη της καντίνας θα φέρωνται εις πίστωσιν ειδικού ταμείου βοηθείας το οποίον θα ιδρυθή εις κάθε τόπον περιορισμού. Η διαχείρισις του εν λόγω ταμείου θα γίνεται προς όφελος των εγκλείστων του εν λόγω τόπου περιορισμού. Η προβλεπομένη εις το άρθρ. 102 επιτροπή εγκλείστων θα έχη το δικαίωμα να ελέγχη την διαχείρισιν της καντίνας και του ανωτέρω ταμείου.
Άμα τη διαλύσει ενός τόπου περιορισμού, το πιστωτικόν υπόλοιπον του ταμείου βοηθείας θα μεταφέρηται εις το ταμείον βοηθείας ενός άλλου κέντρου περιορισμού δια εγκλείστους της αυτής εθνικότητος, ή εάν, δεν υπάρχει τοιούτος τόπος, εις γενικόν ταμείον βοηθείας όπερ θα διαχειρίζηται προς όφελος όλων των εγκλείστων οίτινες παραμένουν υπό την κατακρατούσαν Δύναμιν. Εν περιπτώσει γενικής απελευθερώσεως τα κέρδη ταύτα θα κρατώνται υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως, πλην αντιθέτου συμφωνίας συναφθησομένης μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών.
Άρθρ.88. Εις όλους τους τόπους περιορισμού οίτινες είναι εκτεθειμένοι εις αεροπορικούς βομβαρδισμούς και άλλους κινδύνους πολέμου, θα εγκατασταθούν καταφύγια κατάλληλα και επαρκή προς εξασφάλισιν της αναγκαίας προστασίας. Εν περιπτώσει συναγερμού οι έγκλειστοι θα δικαιούνται να μεταβούν το ταχύτερον δυνατόν εις τα καταφύγια, εκτός εκείνων οίτινες συμμετέχουν εις την προστασίαν των καταυλισμών των εναντίον των κινδύνων τούτων. Παν μέτρον ασφαλείας όπερ θα ληφθή υπέρ του πληθυσμού θα εφαρμοσθή και εις αυτούς.
Επαρκείς προφυλάξεις δέον να ληφθούν εις τους τόπους περιορισμού κατά των κινδύνων πυρκαϊάς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙΙ - Τορφή και ιματισμός
Άρθρ.89. Η καθημερινή τροφή των εγκλείστων θα είναι επαρκής εις ποσότητα, ποιότητα και ποικιλίαν ίνα εξασφαλισθή η κανονική των υγεία και ν’ αποφευχθούν αι εκ του υποσιτισμού διαταραχαί. Θα ληφθή επίσης υπ’ όψιν η δίαιτα εις την οποίαν είναι συνηθισμένοι οι έγκλειστοι.
Θα δοθούν, εξ’ άλλου, εις τους εγκλείστους τα μέσα να ετοιμάζουν μόνοι των την συμπληρωματικήν τροφήν την οποίαν θα διέθετον.
Θα χορηγείται εις αυτούς επαρκής ποσότης ποσίμου ύδατος. Θα επιτρέπεται η χρήσις καπνού.
Οι εργάται θα λαμβάνουν συμπληρωματικήν τροφήν ανάλογον με την φύσιν της εργασίας την οποίαν εκτελούν.
Αι έγκυοι και λεχώ γυναίκες ως και τα παιδία κάτω των δέκα πέντε ετών θα λαμβάνουν συμπληρωματικήν τροφήν ανάλογον προς τας φυσιολογικάς των ανάγκας.
Άρθρ.90. Πάσα ευκολία θα παρέχηται προς τους εγκλείστους ίνα εφοδιασθούν με ιματισμόν, υποδήματα και εσώρρουχα άμα τη συλλήψει των, και ίνα προμηθευθούν τοιαύτα αργότερον εάν είναι ανάγκη. Εάν οι έγκλειστοι δεν έχουν αρκετόν ιματισμόν εν συγκρίσει προς το κλίμα και δεν δύνανται να εφοδιασθούν με τοιούτον ιματισμόν, η κατακρατούσα Δύναμις θα τους χορηγήση τούτον δωρεάν.
Τα ενδύματα άτινα χορηγούνται εις τους εγκλείστους υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως και τα εξωτερικά σήματα τα οποία ενδέχεται να θέση επ’ αυτών δεν πρέπει να έχουν χαρακτήρα εξευτελιστικόν ή γελοίον.
Οι εργαζόμενοι θα λαμβάνουν ενδύματα εργασίας περιλαμβανομένων και των καταλλήλων ενδυμάτων προστασίας εκεί όπου η φύσις της εργασίας των το απαιτεί.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ IV - Υγιεινή και ιατρική περίθαλψις
Άρθρ.91. Πας χώρος περιορισμού θα έχη ανάλογον ιατρείον τελούν υπό τας διαταγάς ιατρού αρμοδίου, όπου οι έγκλειστοι θα τυγχάνουν της περιθάλψεως της οποίας έχουν ανάγκην ως και της καταλλήλου διαίτης. Απομονωτήρια θα υπάρχουν δια τους ασθενείς τους προσβληθέντας υπό μεταδοτικής ή ψυχικής νόσου.
Αι λεχώ και οι εγκάθειρκτοι οι προσβληθέντες υπό σοβαράς ασθενείας ή των οποίων η κατάστασις απαιτεί ειδικήν θεραπείαν, χειρουργικήν επέμβασιν ή νοσοκομειακήν περίθαλψιν, οφείλουν να γίνωνται δεκτοί εις κατάλληλον δια την νοσηλείαν των ίδρυμα θα τύχουν δε εκεί περιθάλψεως ουχί κατωτέρας της παρεχομένης εις το σύνολον του πληθυσμού.
Η θεραπεία των εγκλείστων θα παρέχηται, κατά προτίμησιν, υπό υγειονομικού προσωπικού της εθνικότητός των.
Οι έγκλειστοι δεν θα εμποδίζωνται να παρουσιασθούν εις υγειονομικάς αρχάς προς εξέτασιν. Αι υγειονομικαί αρχαί της κατακρατούσης Δυνάμεως θα παραδίδουν εις πάντα νοσηλευθέντα έγκλειστον τη αιτήσει του, έπίσημον δήλωσιν αναγράφουσαν την φύσιν της ασθενείας ή των τραυμάτων του, την διάρκειαν της θεραπείας και την παρασχεθείσαν αυτώ περίθαλψιν. Αντίγραφον της δηλώσεως ταύτης θ’ αποστέλληται εις το Κεντρικόν Πρακτορείον το προβλεπόμενον εν άρθρ. 140.
Η θεραπεία ως και η χορήγησις παντός αντικειμένου αναγκαίου δια την διατήρησιν των εγκλείστων εις καλήν κατάστασιν υγείας και δη των προθέσεων, οδοντιατρικών ή άλλων και των ομματοϋάλλων, θα χορηγώνται δωρεάν εις τους εγκλείστους.
Άρθρ.92. Ιατρικαί επιθεωρήσεις των εγκλείστων θα γίνωνται τουλάχιστον άπαξ του μηνός. Θα αποβλέπουν ιδιαιτέρως εις τον έλεγχον της γενικής καταστάσεως υγείας και διατροφής και της καθαριότητος, ως και την ανακάλυψιν μεταδοτικών νόσων, ιδίως δε της φυματιώσεως, των αφροδισίων νοσημάτων και της ελονοσίας.
Θα περιλαμβάνουν ιδία τον έλεγχον του βάρους όλων των εγκλείστων και τουλάχιστον άπαξ του έτους, ακτινοσκοπικήν εξέτασιν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ V - Θρησκεία πνευματικαί και σωματικαί ασκήσεις
Άρθρ.93. Πλήρης ελευθερία θα παρέχεται εις τους εγκλείστους δια την άσκησιν της θρησκείας των περιλαμβανομένης και της παρακολουθήσεως των λειτουργιών του θρησκεύματός των υπό τον όρον ότι θα συμμορφούνται προς τα υπό των κατακρατουσών αρχών οριζόμενα συνήθη πειθαρχικά μέτρα.
Οι εγκάθειρκτοι οίτινες τυγχάνουν θρησκευτικοί λειτουργοί θα έχουν το δικαίωμα να ασκούν πλήρως το υπούργημά των μεταξύ των ομοθρήσκων των. Προς τούτο η κρατούσα Δύναμις θα μεριμνήση ίνα ούτοι κατανεμηθούν καταλλήλως μεταξύ των διαφόρων χώρων περιορισμού όπου υπάρχουν εγκάθειρκτοι ομιλούντες την αυτήν γλώσσαν και ανήκοντες εις την αυτήν θρησκείαν.
Εάν δεν υπάρχουν αρκετοί λειτουργοί, θα παρέχωνται εις αυτούς αι αναγκαίαι ευκολίαι και, πλην άλλων, τα απαιτούμενα μεταφορικά μέσα ίνα μεταβαίνουν από του ενός τόπου περιορισμού εις τον άλλον, θα είναι δε εξουσιοδοτημένοι να επισκέπτωνται τους εγκλείστους τους ευρισκομένους εις νοσοκομεία.
Οι θρησκευτικοί λειτουργοί θα έχουν, δια τα καθέκαστα του υπουργήματός των, ελευθερίαν να αλληλογραφούν με τας θρησκευτικάς αρχάς της χώρας κατακρατήσεως και, εν τω μέτρω του δυνατού, με τας διεθνείς θρησκευτικάς οργανώσεις του δόγματός των. Η αλληλογραφία αύτη δεν θα θεωρήται ότι περιλαμβάνεται εις το επί τη βάσει του άρθρ. 107 δυνάμενον να ορισθή ανώτατον όριον αλλά θα υπόκειται εις τας διατάξεις του άρθρ. 112.
Οσάκις οι έγκλειστοι δεν διαθέτουν την αρωγήν θρησκευτικού λειτουργού του δόγματός των ή εάν ούτοι δεν είναι αρκετοί, η τοπική θρησκευτική αρχή του αυτού δόγματος θα δύναται να ορίση κατόπιν συμφωνίας μετά της κρατούσης Δυνάμεως, λειτουργόν του αυτού δόγματος με τους εγκλείστους, ή εάν τούτο είναι αδύνατον από δογματικής απόψεως, ορίση θρησκευτικόν λειτουργόν παραπλησίου δόγματος ή κατάλληλον λαϊκόν.
Ούτος θα απολαμβάνει των ευκολιών των σχετικών προς τα καθήκοντα τα οποία ανέλαβε.
Τα ούτω ορισθέντα πρόσωπα οφείλουν να συμμορφούνται προς τους κανονισμούς τους καταρτισθέντας υπό της κρατούσης Δυνάμεως, προς τήρησιν της πειθαρχίας και της ασφαλείας.
Άρθρ.94. Η κατακρατούσα Δύναμις θα ενθαρρύνει την απασχόλησιν των εγκλείστων εις τον πνευματικόν, εκπαιδευτικόν, ψυχαγωγικόν και αθλητικόν τομέα αφήνουσα τούτους εντελώς ελευθέρους όπως συμμετάσχουν εις ταύτην ή μη.
Θα λαμβάνη όλα τα δυνατά μέτρα ίνα καταστήση δυνατάς τας ως άνω ασκήσεις και θα θέση ειδικώς εις διάθεσιν των εγκλείστων κατάλληλα προς τούτο διαμερίσματα.
Πάσα δυνατή διευκόλυνσις θα παρέχηται εις τους εγκλείστους ίνα δυνηθούν να συνεχίσουν τας σπουδάς των ή ν’ αναλάβουν νέας τοιαύτας. Θα εξασφαλισθή η εκπαίδευσις των παίδων και των εφήβων, θα δύνανται δε ούτοι να παρακολουθούν σχολεία είτε εντός είτε εκτός των χώρων περιορισμού.
Οι έγκλειστοι πρέπει να έχουν την δυνατότητα να επιδίδωνται εις την γυμναστικήν, να συμμετέχουν εις τον αθλητισμόν και εις υπαίθρια παίγνια. Δέον να υπάρχουν προς τον σκοπόν τούτον επαρκή ελεύθερα γήπεδα εις πάντας τους χώρους περιορισμού. Ειδικά γήπεδα θα υπάρχουν δια τα παιδία και τους εφήβους.
Άρθρ.95. Η κρατούσα Δύναμις θα δύναται να χρησιμοποιή εγκλείστους ως εργάτας, μόνον εάν οι ενδιαφερόμενοι το επιθυμούν. Πάντως απαγορεύεται πάσα εργασία ήτις επιβαλλομένη εις προστα-τευόμενον πρόσωπον μη έγκλειστον, θα απετέλει παράβασιν των άρθρ. 40 ή 51 της παρούσης Συμβάσεως. Απαγορεύεται επίσης η χρησιμοποίησις των εγκλείστων εις εργασίας εξευτελιστικού ή ταπεινωτικού χαρακτήρος.
Μετά περίοδον εργασίας έξ εβδομάδων, οι έγκλειστοι θα δύνανται να εγκαταλείψουν την εργασίαν των ανά πάσαν στιγμήν, με οκταήμερον προειδοποίησιν.
Αι ως άνω διατάξεις δεν αποτελούν εμπόδιον εις το δικαίωμα της κατακρατούσης Δυνάμεως να υποχρεώση τους εγκλείστους ιατρούς, οδοντιάτρους και άλλα μέλη του υγειονομικού προσωπικού εις την εξάσκησιν του επαγγέλματός των υπέρ των άλλων εγκλείστων, να χρησιμοποιή εγκλείστους εις διοικη-τικάς εργασίας ή δια την συντήρησιν του χώρου περιορισμού να αναθέτη εις τα πρόσωπα ταύτα μαγειρικάς εργασίας ή άλλας οικιακάς εργασίας, τέλος να χρησιμοποιή αυτά εις έργα προοριζόμενα να προφυλάξουν τους εγκλείστους κατά των αερο-πορικών βομβαρδισμών ή άλλων πολεμικών κινδύ-νων. Ουχ’ ήττον ουδείς έγκλειστος δύναται να υπο-χρεωθή εις εκτέλεσιν εργασίας δια την οποίαν, ιατρός της διοικήσεως τον έχη χαρακτηρίση ακατάλληλον.
Η κατακρατούσα Δύναμις θα υπέχη ολόκληρον την ευθύνην δια πάσας τας συνθήκας εργασίας, την ιατρικήν περίθαλψιν, την καταβολήν των μισθών και την επανόρθωσιν των ατυχημάτων εργασίας και των επαγγελματικών νόσων. Αι συνθήκαι εργασίας ως και η επανόρθωσις των ατυχημάτων εργασίας και των επαγγελματικών νόσων θα είναι σύμφωνοι προς την εθνικήν νομοθεσίαν και τα έθιμα, εν ουδεμιά δε περιπτώσει κατώτεραι των εφαρμοζομένων δια εργασίαν της αυτής φύσεως εις την αυτήν περιοχήν. Οι μισθοί θα καθορίζωνται δικαίως δια συμφωνίας μεταξύ της κατακρατούσης Δυνάμεως, των εγκλείστων και ενδεχομένως των εργοδοτών αν ούτοι είναι άλλοι και όχι η ιδία η κατακρατούσα Δύναμις. Θα ληφθή υπ’ όψιν η υποχρέωσις της κατακρατούσης Δυνάμεως να παρέχη δωρεάν την συντήρησιν των εγκλείστων ως και την ιατρικήν περίθαλψιν την οποίαν δικαιολογεί η κατάστασις της υγείας των.
Οι έγκλειστοι οι μονίμως χρησιμοποιούμενοι εις τας αναφερομένας εις την τρίτην παράγραφον εργασίας θα λαμβάνουν παρά της κατακρατούσης Δυνάμεως δίκαιον μισθόν. Αι συνθήκαι εργασίας και η επανόρθωσις των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών νόσων δεν θα είναι κατώτεραι των εφαρμοζομένων δια εργασίαν της αυτής φύσεως εις την αυτήν περιοχήν.
Άρθρ.96. Παν απόσπασμα εργασίας θα εξαρτάται από τινα χώρον περιορισμού. Αι αρμόδιαι αρχαί της κατακρατούσης Δυνάμεως και ο διοικητής του χώρου τούτου περιορισμού θα είναι υπεύθυνοι δια την τήρησιν εις τα αποσπάσματα εργασίας των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως. Ο Διοικητής θα κρατή ενημερωμένον πίνακα των αποσπασμάτων εργασίας τα οποία εξαρτώνται απ’ αυτόν και θα κοινοποιή τούτον εις τους εκπροσώπους της προστάτιδος Δυνάμεως, της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού και των άλλων ανθρωπιστικών οργανώσεων αίτινες θα επισκεφθούν τους τόπους περιορισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VI - Προσωπική Ιδιοκτησία και χρηματικοί πόροι
Άρθρ.97. Οι έγκλειστοι θα έχουν το δικαίωμα να διατηρούν τα είδη και τον ρουχισμόν της προσωπικής των χρήσεως. Τα χρηματικά ποσά, αι επιταγαί, οι τίτλοι κλπ. ως και τα εις την κατοχήν των αντικείμενα αξίας δεν δύνανται να τοις αφαιρεθούν ει μη μόνον συμφώνως προς καθωρισμένην διαδικασίαν. Λεπτομερής απόδειξις θα παρέχηται εις αυτους.
Τα χρηματικά ποσά οφείλουν ν’ αχθούν εις πίστωσιν του λογαριασμού ενός εκάστου εγκλείστου ως προβλέπει το άρθρ. 98. Δεν δύνανται να μετατραπούν εις άλλο νόμισμα εκτός αν απαιτή τούτο η νομοθεσία του τόπου εις τον οποίον ο κάτοχος ευρίσκεται έγκλειστος ή αν ο έγκλειστος παράσχη την συγκατάθεσιν του.
Δεν επιτρέπεται η από τον έγκλειστον αφαίρεσις αντικειμένων εχόντων προ παντός προσωπικήν ή αισθηματικήν αξίαν.
Έγκλειστος γυνή δύναται να ερευνηθή μόνον υπό άλλης γυναικός.
Άμα τη ελευθερώσει των ή τω επαναπατρισμώ των, οι έγκλειστοι θα λαμβάνουν, εις ρευστόν, το πιστωτικόν υπόλοιπον του λογαριασμό των του τηρουμένου συμφώνως προς το άρθρ. 98, ως και όλα τα αντικείμενα ποσά, επιταγάς, τίτλους κλπ. τα οποία θα τοις είχον αφαιρεθή κατά τον περιορισμόν εξαιρέσει των αντικειμένων ή αξιών τας οποίας οφείλει να φυλάξη η κατακρατούσα Δύναμις δυνάμει της εν ισχύϊ νομοθεσίας. Εν η περιπτώσει αγαθόν ανήκον εις έγκλειστον κρατηθή λόγω της νομοθεσίας ταύτης, ο ενδιαφερόμενος θα λάβη λεπτομερή τούτου απόδειξιν.
Τα οικογενειακά έγγραφα και τα πιστοποιητικά ταυτότητος τα οποία φέρουν οι εκγάθειρκτοι δύναται να τοις αφαιρεθούν μόνον έναντι αποδείξεως. Εν ουδεμιά στιγμή πρέπει οι έγκλειστοι να μείνουν χωρίς πιστοποιητικόν ταυτότητος. Εάν δεν έχουν τοιούτον θα λάβουν ειδικά πιστοποιητικά εκδοθησόμενα υπό των κατακρατουσών αρχών και τα οποία θα χρησιμεύσουν εις αυτούς ως πιστοποιητικά μέχρι του τέλους του περιορισμού των.
Οι έγκλειστοι θα δύνανται να έχουν επ’ αυτών ωρισμένον ποσόν, είτε εις χρήμα είτε υπό μορφήν δελτίων αγοράς, ίνα δύνανται να προβαίνουν εις αγοράς.
Άρθρ.98. Πάντες οι έγκλειστοι θα λαμβάνουν τακτικώς επιδόματα ίνα δύνανται να αγοράζουν τρόφιμα και είδη ως λ.χ. καπνόν και είδη καθαριότητος. Τα επιδόματα ταύτα δύνανται να έχουν μορφήν πιστώσεων ή δελτίων αγοράς.
Επί πλέον οι έγκλειστοι θα δύνανται να λαμβάνουν επιχορηγήσεις από την δύναμιν της οποίας είναι υπήκοοι, από πάντα οργανισμόν, ο οποίος θα τους έλθη ενδεχομένως αρωγός ή από τας οικογενείας των, ως και από τα εισοδήματα της περιουσίας των συμφώνως προς την νομοθεσίαν της κατακρατούσης Δυνάμεως. Η αξία της επιχορηγήσεως της παρεχομένης υπό της Δυνάμεως εκ της οποίας κα-τάγονται οι έγκλειστοι θα είναι το αυτό δια πάντας τους εγκλείστους της αυτής κατηγορίας (ανάπηροι, ασθενείς, έγκυοι γυναίκες κλπ.).
Δεν δύναται να καθορισθή υπό της Δυνάμεως ταύτης ούτε να διανεμηθούν αι επιχορηγήσεις υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως επί τη βάσει διακρίσεων απαγορευμένων υπό του άρθρ. 27 της παρούσης Συμβάσεως.
Η κατακρατούσα Δύναμις θα τηρή δια πάντα έγκλειστον τακτικόν λογαριασμόν εις πίστωσιν του οποίου θα φέρωνται τα επιδόματα τα αναφερόμενα εις το παρόν άρθρον οι μισθοί τους οποίους θα έχη κερδίση ο έγκλειστος ως και αι γενόμεναι εις αυτόν αποστολαί χρημάτων. Θα φέρωνται επίσης εις πίστωσίν του, τα ποσά τα οποία θα τω είχον τυχόν αφαιρεθή και τα οποία θα ήσαν διαθέσιμα βάσει της εν ισχύϊ εις το έδαφος όπου ευρίσκεται ο έγκλειστος νομοθεσίας. Θα παρέχηται προς αυτόν πάσα ευκολία συμβιβαζομένη προς την ισχύουσαν εις το εν λόγω έδαφος νομοθεσίαν ίνα αποστέλλη χρηματικά βοηθήματα εις την οικογένειάν του ή εις τα πρόσωπα τα εξαρτώμενα οικονομικώς απ’ αυτόν.
Θα δύναται να προβή εις την ανάληψιν, εκ του λογαριασμού τούτου των αναγκαίων δια τα προσωπικά του έξοδα ποσών εντός των καθοριζομένων υπό της κατακρατούσης δυνάμεως ορίων. Θα παρέχωνται προς αυτόν πάντοτε λογικαί ευκολίαι ίνα λάβη γνώσιν του λογαριασμού του ή λάβη απόσπασμα αυτού. Ο λογαριασμός ούτος θα κοινοποιήται τη αιτήσει του προς την προστάτιδα Δύναμιν και θα ακολουθή τον έγκλειστον εις περίπτωσιν μετασταθμεύσεώς του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VII - Διοίκησις και πειθαρχία
Άρθρ.99. Πας χώρος περιορισμού θα τεθή υπό την διοίκησιν αξιωματικού ή υπευθύνου υπαλλήλου, προερχομένου εκ των τακτικών στρατιωτικών δυνάμεων ή εκ των στελεχών της τακτικής πολιτικής διοικήσεως της κατακρατούσης Δυνάμεως. Ο αξιωματικός ή ο υπάλληλος διοικητής του τόπου περιορισμού θα διαθέτη εις την επίσημον γλώσσαν ή εις μίαν των επισήμων γλωσσών της χώρας του, το κείμενον της παρούσης Συμβάσεως, θα είναι δε υπεύθυνος δια την εφαρμογήν της. Το εποπτικόν προσωπικόν θα διδαχθή τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως και τους κανονισμούς τους αφορώντας την εφαρμογήν της.
Το κείμενον της παρούσης Συμβάσεως και τα κείμενα των ειδικών συμφωνιών των συναφθησομένων συμφώνως προς την παρούσαν Σύμβασιν θα τοιχοκολληθούν εντός του χώρου περιορισμού εις γλώσσαν ην εννοούν οι έγκλειστοι ή θα ευρίσκωνται εις χείρας της επιτροπής των εγκλείστων.
Οι κανονισμοί, διαταγαί, προειδοποιήσεις και πάσης φύσεως ειδοποιήσεις οφείλουν να κοινοποιώνται προς τους εγκλείστους και να τοιχοκολλώνται εντός των χώρων περιορισμού εις γλώσσαν ην ούτοι εννοούν.
Άπασαι αι εντολαί και διαταγαί αι απευθυνόμεναι προς τους εγκλείστους πρέπει επίσης να δίδωνται εις γλώσσαν ην εννοούν.
Άρθρ.100. Η πειθαρχία εις τους χώρους περιορισμού θα πρέπει να συμβιβάζεται προς τας αρχάς του ανθρωπισμού και εν ουδεμιά περιπτώσει θα περιλαμβάνη κανονισμούς οίτινες επιβάλλουν εις τους εγκλείστους σωματικήν κόπωσιν επικίνδυνον δια την υγείαν των ή βασάνους σωματικάς ή ηθικάς. Η ενδερμοστιξία ή επιβολή σωματικών σημάτων ή σημείων ταυτότητος απαγορεύεται.
Ειδικώς απαγορεύονται αι παρατεταμέναι σταθμεύσεις και τα παρατεταμένα προσκλητήρια, αι σωματικαί ασκήσεις υπό τύπον ποινής αι στρατιωτικαί ασκήσεις και γυμνάσια και οι περιορισμοί τροφής.
Άρθρ.101. Οι έγκλειστοι θα έχουν το δικαίωμα να παρουσιάσουν εις τας αρχάς υπό την δικαιοδοσίαν των οποίων ευρίσκονται τα σχετικά με το καθεστώς εις το οποίον υποβάλλονται αιτήματά των.
Θα έχουν επίσης απεριόριστον δικαίωμα να απευθύνωνται είτε μέσω της επιτροπής των εγκλείστων είτε κατ’ ευθείαν αν θεωρούν τούτο αναγκαίον προς τους αντιπροσώπους της προστάτιδος δυνάμεως δια να τους υποδείξουν τα σημεία επί των οποίων θα είχον να διατυπώσουν παράπονα ως προς τας συνθήκας περιορισμού.
Τα αιτήματα και παράπονα αυτά οφείλουν να διαβιβάζωνται επειγόντως και άνευ τροποποιήσεως. Τα παράπονα έστω και αν είναι αβάσιμα, δεν δύνανται να προκαλέσουν τιμωρίαν.
Αι επιτροπαί εγκλείστων θα δύνανται ν’ αποστέλλουν περιοδικώς αναφοράς προς τους αντιπροσώπους της προστάτιδος Δυνάμεως επί της καταστάσεως εις τους χώρους περιορισμού και επί των αναγκών των εγκλείστων.
Άρθρ.102. Εις πάντα χώρον περιορισμού, οι έγκλειστοι θα εκλέγουν ελευθέρως κάθε εξαμηνίαν και δια μυστικής ψηφοφορίας, τα μέλη επιτροπής εξουσιοδοτημένης να τους αντιπροσωπεύη ενώπιον των αρχών της κατακρατούσης Δυνάμεως, ενώπιον των προστατίδων Δυνάμεων της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού και παντός άλλου οργανισμού όστις θα τους ήρχετο αρωγός.
Τα μέλη της επιτροπής ταύτης είναι επανεκλέξιμα.
Οι εκλεγέντες έγκλειστοι θα αναλάβουν τα καθήκοντά των αφ’ ου η εκλογή των εγκριθή υπό της κατακρατούσης αρχής. Τα αίτια της αρνήσεως ή της ενδεχομένης παύσεώς των ανακοινούνται προς τας ενδιαφερομένας προστάτιδας Δυνάμεις.
Άρθρ.103. Αι επιτροπαί εγκλείστων οφείλουν να συντελούν εις την σωματικήν, ηθικήν και πνευματικήν ευημερίαν των εγκλείστων.
Ειδικώς εις περίπτωσιν καθ’ ην οι έγκλειστοι απεφάσιζον να οργανώσουν μεταξύ των σύστημα αμοιβαίας βοηθείας η οργάνωσις αύτη θα ήτο της αρμοδιότητος των επιτροπών ανεξαρτήτως των ειδικών καθηκόντων άτινα ταις ανατίθενται δια άλλων διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρ.104. Τα μέλη των επιτροπών δεν θα υποχρεώνται εις άλλην εργασίαν, εάν τούτο δυσχεραίνει την εκτέλεσιν των καθηκόντων των.
Τα μέλη των επιτροπών θα δύνανται να ορίσουν μεταξύ των εγκλείστων τους αναγκαίους βοηθούς των. Πάσα υλική διευκόλυνσις θα τοις παρέχηται και ιδίως ωρισμέναι ελευθερίαι κινήσεως αναγκαίαι εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων των. (Επισκέψεις προς τα αποσπάσματα εργασίας, παραλαβή εμπορευμάτων κλπ.)
Πάσα διευκόλυνσις θα παρέχηται επίσης εις τα μέλη των επιτροπών δια την ταχυδρομικήν και τηλεγραφικήν των επικοινωνίαν με τας κατακρατούσας αρχάς τας προστάτιδας Δυνάμεις, την Διεθνή Επιτροπήν Ερυθρού Σταυρού και τους απεσταλμένους της ως και τους οργανισμούς οίτινες θα ήρχοντο ενδεχομένως εις βοήθειαν των εγκλείστων. Τα μέλη των επιτροπών τα ευρισκόμενα εις αποσπάσματα θα απολαμβάνουν των αυτών ευκολιών δια την αλληλογραφίαν των με την επιτροπήν του κυριωτέρου χώρου περιορισμού. Η αλληλογραφία αύτη δεν υπόκειται εις περιορισμούς ούτε θα θεωρηθή ως υπαγομένη εις την ποσόστευσιν περί ης το άρθρ. 107.
Ουδέν μέλος επιτροπής δύναται να μετατεθή χωρίς να τω δοθή λογικόν χρονικόν διάστημα δια να ενημερώση τον διάδοχόν του επί των εκκρεμών ζητημάτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VIII - Σχέσεις μετά του εξωτερικού
Άρθρ.105. Ευθύς ως εγκλείσουν προστατευόμενα πρόσωπα, αι κατακρατούσαι Δυνάμεις θα φέρουν εις γνώσιν των προσώπων τούτων, της Δυνάμεως της οποίας είναι υπήκοοι και της Προστάτιδος Δυνάμεως, τα προβλεπόμενα μέτρα δια την εκτέλεσιν των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου.
Αι κατακρατούσαι Δυνάμεις θα κοινοποιήσουν κατά τον αυτόν τρόπον πάσαν μεταβολήν, ήτις θα επήρχετο εις τα μέτρα ταύτα.
Άρθρ.106. Θα παρασχεθή εις πάντα έγκλειστον η δυνατότης ευθύς ως τεθή υπό περιορισμόν, ή το αργότερον μίαν εβδομάδα μετά την άφιξίν του εις χώρον περιορισμού και ωσαύτως εις περίπτωσιν ασθενείας ή μεταθέσεως εις άλλον χώρον περιορισμού ή εις νοσοκομείον, ν’ απευθύνη κατ’ ευθείαν προς την οικογένειαν του, αφ’ ενός, και προς το προβλεπόμενον υπό του άρθρ. 140 κεντρικόν Πρακτορείον, αφ’ ετέρου, δελτάριον περιορισμού συντεταγμένον, ει δυνατόν κατά το συνημμένον τη παρούση Συμβάσει υπόδειγμα ίνα τους πληροφορή-ση περί του περιορισμού του, της διευθύνσεώς του και της καταστάσεως της υγείας του. Τα εν λόγω δελτάρια θα διαβιβασθούν όσον το δυνατόν ταχύτερον κατ’ ουδένα δε τρόπον επιτρέπεται η καθυστέρησίς των.
Άρθρ.107. Οι έγκλειστοι θα δικαιούνται να αποστέλλουν και να λαμβάνουν επιστολάς και δελτάρια. Εάν η κατακρατούσα Δύναμις θεωρεί αναγκαίον να περιορίση τον αριθμόν των επιστολών και των δελταρίων άτινα θα αποστέλλωνται παρ’ εκάστου εγκλείστου, ο αριθμός ούτος δεν δύναται να είναι κατώτερος των δύο επιστολών και τεσσάρων δελταρίων μηνιαίως συντεταγμένων ει δυνατόν κατά τα συνημμένα τη παρούση Συμβάσει υποδείγματα. Εάν επρόκειτο να επιβληθούν περιορισμοί και επί της απευθυνομένης προς τους εγκλείστους αλληλογραφίας ούτοι δύνανται να διαταχθούν μόνον υπό της Δυνάμεως της καταγωγής των, τη αιτήσει ενδεχομένως της κατακρατούσης Δυνάμεως. Αι επιστολαί και τα δελτάρια ταύτα οφείλουν να μεταφέρωνται εντός λογικού χρονικού διαστήματος, δεν δύνανται δε να καθυστερήσουν ή να κατακρατηθούν δια πειθαρχικούς λόγους.
Οι έγκλειστοι οίτινες στερούνται από πολλού ειδήσεων της οικογενείας των ή οίτινες δεν δύνανται να λάβουν ή να παράσχουν ειδήσεις δια της συνήθους οδού, ως και εκείνοι οίτινες ευρίσκονται εις σημαντικήν απόστασιν της οικογενείας των θα δικαιούνται να στέλλουν τηλεγραφήματα, έναντι καταβολής των τηλεγραφικών τελών δια των εις διάθεσίν των νομισμάτων. Θα τύχουν επίσης τοιαύτης ευκολίας εν περιπτώσει ανεγνωρισμένης επειγούσης ανάγκης.
Κατά γενικόν κανόνα, η αλληλογραφία των εγκλείστων θα συντάσσηται εις την μητρικήν των γλώσσαν. Τα εν συρράξει Μέρη θα δύνανται να επιτρέψουν την αλληλογραφίαν εις άλλας γλώσσας.
Άρθρ.108. Εις τους εγκλείστους θα επιτρέπηται να λαμβάνουν δια της ταχυδρομικής οδού ή δια παντός άλλου μέσου ατομικά ή ομαδικά δέματα και δη τοιαύτα περιέχοντα τρόφιμα, ιματισμόν, φάρμακα ως και βιβλία και αντικείμενα προοριζόμενα δια τας θρησκευτικάς εκπαιδευτικάς ή ψυχαγωγικάς των ανάγκας. Αι αποστολαί αύται κατ’ ουδένα τρόπον δύνανται απαλλάξουν την κατακρατούσαν Δύναμιν των επιβαλλομένων αυτή, δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως, υποχρεώσεων.
Εις ην περίπτωσιν καθίστατο αναγκαίος, δια λόγους στρατιωτικής φύσεως ο περιορισμός της ποσότητος των αποστολών τούτων η προστάτις Δύναμις, η διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, ή πας άλλος Οργανισμός ερχόμενος εις αρωγήν των εγκλείστων και αναλαβών εις μεταφοράν των ως άνω αποστολών δέον να ειδοποιηθούν σχετικώς.
Τα της αποστολής των ατομικών ή ομαδικών δεμάτων θ’ αποτελέσουν αν παραστή ανάγκη θέμα ειδικών συμφωνιών μεταξύ των ενδιαφερομένων Δυνάμεων αίτινες επ’ ουδενί λόγω δύνανται να καθυστερήσουν την παραλαβήν παρά των εγκλείστων των αποστελλομένων βοηθημάτων. Τα δέματα τροφίμων ή ιματισμού δεν θα περιέχουν βιβλία. Τα υγειονομικά βοηθήματα θα αποστέλλωνται, εν γένει υπό τόπον ομαδικών δεμάτων.
Άρθρ.109. Ελλείψει ειδικών συμφωνιών μεταξύ των εν συρράξει Δυνάμεων επί των όρων παραλαβής ως και διανομής των ομαδικών βοηθημάτων, θέλει εφαρμοσθή ο επισυναπτόμενος τη παρούση Συμβάσει κανονισμός περί ομαδικών αποστολών.
Αι προβλεπόμεναι ως άνω ειδικαί συμφωνίαι εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται να περιορίσουν το δικαίωμα της επιτροπής εγκλείστων να παραλάβη τας αποστολάς ομαδικών βοηθημάτων τας προοριζομένας δια τους εγκλείστους, να προβή εις την διανομήν των, και να τα διαθέτη προς όφελος των παραληπτών.
Δεν δύνανται επίσης να περιορίσουν το δικαίωμα το οποίον θα έχουν οι αντιπρόσωποι της προστάτιδος Δυνάμεως, της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού ή παντός άλλου οργανισμού ερχομένου αρωγού εις τους εγκλείστους και έχοντος αναλάβη την μεταβίβασιν των ομαδικών αποστολών να ελέγχουν τα της διανομής των προς τους παραλήπτας των.
Άρθρ.110. Άπασαι αι προοριζόμεναι δια τους εγκλείστους αποστολαί θα είναι απηλλαγμέναι από παντός δικαιώματος εισαγωγής τελωνείου ή άλλου.
Άπαντα τα είδη συμπεριλαμβανομένων των ταχυδρομικών δεμάτων βοηθείας ως και τα χρηματικά εμβάσματα τα προερχόμενα από άλλας χώρας και απευθυνόμενα προς τους εγκλείστους ή αποστελλόμενα υπό αυτών δια του ταχυδρομείου ή κατ’ ευθείαν ή μέσω των προβλεπομένων εις το άρθρ. 136 γραφείων πληροφοριών ή μέσω του προβλεπομένου εις το άρθρ. 140 κεντρικού Πρακτορείου πληροφοριών, απαλλάσσονται παντός ταχυδρομικού τέλους τόσον εις τας χώρας προελεύσεως και προορισμού όσον και εις τας ενδιαμέσους χώρας. Ειδικώτερον, αι απαλλαγαί αι προβλεπόμεναι εις την παγκόσμιον ταχυδρομικήν Συνθήκην του 1947 και εις τας συμφωνίας της διεθνούς ταχυδρομικής Ενώσεως, υπέρ των πολιτών εχθρικής υπηκοότητος των κατακρατουμένων εις τα στρατόπεδα ή πολιτικάς φυλακάς θέλουν επεκταθή και εις τα άλλα έγκλειστα πρόσωπα τα προστατευόμενα υπό της παρούσης Συμβάσεως. Αι χώραι αίτινες δεν συμμετέχουν εις τας ως άνω συμφωνίας οφείλουν να χορηγούν υπό τους αυτούς όρους τας προβλεπομένας ατελείας.
Τα έξοδα μεταφοράς των αποστολών βοηθημάτων των προοριζομένων δια τους εγκλείστους αίτινες λόγω βάρους ή δι’ οιανδήποτε άλλην αιτίαν, δεν δύνανται να διαβιβασθούν δια της ταχυδρομικής οδού, βαρύνουν την κατακρατούσαν Δύναμιν εφ’ όλης της εκτάσεως των υπό τον έλεγχόν της εδα-φών. Αι άλλαι μετέχουσαι εις την Σύμβασιν Δυνά-μεις θα επιβαρύνωνται με τα έξοδα μεταφοράς εις τα αντίστοιχα εδάφη των.
Τα έξοδα τα προερχόμενα εκ της μεταφοράς των αποστολών τούτων και τα οποία δεν καλύπτονται υπό των προηγουμένων παραγράφων θα είναι εις βάρος του αποστολέως.
Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα προσπαθήσουν να ελαττώσουν όσον το δυνατόν περισσότερον τα τηλεγραφικά τέλη δια τα τηλεγραφήματα τ’ αποστελλόμενα υπό των εγκλείστων ή τα προς αυτούς απευθυνόμενα.
Άρθρ.111. Εις περίπτωσιν καθ’ ην αι στρατιωτικαί επιχειρήσεις θα ημπόδιζον τας ενδιαφερομένας Δυνάμεις να εκπληρώσουν τας υποχρεώσεις των όπως εξασφαλίσουν την μεταφοράν των προβλεπομένων εις τα άρθρ. 106, 107, 108, και 113 αποστολών, αι ενδιαφερόμεναι προστάτιδες Δυνάμεις, η διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, ή πας άλλος οργανισμός εγκεκριμένος υπό των εν συρράξει Μερών, θα δύναται ν’ αναλάβη να εξασφαλίζη την μεταφοράν των αποστολών τούτων με κατάλληλα μέσα (σιδηροδρομικά οχήματα, φορτηγά αυτοκίνητα, πλοία ή αεροπλάνα κλπ.).
Προς τούτο τα Υψηλά συμβαλλόμενα μέρη θα προσπαθήσουν να τοις χορηγήσουν τα μέσα ταύτα μεταφοράς και να επιτρέψουν την κυκλοφορίαν των, και δη δια χορηγείας των αναγκαίων αδειών ελευθέρας κυκλοφορίας.
Τα τοιαύτα μεταφορικά μέσα δύνανται επίσης να χρησιμοποιηθούν και δια την μεταφοράν.
α)Της αλληλογραφίας των καταλόγων και των εκθέσεων των ανταλλασσομένων μεταξύ του προβλεπομένου εις το άρθρ. 140 κεντρικού Πρακτορείου πληροφοριών και των προβλεπομένων εις το άρθρ. 136 εθνικών Γραφείων.
β)Της αλληλογραφίας και των εκθέσεων των σχετικών με τους εγκλείστους τας οποίας ανταλλάσσουν αι προστάτιδες Δυνάμεις, η διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού ή πας άλλος οργανισμός όστις έρχεται ως αρωγός προς τους εγκλείστους είτε με τους ιδίους των αντιπροσώπους είτε με τα εν συρράξει Μέρη.
Αι παρούσαι διατάξεις κατ’ ουδέν περιορίζουν το δικαίωμα παντός εν συρράξει Μέρους να οργανώση αν το προτιμά άλλας μεταφοράς και να εκδώση αδείας κυκλοφορίας υπό συμφωνηθησομένους άλλους όρους.
Τα προκύπτοντα εκ της χρησιμοποιήσεως των μεταφορικών τούτων μέσων έξοδα θα επιβαρύνουν κατ’ αναλογίαν του όγκου και βάρους των αποστολών τα εν συρράξει Μέρη των οποίων οι υπήκοοι απολαύουν των υπηρεσιών τούτων.
Άρθρ.112. Η λογοκρισία της απευθυνομένης προς τους εγκλείστους ή αποστελλομένης υπ’ αυτών αλληλογραφίας θα πρέπει να ενεργήται εντός της βραχυτέρας δυνατής διορίας.
Ο έλεγχος των προοριζομένων δια τους εγκλείστους αποστολών δεν θα πρέπει να διενεργήται κατά τρόπον εκθέτοντα εις φθοράν τα τρόφιμα άτινα περιέχουν, θα διενεργήται δε παρουσία του παραλήπτου ή άλλου εγκλείστου δεόντως εξουσιοδοτημένου υπ’ αυτού. Η παράδοσις των ατομικών ή των ομαδικών αποστολών εις τους εγκλείστους δεν θα δύναται να καθυστερήση υπό το πρόσχημα δυσχερειών λογοκρισίας.
Πάσα απαγόρευσις της αλληλογραφίας αποφασιζομένη υπό των εν συρράξει Μερών, δια στρατιωτικούς ή πολιτικούς λόγους, δεν δύναται να είναι παρά προσωρινή, η δε διάρκειά της θα είναι όσον το δυνατόν σύντομος.
Άρθρ.113. Αι κατακρατούσαι Αρχαί θα παρέχουν πάσαν λογικήν ευκολίαν δια την διαβίβασιν, μέσω της προστάτιδος Δυνάμεως ή του προβλεπομένου εις το άρθρ.140 κεντρικού Πρακτορείου ή δι’ άλλων καταλλήλων μέσων, των διαθηκών, των πληρεξουσίων, ή άλλων εγγράφων προοριζομένων δια τους εγκλείστους ή προερχομένων απ’ αυτούς.
Αι κατακρατούσαι Δυνάμεις θα διευκολύνουν εν πάση περιπτώσει εις τους εγκλείστους την σύνταξιν και την κανονικήν νομιμοποίησιν των εγγράφων τούτων θα τοις επιτρέπουν δε, ειδικώς να συμβουλεύωνται νομομαθείς.
Άρθρ.114. Η κατακρατούσα Δύναμις θα χορηγή εις τους εγκλείστους πάσαν ευκολίαν συμβιβαζομένην με τους όρους του περιορισμού των και την ισχύουσαν νομοθεσίαν ίνα δύνανται να διαχειρίζωνται την περιουσίαν των.
Προς τούτο δύναται να τοις παράσχη άδειαν εξόδου από τον χώρον περιορισμού, εις περιπτώσεις επειγούσης ανάγκης, και αν το επιτρέπουν αι περιστάσεις.
Άρθρ.115. Εις όλας τας περιπτώσεις καθ’ ας έγκλειστός τις μετέχει εις δίκην ενώπιον δικαστηρίου, οιονδήποτε και αν είναι τούτο, η κατακρατούσα Δύναμις οφείλει, τη αιτήσει του ενδιαφερομένου, να ειδοποιήση το δικαστήριον περί του περιορισμού του και οφείλει, εντός των νομίμων προθεσμιών να μεριμνήση δια την λήψιν όλων των αναγκαίων μέτρων, ώστε να μη υποστή ούτος ζημίαν λόγω του περιορισμού των, όσον αφορά την προπαρασκευήν και την διεξαγωγήν της δίκης του, ή την εκτέλεσιν πάσης αποφάσεως του δικαστηρίου.
Άρθρ.116. Πας έγκλειστος θα δικαιούται να λαμβάνη κατά τακτικά διαστήματα και όσον το δυνατόν συχνότερα, επισκέψεις και ιδίως των συγγενών του.
Εν περιπτώσει επειγούσης ανάγκης και εν τω μέτρω του δυνατού ειδικώς δε εις περίπτωσιν θανάτου ή σοβαράς ασθενείας συγγενούς, θα επιτρέπεται εις τον έγκλειστον να μεταβή παρά τη οικογενεία του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΧ - Ποινικαί και πειθαρχικαί ποιναί
Άρθρ.117. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου θα εξακολουθή να εφαρμόζηται δια τους εγκλείστους οιτινες προβαίνουν εις παραβάσεις διαρκούντος του περιορισμού των, η εν ισχύϊ επί του εδάφους όπου ευρίσκεται νομοθεσία.
Εάν οι Νόμοι, διατάξεις ή γενικαί διαταγαί καταλογίζουν ως τιμωρητέας πράξεις τινάς των εγκλείστων, ενώ αι αυταί πράξεις δεν είναι τιμωρητέαι όταν διαπράττονται υπό μη εγκλείστων προσώπων, αι πράξεις αύται θα συνεπάγωνται μόνον πειθαρχικάς κυρώσεις.
Ο έγκλειστος άπαξ μόνον δύναται να τιμωρηθή δια την αυτήν πράξιν ή την αυτήν κατηγορίαν.
Άρθρ.118. Τα δικαστήρια, ή αι αρχαί, προκειμένου να ορίσουν την ποινήν, θα λάβουν υπ’ όψιν, εν τη ευρυτέρα δυνατή μοίρα το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος δεν είναι υπήκοος της κατακρατούσης Δυνάμεως. Θα έχουν ελευθερίαν να μετριάσουν την δια την παράβασιν δια την οποίαν κατηγορείται ο έγκλειστος ποινήν και δεν θα έχουν σχετικώς υποχρέωσιν να σεβασθούν το ελάχιστον όριον της προβλεπομένης ποινής.
Απογορεύονται πάσα κράτησις εις διαμερίσματα μη φωτισμένα δια του φωτός της ημέρας, και γενικώς, πάσης μορφής σκληρότητες.
Μετά την έκτισιν των δικαστικώς ή πειθαρχικώς επιβληθεισών ποινών οι τιμωρηθέντες έγκλειστοι δεν θα τύχουν μεταχειρίσεως διαφόρου εκείνης εις ην υποβάλλονται οι άλλοι έγκλειστοι.
Η διάρκεια της προφυλακίσεως ην θα υποστή έγκλειστος εκπίπτεται πάσης ποινής στερητικής της ελευθερίας, ήτις θα τω επιβληθή πειθαρχικώς ή δικαστικώς.
Αι Επιτροπαί εγκλείστων θα λαμβάνουν γνώσιν πάσης δικαστικής διαδικασίας εναντίον των εγκλείστων των οποίων είναι αντιπρόσωποι, ως και των αποτελεσμάτων της.
Άρθρ.119. Αι δύναμεναι να εφαρμοσθούν επί των εγκλείστων πειθαρχικαί ποιναί είναι αι εξής:
1.Πρόστιμον μέχρι αναλογίας 50% του μισθού του προβλεπομένου εις το άρθρ. 95 και τούτο κατά την διάρκειαν χρονικού διαστήματος ουχί μεγαλυτέρου των τριάκοντα ημερών.
2.Κατάργησις προνομίων παρεχομένων επί πλέον της μεταχειρίσεως της προβλεπομένης υπό της παρούσης Συμβάσεως.
3.Αγγαρείαι μη υπερβαίνουσαι τας δύο ώρας ημερησίως και εκτελούμεναι προς συντήρησιν του χώρου περιορισμού.
4.Σωματικαί κρατήσεις.
Εν ουδεμιά περιπτώσει αι πειθαρχικαί ποιναί θα είναι απάνθρωποι κτηνώδεις ή επικίνδυνοι δια την υγείαν των εγκλείστων. Κατά την επιβολήν των δέον να λαμβάνηται υπ’ όψιν η ηλικία, το φύλον και η κατάστασις της υγείας των.
Η διάρκεια μιας μόνης ποινής ουδέποτε θα υπερβή το ανώτατον όριον τριάκοντα συναπτών ημερών έστω και εάν έγκλειστός τις κατηγορείται δια πλείο-νας της μιας πειθαρχικής παραβάσεως καθ’ ον χρό-νον δικάζεται η υπόθεσίς του, είτε αι παραβάσεις αύται είναι συναφείς είτε όχι.
Άρθρ.120. Οι δραπετεύσαντες έγκλειστοι, ή οι αποπειραθέντες να δραπετεύσουν, οι επανασυλλαμβανόμενοι θα υπόκεινται δια την πράξιν ταύτην εις πειθαρχικάς μόνον ποινάς, έστω και αν υπάρχη υποτροπή.
Κατά παράβασιν του τρίτου εδαφίου του άρθρ. 118, οι τιμωρηθέντες δια δραπέτευσιν ή απόπειραν δραπετεύσεως έγκλειστοι δύνανται να υποβληθούν εις ειδικήν επιτήρησιν υπό τον όρον όμως ότι αύτη δεν θα βλάψη την κατάστασιν της υγείας των, ότι η επιτήρησις θα ασκήται εντός του χώρου περιορισμού και ότι δεν θα συνεπάγεται την κατάργησιν ουδεμιάς των εγγυήσεων, αίτινες τοις παρέχονται υπό της παρούσης Συμβάσεως.
Οι έγκλειστοι οι συμπράξαντες εις απόδρασιν ή εις απόπειραν αποδράσεως θα υπόκεινται σχετικώς εις πειθαρχικήν μόνον ποινήν.
Άρθρ.121. Η δραπέτευσις ή η απόπειρα δραπετεύσεως, έστω και αν επαναληφθή δεν θα θεωρήται ως επιβαρυντικόν στοιχείον εν η περιπτώσει παραπεμφθή ο έγκλειστος ενώπιον των δικαστηρίων δια παραβάσεις διαπραχθείσας διαρκούσης της δραπετεύσεως.
Τα εν συρράξει Μέρη θα μεριμνήσουν ίνα αι αρμόδιαι αρχαί φανούν επιεικείς κατά την εκτίμησιν του αν παράβασις του εγκλείστου δέον να τιμωρηθή πειθαρχικώς ή δικαστικώς, και δη όσον αφορά γεγονότα συναφή με την δραπετεύσιν ή την απόπειραν δραπετεύσεως.
Άρθρ.122. Τα γεγονότα τ’ αποτελούντα παραβίασιν της πειθαρχίας θα γίνουν αντίκειμενον αμέσου ανακρίσεως. Τούτο θα ισχύη ιδίως δια την δραπέτευσιν ή την απόπειραν δραπετεύσεως και ο επανασυλληφθείς έγκλειστος θα παραδίδηται όσον το δυνατόν ταχύτερον εις τας αρμοδίας αρχάς.
Δι’ όλους τους εγκλείστους, η προφυλάκισις εις περίπτωσιν πειθαρχικής παραβιάσεως θα περιορίζηται εις το απόλυτον ελάχιστον όριον και δεν θα υπερβαίνη τας δέκα τέσσαρας ημέρας, εν πάση δε περιπτώσει η διάρκειά της θα εκπίπτεται από την επιβληθησομένην τυχόν στερητικήν της ελευθερίας ποινήν.
Αι διατάξεις των άρθρ. 124 και 125 θα ισχύουν δια τους λόγω πειθαρχικής παραβιάσεως προφυλακισθέντας εγκλείστους.
Άρθρ.123. Υπό την επιφύλαξιν της αρμοδιότητος των δικαστηρίων και των ανωτέρων αρχών, αι πειθαρχικαί ποναί θα επιβάλλωνται μόνον υπό του διοικητικού του χώρου περιορισμού ή υπό αξιωματικού ή υπευθύνου υπαλλήλου εις τον οποίον θα έχη μεταβιβάση ούτος την πειθαρχικήν του ε-ξουσίαν.
Πριν ή επιβληθή πειθαρχική ποινή, ο κατηγορούμενος έγκλειστος θα λαμβάνη λεπτομερή γνώσιν των πράξεων δια τας οποίας κατηγορείται. Θα του επιτρέπεται να δικαιολογήση την διαγωγήν του, να υπερασπίση εαυτόν να καλέση μάρτυρας, και να καταφύγη αν είναι ανάγκη εις τας υπηρεσίας ικανού διερμηνέως. Η απόφασις θα εκδίδηται παρουσία του κατηγορουμένου και ενός μέλους της Επιτροπής των εγκλείστων.
εν θα παρέλθη πλέον του ενός μηνός μεταξύ της πειθαρχικής αποφάσεως και της εκτελέσεώς της.
Όταν ο έγκλειστος τιμωρηθή δια νέας πειθαρχικής ποινής, προθεσμία τουλάχιστον τριών ημερών θα μεσολαβήση μεταξύ της εκτελέσεως των δύο ποινών, εν η περιπτώσει η μία εξ αυτών είναι διαρκείας δέκα ημερών ή περισσοτέρων.
Ο διοικητής του χώρου περιορισμού οφείλει να τηρή κατάστασιν των επιβληθεισών πειθαρχικών ποινών, ήτις θα τίθηται εις την διάθεσιν των αντιπροσώπων της προστάτιδος Δυνάμεως.
Αρθρ.124. Εν ουδεμιά περιπτώσει δύνανται οι έγκλειστοι να μεταφερθούν εις σωφρονιστικά ιδρύματα (φυλακαί, σωφρονιστήρια, κάτεργα) ίνα εκτίσουν εκεί τας πειθαρχικάς των ποινάς.
Τα οικήματα εις τα οποία θα εκτίωνται αι πειθαρχικαί ποιναί θα είναι σύμφωνα προς τας απαιτήσεις της υγιεινής και δη εφωδιασμένα με επαρκείς εγκαταστάσεις. Εις τους τιμωρημένους εγκλείστους θα παρέχωνται τα αναγκαία μέσα καθαριότητος.
Αι έγκλειστοι γυναίκες αίτινες υφίστανται πειθαρχικήν ποινήν θα κρατώνται εις οικήματα χωρι-στά εκείνων των ανδρών και θα τελούν υπό την άμεσον επιτήρησιν γυναικών.
Άρθρ.125. Οι τιμωρηθέντες δια πειθαρχικής ποινής έγκλειστοι θα έχουν την δυνατότητα ν’ ασκώνται καθημερινώς και να παραμένουν εις την ύπαιθρον τουλάχιστον επί δύο ώρας.
Δικαιούνται να παρουσιάζωνται τη αιτήσει των εις την καθημερινήν ιατρικήν επιθεώρησιν. Θα δικαιούνται εις την περίθαλψιν ην καθιστά αναγκαίαν η κατάστασις της υγείας των και εν ανάγκη θα μεταφέρωναι εις το ιατρείον του χώρου περιορισμού ή εις νοσοκομείον.
Θα έχουν την άδειαν να αναγιγνώσκουν και να γράφουν ως και να αποστέλλουν ή να λαμβάνουν επιστολάς. Αντιθέτως, ως προς τα δέματα και τας επιταγάς επιτρέπεται όπως τοις παραδοθούν ταύτα μόνον μετά την λήξιν της ποινής των. Θα παραδίδωνται εν τω μεταξύ εις την Επιτροπήν των εγκλείστων, ήτις θα παραδώση εις το ιατρείον τα εντός των ως άνω δεμάτων, τρόφιμα τα υποκείμενα εις φθοράν.
Ουδείς έγκλειστος πειθαρχικώς τιμωρημένος θα δύναται να στερηθή του ευεργετήματος των διατάξεων των άρθρ. 107 και 143.
Άρθρ.126. Τα άρθρ. 71 μέχρι 76ου συμπε-ριλαμβανομένου εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν κατά τας διώξεις εναντίον εγκλείστων ευρισκομένων επί του εθνικού εδάφους της κατακρατούσης Δυνάμεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Χ - Μεταστάθμευσις εγκλείστων
Άρθρ.127. Η μεταστάθμευσις των εγκλείστων θα εκτελήται πάντοτε κατά τρόπον ανθρωπιστικόν. Θα γίνηται κατά κανόνα σιδηροδρομικώς ή δι’ άλλων μεταφορικών μέσων και υπό συνθήκας τουλάχιστον ομοίας προς εκείνας ων απολαμβάνουν τα στρατεύματα της κατακρατούσης Δυνάμεως κατά τας μετακινήσεις των. Εάν εκτάκτως, η μεταστάθμευσις πρόκειται να γίνη πεζή, αύτη θα λαμβάνη χώραν μόνον αν η σωματική κατάστασις των εγκλείστων το επιτρέπει και εν ουδεμιά περιπτώσει θα επιβάλλεται εις αυτούς, υπερβολική κόπωσις.
Η κατακρατούσα Δύναμις θα παρέχη, κατά την μεταφοράν, εις τους εγκλείστους πόσιμον ύδωρ και τροφήν εις επαρκή ποσότητα, ποιότητα και ποικιλίαν ίνα διατηρηθοούν εν καλή υγεία ως και ιματισμόν, κατάλληλα καταλύματα και τα αναγκαία μέσα ιατρικής περιθάλψεως. Θα λάβη όλα τα κατάλληλα μέτρα ίνα κατοχυρώση την ασφάλειάν των διαρκούσης της μεταφοράς και θα συντάξη, προ της αναχωρήσεως, πλήρη κατάλογον των μεταφερομένων εγκλείστων.
Οι ασθενείς, τραυματίαι ή ανάπηροι έγκλειστοι ως και αι λεχώ δεν θα μεταφέρωνται εφ’ όσον το ταξείδιον θα ηδύνατο να αποβή επιζήμιον δια την υγείαν των εκτός αν το απαιτή επιτακτικώς η ασφάλειά των.
Εάν το μέτωπον πλησιάζη προς χώρον περιορισμού, οι ευρισκόμενοι εκεί έγκλειστοι θα μετασταθμεύουν μόνον αν η μεταφορά των δύναται να πραγματοποιηθή υπό όρους επαρκούς ασφαλείας ή αν διατρέχουν μεγαλύτερον κίνδυνον παραμένοντες επί τόπου παρά μεταφερόμενοι.
Η κατακρατούσα Δύναμις, όταν αποφασίζη την μεταστάθμευσιν των εγκλείστων δέον να λάβη υπ’ όψιν τα συμφέροντά των, και ιδίως το ζήτημα της μη αυξήσεως των δυσχερειών επαναπατρισμού των ή επιστροφής των εις τας εστίας των.
Άρθρ.128. Εις περίπτωσιν μετασταθμεύσεως οι έγκλειστοι θα ειδοποιώνται επισήμως περί της αναχωρήσεώς των και της νέας των διευθύνσεως. Η ειδοποίησις αύτη θα τους παρέχεται αρκετά ενωρίς ώστε να δύνανται να ετοιμάσουν τας αποσκευάς των και να προειδοποιήσουν τας οικογενείας των.
Θα δικαιώνται να συμπαραλάβουν τα ατομικά των είδη, την αλληλογραφίαν των και τα αφικόμενα υπέρ αυτών δέματα. Το βάρος των αποσκευών τούτων θα δύναται να μειωθή εάν αι συνθήκαι μεταφοράς το απαιτούν, αλλ’ εν ουδεμιά περιπτώσει, εις βάρος ολιγώτερον των είκοσι πέντε χιλιογράμμων δι’ έκαστον έγκλειστον.
Η αλληλογραφία και τα δέματα τ’ αποσταλέντα εις τον παλαιόν χώρον περιορισμού θα διαβιβάζωνται προς αυτούς άνευ καθυστερήσεως.
Ο διοικητής του χώρου περιορισμού θα λαμβάνη από κοινού μετά της Επιτροπής εγκλείστων, τα αναγκαία μέτρα προς εκτέλεσιν της μεταφοράς της συλλογικής περιουσίας των εγκλείστων και των αποσκευών τας οποίας οι έγκλειστοι δεν δύνανται να συμπαραλάβουν συνεπεία περιορισμών επιβαλλομένων δυνάμει του δευτέρου εδαφίου του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧΙ - Θάνατοι
Άρθρ.129. Οι έγκλειστοι θα δύνανται να παραδώσουν τας διαθήκας των εις τας υπευθύνους αρχάς αίτινες θα εξασφαλίσουν την φύλαξιν των. Εις περίπτωσιν θανάτου των εγκλείστων αι διαθήκαι αύται θα μεταβιβάζωνται ταχέως προς τα υπό των εγκλείστων οριζόμενα πρόσωπα.
Ο θάνατος εκάστου εγκλείστου θα πιστοποιήται υπό ιατρού και θα συντάσσηται πιστοποιητικόν εκθέτον τους λόγους του θανάτου και τας συνθήκας υπό τας οποίας συνέβη.
Επίσημος ληξιαρχική πράξις, δεόντως κατεχωρημένη θα συντάσσηται συμφώνως προς τας διατάξεις τας ισχυούσας εις το έδαφος όπου ευρίσκεται ο χώρος περιορισμού και κεκυρωμένον αντίγραφον ταύτης θα αποστέλληται ταχεώς εις την Προστάτιδα Δύναμιν ως και εις το εν άρθρ. 140 προβλεπόμενον Κεντρικόν Πρακτορείον.
Άρθρ.130. Αι κατακρατούσαι αρχαί θα φροντίζουν όπως οι αποβιώσαντες εν περιορισμώ έγκλειστοι ενταφιασθούν μετά των προσηκουσών τιμών, ει δυνατόν συμφώνως με το τυπικόν της θρησκείας εις την οποίαν ανήκον, όπως οι τάφοι των παραμείνουν σεβαστοί, όπως συντηρηθούν ούτοι ευπρεπώς και σημειωθούν κατά τρόπον ώστε να δύνανται πάντοτε ν’ ανευρεθούν.
Οι αποβιώσαντες έγκλειστοι θα ενταφιάζωνται κεχωρισμένως πλην περιπτώσεως ανωτέρας βίας, ήτις θα επέβαλε ομαδικήν ταφήν. Τα σώματα θα αποτεφρώνωνται μόνον δι’ επιτακτικούς λόγους υγιεινής, ή λόγω της θρησκείας του αποβιώσαντος ή ακόμη εάν εξέφρασεν ούτος τοιαύτην επιθυμίαν. Εις περίπτωσιν αποτεφρώσεως θα γίνη μνεία του γεγονότος τούτου και των αιτιών του επί της ληξιαρχικής πράξεως θανάτου του εγκλείστου. Η τέφρα θα διατηρηθή μετά προσοχής υπό των κατακρατουσών αρχών και θα παραδοθή όσον ένεστι συντομώτερον εις τους συγγενείς, εάν ούτοι το ζητήσουν.
Ευθύς ως αι περιστάσεις το επιτρέψουν και το αργότερον εις το τέλος των εχθροπραξιών, η κατακρατούσα Δύναμις, θα μεταβιβάση μέσω των προβλεπομένων εις το άρθρ. 136 Γραφείων πληροφοριών, εις τας Δυνάμεις από τας οποίας εξηρτώντο οι αποθανώντες, καταλόγους των ταφών των αποθανόντων εγκλείστων. Οι εν λόγω κατάλογοι θα παρέχουν πάσαν λεπτομέρειαν αναγκαίαν δια την αναγνώρισιν των αποθανόντων εγκλείστων και τον ακριβή προσδιορισμόν των ταφών αυτών.
Άρθρ.131. Πας θάνατος ή πας σοβαρός τραυματισμός εγκλείστου όστις προεκλήθη ή υπάρχει υπόνοια ότι προεκλήθη υπό σκοπού, υπό άλλου εγκλείστου ή υπό οιουδήποτε άλλου προσώπου, ως και πας άλλος θάνατος του οποίου η αιτία είναι άγνωστος θα ακουθήται αμέσως υπό επισήμου ανακρίσεως από μέρους της κατακρατούσης Δυνάμεως.
Σχετική κοινοποίησις θα διαβιβάζηται αμέσως εις την προστάτιδα δύναμιν, θα συλλέγωνται αι καταθέσεις παντός μάρτυρος και αναφορά περιέχουσα ταύτας θα συντάσσηται και θα κοινοποιήται προς την εν λόγω Δύναμιν.
Εάν η ανάκρισις αποδείξη την ενοχήν ενός ή πλειόνων ατόμων, η κατακρατούσα Δύναμις θα λάβη όλα τα μέτρα δια την δικαστικήν δίωξιν του ή των υπευθύνων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΧΙΙ - Απελευθέρωσις, επαναπατρισμός και νοσηλεία εις ουδετέρας Χώρας
Άρθρ.132. Παν πρόσωπον έγκλειστον θα απελευθερούται υπό της κατακρατούσης δυνάμεως ευθύς ως οι λόγοι οίτινες επέφεραν τον περιορισμόν έπαυσαν να υφίστανται.
Επί πλέον τα εν διενέξει Μέρη θα προσπαθήσουν να συνάψουν, διερκουσών των εχθροπραξιών συμφωνίας δια την απελευθέρωσιν, τον επαναπατρισμόν, την επιστροφήν εις τας οικίαν των ή την φιλοξενίαν εις ουδετέραν χώραν ωρισμένων κατηγοριών εγκλείστων και ιδιαιτέρως παιδίων, γυναικών εγκύων και μητέρων εχουσών βρέφη και παιδία εις μικράν ηλικίαν τραυματιών και ασθενών ή εγκλείστων εχόντων υποστή μακράν αιχμαλωσίαν.
Άρθρ.133. Ο περιορισμός θα παύση το ταχύτερον δυνατόν μετά το πέρας των εχθροπραξιών.
Εν τούτοις, οι εις το έδαφος ενός εν συρράξει Μέρους έγκλειστοι, οίτινες θα ιδιώκοντο ποινικώς δι’ αδικήματα, μη συνεπαγόμενα αποκλειστικώς πειθαρχικήν μόνον ποινήν, δύνανται να κρατήσουν μέχρι πέρατος της διαδικασίας και ενδεχομένως μέχρι της εκτίσεως της ποινής. Το αυτό θα συμβή και δια τους ήδη καταδικασθέντας εις ποινήν στερητικήν της ελευθερίας των.
Δια συμφωνίας μεταξύ της κατακρατούσης Δυνάμεως και των ενδιαφερομένων Δυνάμεων, δέον μετά το πέρας των εχθροπραξιών ή της κατοχής του εδάφους να καταρτισθούν επιτροπαί δια την αναζήτησιν των διεσκορπισμένων εγκλείστων.
Άρθρ.134. Τα Υψηλά συμβαλλόμενα Μέρη θα προσπαθήσουν, εις το τέλος των εχθροπραξιών ή της κατοχής να εξασφαλίσουν την επιστροφήν όλων των εγκλείστων εις τον τελευταίον τόπον διαμονής των, ή να διευκολύνουν τον επαναπατρισμόν των.
Άρθρ.135. Η κατακρατούσα Δύναμις θα υποστή τα έξοδα της επιστροφής των απελευθερουμένων εγκλείστων εις τον τόπον όπου είχον την κατοικίαν των κατά τον χρόνον του περιορισμού των ή, εάν συνέλαβεν αυτούς κατά την διάρκειαν ταξειδίου των ή εις ανοικτήν θάλασσαν, τα αναγκαία έξοδα δια να τους επιτραπή να συμπληρώσουν το ταξείδιόν των ή να επιστρέψουν εις το σημείον της αναχωρήσεώς των.
Εάν η κατακρατούσα Δύναμις αρνηθή την άδειαν μονίμου παραμονής εις απελευθερωθέντα έγκλειστον, όστις, προηγουμένως είχε την μόνιμον κατοικίαν του επί του εδάφους της, αύτη θα καταβάλη τα έξοδα επαναπατρισμού του.
Ουχ’ ήττον, εάν ο έγκλειστος προτιμά να επιστρέψη εις την πατρίδα του, υπό ιδιάν αυτού ευθύνην, ή ίνα υπακούση εις εντολήν της Κυβερνήσεως εις την οποίαν οφείλει υπακοήν, η κατακρατούσα Δύναμις δεν υποχρεούται εις καταβολήν των δαπανών του πέραν του εδάφους της. Η κατακρατούσα Δύναμις δεν υποχρεούται να καταβάλη τα έξοδα επαναπατρισμού εγκλείστου όστις θα είχεν εγκλεισθεί τη αιτήσει του.
Εάν οι έγκλειστοι μετασταθμεύσουν συμφώνως τω άρθρω 45 η μεταφέρουσα τούτους Δύναμις και η υποδεχομένη αυτούς θέλουν συνεννοηθή επί της αναλογίας των εξόδων των οποίων θα καταβάλη εκάστη.
Αι ως άνω διατάξεις δεν θίγουν τας ειδικάς συμφωνίας αι οποίαι θα ηδύναντο να συναφθούν μεταξύ των εν συρράξει Δυνάμεων περί της ανταλλαγής και του επαναπατρισμού των εις εχθρικάς χείρας ευρισκομένων υπηκόων των.

ΤΜΗΜΑ V - Γραφεία και Κεντρικόν Πρακτορείον Πληροφοριών[Επεξεργασία]

Άρθρ.136. Άμα τη ενάρξει της συρράξεως και εις όλας τας περιπτώσεις κατοχής έκαστον των εν διενέξει Μερών θα συγκροτήση επίσημον Γραφείον πληροφοριών υπεύθυνον δια την λήψιν και μετάδοσιν πληροφοριών περί των υπό την εξουσίαν του ευρισκομένων προστατευομένων προσώπων.
Έκαστον των εν συρράξει Μερών θα διαβιβάζη εντός της βραχυτέρας δυνατής προθεσμίας εις το εν λόγω Γραφείον, πληροφορίας περί των υπό τούτου ληφθέντων μέτρων κατά παντός προστατευομένου προσώπου, συλληφθέντος από πλέον των δύο εβδομάδων, υποβληθέντος εις αναγκαίαν διαμονήν ή περιορισθέντος. Επί πλέον θα αναθέση εις τας ενδιαφερομένας υπηρεσίας του όπως παράσχουν ταχέως εις το προμνησθέν γραφείον πληροφορίας σχετικώς με τας επισυμβάσας εις την κατάστασιν των προστατευομένων τούτων προσώπων, μεταβολάς, οίον μετακινήσεις, απελευθερώσεις, επαναπατρισμοί, δραπετεύσεις, νοσηλείαι εις νοσοκομεία, γεννήσεις και θάνατοι.
Άρθρ.137. Το εθνικόν γραφείον πληροφοριών θα αποστέλλη αμέσως δια των ταχυτέρων μέσων και μερίμνη, αφ’ ενός των Προστάτιδων Δυνάμεων και αφ’ ετέρου, του εις το άρθρ. 140 προβλεπομένου Κεντρικού Πρακτορείου, τας σχετικάς προς τα προστατευόμενα πρόσωπα πληροφορίας, εις την Δύναμιν της οποίας τα άνω αναφερόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι ή εις την Δύναμιν επί του εδάφους της οποίας είχον ταύτα την κατοικίαν των. Τα γραφεία θα απαντούν επίσης εις όλας τας αιτήσεις αίτινες θα τοις απευθύνωνται περί προστατευομένων προσώπων.
Τα γραφεία πληροφοριών θα διαβιβάζουν τας σχετικάς προς προστατευόμενον πρόσωπον πληροφορίας, εκτός εάν η μετάδοσίς των επρόκειτο να ζημιώση το ενδιαφερόμενον πρόσωπον, ή την οικογενειάν του. Αλλά και εις την περίπτωσιν ακόμη ταύτην τα γραφεία δεν θα δύνανται ν’ αρνηθούν την αποστολήν πληροφοριών προς το Κεντρικόν Πρακτορείον το οποίον, προειδοποιούμενον περί των περιστάσεων, θα λάβη τα υποδεικνυόμενα εις το άρθρ. 140 αναγκαία προφυλακτικά μέτρα.
Πάσαι αι υπό του Γραφείου συντασσόμεναι έγγραφοι ανακοινώσεις θα επισημοποιούνται δι’ υπογραφής ή σφραγίδος.
Άρθρ.138. Αι εις το Γραφείον πληροφοριών λαμβανόμεναι και υπ’ αυτού μεταδιδόμεναι πληροφορίαι θα είναι τοιαύτης φύσεως ώστε να επιτρέπουν την εξακρίβωσιν της ταυτότητος του προστατευομένου προσώπου και την ταχείαν ειδοποίησιν της οικογενείας του. Θα περιλαμβάνουν δι’ έκαστον πρόσωπον τουλάχιστον το ονοματεπώνυμον, τον τόπον και την πλήρη ημερομηνίαν γεννήσεως, την εθνικότητα, τον τόπον της τελευταίας κατοικίας, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, το όνομα πατρός και το οικογειακόν όνομα της μητρός την ημερομηνίαν και την φύσιν του εναντίου του προσώπου ληφθέντος μέτρου, ως και τον τόπον όπου το μέτρον τούτο ελήφθη, την διεύθυνσιν εις την οποίαν δύναται να τω απευθύνεται η αλληλογραφία του ως και το όνομα και την διεύθυνσιν του προσώπου το οποίον πρέπει να ειδοποιηθή.
Ωσαύτως πληροφορίας περί της καταστάσεως της υγείας των εις σοβαράν θέσιν ασθενών ή τραυματιών εγκλείστων, θα μεταδίδωνται τακτικώς και ει δυνατόν καθ’ εβδομάδα.
Άρθρ.139. Το εθνικόν γραφείον πληροφοριών θα είναι, εξ άλλου εντεταλμένον την συλλογήν όλων των προσωπικών αντικειμένων αξίας, των εγκαταλειφθέντων υπό των προστατευομένων προσώπων των αναφερομένων εις το άρθρ. 136 και δη κατά τον επαναπατρισμόν των, την απελεύθερωσίν των, την δραπέτευσίν των ή τον θάνατόν των, ως και την αποστολήν τούτων εις τους ενδιαφερομένους απ’ ευθείας ή εν ανάγκη μέσω του Κεντρικού Πρακτορείου. Τα αντικείμενα ταύτα θα αποστέλλωνται εντός δεμάτων εσφραγισμένων υπό του Γραφείου. Εις τα δέματα ταύτα θα επισυνάπτωνται δηλώσεις καθορίζουσαι μετ’ ακριβείας την ταυτότητα των προσώπων εις τα οποία τα αντικείμενα ταύτα ανήκον, ως και πλήρης κατάλογος του περιεχομένου του δέματος. Η παραλαβή και αποστολή αντικείμενων αξίας θα σημειούται λεπτομερώς εις τα οικεία βιβλία.
Άρθρ.140. Κεντρικόν Πρακτορείον πληροφοριών δια τα προστατευόμενα πρόσωπα, ιδίως προκειμένου περί εγκλείστων θα ιδρυθή, εις ουδετέραν χώραν. Η διεθνής επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού θα προτείνη εις τας ενδιαφερομένας Δυνάμεις εάν θεωρεί τούτο αναγκαίον την οργάνωσιν του Πρακτορείου τούτου όπερ δύναται να ταυτίζηται με το προβλεπόμενον εν άρθρ. 123 της Συμβάσεως της Γενεύης της 12ης Αυγ. 1949 περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πόλεμου.
Το Πρακτορείον τούτο θα επιφορτισθή με την συγκέντρωσιν όλων των πληροφοριών περί ων προβλέπει το άρθρ. 136 τας οποίας θα δυνηθή να λάβη εξ επισήμων ή ιδιωτικών πηγών. θα διαβιβάση ταύτας το ταχύτερον δυνατόν εις την χώραν καταγωγής ή κατοικίας των ενδιαφερομένων προσώπων, εκτός της περιπτώσεως καθ’ ην η μετάδοσις αύτη θα ηδύνατο να βλάψη τα πρόσωπα ή τας οικογενείας τας οποίας αφορούν αι πληροφορίαι.
Θα τύχη από μέρους των εν συρράξει Μερών πάσης λογικής ευκολίας δια την εκτέλεσιν των εν λόγω κοινοποιήσεων.
Τα Υψηλά συμβαλλόμενα Μέρη, και ιδιαιτέρως εκείνα των οποίων οι υπήκοοι απολαύουν των υπηρεσιών του Κεντρικού Πρακτορείου, προσκαλούνται όπως παράσχουν εις τούτο την υλικήν υποστήριξιν της οποίας θα είχεν ανάγκην.
Αι ανωτέρω διατάξεις δεν πρέπει να ερμηνευθούν ως περιορίζουσαι την ανθρωπιστικήν δράσιν της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού και των Εταιρειών Περιθάλψεως των αναφερομένων εν άρθρ. 142.
Άρθρ.141. Τα Εθνικά Γραφεία πληροφοριών και το Κεντρικόν Πρακτορείον πληροφοριών θα απολαύουν ταχυδρομικής ατελείας επί πάσης ταχυδρομικής αποστολής ως και των εν άρθρ. 110 προβλεπομένων απαλλαγών και, κατά το δυνατόν, της τηλεγραφικής ατελείας ή τουλάχιστον σημαντικής εκπτώσεως επί των τηλεγραφικών τελών.

ΤΜΗΜΑ VI - Εκτέλεσις της Συμβάσεως[Επεξεργασία]

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι - Γενικαί Διατάξεις
Άρθρ.142. Υπό την επιφύλαξιν των μέτρων άτινα θα εθεώρουν απαραίτητα δια την περιφρούρησιν της ασφαλείας των ή δια την αντιμετώπισιν πάσης άλλης λογικής ανάγκης, αι Κατακρατούσαι Δυνάμεις θα επιφυλάξουν την καλλιτέραν υποδοχήν εις τας θρησκευτικάς οργάνωσεις, τας εταιρείας περι-θάλψεως ή πάντα άλλον οργανισμόν, όστις θα ήρχε-το αρωγός προς τα προστατευόμενα πρόσωπα. Θα παράσχουν προς αυτούς ως και προς τους δεόντως εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους των πάσας τας αναγκαίας ευκολίας δια την επίσκεψιν των προστα-τευομένων προσώπων, δια την προς ταύτα διανομήν βοηθημάτων, υλικού πάσης προελεύσεως προοριζομένου δια μορφωτικούς ψυχαγωγικούς ή θρησκευτικούς σκοπούς, ή δια την παροχήν βοηθείας προς οργάνωσιν της ψυχαγωγίας των εντός των χωρών περιορισμού.
Αι προαναφερθείσαι εταιρείαι ή οργανισμοί δύνανται να ιδρυθούν είτε επί του εδάφους της κατακρατούσης Δυνάμεως, είτε εις άλλην χώραν, ή και να έχουν διεθνή χαρακτήρα.
Η κατακρατούσα Δύναμις δύναται να περιορίση τον αριθμόν των εταιρειών και οργανισμών εις τους εκπροσώπους των οποίων θα επητραπή η άσκησις των καθηκόντων των επί του εδάφους της και υπό τον έλεγχον της, υπό τον όρον όμως ότι ο τοιούτος περιορισμός δεν θα παρεμποδίση την παροχήν αποτελεσματικής και επαρκούς αρωγής προς όλα τα προστατευόμενα πρόσωπα.
Η ιδιαιτέρα θέσις της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού επί του πεδίου τούτου θα τύχη εν παντί καιρώ αναγνωρίσεως και σεβασμού.
Άρθρ.143. Οι αντιπρόσωποι ή απεσταλμένοι των προστατίδων Δυνάμεων θα εξουσιοδοτηθούν να μεταβαίνουν εις όλα τα μέρη όπου ευρίσκονται προστατευόμενα πρόσωπα, ιδίως δε εις τους χώρους περιορισμού, φυλακίσεως και εργασίας.
Θα τους επιτρέπεται η είσοδος εις όλα τα διαμερίσματα τα χρησιμοποιούμενα υπό των προστατευομένων προσώπων και θα δύνανται να συνομιλήσουν μετ’ αυτών άνευ της παρουσίας μάρτυρος τη βοηθεία διερμηνέως εάν είναι τούτο αναγκαίον.
Αι επισκέψεις αύται δεν δύνανται να απαγορευθούν ει μη μόνον λόγω επιτακτικών στρατιωτικών αναγκών τούτο δε μόνον εξαιρετικώς και προσωρινώς. Η συχνότης και η διάρκεια των επισκέψεων δεν δύναται να περιορισθή.
Θα παρέχεται πάσα ελευθερία εκλογής των τόπων επισκέψεως εις τους αντιπροσώπους και τους εκπροσώπους των προστατίδων Δυνάμεων. Η κατακρατούσα ή κατέχουσα Δύναμις, η προστάτις Δύναμις και, ενδεχομένως, η Δύναμις εξ ης κατάγωνται τα επισκεπτά πρόσωπα δύνανται να συνεννοηθούν ώστε να επιτραπή και εις συμπατριώτας των εγκλείστων να μετέχουν των επισκέψεων.
Οι εκπρόσωποι της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού θα απολαύουν των ιδίων προνομίων. Ο διορισμός των εκπροσώπων τούτων θα υποβάλλεται εις την έγκρισιν της Δυνάμεως υπό την εξουσίαν της οποίας ευρίσκονται τα εδάφη όπου πρόκειται ν’ αναπτύξουν την δράσιν των.
Άρθρ.144. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν όπως διαδώσουν όσον το δυνατόν ευρύτερον εν καιρώ ειρήνης και εν καιρώ πολέμω, το κείμεον της παρούσης Συμβάσεως εις τας χώρας των και δη όπως περιλάβουν την μελέτην ταύτης εις τα προγράμματα στρατιωτικής και ει δυνατόν, πολιτικής εκπαιδεύσεως ώστε αι αρχαί της ν’ αποβούν γνωσταί εις το σύνολον του πληθυσμού.
Αι πολιτικαί, στρατιωτικαί, αστυνομικαί και άλλαι αρχαί αίτινες εν καιρώ πολέμου αναλαμβάνουν ευθύνας των προστατευομένων πρόσωπων, δέον όπως κατέχουν το κείμενον της Συμβάσεως και όπως έχουν εκπαιδευθεί ιδιαιτέρως επί των διατά-ξεών της.
Άρθρ.145. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα κοινοποιήσουν προς άλληλα μέσω του Ομοσπονδιακού Ελβετικού Συμβουλίου και, κατά την διάρκειαν των εχθροπραξιών, μέσω των προστάτιδων Δυνάμεων, τας επισήμους μεταφράσεις της παρούσης Συμβάσεως, ως και τους Νόμους και κανονισμούς τους οποίους θα υιοθετήουν ενδεχομένως προς εξασφάλισιν της εφαρμογής.
Άρθρ.146. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να λάβουν άπαντα τα αναγκαία νομοθετικά μέτρα δια τον καθορισμόν των ενδεδειγμένων ποινικών κυρώσεων των επιβλητέων εις τα πρόσωπα άτινα προέβησαν ή έδωσαν εις άλλους διαταγήν να προβούν εις οιανδήποτε σοβαράν παράβασιν της παρούσης Συμβάσεως ως αι παραβάσεις αύται καθορίζονται εις το επόμενον άρθρον.
Έκαστον Συμβαλλόμενον Μέρος θα έχη την υποχρέωσιν ν’ αναζητήση τα πρόσωπα τα κατηγορούμενα ότι προέβησαν ή έδωσαν εις άλλους διαταγήν να προβούν εις οιανδήποτε των σοβαρών τούτων παραβάσεων και οφείλει να παραπέμψη τα πρόσωπα ταύτα ενώπιον των Δικαστηρίων του, οιαδήποτε και αν είναι η εθνικότης των. Δύναται επίσης, εάν το προτιμά, και υπό τους προβλεπόμενους υπό της ιδίας αυτού νομοθεσίας όρους, να παραδώση τα ειρημένα πρόσωπα προς εκδίκασιν εις έτερον Συμβαλλόμενον Μέρος, το οποίον ενδιαφέρεται δια την δίωξίν των, εφ’ όσον το Συμβαλλόμενον τούτο Μέρος έχει εναντίον των επαρκείς λόγους διώξεως.
Έκαστον συμβαλλομενον Μέρος θα λάβη τα αναγκαία μέτρα δια την κατάπαυσιν ενεργειών αντικείμενων εις τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως, και πέραν των σοβαρών παραβάσεων, αίτινες καθορίζονται εις το επόμενον άρθρον.
Εις πάσαν περίστασιν οι μηνυόμενοι θ’ απολαμβάνουν εγγυήσεων δικονομικών και ελευθέρας υπερασπίσεως ουχί κατωτέρων των προβλεπομένων εις τα άρθρ. 105 και επόμενα της Συμβάσεως της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου της 12ης Αυγ. 1949.
Άρθρ.147. Αι σοβαραί παραβάσεις, περί των οποίων πραγματεύεται το προηγούμενον άρθρον, είναι εκείνοι αι οποίαι συνεπάγονται οιανδήποτε των ακολούθων πράξεων, εφ’ όσον διαπράττονται εναντίον προσώπων ή ιδιοκτησιών προστατευομένων υπό της παρούσης Συμβάσεως.
Εκ προθέσεως φόνος, ή βάσανος ή άλλη απάνθρωπος μεταχείρισις περιλαμβανομένων των βιολογικών πειραμάτων εκ προθέσεως πρόκλησις μεγάλης οδύνης ή σοβαρά προσβολή κατά της σωματικής ακεραιότητας της υγείας, παράνομος εξορία ή μεταφορά ή παράνομος περιορισμός, εξαναγκασμός προστατευομένου τινός προσώπου όπως υπηρέτηση εις τας ενόπλους δυνάμεις εχθρικής Δυνάμεως ή εκ προθέσεως στέρησις του δικαιώματος του εκδικάζεσθαι κατά τρόπον κανονικόν και αμερόληπτον κατά τα οριζόμενα εις την παρούσαν Σύμβασιν, σύλληψις ομήρων, καταστροφή ή ιδιοποίησις αγαθών μη δικαιολογουμένη υπό των στρατιωτικών αναγκών και λαμβάνουσα χώραν εις μεγάλην κλίμακα κατά τρόπον παράνομον και αυθαίρετον.
Άρθρ.148. Ουδέν των Συμβαλλομένων μερών δύναται ν’ απαλλάξη εαυτό, ουδέ ν’ απαλλάξη έτερον Συμβαλλόμενον Μέρος των ευθυνών ας αυτό τούτο ή άλλο Συμβαλλόμενον Μέρος υπέχουν λόγω των εις το προηγούμενον άρθρον προβλεπομένων παραβάσεων.
Άρθρ.149. Αιτήσει ενός των εν συρράξει Μερών, θα διεξαχθή ανάκρισις, ης ο τρόπος ενεργείας θα καθορισθή υπό των ενδιαφερομένων Μερών, επί πάσης καταγγελίας περί παραβάσεως της Συνθήκης.
Εάν δεν επέλθη συμφωνία επί της διαδικασίας της ανακρίσεως, τα Μέρη θα συνεννοηθούν δια την εκλογήν διαιτητού, όστις θ’ αποφασίση περί της ακολουθητέας διαδικασίας.
Άπαξ διαπιστωθή η παράβασις τα εν συρράξει Μέρη θα θέσουν τέρμα εις αυτήν και θα επιβάλουν όσον το δυνατόν ταχύτερον τας δέουσας κυρώσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙ - Τελικαί Διατάξεις
Άρθρ.150. Η παρούσα Σύμβασις εγένετο εις την γαλλικήν και την αγγλικήν. Αμφότερα τα κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά.
Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θέλει μεριμνήση δια τας επισήμους μεταφράσεις της Συμβάσεως εις την ρωσσικήν και την ισπανικήν γλώσσαν.
Άρθρ.151. Η παρούσα Σύμβασις η οποία φέρει την ημερομηνίαν της σήμερον είναι ανοικτή προς υπογραφήν μέχρι της 12ης Φεβρ. 1950 από μέρους των Δυνάμεων των ανιπροσωπευθείσων εις την αρξαμένην εν Γενεύη την 21ην Απρ.1949 συνδιάσκεψιν.
Άρθρ.152. Η παρούσα Σύμβασις θα επικυρωθή όσον το δυνατόν συντομώτερον αι δε επικυρώσεις της θα κατατεθούν εν Βέρνη.
Δι’ εκάστην κατάθεσιν οργάνου επικυρώσεως θέλει συνταχθή πρωτόκολλον ούτινος ακριβές αντίγραφον θέλει επιδοθή υπό του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου προς όλας τας Δυνάμεις επ’ ονόματι των οποίων θα έχη υπογραφή η Σύμβασις ή των οποίων θα έχη κοινοποιηθή η προσχώρησις.
Άρθρ.153. Η παρούσα Σύμβασις θα τεθή εν ισχύϊ έξ μήνας μετά την κατάθεσιν δύο τουλάχιστον οργάνων επικυρώσεως.
Κατόπιν, θα τεθή εν ισχύϊ δι’ έκαστον Υψηλόν Συμβαλλόμενον Μέρος έξ μήνας μετά την κατάθεσιν του οργάνου επικυρώσεως αυτού.
Άρθρ.154. Εις τας σχέσεις μεταξύ Δυνάμεων δεσμευομένων υπό της Συμβάσεως της Χάγης περί Νόμων και Εθίμων του κατά ξηράν πολέμου, είτε πρόκειται περί της υπογραφείσης την 29ην Ιουλ. 1899 είτε της υπογραφείσης την 18ην Οκτ. 1907, και συμμετεχουσών εις την παρούσαν Σύμβασιν, θα θεωρηθή αύτη συμπλήρωμα των Τμημάτων II και III του προσηρτημένου εις την προαναφερθείσαν Σύμβασιν της Χάγης κανονισμού.
Άρθρ.155. Η παρούσα Σύμβασις θα είναι από της ημέρας της ισχύος της ανοικτή εις την προσχώρησιν πάσης Δυνάμεως επ’ ονόματι της οποίας δεν έχει υπογραφή.
Άρθρ.156. Αι προσχωρήσεις θα κοινοποιώνται εγγράφως εις το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον και θα καθίστανται ενεργοί, έξ μήνας μετά την ημερομηνίαν καθ’ ην θα τω έχωσι περιέλθη.
Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα ανακοινώση τας προσχωρήσεις προς όλας τας Δυνάμεις επ’ ονόματι των οποίων έχει υπογραφή η Σύμβασις ή των οποίων έχει κοινοποιηθή η προσχώρησις.
Άρθρ.157. Αι εις τα άρθρ. 2 και 3 προβλεπόμεναι καταστάσεις θα προσδώσουν άμεσον ισχύν εις τας προ ή μετά την έναρξιν των εχθροπραξιών ή της κατοχής κατατεθείσας επικυρώσεις και κοινοποιηθείσας προσχωρήσεις των εν συρράξει Μερών. Η κοινοποίησις των ληφθησομένων επικυρώσεων ή προσχωρήσεων των εν συρράξει Μερών θα γίνηται υπό του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου δια της ταχυτέρας οδού.
Άρθρ.158. 'Έκαστον των Υψηλών Συμβαλλομένων μερών έχει το δικαίωμα να καταγγείλη την παρούσαν Σύμβασιν.
Η καταγγελία θα κοινοποιήται εγγράφως προς το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον όπερ θ’ ανακοινώση την κοινοποίησιν προς τας Κυβερνήσεις όλων των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών.
Η καταγγελία θα καθίσταται ενεργός έν έτος μετά την κοινοποίησιν της προς το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον. Ουχ ήττον καταγγελία κοινοποιηθείσα καθ’ ον χρόνον η καταγγέλουσα Δύναμις έχει εμπλακή εις σύρραξιν δεν καθίσταται ενεργός εφ’ όσον δεν θα έχη συναφθή ειρήνη, και εν ουδεμιά περιπτώσει προ του τερματισμού του έργου απελευθερώσεως και επαναπατρισμού των προστατευομένων υπό της Συμβάσεως προσώπων.
Η καταγγελία θα ισχύη μόνον έναντι της καταγγελλούσης Δυνάμεως. Αυτή ουδεμίαν θα έχην επίδρασιν επί των υποχρεώσεων ας τα εν συρράξει Μέρη θα παραμείνουν υπόχρεα να εκπληρώσουν δυνάμει των αρχών του Διεθνούς δικαίου ως αύται προκύπτουν εκ των παραδεδεγμένων μεταξύ πεπολιτισμένων εθνών εθίμων, των κανόνων ανθρωπισμού και των απαιτήσεων της δημοσίας συνηδείσεως.
Άρθρ.159. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα μεριμνήση δια την κατοχύρωσιν της παρούσης Συμβάσεως εις την Γραμματείαν των Ηνωμένων Εθνών. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα πληροφορήση επίσης την Γραμματείαν των Ηνωμένων Εθνών περί των επικυρώσεων, προσχωρήσεων και καταγγελιών ας θα λάβη περί της παρούσης Συμβάσεως.
Εφ’ ω, οι υπογεγραμμένοι έχοντες καταθέση εις έκαστος τα πληρεξούσιά των, υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν.
Εγένετο εν Γενεύη, την 12ην Αυγ. 1949, εις γαλλικήν και αγγλικήν γλώσσαν, του πρωτοτύπου μέλλοντος να κατατεθή εις τα Αρχεία της Ελβετικής Ομοσπονδίας. Το Ελβετικόν Ομοσπονδιακόν Συμβούλιον θα διαβιβάση ακριβές αντίγραφον της Συμβάσεως εις έκαστον των υπογραψάντων Κρατών ως και εις τα Κράτη άτινα θα έχουν προσχώρηση εις την Συνθήκην.
(Έπονται, υπογραφαί των αντιπροσώπων Αφγανιστάν, Αργεντινής, Αλβανίας, Αυστραλίας, Αυστρίας, Βελγίου, Λευκορωσσίας, Βολιβίας Βραζιλίας, Βουλγαρίας, Καναδά, Χιλής, Κίνας, Κολομβίας, Κούβας, Δανίας, Αιγύπτου, Ισημερινού, Ισπανίας, Η.Π.Α., Αιθιοπίας, Φιλανδίας, Γαλλίας, Ελλάδος, Γουατεμάλας, Ουγγαρίας, Ινδίας, Ιράν, Ιρλανδίας, Ισραήλ, Ιταλίας, Λιβάνου, Λιχτενστάϊν, Λουξεμβούργου, Μεξικό, Μονακό, Νικαράγουας, Νορβηγίας, Ν. Ζηλανδίας, Πακιστάν, Παραγουάης, Κάτω Χωρών, Περού, Φιλιππίνων, Πολωνίας, Πορτογαλλίας, Ρουμανίας, Μ. Βρεττανίας, Αγ. Έδρας, Ελ Σαλβαδώρ, Σουηδίας, Ελβετίας, Συρίας, Τσεχοσλοβακίας, Τουρκίας, Ουκρανίας, Ε.Σ.Σ.Δ., Ουρουγουάης, Βενεζουέλας, Γιουγκοσλαβίας).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι - Σχέδιον συμφωνίας αφορώσης υγειονομικάς ζώνας και περιοχάς ασφαλείας[Επεξεργασία]

Άρθρ.1. Αι ζώναι υγειονομικαί και ασφαλείας θα επιφυλαχθούν αυστηρώς δια τα πρόσωπα τα αναφερόμενα εις το άρθρ. 23 της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της καταστάσεως των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων, της 12ης Αυγ. 1949 και εις το άρθρ. 14 της Συμβάσεως της Γενεύης περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου της 12ης Αυγ. 1949 ως και δια το προσωπικόν εις το οποίον έχει ανατεθή η οργάνωσις και διοίκησις των ζωνών και περιοχών αυτών και η περίθαλψης των εν αυταίς συγκεντρωθησομένων ατόμων.
Ουχ’ ήττον, πρόσωπα των οποίων η μόνιμος κατοικία ευρίσκεται εντός τοιούτων περιοχών θα έχουν το δικαίωμα να παραμένουν εκεί.
Άρθρ.2. Ουδέν πρόσωπον εκ των ευρισκομένων, υπό οιανδήποτε ιδιότητα, εντός ζώνης τινός υγειονομικής και ασφαλείας, δύναται να εκτελέση οιανδήποτε εργασίαν, άμεσον σχέσιν έχουσαν με τας στρατιωτικάς επιχειρήσεις ή με την παραγωγήν πολεμικού υλικού εντός ή εκτός της ζώνης.
Άρθρ.3. Η δημιουργούσα ζώνην υγειονομικήν και σφαλείας Δύναμις, θα λάβη όλα τα απαιτούμενα μέτρα προς απαγόρευσιν της εισόδου εις όλα τα πρόσωπα τα οποία δεν έχουν το δικαίωμα να μεταβούν ή να παραμείνουν εκεί.
Άρθρ.4. Αι ζώναι υγειονομικαί και ασφαλείας θα πληρούν τους κάτωθι όρους:
α)θα περιλαμβάνουν μικρόν μόνον τμήμα του εδάφους το οποίον ελέγχει η δημιουργήσασα την ζώνην Δύναμις.
β)θα είναι αραιώς κατωκημέναι εν σχέσει προς τας δυνατότητας εγκαταστάσεως.
γ)θα κείνται μακράν και θα στερούνται παντός στρατιωτικού στόχου και πάσης σημαντικής βιομηχανικής ή διοικητικής εγκαταστάσεως.
δ)Δεν θα τοποθετηθούν εις περιοχάς αι οποίαι, κατά πάσαν πιθανότητα δυνατόν να έχουν σημασίαν δια την διεξαγωγήν του πολέμου.
Άρθρ.5. Αι ζώναι υγειονομικαί και ασφαλείας θα υπόκεινται εις τας ακολούθους υποχρεώσεις.
α)Το δίκτυον συγκοινωνιών και τα μέσα μεταφοράς τα οποία ενδέχεται να περιλαμβάνουν δεν θα χρησιμοποιούνται δια την μεταφοράν στρατιωτικού προσωπικού ή υλικού έστω και εν απλή διαμετακομίσει.
β)Εν ουδεμιά περιπτώσει θα υπερασπίζονται στρατιωτικώς.
Άρθρ.6. Αι ζώναι υγειονομικαί και ασφαλείας θα επισημαίνωνται δια διαγωνίων ερυθρών ταινιών επί βάθους λευκού τοποθετουμένων επί της περιφερείας της ζώνης και επί των κτιρίων. Αι προοριζόμεναι αποκλειστικώς δια τραυματίας και ασθενείς ζώναι δύνανται να σημανθούν δι’ ερυθρών σταυρών (Ερυθρών, ημισελήνων, ερυθρού Λέοντος και Ηλίων) επί βάθους λευκού.
Δύνανται επίσης να επισημανθούν νύκτωρ δια καταλλήλου φωτισμού.
Άρθρ.7. Ήδη εν καιρώ ειρήνης ή κατά την έναρξιν των εχθροπραξιών εκάστη Δύναμις θα κοινοποιήση προς άπαντα τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη κατάλογον των ζωνών υγειονομικών και ασφαλείας αίτινες, εδημιουργήθησαν επί των εδαφών τα οποία ελέγχει. Θα τα τηρήση επίσης ενήμερα της δημιουργίας πάσης νέας ζώνης διαρκούσης της συρράξεως.
Ευθύς ως το αντίπαλον Μέρος λάβη την ανωτέρω κοινοποίησιν, η ζώνη θα έχη κανονικώς συγκροτηθή.
Εάν το αντίπαλον Μέρος θεωρεί, ουχ ήττον, ότι εις των τιθεμένων υπό της παρούσης συμφωνίας όρων προφανώς δεν τηρείται, δύναται ν’ αρνηθή την αναγνώρισιν της ζώνης κοινοποιούν επειγόντως την άρνησιν του προς το Μέρος από το οποίον η ζώνη εξαρτάται, ή να εξαρτήση την αναγνώρισίν της από την εγκατάστασιν του έλεγχου περί ου προβλέπει το άρθρ. 8.
Άρθρ.8. Πάσα Δύναμις έχουσα αναγνωρίσει μίαν ή περισσοτέρας ζώνας υγειονομικάς και ασφαλείας συσταθείσας υπό του αντιπάλου μέρους δικαιούται να ζητήση όπως μία ή πλείονες ειδικαί επιτροπαί ελέγξουν κατά πόσον η ζώνη πληροί τας υποχρεώσεις και τους όρους του συνομολογηθέντας δια της παρούσης συμφωνίας.
Προς τούτο τα μέλη των ειδικών επιτροπών θα έχουν ανά πάσαν στιγμήν ελευθέραν είσοδον εις τας διαφόρους ζώνας και θα δύνανται ακόμη και να διαμείνουν εκεί μονίμως. Θα παρασχεθή δε εις αυτά πάσα ευκολία δια την άσκησιν της ελεγκτικής των αποστολής.
Άρθρ.9. Εν η περιπτώσει αι επιτροπαί διαπιστώσουν γεγονότα τα οποία θα τοις εφαίνοντο αντίθετα προς τας διατάξεις της παρούσης συμφωνίας, θα ειδοποιήσουν πάραυτα την Δύναμιν εξ ης η ζώνη εξαρτάται και θα παράσχουν εις αυτήν διορίαν πέντε το πολύ ημερών προς διόρθωσιν των κακώς εχόντων. Θα ειδοποιήσουν σχετικώς και την δύναμιν η οποία έχει αναγνωρίση την ζώνην.
Εάν άμα τη λήξει της διορίας η Κυβέρνησις εξ ης εξαρτάται η ζώνη δεν έχει δώση συνέχειαν εις την απευθυνθείσαν αυτή ειδοποίησιν, το αντίπαλον Μέρος δύναται να δηλώση ότι δεν δεσμεύεται πλέον υπό της παρούσης συμφωνίας ως προς την ζώνην ταύτην.
Άρθρ.10. Η ιδρύσασα μίαν ή πλείονας ζώνας υγειονομικάς και ασφαλείας και τα αντίπαλα Μέρη προς τα οποία η ύπαρξις των ζωνών αυτών έχει γνωστοποιηθή θα διορίσουν ή θα ζητήσουν από τας Προστάτιδας Δυνάμεις ή από άλλας ουδετέρας Δυνάμεις να διορίσουν εκείναι τα πρόσωπα τα οποία να συμμετάσχουν των αναφερομένων εν άρθρ. 8 και 9 ειδικών επιτροπών.
Άρθρ.11. Αι ζώναι υγειονομικού και ασφαλείας εν ουδεμία περιπτώσει δύνανται να γίνουν στόχος επιθέσεως άλλα θα είναι πάντοτε αντικείμενον προστασίας και σεβασμού δια τα εν συρράξει Μέρη.
Άρθρ.12. Εις περίπτωσιν κατοχής εδάφους τινός αι εν αυτώ ζώναι υγειονομικαί και ασφαλείας θα εξακολουθήσουν να τυγχάνουν σεβασμού και να χρησιμοποιούνται ως τοιαύται.
Ουχ’ ήττον η κατέχουσα Δύναμις δύναται να μεταβάλη τον προορισμόν των αφού εξασφαλίση την τύχην των εν αυταίς περιθαλπομένων προσώπων.
Άρθρ.13. Η παρούσα Συμφωνία έχει επίσης εφαρμογήν προκείμενου περί τοποθεσιών τας οποίας αι Δυνάμεις ήθελον χρησιμοποιήση δια τον ίδιον σκοπόν εις τον οποίον αποβλέπουν αι ζώναι υγειο-νομικαί και ασφαλείας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ - Σχέδιον Κανονισμού αφορώντος τα συλλογικά βοηθήματα προς εγκλείστους πολίτας[Επεξεργασία]

Άρθρ.1. Αι επιτροπαί εγκλείστων θα διανέμουν τας αποστολάς συλλογικών βοηθημάτων δια τας οποίας είναι υπεύθυνοι εις όλους τους εγκλείστους τους διοικητικώς εξαρτωμένους από τον τόπον του περιορισμού των καθώς και εις τους ευρισκομένους εις νοσοκομεία, φύλακας ή άλλα σωφρονιστικά ιδρύματα.
Άρθρ.2. Η διανομή των αποστολών συλλογικής βοηθείας θα διενεργήται συμφώνως προς τας οδηγίας των δωρητών και βάσει σχεδίου της Επιτροπής Εγκλείστων. Ουχ’ ήττον η διανομή των ιατρικών βοηθημάτων θα γίνεται κατά προτίμησιν κατόπιν συνεννοήσεως με τους ανωτέρους υγειονομικούς αξιωματικούς. Ούτοι προκειμένου περί νοσοκομείων και απομονωτηρίων, δύνανται να παρίδουν τας ρηθείσας οδηγίας εάν αι ανάγκαι των ασθενών των το απαιτούν. Εντός του ούτω καθοριζομένου πλαισίου η διανομή θα διεξάγεται πάντοτε κατά τρόπον ακριβοδίκαιον.
Άρθρ.3. Ίνα καταστή δυνατή η εξακρίβωσις της ποιότητος και ποσότητος των παραλαμβανομένων εμπορευμάτων και η σύνταξις λεπτομερών εκθέσεων προς χρήσιν των δωρητών, θα επιτραπή εις τα μελή των Επιτροπών εγκλείστων να μεταβαίνουν εις τους σταθμούς και άλλους τόπους αφίξεως πα-ρακειμένους εις τον χώρον περιορισμού όπου καταφθάνουν αι αποστολαί συλλογικών βοηθημάτων.
Άρθρ.4. Εις τας Επιτροπάς θα παρασχεθούν αι αναγκαίαι ευκολίαι ίνα εξακριβώσουν εάν η διανομή των συλλογικών βοηθημάτων εκτελήται συμφώνως προς τας οδηγίας των εις όλα τα τμήματα και πα-ραρτήματα του χώρου περιορισμού.
Άρθρ.5. Θα επιτρέπεται εις τας Επιτροπάς εγκλείστων να συμπληρούν οι ίδιοι και να επιμελούνται την, υπό μελών της επιτροπής εγκλείστων εις τα αποσπάσματα εργασίας ή υπό των ανωτέρων υγειονομικών αξιωματικών των απομονωτηρίων και νοσοκομείων συμπλήρωσιν εγγράφων ή ερωτηματολογίων προοριζομένων δια τους δωρητάς και σχετικών προς τα συλλογικά βοηθήματα (διανομή, ανάγκαι, ποσότητες κλπ.). Τα τοιαύτα έγγραφα και ερωτηματολόγια, προσηκόντως συμπεπληρωμένα θα διαβιβάζωνται εις τους δωρητάς άνευ χρονοτριβής.
Άρθρ.6. Προς εξασφάλισιν της κανονικής διανομής των συλλογικών βοηθημάτων εις τους εγκλείστους του οικείου χώρου περιορισμού και προς ενδεχομένην αντιμετώπισιν των αναγκών αι οποίαι δυνατόν να προκύψουν εκ της αφίξεως νέων ομάδων εγκλείστων, θα επιτρέπεται εις τας Επιτροπάς εγκλείστων να σχηματίσουν και διατηρήσουν επαρκή αποθέματα, συλλογικών βοηθημάτων. Προς τον σκοπό προς τούτο θα έχουν εις την διάθεσίν των καταλλήλους αποθήκας, εκάστη αποθήκη θα έχη δύο κλείθρα. Η Επιτροπή Εγκλείστων θα κρατή τας κλείδας του ενός και ο διοικητής του χώρου περιορισμού τας κλείδας του ετέρου.
Άρθρ.7. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη και ειδικώς αι κατακρατούσαι Δυνάμεις θα επιτρέπουν, εν όλω τω δυνατώ μέτρω, και υπό την επιφύλαξιν των περί ανεφοδιασμού του πληθυσμού κανονισμών, πάσαν επί του εδάφους των αγοράν προς διανομήν συλλογικών βοηθημάτων εις τους εγκλείστους. Θα διευκολύνουν επίσης τα εμβάσματα κεφαλαίων και άλλα δημοσιονομικά, τεχνικά ή διοικητικά μετρά σχετικά προς τας αγοράς.
Άρθρ.8. Αι ανωτέρω διατάξεις δεν αντιτίθενται εις το δικαίωμα των εγκλείστων να λαμβάνουν συλλογικά βοηθήματα προ της αφίξεως των εις τον χώρον περιορισμού ή κατά την διάρκειαν της μεταφοράς των, ούτε και εις την δυνατότητα την οποίαν έχουν οι αντιπρόσωποι της προστάτιδος Δυνάμεως, της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταύρου ή οιασδήποτε άλλης ανθρωπιστικής οργανώσεως ερχόμενης αρωγού εις τους εγκλείστους και επιφορτισμένης την διαβίβασιν των βοηθημάτων τούτων να εξασφαλίσουν την προς τους παραλήπτας διανομήν των δι’ όλων των μέσων άτινα ήθελον κρίνη ενδεδειγμένα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ - Υποδείγματα[Επεξεργασία]

(Υποδείγματα Δελταρίου Περιορισμού, Επιστολής και Επιστολικού Δελταρίου πολιτικών κρατουμένων).

ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ[Επεξεργασία]

Γενόμεναι επ’ ευκαιρία της υπογραφής των Συμβάσεων της Γενεύης της 12ης Αυγ.1949 "περί προστασίας των θυμάτων πολέμου".

ΛΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ<
Ο κ. ΜΑΛΟ, πρώτος γραμματεύς της εν Παρισίοις Αλβανικής Πρεσβείας:
1.Σύμβασις δια την βελτίωσιν της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων.
Επί του άρθρ. 10. "Η Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας θα αναγνωρίση αίτησιν προερχομένην από κατακρατούσαν Δύναμιν και απευθυνομένην προς ανθρωπιστικόν οργανισμόν ή ουδέτερον Κράτος, περί υποκαταστάσεως της προστάτιδος Δυνάμεως, ως κανονικήν μόνον εν περιπτώσει συγκαταθέσεως της Δυνάμεως της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι".
2.Σύμβασις περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων.
Επί του άρθρ. 10: "Η Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας θ’ αναγνωρίση αίτησιν προερχομένην από κατακρατούσαν Δύναμιν και απευθυνομένην προς ανθρωπιστικήν οργάνωσιν ή ουδέτερον Κράτος περί υποκαταστάσεως της προστάτιδος Δυνάμεως, ως κανονικήν μόνον εν περιπτώσει συγκαταθέσεως της Δυνάμεως της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι".
3.Σύμβασις περί της μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου.
Επί του άρθρου 10: "Η Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας θ’ αναγνωρίση αίτησιν, προερχομένην από κατακρατούσαν Δύναμιν και απευθυνομένην προς ανθρωπιστικήν οργάνωσιν ή ουδέτερον Κράτος περί υποκαταστάσεως της προστάτιδος Δυνάμεως, ως κανονικήν μόνον εν περιπτώσει συγκαταθέσεως της Δυνάμεως της οποίας οι αιχμάλωτοι πολέμου είναι υπήκοοι".
Επί του άρθρ. 12: "Η Λαική Δημοκρατία της Αλβανίας θεωρεί ότι εν περιπτώσει αιχμάλωτοι πολέμου παραδοθούν υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως εις άλλην Δύναμιν η ευθύνη της εφαρμογής της Συμβάσεως εις τους αιχμαλώτους πολέμου τούτους θα εξακολουθή πάντοτε να βαρύνη την δύναμιν η οποία τους ηχμαλώτισε".
Επί του άρθρ.85:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας θεωρεί ότι πρόσωπα καταδικασθέντα κατά την νομοθεσίαν της κατακρατούσης Δυνάμεως συμφώνως προς τας αρχάς της δίκης της Νυρεμβέργης, δια εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητος δέον να τύχουν της αυτής μεταχειρίσεως με πρόσωπα καταδικασθέντα εις την εν λόγω χώραν. Η Αλβανία συνεπώς δεν θεωρεί εαυτήν δεσμευομένην υπό του άρθρ. 85 εις ότι αφορά την αναφερομένην εις την παρούσαν επιφύλαξιν κατηγορίαν προσώπων".
4.Συμβασις περί προστασίας πολιτών εν καιρώ πολέμου.
Επί του άρθρ.11:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας θ’ αναγνωρίση αίτησιν προερχομένην από κατακρατούσαν Δύναμιν και απευθυνομένην προς ανθρωπιστικήν οργάνωσιν ή ουδετέραν χώραν περί υποκαταστάσεως της προστάτιδος δυνάμεως ως κανονικήν μόνον εν περιπτώσει συγκαταθέσεως της Δυνάμεως της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι".
Επί του άρθρ.45:"Η Λαϊκή Δημοκρατία θεωρεί ότι εις περίπτωσιν καθ’ ην προστατευόμενα πρόσωπα παραδοθούν εις άλλην Δύναμιν υπό της κατα-κρατούσης Δυνάμεως η ευθύνη της εφαρμογής της Συμβάσεως εις τα προστατευόμενα αυτά πρόσωπα θα εξακολουθή να βαρύνη την κατακρατούσαν Δύναμιν".

ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ
"Ο κ. ΣΠΕΡΟΝΙ, πρώτος γραμματεύς της εν Βέρνη Αργεντινής Πρεσβείας διετύπωσε την κάτωθι επιφύλαξιν επί των τεσσάρων Συμβάσεων της Γενεύης.
"Η Αργεντινή κυβέρνησις παρηκολούθησε τας εργασίας της διασκέψεως μετά ενδιαφέροντος και η Αργεντινή αντιπροσωπεία ευχαρίστως έλαβεν μέρος εις αυτάς. Το έργον υπήρξεν δυσχερές αλλά ως είπε και ο Πρόεδρος ημών κατά την τελευταίαν συνεδρίασιν, επετύχαμεν του σκοπού μας.
"Η Αργεντινή, κύριοι, έλαβε πάντοτε θέσιν πλέον προκεχωρημένην πολλών άλλων εθνών επί των θεμάτων περί ων περιεστράφησαν αι συζητήσεις μας. Θα υπογράψω συνεπώς τας τέσσαρας Συμβάσεις εν ονόματι της Κυβερνήσεώς μου, και AD REFERENDUM με την επιφύλαξιν ότι το άρθρ. 3 κοινόν εις τας τέσσαρας συμβάσεις θα είναι το μόνον άρθρον, αποκλειομένου παντός αλλού το οποίον θα έχη εφαρμογήν εις περίπτωσιν ενόπλου συρράξεως ουχί διεθνούς χαρακτήρος. Θα υπογράψω ωσαύτως την σύμβασιν περί προστασίας πολιτών με επιφύλαξιν επί του άρθρ. 68".

ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΕΥΚΟΡΩΣΙΑΣ
Ο κ. Κουτέϊνικωφ αρχηγός της αντιπροσωπείας της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Λευκορωσίας.
1.Κατά την υπογραφήν της Συμβάσεως περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων, η Κυβέρνησις της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Λευκορωσίας διατυποί την ακόλουθον επιφύλαξιν:
Επί του άρθρ.10:"Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λευκορωσίας δεν θ’ αναγνωρίση ως εγκύρους τας αιτήσεις της κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον κράτος ή ανθρωπιστική οργάνωσιν ίνα αναλάβουν το έργον προστατίδων Δυνάμεων ει μη μόνον εάν συναινέση η Δύναμις της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι".
2.Κατά την υπογραφήν της Συμβάσεως περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λευκορωσίας διατυποί την ακόλουθον επιφύλαξιν.
Επί του άρθρ.10:"Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λευκορωσίας δεν θα αναγνωρίση ως εγκύρους τας αιτήσεις της κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή προς ανθρωπιστικήν οργάνωσιν ίνα αναλάβη το έργον προστάτιδος Δυνάμεως ει μη μόνον εάν συναινέση η Δύναμις της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι".
3.Κατά την υπογραφήν της Συμβάσεως περί την μεταχείρισιν των αιχμαλώτων πολέμου η Κυβέρνησις της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Λευκορωσίας διατυποί τας ακολούθους επιφυλάξεις.
Επί του άρθρ.10:"Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λευκορωσίας δεν θ’ αναγνωρίση ως εγκύρους τας αιτήσεις της κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή προς ανθρωπιστικήν οργάνωσιν, όπως αναλάβη το έργον Προστάτιδος Δυνάμεως ειμή εάν μόνον συναινέση η Δύναμις της οποίας οι αιχμάλωτοι πολέμου είναι υπήκοοι".
Επί του άρθρ.12."Ή Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λευκορωσίας δεν θεωρεί έγκυρον την απαλλαγήν κατακρατούσης Δυνάμεως η οποία μετέφερεν αιχμαλώτους πολέμου, εις άλλην δύναμιν, από της ευθύνης εφαρμογής της συμβάσεως επί των αιχμαλώτων πολέμου καθ’ ο διάστημα έχει εμπι-στευθή αυτούς εις Δύναμιν ήτις εδέχθη να τους φιλοξενήση.
Επί του άρθρ.85."Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λευκορωσίας δεν θεωρεί εαυτήν δεσμευμένην υπό της υποχρεώσεως της προκυπτούσης εκ του άρθρ. 85 περί επεκτάσεως της εφαρμογής της συμβάσεως εις αιχμαλώτους πολέμου καταδικασθέντας κατά τους Νόμους της κατακρατούσης Δυνάμεως και συμφώνως προς τας επικρατήσασας κατά την δίκην της Νυρεμβέργης αρχάς, δι’ εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητος, δεδομένου ότι πρόσωπα καταδικασθέντα, δια τοιαύτα εγκλήματα πρέπει να υπόκεινται, εις το προβλεπόμενον εν τη εν λόγω χώρα καθεστώς δια τα πρόσωπα τα εκτίοντα τας ποινάς των.
4.Κατά την υπογραφήν της Συμβάσεως της σχετικής με την προστασίαν πολιτών εν καιρώ πολέμου η Κυβέρνησις της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Λευκορωσίας θεωρεί επάναγκες να δηλώση τα εξής:
"Καίτοι η παρούσα Σύμβασις δεν καλύπτει τον πολιτικόν πληθυσμόν πέραν των κατεχομένων υπό του εχθρού εδαφών και δεν ανταποκρίνεται, συνεπώς, πλήρως προς τας ανάγκας του ανθρωπισμού, η αντιπροσωπεία της Σοσιαλιστικής Σοβιετικής Δημοκρατίας της Λευκορωσίας, αναγνωρίζουσα ότι η ειρημένη σύμβασις περιέχει αξιοσημείωτον προσπάθειαν δια την προστασίαν του πολιτικού πληθυσμού, εις κατεχόμενα εδάφη, και εις ωρισμένας άλλας περιπτώσεις, δήλοι ότι είναι εξουσιοδοτημένη υπό της Κυβερνήσεως της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Λευκορωσίας να υπογράψη την παρούσαν Σύμβασιν μετά των ακολούθων επιφυλάξεων.
Επί του άρθρ.11:"Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λευκορωσίας δεν θ’ αναγνωρίση το κύρος αιτήσεων της κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή ανθρωπιστικήν τινά οργάνωσιν, ίνα αναλάβουν το έργον προστάτιδος Δυνάμεως, εκτός εάν συναινέση η χώρα της οποίας τα προ-στατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι".
Επί του άρθρ. 45:"Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λευκορωσίας δεν θ’ αναγνωρίση ως έγκυρον την απαλλαγήν της κατακρατούσης Δυνάμεως, η οποία έχει παραδώση προστατευόμενα πρόσωπα εις άλλην Δύναμιν, από της ευθύνης της εφαρμογής της Συμβάσεως εις τα μεταφερθέντα πρόσωπα καθ’ ον χρόνον ταύτα ευρίσκονται υπό την επιτήρησιν της Δυνάμεως ήτις εδέχθη να τα φιλοξενήση.

ΒΡΑΖΙΛΙΑ
Ο κ. ΠΙΝΤΟ ΝΤΑ ΣΙΛΒΑ, Γενικός Πρόξενος της Βραζιλίας εν Γενεύη, διατυποί τας ακολούθους επιφυλάξεις όσον αφορά την Σύμβασιν της Γενεύης περί της προστασίας των πολιτών εκ καιρώ πολέμου.
"Υπογράφουσα την Σύμβασιν την σχετικήν με την προστασίαν των πολιτών εν καιρώ πολέμου, η Βραζιλία οφείλει να διατυπώση δύο ρητάς επιφυλάξεις, ως προς το άρθρ. 44, διότι ενδέχεται να παραβλάψη την ενέργειαν της κατακρατούσης Δυνάμεως, και ως προς το άρθρ. 46, διότι το περιεχόμενον του εδαφ. 2 του άρθρ. αυτού εξέρχεται των ορίων της Συμβάσεως, της οποίας κύριος και ειδικός αντικειμενικός σκοπός είναι η προστασία των προσώπων και ουχί της ιδιοκτησίας των".

ΛΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ
Ο κ. ΚΩΣΤΑ Β. ΣΒΕΤΛΩΦ, Πρέσβυς της Βουλγαρίας εν Ελβετία, ποιείται την κάτωθι δήλωσιν:
"Ως αντιπρόσωπος της Κυβερνήσεως της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, έχω το ευχάριστον καθήκον να εκφράσω εδώ την ικανοποίησίν μου διότι ηδυνήθην να συμμετάσχω εις την διατύπωσιν ανθρωπιστικής πράξεως μεγίστης διεθνούς σημασίας, των συμβάσεων δια την προστασίαν όλων των θυμάτων πολέμου.
"Ουχ’ ήττον, εκφράζω την ευχήν όπως η εφαρμογή των μη καταστή αναγκαία, δηλαδή όπως όλοι ημείς αναπτύξωμεν απάσας τας προσπαθείας μας δια να εμποδίσωμεν ένα νέον πόλεμον ώστε να μην χρειασθή να παρέχωμεν κατόπιν βοήθειαν εις τα θύματά του, βάσει των κανόνων της Συμβάσεως.
"Οφείλω να εκφράσω πρωτίστως την βαθείαν λύπην της Κυβερνήσεως μου δια την μη αποδοχήν υπό της πλειοψηφίας της διπλωματικής διασκέψεως, της προτάσεως της Σοβιετικής Ενώσεως της αφορώσης την άνευ όρων απαγόρευσιν των ατομικών και άλλων όπλων μαζικής εξοντώσεως πληθυσμών".
Η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, υπογράφουσα τας συμβάσεις, διατυποί τας ακολούθους επιφυλάξεις, αίτινες αποτελούν αναπόσπαστον μέρος αυτών.
1.Σύμβασις της Γενεύης περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου, της 12ης Αυγ. 1949.
Υπογράφουσα την παρούσαν Σύμβασιν, η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, διατυποί τας ακολούθους επιφυλάξεις αίτινες αποτελούν αναπόσπαστον μέρος της Συμβάσεως, επί του άρθρ.11.
"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας δεν θ’ αναγνωρίση ως έγκυρον το γεγονός ότι, Δύναμις κατακρατούσα πολίτας εν καιρώ πολέμου θα απευθυνθή προς ουδετέραν Δύναμιν ή ανθρωπιστικόν οργανισμόν ίνα τοις εμπιστευθή την προστασίαν των, άνευ της συγκαταθέσεως της Κυβερνήσεως του Κράτους του οποίου είναι ούτοι υπήκοοι".
Επί του άρθρ.45:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας δεν θα αναγνωρίση Δύναμιν κατακρατούσαν πολίτας εν καιρώ πολέμου, ήτις παρέδωσε τους πολίτας ταύτης εις ετέραν τινά Δύναμιν δεχθείσαν να τους φιλοξενήση, ως απηλλαγμένην της ευθύνης της εφαρμογής εις τα εν λόγω πρόσωπα των διατάξεων της Συμβάσεως καθ’ ο χρονικόν διάστημα κατακρατούνται ταύτα υπό της άλλης Δυνάμεως".
2.Σύμβασις της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων, της 12ης Αυγ. 1949.
Υπογράφουσα την παρούσαν Συνθήκην, η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας διατυποί την κάτωθι επιφύλαξιν, ήτις αποτελεί αναπόσπαστον τμήμα της Συνθήκης:
Επί του άρθρ. 10:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας δεν θα αναγνωρίση ως έγκυρον το γεγονός ότι Δύναμις κατακρατούσα τραυματίας, ασθενείς και ναυαγούς ή υγειονομικόν προσωπικόν των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων απευθύνεται προς ουδετέραν δύναμιν ή ανθρωπιστικόν οργανισμόν, με σκοπόν να τω εμπιστευθή την προστασίαν των, άνευ της συγκαταθέσεως της Κυβερνήσεως του Κράτους ούτινος είναι υπήκοοι".
3.Σύμβασις της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου της 12ης Αυγ. 1949.
Υπογράφουσα την παρούσαν Σύμβασιν, η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας διατυποί τας εξής επιφυλάξεις αίτινες αποτελούν αναπόσπαστον μέρος της Συμβάσεως:
Επί του άρθρ.10:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας δεν θ’ αναγνωρίση ως έγκυρον το γεγονός ότι Δύναμις κατακρατούσα αιχμαλώτους πολέμου απευθύνεται εις ουδετέραν Δύναμιν ή εις ανθρωπιστικόν οργανισμόν ίνα τω εμπιστευθή την προστασίαν των άνευ της συγκαταθέσεως της χώρας της οποίας είναι είναι υπήκοοι".
Επί του άρθρ.12:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας δεν θα θεωρήση Δύναμιν κατακρατούσαν αιχμάλωτους πολέμου ήτις παρέδωκεν αυτούς εις ετέραν Δύναμιν δεχθείσαν να τους φιλοξενήση, ως απηλλαγμένην της ευθύνης της εφαρμογής εις τα εν λόγω πρόσωπα της Συμβάσεως, καθ’ ο χρονικόν διάστημα κατακρατούνται ταύτα υπό της άλλης Δυνάμεως".
Επί του άρθρ.85:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας δεν θεωρεί εαυτήν υπόχρεον να εφαρμόση κατ’ επέκτασιν τας διατάξεις του άρθρ. 85 εις αιχμαλώτους πολέμου, καταδικασθέντας δυνάμει της νομοθεσίας της κατατακρατούσης Δυνάμεως και συμφώνως προς τας αρχάς της δίκης της Νυρεμβέργης δια εγκλήματα πολέμου ή εγκλήματα κατά του ανθρωπισμού, διαπραχθέντα πριν ή συλληφθούν αιχμάλωτοι, καθ’ όσον οι κατάδικοι ούτοι πρέπει να υποβληθούν εις τους κανονισμούς της χώρας εις την οποίαν πρόκειται να εκτίσουν την ποινήν των".
4.Σύμβασις της Γενεύης της 12ης Αυγ.1949 περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων.
Υπογράφουσα την παρούσαν Σύμβασιν η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας διατυποί την εξής επιφύλαξιν ήτις αποτελεί αναπόσπαστον μέρος της Συμβάσεως.
Επί του άρθρ.10:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας δεν θ’ αναγνωρίση ως έγκυρον το γεγονός ότι Δύναμις κατακρατούσα τραυματίας, αιχμαλώτους ή υγειονομικόν προσωπικόν των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων απευθύνεται εις ουδετέραν Δύναμιν ή ανθρωπιστικόν οργανισμόν ίνα τω αναθέση την προστασίαν των άνευ της συγκαταθέσεως της χώρας της οποίας τα πρόσωπα ταύτα είναι υπήκοοι".

ΚΑΝΑΔΑΣ
Ο κ. ΟΥΕΡΣΩΦ, Σύμβουλος Πρεσβείας υπηρετών παρά τη Υπάτη Αρμοστεία του Καναδά εν Λονδίνω, διατυποί την εξής επιφύλαξιν εν σχέσει προς την προστασίαν των ιδιωτών εν καιρώ πολέμου:
"Ο Καναδάς επιφυλάσσεται το δικαίωμα να εφαρμόση την θανατικήν ποινήν, συμφώνως προς τας διατάξεις του δευτέρου εδαφίου του άρθρ. 68, ασχέτως του γεγονότος ότι αι μνημονευόμεναι εις το κείμενον τούτο παραβάσεις δύνανται ή μη να τιμωρηθούν δια της θανατικής ποινής συμφώνως προς τον Νόμον του κατεχομένου εδάφους καθ’ ην εποχήν αρχίζει η κατοχή".

ΙΣΠΑΝΙΑ
Ο κ. ΚΑΛΤΕΡΟΝ Υ ΜΑΡΤΙΝ, Πρεσβευτής της Ισπανίας εν Ελβετία, διατυποί την εξής επιφύλαξιν όσον αφορά την Σύμβασιν της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου. Το κείμενον της ανωτέρω επιφυλάξεως κατετέθη εις την Ισπανικήν, την Γαλλικήν και την Αγγλικήν:
"Εις ζητήματα εγγυήσεως διαδικασίας ως και ποινικών και πειθαρχικών κυρώσεων, η Ισπανία θα παρέχει εις τους αιχμαλώτους πολέμου την αυτήν μεταχείριση ην προβλέπει η νομοθεσία της προκειμένου περί των ιδίων της ενόπλων δυνάμεων".
Διά των λέξεων "εν ισχύϊ διεθνές δίκαιον" (άρθρ. 99) η Ισπανία εννοεί ν’ αποδεχθή μόνον διατάξεις δικαίου εχούσας συμβατικήν πηγήν ή εκείνας ας θα έχουν προηγουμένως επεξεργασθή οργανισμοί εις τους οποίους η ίδια συμμετέχει.

ΗΝΩΜΕΝΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΙ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
Ο κ. ΒΙΝΣΕΝΤ, Πρεσβευτής των Η.Π.Α, εν Ελβετία προβαίνει εις την ακόλουθον δήλωσιν κατά την υπογραφήν της Συμβάσεως της Γενεύης περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου της 12ης Αυγ. 1949:
"Η Κυβέρνησις των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής εγκρίνει πλήρως τους σκοπούς τους επιδιώκει η Σύμβασις της Γενεύης σχετικώς με την προστασίαν των πολιτών εν καιρώ πολέμου.
"Έλαβον οδηγίαν από την Κυβέρνησίν μου να υπογράψω την Σύμβασιν ταύτην με την εξής επιφύλαξιν αναφορικώς προς το άρθρ. 68:".
"Αι Ήνωμέναι Πολιτείαι της Αμερικής, επιφυλάσσουν εαυτοίς το δικαίωμα να εφαρμόσουν την θανατικήν ποινήν συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 68, παρ. 2 ασχέστως προς το γεγονός ότι αι αναφερόμεναι παραβάσεις καταδικάζονται ή μη δια της θανατικής ποινής συμφώνως προς τον Νόμον του κατεχομένου εδάφους καθ’ ην εποχήν αρχίζει η κατοχή".

ΛΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ
Η Κα ΚΑΡΑ διατυποί τας εξής επιφυλάξεις :
"Η αντιπροσωπεία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, επεφυλάχθη, κατά την συνεδρίασιν της 11ης Αυγ. 1949 της διπλωματικής Διασκέψεως, το δικαίωμα να προβή εις ρητάς επιφυλάξεις κατά την υπογραφήν των συμβάσεων αφ’ ου τας εξετάση. Παρετήρησε, διαρκούντος του εκφωνηθέντος, κατά την συνεδρίασιν εκείνην λόγου της, ότι δεν ήτο σύμφωνος με όλας τας διατάξεις των Συμβάσεων τούτων. Κατόπιν επισταμένης εξετάσεως των κειμένων της Συμβάσεως, η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας απεφάσισε να υπογράψη τας Συμβάσεις παρά τας καταφανείς ανεπαρκείας των διότι είναι της γνώμης ότι αι Συμβάσεις αποτελούν πρόοδον εν συγκρίσει με την σημερινήν κατάστασιν τόσον από απόψεως εφαρμογής ανθρωπιστικών αρχών όσον και από απόψεως προστασίας των θυμάτων πολέμου".
"Η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας υποχρεούται να διαπιστώση ότι τα πραγματικά αποτελέσματα της διπλωματικής Συνδιασκέψεως ήτις έληξε την 12ην Αυγούστου δεν ανταποκρίνονται προς τας ελπίδας της, δεδομένου ότι η πλειοψηφία των μελών της Συνδιασκέψεως δεν ενέκρινε τα σχέδια της σοβιετικής αντιπροσωπείας όσον αφορά το ατομικόν όπλον και τα άλλα μέσα μαζικής εξοντώσεως των πληθυσμών".
"Η Αντιπροσωπεία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, εσημείωσε μετά λύπης την άποψιν ταύτην της πλειοψηφίας της Συνδιασκέψεως ήτις είναι αντίθετος προς την επιθυμίαν των λαών των εμπλακέντων εις τον αγώνα υπέρ της ειρήνης και της ελευθερίας των. Η αντιπροσωπεία της Λαϊκής Δη-μοκρατίας της Ουγγαρίας είναι πεπεισμένη ότι η αποδοχή των σοβιετικών προτάσεων θ’ απετέλη το αποτελεσματικώτερον μέτρον προστασίας των θυμάτων πολέμου. Η αντιπροσωπεία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας επιθυμεί ιδιαιτέρως να καταδείξη τας ουσιωδεστέρας ελλείψεις της Συμβάσεως σχετικώς με την προστασίαν των πολιτών εν καιρώ πολέμου, ελλείψεις επί των οποίων επέστησε, διαρκουσών των συνεδριάσεων την προσοχήν των Κρατών άτινα συμμετείχον εις την Συνδιάσκεψιν. Πρόκειται ιδιαιτέρως δια το άρθρ. 4 της Συμβάσεως δυνάμει του οποίου αι διατάξεις της Συμβάσεως περί προστασίας των πολιτών δεν επεκτείνονται εις πρόσωπα τινά, διότι το Κράτος του οποίου είναι υπήκοοι δεν προσεχώρησεν εις την Σύμβασιν. Η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, θεωρεί ότι αι διατάξεις αύται είναι αντίθετοι προς τας ανθρωπιστικάς αρχάς τας οποίας θέλει να εξασφαλίση η Σύμβασις.
Η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας έχει επίσης σοβαράς αντιρρήσεις επί του άρθρ. 5 της εν λόγω συμβάσεως, δυνάμει του οποίου δεδικαιολογημένη υποψία περί δράσεως επιζημίας δια την ασφάλειαν του Κράτους αρκεί ήδη ίνα στερήση τα προστατευόμενα πρόσωπα της υπό της Συμβάσεως εξασφαλιζομένης προστασίας. Η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας είναι της γνώμης ότι η διάταξις αύτη καθιστά εκ των προτέρων απατηλήν την εφαρμογήν των βασικών αρχών της Συμβάσεως.
Αι ρηταί επιφυλάξεις της Κυβερνήσεως της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας σχετικώς με την υπογραφήν της Συμβάσεως, είναι αι ακόλουθοι:
1."Κατά την γνώμην της Κυβερνήσεως της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, αι διατάξεις του άρθρ. 10 των Συμβάσεων "τραυματιών και ασθενών", "θαλάσσης και "αιχμαλώτων πολέμου" ως και το άρθρ. 11 της Συμβάσεως περί προστασίας των πολιτών, αι αφορώσαι την αντικατάστασιν της προστάτιδος Δυνάμεως, δύνανται να εφαρμοσθούν μόνον εις περίπτωσιν καθ’ ην η Κυβέρνησις του Κράτους του οποίου υπήκοοι είναι τα προστατευόμενα πρόσωπα δεν υφίστανται πλέον.
2."Η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας δεν δύναται να εγκρίνη τας διατάξεις του άρθρ. 11 των Συμβάσεων "τραυματιών και ασθενών", "θαλάσσης" και "αιχμαλώτων πολέμου" και του άρθρ. 12 της Συμβάσεως περί προστασίας των πολιτών, συμφώνως προς τας οποίας η αρμοδιότης της προστάτιδος Δυνάμεως επεκτείνεται και εις την ερμηνείαν των Συμβάσεων.
3."Ως προς το άρθρ. 12 της Συμβάσεως περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας επιμένει επί της απόψεώς της κατά την οποίαν εν περιπτώσει παραδόσεως των αιχμαλώτων πολέμου υπό μιας Δυνάμεως εις άλλην, η ευθύνη δια την εφαρμογήν των διατάξεων των Συμβάσεων βαρύνει τας δυο ταύτας Δυνάμεις.
4."Η αντιπροσωπεία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας επαναλαμβάνει την διαμαρτυρίαν ην ήγειρε κατά την διάρκειαν των συνεδριάσεων των σχετικών με το άρθρ. 85 της Συμβάσεως περί αιχμαλώτων πολέμου και επιμένει ότι ούτοι δικαζόμενοι δι’ εγκλήματα πολέμου και δι’ εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητος συμφώνως προς τας αρχάς της Νυρεμβέργης, δέον να τύχουν της αυτής μεταχειρίσεως ως και οι εγκληματίαι οι καταδικασθέντες δι άλλα εγκλήματα.
5."Η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας διατηρεί τελικώς την εκφρασθείσαν άποψίν της, σχετικώς με το άρθρ. 45 της Συμβάσεως της αφορώσης την προστασίαν των πολιτών, συμφώνως προς την οποίαν, εν περιπτώσει μεταβιβάσεως των προστατευομένων προσώπων από μιας Δυνάμεως εις την άλλην, η ευθύνη δια την εφαρμογήν της Συμβάσεως οφείλει να επιβαρύνη τας δύο ταύτας Δυνάμεις".

ΙΣΡΑΗΛ
Ο Κύριος ΚΑΧΑΝΥ, αντιπρόσωπος του Ισραήλ παρά τω ευρωπαϊκώ Γραφείω των Ηνωμένων Εθνών και τη Διεθνεί Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, προβαίνει εις την κάτωθι δήλωσιν:
"Συμφώνως προς τας οδηγίας ας έλαβον παρά της Κυβερνήσεως μου, θα υπογράψω την Σύμβασιν της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου άνευ ουδεμίας επιφυλάξεως. Άλλα δι’ εκάστην των τριών άλλων Συμβάσεων η υπογραφή μας θα συνοδεύηται υπό των εξής επιφυλάξεων:
1.Σύμβασις της Γενεύης δια την βελτίωσιν της τύχης των αιχμαλώτων και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων.
"Υπό την επιφύλαξιν ότι, καίτοι σεβόμενον το απαραβίαστον των διακριτικών εμβλημάτων και σημάτων της Συμβάσεως, το Ισραήλ θα χρησιμοποιήση την Ερυθράν ασπίδα του Δαυίδ ως διακριτικόν έμβλημα και σήμα της υγειονομικής υπηρεσίας των ενόπλων του δυνάμεων".
2."Σύμβασις της Γενεύης δια την βελτίωσιν της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων.
"Υπό την επιφύλαξιν, ότι, καίτοι σεβόμενον το απαραβίαστον των διακριτικών εμβλημάτων και σημάτων της Συνθήκης, το Ισραήλ θα χρησιμοποιήση την Ερυθράν Ασπίδα του Δαυίδ επί των σημαιών, των περιβραχιονίων, ως και εφ’ ολοκλήρου του υλικού της υγειονομικής υπηρεσίας (περιλαμβανομένων και των νοσοκομειακών σκαφών).
3.Η Σύμβασις της Γενεύης περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου.
"Υπό την επιφύλαξιν ότι, καίτοι σεβόμενον το απαραβίαστον των διακριτικών εμβλημάτων και σημάτων των προβλεπόμενων εις το άρθρ. 38 της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων της 12ης Αυγ. 1949, το Ισραήλ θα χρησιμοποιήση την Ερυθράν Ασπίδα του Δαυίδ ως διακριτικόν έμβλημα και σήμα προβλεπόμενον εις την Σύμβασιν ταύτην".

ΙΤΑΛΙΑ
Ο Κύριος ΑΟΥΡΙΤΙ, Πρέσβυς της Ιταλίας, προβαίνει εις τας εξής δηλώσεις όσον αφορά την Σύμβασιν περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου και τας Αποφάσεις υπ’ αριθ. 6, 7 και 9 της διπλωματικής Συνδιασκέψεως της Γενεύης:
1.Σύμβασις της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου.
"Η Ιταλική Κυβέρνησις δήλοι ότι έχει επιφυλάξεις όσον αφορά το τελευταίον εδάφιον του άρθρ. 66 της Συμβάσεως περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου.
2.Απόφασις Νο 6 της διπλωματικής Συνδιασκέψεως της Γενεύης.
"Επειδή η Συνδιάσκεψις εξέφρασε την επιθυμίαν "όπως τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναθέσουν εις το προσεχές μέλλον εις Επιτροπήν Εμπειρογνωμόνων την φροντίδα να εξετάση την τεχνικήν βελτίωσιν των συγχρόνων μέσων επικοινωνίας μεταξύ αφ’ ενός των νοσοκομειακών πλοίων και αφ’ ετέρου των πολεμικών πλοίων, σκαφών και στρατιωτικών αεροσκαφών, η Ιταλική Κυβέρνησις εκφράζει την ελπίδα ότι η εν λόγω Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων θα συγκληθή, ει δυνατόν, κατά τους προσεχείς μήνας δια την επεξεργασίαν διεθνούς κώδικος κανονίζοντος κατά τρόπον ακριβή την χρησιμοποίησιν των ανωτέρω μέσων.
Αι Ιταλικαί ένοπλοι δυνάμεις ανέλαβον ήδη την επισταμένην μελέτην του ζητήματος τούτου και θα ήσαν έτοιμοι να παρουσιάσουν αν παραστή ανάγκη, συγκεκριμένας τεχνικάς προτάσεις αίτινες θα ηδύναντο να χρησιμοποιηθούν ως βάσις συζητήσεως".
3.Υπ’ αριθ. 7 Άποφασις της διπλωματικής Συνδιασκέψεως.
"Η Ιταλική Κυβέρνησις είναι έτοιμη να λάβη όλα τα χρήσιμα μέτρα ίνα τα νοσοκομειακά πλοία εκπέμπουν ανά συχνά κανονικά διαστήματα όλας τας πληροφορίας τας σχετικάς με την θέσιν των, την κατεύθυνσίν των και την ταχύτητά των.
4.Υπ’ αριθ. 9 Απόφασις της διπλωματικής Συνδιασκέψεως.
"Όσον αφορά την δευτέραν παράγραφον της υπ’ αριθ. 9 Αποφάσεως η Ιταλική Κυβερνησις είναι της γνώμης ότι αι υπηρεσίαι τηλεπικοινωνίας των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών οφείλουν να συνεργασθούν ίνα δημιουργήσουν σύστημα συγκεντρώσεως τηλεγραφημάτων των αιχμαλώτων πολέμου ώστε να διευκολυνθή η διαβίβασις κρυπτογραφημένων σημάτων προς αποφυγήν λαβών και διπλών διεθνών διαβιβάσεων συνεπαγομένων αύξησιν τιμής.

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΝ
Ο Κύριος ΣΤΟΥΡΝ, Επιτετραμμένος του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, εν Ελβετία δεόντως εξουσιοδοτούμενος υπό της Κυβερνήσεώς του, υπέγραψε σήμερον την 8ην Δεκ. 1949, την καταρτισθείσαν υπό της διπλωματικής Συνδιασκέψεως της Γενεύης Σύμβασιν περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου υπό την επιφύλαξιν.
"Ότι ο υπάρχων εθνικός Νόμος θα εξακολουθήση ισχύων ως προς τας υπό διεκπεραίωσιν διαδικασίας".

ΝΕΑ ΖΗΛΑΝΔΙΑ
Ο Κύριος Ροβέρτος ΛΑΙΚΙΓΚ, Σύμβουλος παρά τη Πρεσβεία της Νέας Ζηλανδίας εν Ουασιγκτώνι, προβαίνει εις την ακόλουθον δήλωσιν:
"Η Κυβέρνησις της Νέας Ζηλανδίας επιθυμεί όπως δηλώσω, άμα τη υπογραφή των τεσσάρων Συμβάσεων των καταρτισθεισών υπό της διπλωματικής Συνδιασκέψεως της Γενεύης του 1949, ότι επειδή δεν είχε αρκετόν χρόνον ίνα εξετάση τας διατυπωθείσας υπό άλλων Κρατών επιφυλάξεις, επιφυλάσσει προς το παρόν τας απόψεις της όσον αφορά τας εν λόγω επιφυλάξεις.
Η Κυβέρνησις της Νέας Ζηλανδίας επιθυμεί όπως άμα τη υπογραφή της Συμβάσεως, περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου, προβώ εις τας εξής επιφυλάξεις:
1."Η Νέα Ζηλανδία επιφυλλάσσεται το δικαίωμα να επιβάλη την θανατικήν ποινήν συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 68, παράγραφος δευτέρα, ανεξαρτήτως του αν αι εν αυτώ αναφερόμεναι παραβάσεις είναι τιμωρητέαι ή μη δια της θανατικής ποινής κατά τον Νόμον του κατεχομένου, εδάφους, καθ’ ην εποχήν αρχίζει η κατοχή.
2."Δεδομένου ότι η Γενική Συνέλευσις των Ηνωμένων Εθνών αφ’ ου ενέκρινε τας τεθείσας υπό του χάρτου και των αποφάσεων του Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης αρχάς, αν έθεσεν εις την Επιτροπήν Διεθνούς Δίκαιου να συμπεριλάβη τας αρχάς ταύτας εις γενικόν κώδικα των παραβάσεων κατά της ειρήνης και της ασφαλείας της ανθρωπότητος, η Νέα Ζηλανδία επιφυλάσσει εαυτή, το δικαίωμα να λάβη τα αναγκαία μέτρα δια να εξασφαλίση την τιμωρίαν τοιούτων παραβάσεων, παρά τας διατάξεις του άρθρ.70, παράγραφος πρώτη".

ΚΑΤΩ ΧΩΡΑΙ
Ο Κύριος ΜΠΟΣ, Ιππότης ΝΤΕ ΡΟΖΕΝΤΑΛ, Πρεσβευτής των Κάτω-Χωρών εν Ελβετία, δηλοί τα εξής:
"Η Κυβέρνησίς του, μοι παρέσχε οδηγίαν να υπογράψω τας τέσσαρας Συμβάσεις τας καταρτισθείσας υπό της διπλωματικής Συνδιασκέψεως ήτις συνήλθε εις την Γενεύην από 21ης Απρ. μέχρι 12ης Αυγ. 1949. Η Κυβέρνησίς μου επιθυμεί ουχ’ ήττον να διατυπώση την εξής επιφύλαξιν όσον αφορά την Σύμβασιν της Γενεύης περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου.
Το Βασίλειον των Κάτω-Χωρών επιφυλάσσει εαυτώ το δικαίωμα να εφαρμόση την θανατικήν ποινήν συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 68 παρ. 2, ανεξαρτήτως του αν αι αναφερόμεναι εν αυτώ παραβάσεις είναι τιμωρητέαι ή όχι δια της θανατικής ποινής κατά τον Νόμον του εδάφους του καταληφθέντος καθ’ ην εποχήν αρχίζει η κατοχή.

ΠΟΛΩΝΙΑ
Ο Κύριος ΠΣΥΜΠΟΣ, Πρεσβευτής της Πολωνίας εν Ελβετία διατυποί τας εξής επιφυλάξεις όσον αφορά τας τέσσαρας Συμβάσεις της Γενεύης.
1."Υπογράφων την Σύμβασιν της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των ασθενών και τραυματιών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας προσχωρεί εις την εν λόγω Σύμβασιν με επιφύλαξιν όσον αφορά το άρθρ. 10 αυτής.
Η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλέπουσαν εις το ν’ αναλάβει ουδέτερον Κράτος, ή διεθνής οργανισμός ή ανθρωπιστικός οργανισμός τα καθήκοντα τα ανατεθέντα υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις ως προς τους τραυματίας και ασθενείς ή τα μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού, εφ’ όσον η Κυβέρνησις της οποίας οποίας είναι ούτοι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
2.Υπογράφων την Σύμβασιν της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών ασθενών και ναυαγών των, εν θαλάσση ενόπλων δυνάμεων δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας προσχωρεί εις την εν λόγω Σύμβασιν, με επιφύλαξιν όσον αφορά το άρθρ. 10 αυτής.
Η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλέπουσαν εις το ν’ αναλάβη ουδέτερον Κράτος ή διεθνής οργανισμός ή ανθρωπιστικός οργανισμός, τα καθήκοντα τα ανατεθέντα υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις ως προς τους τραυματίας ασθενείς και ναυτικούς ή τα μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού, εφ’ όσον η Κυβέρνησις της οποίας είναι ούτοι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
3.Υπογράφων την Σύμβασιν της Γενεύης περί της μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας προσχωρεί εις την εν λόγω Σύμβασιν υπό επιφύλαξιν όσον αφορά τα άρθρα της 10, 12 και 85.
Όσον αφορά το άρθρ. 10 η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση νόμιμον την αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλέπουσαν εις το ν’ αναλάβη ουδέτερον Κράτος ή διεθνής Οργανισμός ή ανθρωπιστικός οργανισμός τα καθήκοντα τα ανατεθέντα υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις ως προς τους αιχμαλώτους πολέμου εφ’ όσον η Κυβέρνησις της οποίας είναι ούτοι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
Όσον αφορά το άρθρ. 12 η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον την απαλλαγήν Δυνάμεως ήτις προβαίνει εις την μεταβίβασιν αιχμαλώτων πολέμου από της ευθύνης της δια την εφαρμογήν της Συμβάσεως, έστω και δια τον χρόνον καθ’ ον οι αιχμάλωτοι ούτοι θα έχουν περιέλθη εις την Δύναμιν ήτις εδέχθη να τους φιλοξενήση.
Όσον αφορά το άρθρ. 85, η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον την συνέχισιν της υπαγωγής υπό τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως αιχμαλώτων πολέμου καταδικασθέντων δι’ εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητος υπό την έννοιαν των εις την δίκην της Νυρεμβέργης αναπτυχθεισών αρχών δεδομένου ότι οι καταδικασθέντες δια τα εγκλήματα ταύτα αιχμάλωτοι πολέμου δέον να υπόκεινται εις τους εν ισχύϊ εν τη ενδιαφερομένη χώρα κανονισμούς περί εκτίσεως των ποινών.
4.Υπογράφων την Σύμβασιν της Γενεύης περί της προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου, δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας προσχωρεί εις την εν λόγω Σύμβασιν υπό επιφύλαξιν των άρθρων αυτής 11 και 45.
Όσον αφορά το άρθρ. 11, η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλέπουσαν εις το ν’ αναλάβη ουδέτερον Κράτος ή διεθνής οργανισμός, ή ανθρωπιστικός οργανισμός τα καθήκοντα τα ανατεθέντα υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας Προστάτιδας Δυνάμεις ως προς τα προστατευόμενα πρόσωπα, αν η Κυβέρνησις τας οποίας είναι ούτοι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
Όσον αφορά το άρθρ. 45, η Κυβέρνησις της Πολωνικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση νόμιμον την απαλλαγήν Δυνάμεως ήτις προβαίνει εις παράδοσιν προστατευομένων προσώπων, από της ευθύνης, όπως εφαρμόση την Σύμβασιν έστω και δια τον χρόνον καθ’ ον τα προστατευόμενα πρόσωπα θα έχουν περιέλθη εις την Δύναμιν ήτις εδέχθη να τα φιλοξενήση.

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ
Ο Κύριος ΓΚΟΝΣΑΛΟ ΚΑΛΝΤΕΙΡΑ ΚΟΕΛΟ, Επιτετραμμένος της Πορτογαλλίας εν Ελβετία, δια-τυποί τας εξής επιφυλάξεις:
α)Άρθρ. 3, κοινόν και τας τέσσαρας Συμβάσεις "Δεδομένου ότι δεν καθωρίσθη επακριβώς τι δέον να κληθή σύρραξις ουχί διεθνούς χαρακτήρος και δεδομένου ότι εν ή περιπτώσει ο ορισμός ούτος αναφέρεται μόνον εις τον εμφύλιον πόλεμον, δεν καθορίζεται σαφώς πότε ένοπλος ανταρσία εσωτερικής φύσεως πρέπει να θεωρήται ως τοιούτος, η Πορτογαλλία επιφυλάσσεται το δικαίωμα να μη εφαρμόση εις όλα τα υπό την κυριαρχίαν της εδάφη εις οιονδήποτε μέρος του κόσμου, τας διατάξεις του άρθρ. 3 εις ό,τι δύναται ν’ αντιτίθεται προς τας διατάξεις του Πορτογαλλικού Νόμου.
β)Άρθρ.10, των Συμβάσεων Ι, II III και άρθρ. 11 της Συμβάσεως IV.
"Η Πορτογαλλική Κυβέρνησις δέχεται τα ως άνω άρθρα με την επιφύλαξιν ότι αι απευθυνόμενοι αιτήσεις υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή προς ανθρωπιστικόν οργανισμόν ίνα αναλάβουν τα καθήκοντα τα ανατεθέντα κανονικώς εις τας προστάτιδας Δυνάμεις θέλουν τύχει της συγκαταθέσεως ή της εγκρίσεως της Κυβερνήσεως της οποίας είναι υπήκοοι τα προστατευθησόμενα πρόσωπα (Δυνάμεις καταγωγής).
γ)Άρθρ. 13 της Συμβάσεως Ι και άρθρ. 4 της Συμβάσεως III.
"Η Πορτογαλλική Κυβέρνησις διατυποί επιφύλαξιν ως προς την εφαρμογήν των άρθρων τούτων εις όλας τας περιπτώσεις κατά τας οποίας η νόμιμος Κυβέρνησις έχει ήδη ζητήσει και αποδεχθή ανακωχήν ή οιασδήποτε φύσεως αναστολήν των στρατιωτικών επιχειρήσεων, ακόμη και αν αι εν εκστρατεία ένοπλοι δυνάμεις δεν έχουν εισέτι συνθηκολογήσει".
δ)Άρθρ.60 της Συμβάσεως ΙΙΙ.
Η Πορτογαλλική Κυβέρνησις αποδέχεται το ανωτέρω άρθρον με την επιφύλαξιν ότι εν ουδεμιά περιπτώσει θα υποχρεούται να καταβάλλη εις τους αιχμαλώτους μισθόν ανώτερον του 50% του μισθού του καταβαλλομένου εις τους πορτογάλλους στρατιωτικούς ισοτίμου βαθμού ή κατηγορίας οίτινες ευρίσκονται εν ενεργώ υπηρεσία εις την ζώνην της μάχης".

ΛΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ
Ο Κύριος ΙΩΑΝΝΗΣ ΝΤΡΑΓΚΟΜΙΡ, Επιτετραμμένος της Ρουμανίας εν Ελβετία, προβαίνει εις την ακόλουθον δήλωσιν.
1.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων, η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ρουμανίας διατυποί την ακόλουθον επιφύλαξιν:
Άρθρ.10:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Ρουμανίας δεν θα αναγνωρίση ως εγκύρους αιτήσεις απευθυνομένας υπό κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή ανθρωπιστικόν οργανισμόν ίνα αναλάβουν τα καθήκοντα τα ανατεθέντα εις τας προστάτιδας Δυνάμεις εφ’ όσον δεν επιτευχθή η συγκατάθεσις της χώρας της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι.
2.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων, η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ρουμανίας διατυποί την εξής επιφύλαξιν:
Άρθρ.10:"Ή Λαϊκή Δημοκρατία της Ρουμανίας δεν θ’ αναγνωρίση ως εγκύρους αιτήσεις απευθυνομένας υπό κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή ανθρωπιστικόν οργανισμόν ίνα αναλάβουν τα καθήκοντα τα ανατεθέντα εις τας προστάτιδας δυνάμεις εφ’ όσον δεν επιτευχθή η συγκατάθεσις της χώρας της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι.
3.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ρουμανίας διατυποί τας εξής επιφυλάξεις:
Άρθρ.10:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Ρουμανίας δεν θα θεωρήση ως εγκύρους αιτήσεις απευθυνομένας υπό κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή ανθρωπιστικόν οργανισμόν ίνα αναλάβη τα καθήκοντα τ’ ανατεθέντα εις τας προστάτιδας Δυνάμεις, εφ’ όσον δεν επιτευχθή η συγκατάθεσις της χώρας της οποίας οι αιχμάλωτοι πολέμου είναι υπήκοοι.
Άρθρ.12:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Ρουμανίας δεν θα θεωρήση ως έγκυρον την απαλλαγήν της κατακρατούσης Δυνάμεως, ήτις μετεβίβασε τους αιχμαλώτους πολέμου εις άλλην Δύναμιν, από της ευθύνης της εφαρμογής της Συμβάσεως εις τους αιχμαλώτους πολέμου καθ’ ον χρόνον ούτοι ευρίσκονται υπό την προστασίαν της Δυνάμεως ήτις εδέχθη να τους φιλοξενήση.
Άρθρ.85:"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Ρουμανίας δεν θεωρεί εαυτήν δεσμευμένην υπό των υποχρεώσεων των απορρεουσών από το άρθρ. 85 όπως επεκτείνη την εφαρμογήν της Συμβάσεως εις αιχμαλώτους πολέμου καταδικασθέντας δυνάμει της νομοθεσίας της κατακρατούσης Δυνάμεως, συμφώνως προς τας αρχάς της δίκης της Νυρεμβέργης, δι’ εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητος, καθ’ όσον τα δια τοιαύτα εγκλήματα καταδικασθέντα πρόσωπα δέον να υποβάλλωνται εις το προβλεπόμενον εν τη χώρα ταύτη καθεστώς ως προς την έκτισιν των ποινών.
4.Υπογράφων την Σύμβασιν περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου, είμαι εξουσιοδοτημένος να δηλώσω τα εξής:
"Η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ρουμανίας θεωρεί ότι η Σύμβασις αύτη λόγω του ότι δεν ισχύει δια τον άμαχον πληθυσμόν όστις ευρίσκεται εκτός του υπό του εχθρού κατεχομένου εδάφους, δεν ανταποκρίνεται πλήρως προς τας απαιτήσεις του ανθρωπισμού.
"Παρά ταύτα, λαμβανομένου υπ’ όψιν του γεγονότος ότι η Σύμβασις προτίθεται όπως υπερασπίση τα συμφέροντα του αμάχου πληθυσμού του ευρι-σκομένου εις το κατεχόμενον έδαφος, είμαι εξουσιοδοτημένος υπό της Κυβερνήσεως της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ρουμανίας να υπογράψω την εν λόγω Σύμβασιν με τας εξής επιφυλάξεις επί του άρθρ. 11.
"Η Λαϊκή Δημοκρατία της Ρουμανίας δεν θ’ αναγνωρίση ως εγκύρους αιτήσεις απευθυνομένας υπό της κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή ανθρωπιστικόν οργανισμόν όπως αναλάβη τα καθήκοντα τα ανατεθέντα εις τας προστάτιδας Δυνάμεις εφ’ όσον δεν επιτευχθή η συγκατάθεσις της Χώρας της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι", επί του άρθρ. 45:" Η Λαϊκή Δημο-κρατία της Ρουμανίας δεν θα θεωρήση ως έγκυρον την απαλλαγήν της κατακρατούσης. Δυνάμεως ήτις μετεβίβασε τα προστατευόμενα πρόσωπα εις άλλην Δύναμιν, από της ευθύνης της εφαρμογής της Συμ-βάσεως εις τα μεταφερθέντα πρόσωπα καθ’ ον χρόνον ταύτα ευρίσκονται υπό την προστασίαν της Δυνάμεως ήτις εδέχθη να τα φιλοξενήση.

ΗΝΩΜΕΝΟΝ ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ
Ο Εντιμότατος Σερ Ρόμπερτ ΚΡΑΙΓΚΙ, του Υπουργείου των Εξωτερικών, προέβη εις την ακόλουθον δήλωσιν:
"Η Κυβέρνησις της Αυτού Μεγαλειότητος μου ανέθεσε να διατυπώσω την εξής επιφύλαξιν κατά την υπογραφήν της Συμβάσεως της Γενεύης δια την προστασίαν των πολιτών εν καιρώ πολέμου.
Το Ηνωμένον Βασίλειον της Μεγάλης Βρεταννίας και της Βορείου Ιρλανδίας επιφυλάσσεται το δικαίωμα να εφαρμόση την θανατικήν ποινήν συμ-φώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 68, παρ. 2, ανεξαρτήτως του αν αι αναφερόμεναι εν αυτώ παραβιάσεις είναι τιμωρητέαι ή μη δια της θανατικής ποινής κατά τον Νόμον του καταληφθέντος εδά-φους, καθ’ ην εποχήν αρχίζει η κατοχή".

ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΑ
Ο Κύριος ΤΑΟΥΜΠΕΡ, Πρεσβευτής της Τσεχοσλοβακίας εν Ελβετία διατυποί τα εξής επιφυλάξεις:
"Προβαίνων εις την υπογραφήν της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων, δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας προσχωρεί εις την εν λόγω Σύμβασιν, με επιφύλαξιν όσον αφορά το άρθρ. 10 αυτής.
Η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον την αίτησιν, κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλέπουσαν εις την ανάληψιν υπό ουδετέρου Κράτους, ή διεθνούς οργανισμού ή ανθρωπιστικού οργανισμού των καθηκόντων των ανατεθέντων υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις, ως προς τους τραυματίας και ασθενείς ή τα μέλη του υγειονομικού ή θρησκευτικού προσωπικού αν η Κυβέρνησις της οποίας είναι ούτοι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
1.Προβαίνων εις την υπογραφήν της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ένοπλων δυνάμεων, δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας προσχωρεί εις την εν λόγω Σύμβασιν με επιφύλαξαν επί του άρθρ. 10 αυτής.
Η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως, αποβλέπουσαν εις την ανάληψιν υπό ουδετέρου Κράτους ή διεθνούς οργανισμού ή ανθρωπιστικού οργανισμού των καθηκόντων των ανατεθέντων υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις ως προς τους τραυματίας και ασθενείς ή τα μέλη του υγειονομικού ή θρησκευτικού προσωπικού, αν η Κυβέρνησις της οποίας είναι ούτοι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
2.Προβαίνων εις την υπογραφήν της Συμβάσεως της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων, δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας προσχωρεί εις την εν λόγω Σύμβασιν με επιφύλαξιν επί του άρθρ. 10 αυτής.
Η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλέπουσαν εις την ανάληψιν υπό ουδετέρου Κράτους ή διεθνούς οργανισμού ή ανθρωπιστικού οργανισμού των καθηκόντων των ανατεθέντων υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις ως προς τους τραυματίας, τους ασθενείς και ναυαγούς ή τα μέλη του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού, αν η Κυβέρνησις της οποίας είναι ούτοι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
3.Προβαίνων εις την υπογραφήν της Συμβάσεως της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας προσχωρεί εις την εν λόγω Σύμβασιν, με επιφυλάξεις όσον αφορά τα άρθρ. 10, 12 και 85.
Όσον αφορά το άρθρ. 10 η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον αίτησιν της κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλέπουσαν εις την ανάληψιν υπό ουδετέρου Κράτους ή διεθνούς οργανισμού, ή ανθρωπιστικού οργανισμού των καθηκόντων των ανατεθέντων υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις ως προς τους αιχμαλώτους πολέμου, αν η Κυβέρνησις της οποίας, είναι ούτοι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
Όσον αφορά το άρθρ. 12, η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον την απαλλαγήν μιας Δυνάμεως ήτις προβαίνει εις την μεταβίβασιν αιχμαλώτων πολέμου από της ευθύνης δια την εφαρμογή της Συμβάσεως, έστω και δια τον χρόνον καθ' ον, οι αιχμάλωτοι ούτοι θα φιλοξενούνται υπό της Δυνάμεως ήτις τους εδέχθη.
Όσον αφορά το άρθρ. 85, η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον το γεγονός ότι αιχμάλωτοι πολέμου καταδικασθέντες δι' εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητος υπό την έννοιαν των αρχών της Νυρεμβέργης, εξακολουθούν να τυγχάνουν του ευεργετήματος της παρούσης Συμβάσεως, δεδομένου ότι οι αιχμαλώτοι πολέμου οι καταδικασθέντες δια τα εγκλήματα ταύτα πρέπει να υποβάλλωνται εις το εν ισχύϊ εις το Κράτος όπου κατεδικάσθησαν καθεστώς περί εκτίσεως των ποινών.
4.Προβαίνων εις την υπογραφήν της Συμβάσεως της Γενεύης περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου, δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας προσχωρεί εις την εν λόγω Σύμβασιν, με επιφυλάξεις επί των άρθρ. 11 και 45.
Όσον αφορά το άρθρ. 11, η Κυβέρνησις της Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας, δεν θα θεωρήση ως νόμιμον αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλέπουσαν εις την ανάληψιν υπό ουδετέρου Κράτους ή διεθνούς οργανισμού ή ανθρωπιστικού οργανισμού των καθηκόντων των ανατεθέντων υπό της παρούσης Συμβάσεως εις τας προστάτιδας Δυνάμεις ως προς τα προστατευόμενα πρόσωπα αν η Κυβέρνησις της οποίας είναι ταύτα υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
Όσον αφορά το άρθρ. 45, η Κυβέρνησις της Λαϊκής Δημοκρατίας, της Τσεχοσλοβακίας δεν θα θεωρήση ως νόμιμον το γεγονός ότι Δύναμις ήτις προβαίνει εις την μεταβίβασιν προστατευομένων προσώπων, απαλλάσσεται της ευθύνης δια την εφαρμογήν της Συμβάσεως έστω και δια τον χρόνον καθ' ον τα προστατευόμενα ταύτα πρόσωπα φιλοξενούνται υπό της Δυνάμεως ήτις τα εδέχθη.

ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ
Ο Κύριος ΜΠΟΓΚΟΜΟΛΕΤΖ, Αρχηγός της αντιπροσωπείας της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας:
1.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων Δυνάμεων, η Κυβέρνησις της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας διατυποί τας εξής επιφυλάξεις επί του άρθρ. 10: "Η Κυβέρνησις της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας δεν θα θεωρήση εγκύρους αιτήσεις κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλεπούσας εις την ανάληψιν παρ' ουδετέρου Κράτους ή ανθρωπιστικού οργανισμού των καθηκόντων των ανατεθέντων υπό της παρούσης Συμβάσεως εις προστάτιδας Δυνάμεις εάν η Κυβέρνησις της χώρας της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
2.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων, η Κυβέρνησις της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας, διατυποί την εξής επιφύλαξιν:
Επί του άρθρ.10: "Η Κυβέρνησις της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας δεν θα θεωρήση εγκύρους αιτήσεις κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλεπούσας εις την ανάληψιν παρ' ουδετέρου Κράτους ή ανθρωπιστικού οργανισμού των καθηκόντων των ανατεθέντων εις τας προστάτιδας Δυνάμεις, αν η Κυβέρνησις της χώρας της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
3.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, η Κυβέρνησις της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας διατυποί τας εξής επιφυλάξεις.
Επί του άρθρ.10: "Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας δεν θα θεωρήση ως εγκύρους αιτήσεις κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλεπούσας εις την ανάληψιν παρ' ουδετέρου Κράτους ή ανθρωπιστικού οργανισμού των καθηκόντων των ανατεθέντων εις τας προστάτιδας Δυνάμεις εάν η Κυβέρνησις της χώρας της οποίας οι αιχμάλωτοι πολέμου είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
Επί του άρθρ.12: Η κυβέρνησις της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας δεν θα θεωρήση ως έγκυρον την απαλλαγήν της κατακρατούσης Δυνάμεως ήτις μετεβίβασε εις άλλην Δύναμιν αιχμαλώτους πολέμου, από την ευθύνην της εφαρμογής της Συμβάσεως εις τους αιχμαλώτους τούτους καθ' ον χρόνον ούτοι θα φιλοξενούνται υπό της Δυνάμεως ήτις τους εδέχθη.
Επί του άρθρ.85: Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας δεν θεωρεί εαυτήν δεσμευμένην υπό της υποχρεώσεως της προκυπτούσης από το άρθρ. 85 να επεκτείνη την εφαρμογήν της Συμβάσεως εις αιχμαλώτους πολέμου καταδικασθέντας δυνάμει της νομοθεσίας της κατακρατούσης Δυνάμεως συμφώνως προς τας αρχάς της δίκης της Νυρεμβέργης δι' εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητος, δεδομένου ότι δια τα εγκλήματα ταύτα τα καταδικασθέντα πρόσωπα δέον να υποβάλλωνται εις το καθιερωθέν υπό της εν λόγω χώρας καθεστώς περί εκτίσεως των ποινών".
4.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου, η Κυβέρνησις της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας νομίζει ότι έχει καθήκον να δηλώση τα εξής:
Καίτοι η παρούσα Σύμβασις δεν επεκτείνεται εις τον άμαχον πληθυσμόν τον ευρισκόμενον πέραν του υπό του εχθρού κατειλημμένου εδάφους, και ως εκ τούτου δεν ανταποκρίνεται πλήρως προς τας απαιτήσεις του ανθρωπισμού, η αντιπροσωπεία της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Κυβερνήσεως της Ουκρανίας αναγνωρίζουσα ότι η εν λόγω Σύμβασις μεριμνά δια τα συμφέροντα του ευρισκομένου εις κατεχόμενον έδαφος άμαχου πληθυσμού, και δια ωρισμένας άλλας περιπτώσεις, δηλοί ότι είναι εξουσιοδοτημένη υπό της Κυβερνήσεως της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας να υπογράψη την παρούσαν Σύμβασιν με τας εξής επιφυλάξεις:
Επί του άρθρ.11: Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας δεν θα θεωρήση ως εγκύρους αιτήσεις κατακρατούσης Δυνάμεως αποβλεπούσας εις την ανάληψιν παρ' ουδετέρου Κράτους, ή ανθρωπιστικού οργανισμού των καθηκόντων των ανατεθέντων εις τας προστάτιδας δυνάμεις, αν η Κυβέρνησις της χώρας της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
Επί του άρθρ.45: "Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Κυβέρνησις της Ουκρανίας δεν θα θεωρήση ως έγκυρον την απαλλαγήν της κατακρατούσης Δυνάμεως ήτις μετεβίβασεν εις άλλην Δύναμιν προστατευόμενα πρόσωπα από την ευθύνην της εφαρμογής της Συνθήκης εις τα μεταφερόμενα πρόσωπα καθ' ον χρόνον ταύτα θα φιλοξενούνται από της Δυνάμεως ήτις τα εδέχθη".

ΕΝΩΣΙΣ ΤΩΝ ΣΟΒΙΕΤΙΚΩΝ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΩΝ
Ο Στρατηγός ΣΛΑΒΙΝ, Αρχηγός της Αντιπροσωπείας της Ενώσεως των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών:
1.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων, η Κυβέρνησις της Ενώσεως των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών διατυποί την εξής επιφύλαξιν:
Επί του άρθρ.10: "Η Ένωσις των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών δεν θ' αναγνωρίση ως εγκύρους αιτήσεις απευθυνθείσας υπό κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή ανθρωπιστικόν οργανισμόν όπως αναλάβουν τα καθήκοντα τα ανατεθέντα εις τας προστάτιδας Δυνάμεις αν η Κυβέρνησις της Χώρας της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της".
2.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων, η Κυβέρνησις της Ενώσεως των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, διατυποί την εξής επιφύλαξιν:
Επί του άρθρ.10: "Η Ένωσις των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών δεν θα αναγνωρίση ως εγκύρους αιτήσεις απευθυνομένας υπό κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή ανθρωπιστικόν οργανισμόν ίνα αναλάβουν τα καθήκοντα τα ανατεθέντα εις τας προστάτιδας Δυνάμεις αν η Κυβέρνησις της Χώρας της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της".
3.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, η Κυβέρνησις της Ενώσεως των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών διατυποί τας εξής επιφυλάξεις:
Επί του άρθρ.10: "Η Ένωσις των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών δεν θα θεωρήση ως εγκύρους τας αιτήσεις τας απευθυνομένας υπό κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή προς ανθρωπιστικόν οργανισμόν, όπως αναλάβουν τα καθήκοντα τα ανατεθέντα εις τας προστάτιδας δυνάμεις, αν η Κυβέρνησις της Χώρας της οποίας οι αιχμάλωτοι είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της".
Επί του άρθρ.12: "Η Ένωσις των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, δεν θα θεωρήση ως έγκυρον την απαλλαγήν της κατακρατούσης Δυνάμεως, ήτις μετεβίβασε εις άλλην Δύναμιν αιχμαλώτους πολέμου, από της ευθύνης της εφαρμογής της Συμβάσεως εις τους αιχμαλώτους τούτους καθ' ον χρόνον ούτοι θα είναι εμπεπιστευμένοι εις την Δύναμιν ήτις εδέχθη να τους φιλοξενήση".
Επί του άρθρ.85: "Η Ένωσις των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών δεν θεωρή εαυτήν δεσμευμένην υπό της υποχρεώσεως της προκυπτούσης, εκ του άρθρ. 85 να επεκτείνη την εφαρμογήν της Συμβάσεως εις αιχμαλώτους πολέμου καταδικασθέντας δυνάμει της νομοθεσίας της κατακρατούσης Δυνάμεως, συμφώνως προς τας αρχάς της δίκης της Νυρεμβέργης, διότι διέπραξαν εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα εναντίον του ανθρωπισμού, δεδομένου ότι πρόσωπα καταδικασθέντα δια τοιαύτα εγκλήματα δέον να υποβάλλωνται εις το καθιερωμένον υπό της εν λόγω Χώρας καθεστώς περί προσώπων εκτιόντων την ποινήν των".
4.Υπογράφουσα την Σύμβασιν περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου, η Κυβέρνησις της Ενώσεως των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών νομίζει ότι έχει καθήκον να δηλώση τα εξής:
Καίτοι η παρούσα Σύμβασις δεν επεκτείνεται εις τον άμαχον πληθυσμόν τον ευρισκόμενον πέραν του υπό του εχθρού κατειλημμένου εδάφους και ως εκ τούτου δεν ανταποκρίνεται πλήρως προς τας απαιτήσεις του ανθρωπισμού, η αντιπροσωπεία της Ενώσεως των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών αναγνωρίζουσα ότι η εν λόγω Σύμβασις μεριμνά δια τα συμφέροντα του εις το κατεχόμενον έδαφος ευρισκομένου αμάχου πληθυσμού και δι' ωρισμένας άλλας περιπτώσεις, δηλοί ότι είναι εξουσιοδοτημένη υπό της Κυβερνήσεως της Ενώσεως των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών να υπογράψη την παρούσαν Σύμβασιν με τας εξής επιφυλάξεις:
Επί του άρθρ.11: "Η Ένωσις των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, δεν θα θεωρήση εγκύρους αιτήσεις απευθυνομένας υπό κατακρατούσης Δυνάμεως προς ουδέτερον Κράτος ή ανθρωπιστικόν οργανισμόν όπως αναλάβουν τα καθηκόντα τα ανατεθέντα εις τας προστάτιδας Δυνάμεις αν η Κυβέρνησις της χώρας της οποίας τα προστατευόμενα πρόσωπα είναι υπήκοοι δεν παρέχη την συγκατάθεσίν της".
Επί του άρθρ.45: "Η Ένωσις των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών δεν θα θεωρήση έγκυρον την απαλλαγήν κατακρατούσης Δυνάμεως, ήτις μετεβίβασε εις άλλην Δύναμιν τα προστατευόμενα πρόσωπα, από της ευθύνης της εφαρμογής της Συμβάσεως εις τα μεταβιβασθέντα πρόσωπα καθ' ον χρόνον ταύτα είναι εμπεπιστευμένα εις την Δύναμιν ήτις εδέχθη να τα φιλοξενήση".

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΛΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΙΟΥΚΟΣΛΑΥΙΑΣ
Ο Κύριος Μίλαν ΡΙΣΤΙΤΣ, Πρεσβευτής της Γιουκοσλαυΐας εν Ελβετία προβαίνει εις την εξής δήλωσιν:
1."Υπογράφων την Σύμβασιν της Γενεύης περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών και ασθενών των εν εκστρατεία ενόπλων δυνάμεων, δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουκοσλαυΐας προσχωρεί εις την ειρημένην Σύμβασιν υπό την επιφύλαξιν του άρθρ. 10 αυτής:
"Η Κυβέρνησις της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουκοσλαυΐας δεν θα θεωρήση νόμιμον την αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως όπως ουδέτερον Κράτος ή Διεθνής Οργάνωσις ή Ανθρω-πιστική Οργάνωσις, αναλάβη τα καθήκοντα προστάτιδος Δυνάμεως τα προβλεπόμενα υπό της παρούσης Συμβάσεως, έναντι των τραυματιών, ασθενών ή του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού, εάν η Κυβέρνησις της οποίας ούτοι είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
2.Υπογράφων την Σύμβασιν της Γενεύης, περί βελτιώσεως της τύχης των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών των κατά θάλασσαν ενόπλων δυνάμεων, δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουκοσλαυΐας προσχωρεί εις την ρηθείσαν σύμβασιν μετ' επιφυλάξεως επί του άρθρ. 10 αυτής.
"Η Κυβέρνησις της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουκοσλαυΐας δεν θα θεωρήση νόμιμον την αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως όπως ουδέτερον Κράτος ή Διεθνής Οργάνωσις, ή Ανθρω-πιστική Οργάνωσις αναλάβη τα καθήκοντα προστά-τιδος Δυνάμεως τα προβλεπόμενα υπό της παρούσης Συμβάσεως έναντι των τραυματιών, ασθενών και ναυαγών ή του υγειονομικού και θρησκευτικού προσωπικού εάν η Κυβέρνησις της οποίας ούτοι είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
3.Υπογράφων την Σύμβασιν της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουκοσλαυΐας προσχωρεί εις την ρηθείσαν Σύμβασιν με τας επιφυλάξεις ως προς τα άρθρ. 10 και 12 αυτής:
"Εν σχέσει προς το άρθρ. 10, η Κυβέρνησις της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουκοσλαυΐας δεν θα θεωρήση νόμιμον την αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως όπως ουδέτερον Κράτος ή Διεθνής Οργάνωσις ή ανθρωπιστική Οργάνωσις αναλάβη τα καθήκοντα προστάτιδος δυνάμεως τα προβλεπόμενα υπό της παρούσης Συμβάσεως έναντι των αιχμαλώτων πολέμου εάν η Κυβέρνησις της οποίας ούτοι είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συγκατάθεσίν της.
"Εν σχέσει προς το άρθρ. 12, η Κυβέρνησις της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουκοσλαυΐας δεν θα θεωρήση νόμιμον την απαλλαγήν εκ της εφαρμογής της παρούσης Συμβάσεως χώρας η οποία μετεβίβασε αιχμαλώτους πολέμου, καθ' όλον το χρονικόν διάστημα κατά το οποίον οι αιχμάλωτοι ούτοι θα ευρίσκωνται παρά τη Δυνάμει ήτις εδέχθη να τους φιλοξενήση.
4."Υπογράφων την Συνθήκην της Γενεύης περί προστασίας των πολιτών εν καιρώ πολέμου, δηλώ ότι η Κυβέρνησις της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουκοσλαυΐας, προσχωρεί εις την ρηθείσαν Συνθήκην μετ' επιφυλάξεων ως προς τα άρθρ. 11 και 45 αυτής.
"Όσον αφορά το άρθρ. 11 η Κυβέρνησις της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουκοσλαυΐας δεν θα θεωρήση νόμιμον την αίτησιν κατακρατούσης Δυνάμεως όπως ουδέτερον Κράτος, ή Διεθνής Οργάνωσις ή Ανθρωπιστική Οργάνωσις αναλάβη τα καθήκοντα προστάτιδος Δυνάμεως τα προβλεπόμενα υπό της παρούσης Συμβάσεως έναντι των προστατευομένων προσώπων εάν η χώρα της οποίας ταύτα είναι υπήκοοι δεν παράσχη την συ-γκατάθεσίν της.
"΄Οσον αφορά το άρθρ. 45, η Κυβέρνησις της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουκοσλαυΐας δεν θα θεωρήση νόμιμον την απαλλαγήν εκ της εφαρμογής της παρούσης Συμβάσεως Δυνάμεως η οποία μετεβίβασε προστατευόμενα πρόσωπα εις άλλην δύναμιν καθ' όλον το χρονικόν διάστημα κατά το οποίον τα προστατευόμενα ταύτα πρόσωπα θα ευρίσκωνται παρά τη Δυνάμει ήτις εδέχθη να τα φιλοξενήση".